ΙΔΩΝ δὲ τοὺς ὄχλους ἀνέβη εἰς τὸ ὄρος, καὶ καθίσαντος αὐτοῦ προσῆλθον αὐτῷ οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ, 2 καὶ ἀνοίξας τὸ στόμα αὐτοῦ ἐδίδασκεν αὐτοὺς λέγων·
3 μακάριοι οἱ πτωχοὶ τῷ πνεύματι, ὅτι αὐτῶν ἐστιν ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν.
4 μακάριοι οἱ πενθοῦντες, ὅτι αὐτοὶ παρακληθήσονται.
5 μακάριοι οἱ πραεῖς, ὅτι αὐτοὶ κληρονομήσουσι τὴν γῆν.
6 μακάριοι οἱ πεινῶντες καὶ διψῶντες τὴν δικαιοσύνην, ὅτι αὐτοὶ χορτασθήσονται.
7 μακάριοι οἱ ἐλεήμονες, ὅτι αὐτοὶ ἐλεηθήσονται.
8 μακάριοι οἱ καθαροί τῇ καρδίᾳ, ὅτι αὐτοὶ τὸν Θεὸν ὄψονται.
9 μακάριοι οἱ εἰρηνοποιοί, ὅτι αὐτοὶ υἱοὶ Θεοῦ κληθήσονται.
10 μακάριοι οἱ δεδιωγμένοι ἕνεκεν δικαιοσύνης, ὅτι αὐτῶν ἐστιν ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν.
11 μακάριοί ἐστε ὅταν ὀνειδίσωσιν ὑμᾶς καὶ διώξωσι καὶ εἴπωσι πᾶν πονηρὸν ρῆμα καθ᾿ ὑμῶν ψευδόμενοι ἕνεκεν ἐμοῦ.
12 χαίρετε καὶ ἀγαλλιᾶσθε, ὅτι ὁ μισθὸς ὑμῶν πολὺς ἐν τοῖς οὐρανοῖς· οὕτω γὰρ ἐδίωξαν τοὺς προφήτας τοὺς πρὸ ὑμῶν.
Απόδοση
Όταν είδε τα πλήθη του λαού , ανέβηκε στο όρος. Και όταν κάθισε, ήρθαν κοντά του οι μαθητές του. Τότε άνοιξε το στόμα του και τους δίδασκε και έλεγε, ‘’Μακάριοι είναι οι ταπεινόφρονες, διότι η βασιλεία των ουρανών είναι δική τους. Μακάριοι είναι εκείνοι που πενθούν , διότι αυτοί θα παρηγορηθούν. Μακάριοι είναι οι πράοι , διότι αυτοί θα κληρονομήσουν τη γη. Μακάριοι είναι εκείνοι, που πεινούν και διψούν την δικαιοσύνη, διότι αυτοί θα χορτάσουν. Μακάριοι είναι οι ελεήμονες, διότι αυτοί θα ελεηθούν. Μακάριοι είναι εκείνοι που έχουν καθαρή καρδιά, διότι αυτοί θα δουν τον Θεό. Μακάριοι είναι οι ειρηνοποιοί, διότι αυτοί θα ονομαστούν υιοί του Θεού. Μακάριοι είναι εκείνοι που, καταδιώκονται χάριν της δικαιοσύνης, διότι η βασιλεία των ουρανών είναι δική τους. Μακάριοι θα είστε, όταν θα σας βρίζουν και θα σας καταδιώκουν και θα πουν εναντίον σας κάθε κακό πράγμα λέγοντας ψέματα εξ αιτίας μου. Να χαίρετε τότε και να αγαλλιάστε, διότι η ανταμοιβή σας θα είναι μεγάλη στους ουρανούς∙ έτσι κατεδίωξαν τους προφήτες , που έζησαν πριν από εσάς.
Τετάρτη 9 Σεπτεμβρίου 2009
Μεγάλου Βασιλείου: Η Αγία Γραφή διδασκαλεί αρετών
Η Αγία Γραφή διδασκαλείο αρετών.
Σπουδαιοτάτη οδός διά την εξεύρεσην του καθήκοντος είναι η μελέτη των θεοπνεύστων Γραφών. Διότι εις αυτάς ευρίσκονται οι εντολαί διά τα καλάς πράξεις, αλλά και οι βίοι των μακαρίων και αγίων ανδρών, οι οποίοι μας έχουν παραδοθή ανάγλυφοι και σαν άλλα πρότυπα έμψυχων εικόνων της κατά Θεόν ζωής και πολιτείας ευρίσκονται εμπρός μας, διά να τους μιμούμεθα με τα αγαθά έργα. Και λοιπόν εις ο,τι δήποτε καθένας αισθάνεται ότι υστερεί και ασθενεί , με το να ενδιατρίβη εις το κατάλληλον της Γραφής μέρος θα ευρίσκη το ανάλογος φάρμακον διά την αρρώστιαν του και θα το λαμβάνη ωσάν από κοινόν δι’ όλους ιατρείον. Και εκείνος μεν που αγαπά πολύ την σωφροσύνην, θα αναγιγνώσκη τακτικά την ιστορίαν του σώφρονος Ιωσήφ και από αυτόν θα μανθάνη και θα διδάσκεται ποίαι είναι αι αγναί πράξεις. Και τούτο διότι θα ευρίσκη ότι ο Ιωσήφ δεν είχε μόνον ισχυράν εγκράτειαν ως προς τας ηδονάς, αλλά ήτο συγχρόνως εκ συνηθείας και εργασίας εις τον εαυτό του σταθερός προς την αρετήν. Από τον βίον του Ιωβ επίσης θα διδάσκεται την ανδρείαν , ο οποίος, όταν η ζωή του ήλλαξε τελείως και από την ευτυχίαν περιέπεσεν εις δυστυχίαν και από πλούσιος έγινεν πτωχός και από πολύτεκνος έγινε άτεκνος αποτόμως, διέμεινεν ο αυτός και εκράτησεν είς όλας αυτάς τας συμφοράς αδούλωτον το φρόνημα της ψυχής του. Αλλά και δεν εταράχθη ακόμη, όταν οι φίλοι του που ήλθαν να τον παρηγορήσουν τον εταλαιπώρηαν με τας επεμβάσεις των και έκαμαν ετονώτερους τους πόνους του. Πάλιν κάποιος άλλος, που θα έθετεν σκοπόν πως θα γίνη συγχρόνως πράος, αλλά και γενναιόκαρδος, έτσι , ώστε τον μεν θυμόν να χρησιμοποιή κατά της αμαρτίας, την δε πραότητα να δείχνη προς τους ανθρώπους, θα εύρη εις την μελέτην των Γραφών τον Δαβίδ να φέρεται με γενναιότητα και ανδρείαν εις τα πολεμικά ανδραγαθήματα, μα είναι πράος όμως και ατάραχος εις την συμπεριφοράν του προς τους εχθρούς. Τέτοιος ήτο και ο Μωϋσής, ο οποίος εξηγείρετο με μεγάλον θυμόν εναντίον εκείνων, που αμάρταναν εις τον Θεόν, με πραότητα όμως και μεγαλοκαρδίαν υπέφερε τας εναντίον του συκοφαντίας. Και γενικώτερον εις όλας τα περιστάσεις, όπως οι ζωγράφοι , όταν αντιγράφουν μίαν εικόνα, τακτικά στρέφονται και παρατηρούν το προτότυπον και προσπαθούν να μεταφέρουν τα χαρακτηριστικά εκείνου εις το ιδικόν τους έργον , έτσι πρέπει να κάνη και εκείνος, που έχει ζήλον να καταστήση τον εαυτόν του τέλειον εις τας επί μέρους αρετάς. Δηλαδή πρέπει να προσέχη τους βίους των αγίων , σαν να ήσαν αγάλματα κινούμενα και που είς την πράξιν διδάσκουν και των οποίων το καλόν παράδειγμα να μιμήται ο ίδιος.
(Άπαντα των αγίων Πατέρων –Άπαντα Μ. Βασιλείου, τόμος 12ος , σελ 249-250
Σπουδαιοτάτη οδός διά την εξεύρεσην του καθήκοντος είναι η μελέτη των θεοπνεύστων Γραφών. Διότι εις αυτάς ευρίσκονται οι εντολαί διά τα καλάς πράξεις, αλλά και οι βίοι των μακαρίων και αγίων ανδρών, οι οποίοι μας έχουν παραδοθή ανάγλυφοι και σαν άλλα πρότυπα έμψυχων εικόνων της κατά Θεόν ζωής και πολιτείας ευρίσκονται εμπρός μας, διά να τους μιμούμεθα με τα αγαθά έργα. Και λοιπόν εις ο,τι δήποτε καθένας αισθάνεται ότι υστερεί και ασθενεί , με το να ενδιατρίβη εις το κατάλληλον της Γραφής μέρος θα ευρίσκη το ανάλογος φάρμακον διά την αρρώστιαν του και θα το λαμβάνη ωσάν από κοινόν δι’ όλους ιατρείον. Και εκείνος μεν που αγαπά πολύ την σωφροσύνην, θα αναγιγνώσκη τακτικά την ιστορίαν του σώφρονος Ιωσήφ και από αυτόν θα μανθάνη και θα διδάσκεται ποίαι είναι αι αγναί πράξεις. Και τούτο διότι θα ευρίσκη ότι ο Ιωσήφ δεν είχε μόνον ισχυράν εγκράτειαν ως προς τας ηδονάς, αλλά ήτο συγχρόνως εκ συνηθείας και εργασίας εις τον εαυτό του σταθερός προς την αρετήν. Από τον βίον του Ιωβ επίσης θα διδάσκεται την ανδρείαν , ο οποίος, όταν η ζωή του ήλλαξε τελείως και από την ευτυχίαν περιέπεσεν εις δυστυχίαν και από πλούσιος έγινεν πτωχός και από πολύτεκνος έγινε άτεκνος αποτόμως, διέμεινεν ο αυτός και εκράτησεν είς όλας αυτάς τας συμφοράς αδούλωτον το φρόνημα της ψυχής του. Αλλά και δεν εταράχθη ακόμη, όταν οι φίλοι του που ήλθαν να τον παρηγορήσουν τον εταλαιπώρηαν με τας επεμβάσεις των και έκαμαν ετονώτερους τους πόνους του. Πάλιν κάποιος άλλος, που θα έθετεν σκοπόν πως θα γίνη συγχρόνως πράος, αλλά και γενναιόκαρδος, έτσι , ώστε τον μεν θυμόν να χρησιμοποιή κατά της αμαρτίας, την δε πραότητα να δείχνη προς τους ανθρώπους, θα εύρη εις την μελέτην των Γραφών τον Δαβίδ να φέρεται με γενναιότητα και ανδρείαν εις τα πολεμικά ανδραγαθήματα, μα είναι πράος όμως και ατάραχος εις την συμπεριφοράν του προς τους εχθρούς. Τέτοιος ήτο και ο Μωϋσής, ο οποίος εξηγείρετο με μεγάλον θυμόν εναντίον εκείνων, που αμάρταναν εις τον Θεόν, με πραότητα όμως και μεγαλοκαρδίαν υπέφερε τας εναντίον του συκοφαντίας. Και γενικώτερον εις όλας τα περιστάσεις, όπως οι ζωγράφοι , όταν αντιγράφουν μίαν εικόνα, τακτικά στρέφονται και παρατηρούν το προτότυπον και προσπαθούν να μεταφέρουν τα χαρακτηριστικά εκείνου εις το ιδικόν τους έργον , έτσι πρέπει να κάνη και εκείνος, που έχει ζήλον να καταστήση τον εαυτόν του τέλειον εις τας επί μέρους αρετάς. Δηλαδή πρέπει να προσέχη τους βίους των αγίων , σαν να ήσαν αγάλματα κινούμενα και που είς την πράξιν διδάσκουν και των οποίων το καλόν παράδειγμα να μιμήται ο ίδιος.
(Άπαντα των αγίων Πατέρων –Άπαντα Μ. Βασιλείου, τόμος 12ος , σελ 249-250
Ο Απόστολος Παύλος στην Αθήνα.
Απο τις Πράξεις των Αποστόλων 17/ 16-34
Εἰς ᾿Αθήνας
16 ᾿Εν δὲ ταῖς ᾿Αθήναις ἐκδεχομένου αὐτοὺς τοῦ Παύλου, παρωξύνετο τὸ πνεῦμα αὐτοῦ ἐν αὐτῷ θεωροῦντι κατείδωλον οὖσαν τὴν πόλιν. 17 διελέγετο μὲν οὖν ἐν τῇ συναγωγῇ τοῖς ᾿Ιουδαίοις καὶ τοῖς σεβομένοις καὶ ἐν τῇ ἀγορᾷ κατὰ πᾶσαν ἡμέραν πρὸς τοὺς παρατυγχάνοντας. 18 τινὲς δὲ τῶν ᾿Επικουρείων καὶ τῶν Στοϊκῶν φιλοσόφων συνέβαλλον αὐτῷ, καί τινες ἔλεγον· τί ἂν θέλοι ὁ σπερμολόγος οὗτος λέγειν; οἱ δέ· ξένων δαιμονίων δοκεῖ καταγγελεὺς εἶναι· ὅτι τὸν ᾿Ιησοῦν καὶ τὴν ἀνάστασιν εὐηγγελίζετο αὐτοῖς. 19 ἐπιλαβόμενοί τε αὐτοῦ ἐπὶ τὸν ῎Αρειον πάγον ἤγαγον λέγοντες· δυνάμεθα γνῶναι τίς ἡ καινὴ αὕτη ἡ ὑπὸ σοῦ λαλουμένη διδαχή; 20 ξενίζοντα γάρ τινα εἰσφέρεις εἰς τὰς ἀκοὰς ἡμῶν· βουλόμεθα οὖν γνῶναι τί ἂν θέλοι ταῦτα εἶναι. 21 ᾿Αθηναῖοι δὲ πάντες καὶ οἱ ἐπιδημοῦντες ξένοι εἰς οὐδὲν ἕτερον εὐκαίρουν ἢ λέγειν τι καὶ ἀκούειν καινότερον.
῾Ομιλία τοῦ Παύλου ἐπὶ τοῦ ᾿Αρείου Πάγου
22 Σταθεὶς δὲ ὁ Παῦλος ἐν μέσῳ τοῦ ᾿Αρείου πάγου ἔφη· ἄνδρες ᾿Αθηναῖοι, κατὰ πάντα ὡς δεισιδαιμονεστέρους ὑμᾶς θεωρῶ. 23 διερχόμενος γὰρ καὶ ἀναθεωρῶν τὰ σεβάσματα ὑμῶν εὗρον καὶ βωμὸν ἐν ᾧ ἐπεγέγραπτο, ἀγνώστῳ Θεῷ. ὃν οὖν ἀγνοοῦντες εὐσεβεῖτε, τοῦτον ἐγὼ καταγγέλλω ὑμῖν. 24 ὁ Θεὸς ὁ ποιήσας τὸν κόσμον καὶ πάντα τὰ ἐν αὐτῷ, οὗτος οὐρανοῦ καὶ γῆς Κύριος ὑπάρχων οὐκ ἐν χειροποιήτοις ναοῖς κατοικεῖ, 25 οὐδὲ ὑπὸ χειρῶν ἀνθρώπων θεραπεύεται προσδεόμενός τινος, αὐτὸς διδοὺς πᾶσι ζωὴν καὶ πνοὴν κατὰ πάντα· 26 ἐποίησέ τε ἐξ ἑνὸς αἵματος πᾶν ἔθνος ἀνθρώπων κατοικεῖν ἐπὶ πᾶν τὸ πρόσωπον τῆς γῆς, ὁρίσας προστεταγμένους καιροὺς καὶ τὰς ὁροθεσίας τῆς κατοικίας αὐτῶν, 27 ζητεῖν τὸν Κύριον, εἰ ἄρα γε ψηλαφήσειαν αὐτὸν καὶ εὕροιεν, καί γε οὐ μακρὰν ἀπὸ ἑνὸς ἑκάστου ἡμῶν ὑπάρχοντα. 28 ἐν αὐτῷ γὰρ ζῶμεν καὶ κινούμεθα καὶ ἐσμέν, ὡς καί τινες τῶν καθ᾿ ὑμᾶς ποιητῶν εἰρήκασι· τοῦ γὰρ καὶ γένος ἐσμέν. 29 γένος οὖν ὑπάρχοντες τοῦ Θεοῦ οὐκ ὀφείλομεν νομίζειν χρυσῷ ἢ ἀργύρῳ ἢ λίθῳ, χαράγματι τέχνης καὶ ἐνθυμήσεως ἀνθρώπου, τὸ θεῖον εἶναι ὅμοιον. 30 τοὺς μὲν οὖν χρόνους τῆς ἀγνοίας ὑπεριδὼν ὁ Θεὸς τανῦν παραγγέλλει τοῖς ἀνθρώποις πᾶσι πανταχοῦ μετανοεῖν, 31 διότι ἔστησεν ἡμέραν ἐν ᾗ μέλλει κρίνειν τὴν οἰκουμένην ἐν δικαιοσύνῃ, ἐν ἀνδρὶ ᾧ ὥρισε, πίστιν παρασχὼν πᾶσιν ἀναστήσας αὐτὸν ἐκ νεκρῶν. 32 ἀκούσαντες δὲ ἀνάστασιν νεκρῶν οἱ μὲν ἐχλεύαζον, οἱ δὲ εἶπον· ἀκουσόμεθά σου πάλιν περὶ τούτου. 33 καὶ οὕτως ὁ Παῦλος ἐξῆλθεν ἐκ μέσου αὐτῶν. 34 τινὲς δὲ ἄνδρες κολληθέντες αὐτῷ ἐπίστευσαν, ἐν οἷς καὶ Διονύσιος ὁ ᾿Αρεοπαγίτης καὶ γυνὴ ὀνόματι Δάμαρις καὶ ἕτεροι σὺν αὐτοῖς.
Απόδοση στη Νεοελληνική με βάση την μετάφραση της Αποστολικής Διακόνίας της Εκκλησίας της Ελλάδος
Ενώ ο Παύλος τους περίμενε στην Αθήνα, το πνεύμα του εξεγειρόταν , επειδή έβλεπε την πόλη να είναι γεμάτη από είδωλα. Συζητούσε λοιπόν στην συναγωγή με τους Ιουδαίους και τους θεοσεβείς και, καθημερινά στην αγορά, με εκείνους που τυχόν βρίσκονταν εκεί. Μερικοί από τους Επικούρειους και τους Στωικούς φιλόσοφους ήλθαν σε επαφή μαζί του και μερικοί έλεγαν, ‘’Τι άραγε θέλει να πει αυτός ο φλύαρος;’’. άλλοι έλεγαν, ‘’Φαίνεται να είναι κήρυκας ξένων θεών’’. Διότι κήρυττε σ’ αυτούς το χαρμόσυνο άγγελμα του Ιησού και της αναστάσως. Τον πήραν λοιπόν και τν έφεραν στον Άγειο Πάγο και του είπαν, ‘’Μπορούμε να μάθουμε ποια είναι η καινούργια αυτή διδασκαλία για την οποία μιλάς; Κάτι περίεργα πράγματα φέρεις στην ακοή μας και θέλουμε να μάθουμε τι άραγε είναι αυτά’’. Όλοι οι Αθηναίοι και οι ξένοι που έμεναν εκεί, δεν είχαν διαθέσιμο χρόνο για τίποτε άλλο παρά για να λένε και να ακούνε κάτι νεώτερο.
Τότε ο Παύλος στάθηκε στο μέσον του Αρείου Πάγου και είπε, ‘’Άνδρες αθηναίοι, βλέπω ότι είστε από κάθε άποψη πολύ θρήσκοι. Διότι καθώς περνούσα και κοίταζα τα ιερά σας, βρήκα και ένα βωμό , στον οποίο υπήρχε επιγραφή. ‘’ Στον άγνωστο Θεό’’. Αυτόν λοιπόν που λατρεύετε, χωρία να τον ξέρετε, αυτόν εγώ κηρύττω. Ο Θεός που δημιούργησε τον κόσμο και όλα όσα είναι στον κόσμο, και ο οποίος είναι Κύριος ουρανού και γης, δεν κατοικεί σε ναού ς κατασκευασμένους από χέρια ανθρώπων, ούτε εξυπηρετείται από χέρια ανθρώπων σαν να είχε ανάγκη από κάτι, αυτός που δίνει σε όλους ζωή και πνοή και γενικώς όλα. Δημιούργησε ολόκληρο το ανθρώπινο γένος από ένα αίμα για να κατοικεί σε όλη τη γη, αφού όρισε ορισμένες εποχές και τα ορόσημα της κατοικίας τους, για να ζητούν τον Κύριο μήπως τον ψηλαφίσουν και τον βρουν, αν και δεν είναι μακριά από καθένα από μας. Διότι μέσα σ’ αυτόν ζούμε και κινούμαστε και υπάρχουμε, καθώς και μερικοί από τους ποιητές σας έχουν πει, ‘’Είμαστε και γένος του’’. Αφού λοιπόν είμαστε γένος του Θεού, δεν πρέπει να νομίζουμε ότι η θεότητα μοιάζει με χρυσό ή άργυρο ή λίθο, σκαλιστό έργο τέχνης και ανθρώπινης συλλήψεως. Τους χρόνους εκείνους της άγνοιας παρέβλεψε ο Θεός και τώρα παραγγέλλει σε όλους τους ανθρώπους παντού να μετανοήσουν, διότι όρισε ημέρα, κατά την οποία μέλει να κρίνει την οικουμένη και δικαιοσύνη με άνδρα, τον οποίο όρισε. Γι’ αυτό έδωσε σε όλους βεβαίωση με το να τον αναστήσει από τους νεκρούς’’. Όταν άκουσαν ανάσταση νεκρών, μερικοί ειρωνεύονταν , άλλοι είπαν, ‘’θα σε ακούσουμε και άλλη φορά για το ζήτημα αυτό’’. Και έτσι ο Παύλος έφυγε από ανάμεσά τους. Μερικοί προσκολλήθηκαν σ’ αυτόν και πίστεψαν , μεταξύ των οποίων και ο Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης και κάποια γυναίκα ονομαζόμενη Δάμαρις και άλλοι επίσης.
Εἰς ᾿Αθήνας
16 ᾿Εν δὲ ταῖς ᾿Αθήναις ἐκδεχομένου αὐτοὺς τοῦ Παύλου, παρωξύνετο τὸ πνεῦμα αὐτοῦ ἐν αὐτῷ θεωροῦντι κατείδωλον οὖσαν τὴν πόλιν. 17 διελέγετο μὲν οὖν ἐν τῇ συναγωγῇ τοῖς ᾿Ιουδαίοις καὶ τοῖς σεβομένοις καὶ ἐν τῇ ἀγορᾷ κατὰ πᾶσαν ἡμέραν πρὸς τοὺς παρατυγχάνοντας. 18 τινὲς δὲ τῶν ᾿Επικουρείων καὶ τῶν Στοϊκῶν φιλοσόφων συνέβαλλον αὐτῷ, καί τινες ἔλεγον· τί ἂν θέλοι ὁ σπερμολόγος οὗτος λέγειν; οἱ δέ· ξένων δαιμονίων δοκεῖ καταγγελεὺς εἶναι· ὅτι τὸν ᾿Ιησοῦν καὶ τὴν ἀνάστασιν εὐηγγελίζετο αὐτοῖς. 19 ἐπιλαβόμενοί τε αὐτοῦ ἐπὶ τὸν ῎Αρειον πάγον ἤγαγον λέγοντες· δυνάμεθα γνῶναι τίς ἡ καινὴ αὕτη ἡ ὑπὸ σοῦ λαλουμένη διδαχή; 20 ξενίζοντα γάρ τινα εἰσφέρεις εἰς τὰς ἀκοὰς ἡμῶν· βουλόμεθα οὖν γνῶναι τί ἂν θέλοι ταῦτα εἶναι. 21 ᾿Αθηναῖοι δὲ πάντες καὶ οἱ ἐπιδημοῦντες ξένοι εἰς οὐδὲν ἕτερον εὐκαίρουν ἢ λέγειν τι καὶ ἀκούειν καινότερον.
῾Ομιλία τοῦ Παύλου ἐπὶ τοῦ ᾿Αρείου Πάγου
22 Σταθεὶς δὲ ὁ Παῦλος ἐν μέσῳ τοῦ ᾿Αρείου πάγου ἔφη· ἄνδρες ᾿Αθηναῖοι, κατὰ πάντα ὡς δεισιδαιμονεστέρους ὑμᾶς θεωρῶ. 23 διερχόμενος γὰρ καὶ ἀναθεωρῶν τὰ σεβάσματα ὑμῶν εὗρον καὶ βωμὸν ἐν ᾧ ἐπεγέγραπτο, ἀγνώστῳ Θεῷ. ὃν οὖν ἀγνοοῦντες εὐσεβεῖτε, τοῦτον ἐγὼ καταγγέλλω ὑμῖν. 24 ὁ Θεὸς ὁ ποιήσας τὸν κόσμον καὶ πάντα τὰ ἐν αὐτῷ, οὗτος οὐρανοῦ καὶ γῆς Κύριος ὑπάρχων οὐκ ἐν χειροποιήτοις ναοῖς κατοικεῖ, 25 οὐδὲ ὑπὸ χειρῶν ἀνθρώπων θεραπεύεται προσδεόμενός τινος, αὐτὸς διδοὺς πᾶσι ζωὴν καὶ πνοὴν κατὰ πάντα· 26 ἐποίησέ τε ἐξ ἑνὸς αἵματος πᾶν ἔθνος ἀνθρώπων κατοικεῖν ἐπὶ πᾶν τὸ πρόσωπον τῆς γῆς, ὁρίσας προστεταγμένους καιροὺς καὶ τὰς ὁροθεσίας τῆς κατοικίας αὐτῶν, 27 ζητεῖν τὸν Κύριον, εἰ ἄρα γε ψηλαφήσειαν αὐτὸν καὶ εὕροιεν, καί γε οὐ μακρὰν ἀπὸ ἑνὸς ἑκάστου ἡμῶν ὑπάρχοντα. 28 ἐν αὐτῷ γὰρ ζῶμεν καὶ κινούμεθα καὶ ἐσμέν, ὡς καί τινες τῶν καθ᾿ ὑμᾶς ποιητῶν εἰρήκασι· τοῦ γὰρ καὶ γένος ἐσμέν. 29 γένος οὖν ὑπάρχοντες τοῦ Θεοῦ οὐκ ὀφείλομεν νομίζειν χρυσῷ ἢ ἀργύρῳ ἢ λίθῳ, χαράγματι τέχνης καὶ ἐνθυμήσεως ἀνθρώπου, τὸ θεῖον εἶναι ὅμοιον. 30 τοὺς μὲν οὖν χρόνους τῆς ἀγνοίας ὑπεριδὼν ὁ Θεὸς τανῦν παραγγέλλει τοῖς ἀνθρώποις πᾶσι πανταχοῦ μετανοεῖν, 31 διότι ἔστησεν ἡμέραν ἐν ᾗ μέλλει κρίνειν τὴν οἰκουμένην ἐν δικαιοσύνῃ, ἐν ἀνδρὶ ᾧ ὥρισε, πίστιν παρασχὼν πᾶσιν ἀναστήσας αὐτὸν ἐκ νεκρῶν. 32 ἀκούσαντες δὲ ἀνάστασιν νεκρῶν οἱ μὲν ἐχλεύαζον, οἱ δὲ εἶπον· ἀκουσόμεθά σου πάλιν περὶ τούτου. 33 καὶ οὕτως ὁ Παῦλος ἐξῆλθεν ἐκ μέσου αὐτῶν. 34 τινὲς δὲ ἄνδρες κολληθέντες αὐτῷ ἐπίστευσαν, ἐν οἷς καὶ Διονύσιος ὁ ᾿Αρεοπαγίτης καὶ γυνὴ ὀνόματι Δάμαρις καὶ ἕτεροι σὺν αὐτοῖς.
Απόδοση στη Νεοελληνική με βάση την μετάφραση της Αποστολικής Διακόνίας της Εκκλησίας της Ελλάδος
Ενώ ο Παύλος τους περίμενε στην Αθήνα, το πνεύμα του εξεγειρόταν , επειδή έβλεπε την πόλη να είναι γεμάτη από είδωλα. Συζητούσε λοιπόν στην συναγωγή με τους Ιουδαίους και τους θεοσεβείς και, καθημερινά στην αγορά, με εκείνους που τυχόν βρίσκονταν εκεί. Μερικοί από τους Επικούρειους και τους Στωικούς φιλόσοφους ήλθαν σε επαφή μαζί του και μερικοί έλεγαν, ‘’Τι άραγε θέλει να πει αυτός ο φλύαρος;’’. άλλοι έλεγαν, ‘’Φαίνεται να είναι κήρυκας ξένων θεών’’. Διότι κήρυττε σ’ αυτούς το χαρμόσυνο άγγελμα του Ιησού και της αναστάσως. Τον πήραν λοιπόν και τν έφεραν στον Άγειο Πάγο και του είπαν, ‘’Μπορούμε να μάθουμε ποια είναι η καινούργια αυτή διδασκαλία για την οποία μιλάς; Κάτι περίεργα πράγματα φέρεις στην ακοή μας και θέλουμε να μάθουμε τι άραγε είναι αυτά’’. Όλοι οι Αθηναίοι και οι ξένοι που έμεναν εκεί, δεν είχαν διαθέσιμο χρόνο για τίποτε άλλο παρά για να λένε και να ακούνε κάτι νεώτερο.
Τότε ο Παύλος στάθηκε στο μέσον του Αρείου Πάγου και είπε, ‘’Άνδρες αθηναίοι, βλέπω ότι είστε από κάθε άποψη πολύ θρήσκοι. Διότι καθώς περνούσα και κοίταζα τα ιερά σας, βρήκα και ένα βωμό , στον οποίο υπήρχε επιγραφή. ‘’ Στον άγνωστο Θεό’’. Αυτόν λοιπόν που λατρεύετε, χωρία να τον ξέρετε, αυτόν εγώ κηρύττω. Ο Θεός που δημιούργησε τον κόσμο και όλα όσα είναι στον κόσμο, και ο οποίος είναι Κύριος ουρανού και γης, δεν κατοικεί σε ναού ς κατασκευασμένους από χέρια ανθρώπων, ούτε εξυπηρετείται από χέρια ανθρώπων σαν να είχε ανάγκη από κάτι, αυτός που δίνει σε όλους ζωή και πνοή και γενικώς όλα. Δημιούργησε ολόκληρο το ανθρώπινο γένος από ένα αίμα για να κατοικεί σε όλη τη γη, αφού όρισε ορισμένες εποχές και τα ορόσημα της κατοικίας τους, για να ζητούν τον Κύριο μήπως τον ψηλαφίσουν και τον βρουν, αν και δεν είναι μακριά από καθένα από μας. Διότι μέσα σ’ αυτόν ζούμε και κινούμαστε και υπάρχουμε, καθώς και μερικοί από τους ποιητές σας έχουν πει, ‘’Είμαστε και γένος του’’. Αφού λοιπόν είμαστε γένος του Θεού, δεν πρέπει να νομίζουμε ότι η θεότητα μοιάζει με χρυσό ή άργυρο ή λίθο, σκαλιστό έργο τέχνης και ανθρώπινης συλλήψεως. Τους χρόνους εκείνους της άγνοιας παρέβλεψε ο Θεός και τώρα παραγγέλλει σε όλους τους ανθρώπους παντού να μετανοήσουν, διότι όρισε ημέρα, κατά την οποία μέλει να κρίνει την οικουμένη και δικαιοσύνη με άνδρα, τον οποίο όρισε. Γι’ αυτό έδωσε σε όλους βεβαίωση με το να τον αναστήσει από τους νεκρούς’’. Όταν άκουσαν ανάσταση νεκρών, μερικοί ειρωνεύονταν , άλλοι είπαν, ‘’θα σε ακούσουμε και άλλη φορά για το ζήτημα αυτό’’. Και έτσι ο Παύλος έφυγε από ανάμεσά τους. Μερικοί προσκολλήθηκαν σ’ αυτόν και πίστεψαν , μεταξύ των οποίων και ο Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης και κάποια γυναίκα ονομαζόμενη Δάμαρις και άλλοι επίσης.
Η μεταστροφή του Αποστόλου Παύλου.
῾Η μεταστροφὴ τοῦ Σαύλου
Θ´\Ο δὲ Σαῦλος ἔτι ἐμπνέων ἀπειλῆς καὶ φόνου εἰς τοὺς μαθητὰς τοῦ Κυρίου, προσελθὼν τῷ ἀρχιερεῖ 2 ᾐτήσατο παρ᾿ αὐτοῦ ἐπιστολὰς εἰς Δαμασκὸν πρὸς τὰς συναγωγάς, ὅπως ἐάν τινας εὕρῃ τῆς ὁδοῦ ὄντας, ἄνδρας τε καὶ γυναῖκας, δεδεμένους ἀγάγῃ εἰς ῾Ιερουσαλήμ. 3 ἐν δὲ τῷ πορεύεσθαι ἐγένετο αὐτὸν ἐγγίζειν τῇ Δαμασκῷ, καὶ ἐξαίφνης περιήστραψεν αὐτὸν φῶς ἀπὸ τοῦ οὐρανοῦ, 4 καὶ πεσὼν ἐπὶ τὴν γῆν ἤκουσε φωνὴν λέγουσαν αὐτῷ· Σαοὺλ Σαούλ, τί με διώκεις; 5 εἶπε δέ· τίς εἶ, κύριε; ὁ δὲ Κύριος εἶπεν· ἐγώ εἰμι ᾿Ιησοῦς ὃν σὺ διώκεις· 6 ἀλλὰ ἀνάστηθι καὶ εἴσελθε εἰς τὴν πόλιν, καὶ λαληθήσεταί σοι τί σε δεῖ ποιεῖν. 7 οἱ δὲ ἄνδρες οἱ συνοδεύοντες αὐτῷ εἱστήκεισαν ἐνεοί, ἀκούοντες μὲν τῆς φωνῆς, μηδένα δὲ θεωροῦντες. 8 ἠγέρθη δὲ ὁ Σαῦλος ἀπὸ τῆς γῆς, ἀνεῳγμένων τε τῶν ὀφθαλμῶν αὐτοῦ οὐδένα ἔβλεπε· χειραγωγοῦντες δὲ αὐτὸν εἰσήγαγον εἰς Δαμασκόν. 9 καὶ ἦν ἡμέρας τρεῖς μὴ βλέπων, καὶ οὐκ ἔφαγεν οὐδὲ ἔπιεν.
῾Ο Σαῦλος εἰς Δαμασκὸν
10 ῏Ην δέ τις μαθητὴς ἐν Δαμασκῷ ὀνόματι ᾿Ανανίας, καὶ εἶπε πρὸς αὐτὸν ὁ Κύριος ἐν ὁράματι· ᾿Ανανία. ὁ δὲ εἶπεν· ἰδοὺ ἐγώ, Κύριε· 11 ὁ δὲ Κύριος πρὸς αὐτόν· ἀναστὰς πορεύθητι ἐπὶ τὴν ρύμην τὴν καλουμένην εὐθεῖαν καὶ ζήτησον ἐν οἰκίᾳ ᾿Ιούδα Σαῦλον ὀνόματι Ταρσέα· ἰδοὺ γὰρ προσεύχεται, 12 καὶ εἶδεν ἐν ὁράματι ἄνδρα ὀνόματι ᾿Ανανίαν εἰσελθόντα καὶ ἐπιθέντα αὐτῷ χεῖρα, ὅπως ἀναβλέψῃ. 13 ἀπεκρίθη δὲ ᾿Ανανίας· Κύριε, ἀκήκοα ἀπὸ πολλῶν περὶ τοῦ ἀνδρὸς τούτου, ὅσα κακὰ ἐποίησε τοῖς ἁγίοις σου ἐν ῾Ιερουσαλήμ· 14 καὶ ὧδε ἔχει ἐξουσίαν παρὰ τῶν ἀρχιερέων δῆσαι πάντας τοὺς ἐπικαλουμένους τὸ ὄνομά σου. 15 εἶπε δὲ πρὸς αὐτὸν ὁ Κύριος· πορεύου, ὅτι σκεῦος ἐκλογῆς μοί ἐστιν οὗτος τοῦ βαστάσαι τὸ ὄνομά μου ἐνώπιον ἐθνῶν καὶ βασιλέων υἱῶν τε ᾿Ισραήλ· 16 ἐγὼ γὰρ ὑποδείξω αὐτῷ ὅσα δεῖ αὐτὸν ὑπὲρ τοῦ ὀνόματός μου παθεῖν. 17 ᾿Απῆλθε δὲ ᾿Ανανίας καὶ εἰσῆλθεν εἰς τὴν οἰκίαν, καὶ ἐπιθεὶς ἐπ᾿ αὐτὸν τὰς χεῖρας εἶπε· Σαοὺλ ἀδελφέ, ὁ Κύριος ἀπέσταλκέ με, ᾿Ιησοῦς ὁ ὀφθείς σοι ἐν τῇ ὁδῷ ᾗ ἤρχου, ὅπως ἀναβλέψῃς καὶ πλησθῇς Πνεύματος ῾Αγίου. 18 καὶ εὐθέως ἀπέπεσον ἀπὸ τῶν ὀφθαλμῶν αὐτοῦ ὡσεὶ λεπίδες, ἀνέβλεψέ τε, καὶ ἀναστὰς ἐβαπτίσθη, καὶ λαβὼν τροφὴν ἐνίσχυσεν. 19 ᾿Εγένετο δὲ ὁ Σαῦλος μετὰ τῶν ὄντων ἐν Δαμασκῷ μαθητῶν ἡμέρας τινάς, 20 καὶ εὐθέως ἐν ταῖς συναγωγαῖς ἐκήρυσσε τὸν ᾿Ιησοῦν ὅτι οὗτός ἐστιν ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ. 21 ἐξίσταντο δὲ πάντες οἱ ἀκούοντες καὶ ἔλεγον· οὐχ οὗτός ἐστιν ὁ πορθήσας ἐν ῾Ιερουσαλὴμ τοὺς ἐπικαλουμένους τὸ ὄνομα τοῦτο, καὶ ὧδε εἰς τοῦτο ἐλήλυθεν, ἵνα δεδεμένους αὐτοὺς ἀγάγῃ ἐπὶ τοὺς ἀρχιερεῖς; 22 Σαῦλος δὲ μᾶλλον ἐνεδυναμοῦτο καὶ συνέχυνε τοὺς ᾿Ιουδαίους τοὺς κατοικοῦντας ἐν Δαμασκῷ, συμβιβάζων ὅτι οὗτός ἐστιν ὁ Χριστός. 23 ὡς δὲ ἐπληροῦντο ἡμέραι ἱκαναί, συνεβουλεύσαντο οἱ ᾿Ιουδαῖοι ἀνελεῖν αὐτόν· 24 ἐγνώσθη δὲ τῷ Σαύλῳ ἡ ἐπιβουλὴ αὐτῶν. παρετήρουν τε τὰς πύλας ἡμέρας τε καὶ νυκτὸς ὅπως αὐτὸν ἀνέλωσι· 25 λαβόντες δὲ αὐτὸν οἱ μαθηταὶ νυκτὸς καθῆκαν διὰ τοῦ τείχους χαλάσαντες ἐν σπυρίδι.
Απόδοση στην Νεοελληνικη
Ο Σαύλος, ο οποίος εξακολουθούσε να πνέει απειλή και φόνο εναντίον των μαθητών του Κυρίου, ήλθε στον αρχιερέα, και του ζήτησε επιστολές προς τις συναγωγές της Δαμασκού, ώστε, εάν βρει ανθρώπους που ακολουθούσαν τον δρόμο αυτό, άνδρες ή γυναίκες, να τους φέρει δεμένους στην Ιερουσαλήμ. Αλλά ενώ, κατά την πορεία του , πλησίαζε στην Δαμασκό, ξαφνικά άστραψε γύρω του φώς από τον ουρανό. Έπεσε στη γη και άκουσε φωνή αν του λέει, ‘’Σαουλ, Σαούλ, γιατί με καταδιώκεις;’’. και είπε, ‘’ Ποιος είσαι , Κύριε;’’. Και Κύριος είπε, ‘’Εγώ είμαι ο Ιησούς, τον οποίο εσύ καταδιώκεις, αλλά σήκω και μπες στην πόλη και θα σου δηλωθεί τι πρέπει να κάνεις’’. Οι άνδρες, που τον συνόδευαν , στάθηκαν βουβοί, διότι άκουγαν την φωνή , αλλά δεν έβλεπαν κανένα. Ο Σαύλος σηκώθηκε από το έδαφος, αλλά αν και τα μάτια του ήσαν ανοικτά, δεν έβλεπε κανένα∙ γι’ αυτό τον κρατούσαν από το χέρι και τον έφεραν στην Δαμασκό. Επί τρείς ημέρες δεν έβλεπε και δεν έφαγε ούτε ήπιε.
Στην Δαμασκό υπήρχε κάποιας μαθητής, ονομαζόμενος Ανανίας, και είπε σ’ αυτόν ο Κύριε σε όραμα, ‘’ Ανανία’’, και αυτός είπε, ‘’Εδώ είμαι Κύριε’’. Τότε ο Κύριος του είπε, ‘’Σήκω και πήγαινε στην οδό που ονομάζεται Ευθεία, στο σπίτι του Ιούδα, και ζήτησε ένα ονομαζόμενο Σαύλο από την Ταρσό∙ διότι αυτός τώρα προσεύχεται και είδε σε όραμα άνδρα ονομαζόμενο Ανανία να μπαίνει και να βάζει το χέρι επάνω του για να ξαναδεί''. Και ο Ανανίας αποκρίθηκε, ‘’Κύριε, έχω ακούσει από πολλοόυς πόσο κακό έκανε ο άνρωπος αυτός στους πιστούς σου στην Ιερουσαλήμ. Και είναι εδώ με εξουσία από τους αρχιερείς να συλλάβει όλους που επικαλούνται το όνομά σου’’. Αλλά ο Κύριε του είπε, ‘’Πήγαινε γιατί αυτός είναι όργανο εκλογής μου, για να φέρει το όνομα μου ενώπιον εθνών και βασιλιάδων και των Ισραηλιτών. Εγώ θα του δείξω όσα πρέπει να πάθει για το όνομά μου.
Ο Ανανίας έφυγε και πήγε στο σπίτι και, αφου έβαλε τα χέρια του σ’ αυτόν , είπε, ‘’Σαούλ αδερφέ, ο Κύριος, ο Ιησούς που σου εμφανίστηκε στον δρόμο από τον ποίο ήρθες, με έστειλε για να ξαναδείς και να γεμίσεις από Πνεύμα Άγιο’’. Και αμέσως έπεσαν από τα μάτια το κάτι σαν λέπια και ξαναείδε∙ ύστερα σηκώθηκε και βαπτίσθηκε. Και αφου έφαγε δυνάμωσε. Έμεινε ο Σύλος μερικές ημέρες με τους μαθητές που ήταν στη Δαμασκό και αμέσως στις συναγωγές κήρυττε τον Ιησού , ότι αυτός είναι ο Υιός του Θεου. Και ήταν κατάπληκτοι όλοι όσοι τον άκουγαν και έλεγαν, ‘’Δεν είναι αυτός που εξόντωσε στην Ιερουσαλήμ εκείνους που επικαλούνταν το όνομα αυτό και ήλθε εδώ με σκοποί να τους οδηγήσει δεμένους στους αρχιερείς;’’ Αλλά ο Σαύλος γινόταν ακόμη δυνατότερος και έφερνε σε σύγχυση τους Ιουδαίους που κατοικούσαν δεν Δαμασκό, με τις αποδείξεις του ότι ο Ιησούς είναι ο Μεσσίας. Μετά από παρέλευση πολλών ημερών συνωμότησαν οι Ιουδαίοι να τον σκοτώσουν. Έγινα όμως γνωστά στον Σαύλο τα σχέδια τους. Οι Ιουδαίοι παραφύλαγαν και τις πύλες ημέρα και νύχτα για να τον σκοτώσουν. Αλλά οι μαθητές τον πήραν την νύχτα και τον κατέβασαν από το τείχος μέσα σ’ ένα καλάθι.
Θ´\Ο δὲ Σαῦλος ἔτι ἐμπνέων ἀπειλῆς καὶ φόνου εἰς τοὺς μαθητὰς τοῦ Κυρίου, προσελθὼν τῷ ἀρχιερεῖ 2 ᾐτήσατο παρ᾿ αὐτοῦ ἐπιστολὰς εἰς Δαμασκὸν πρὸς τὰς συναγωγάς, ὅπως ἐάν τινας εὕρῃ τῆς ὁδοῦ ὄντας, ἄνδρας τε καὶ γυναῖκας, δεδεμένους ἀγάγῃ εἰς ῾Ιερουσαλήμ. 3 ἐν δὲ τῷ πορεύεσθαι ἐγένετο αὐτὸν ἐγγίζειν τῇ Δαμασκῷ, καὶ ἐξαίφνης περιήστραψεν αὐτὸν φῶς ἀπὸ τοῦ οὐρανοῦ, 4 καὶ πεσὼν ἐπὶ τὴν γῆν ἤκουσε φωνὴν λέγουσαν αὐτῷ· Σαοὺλ Σαούλ, τί με διώκεις; 5 εἶπε δέ· τίς εἶ, κύριε; ὁ δὲ Κύριος εἶπεν· ἐγώ εἰμι ᾿Ιησοῦς ὃν σὺ διώκεις· 6 ἀλλὰ ἀνάστηθι καὶ εἴσελθε εἰς τὴν πόλιν, καὶ λαληθήσεταί σοι τί σε δεῖ ποιεῖν. 7 οἱ δὲ ἄνδρες οἱ συνοδεύοντες αὐτῷ εἱστήκεισαν ἐνεοί, ἀκούοντες μὲν τῆς φωνῆς, μηδένα δὲ θεωροῦντες. 8 ἠγέρθη δὲ ὁ Σαῦλος ἀπὸ τῆς γῆς, ἀνεῳγμένων τε τῶν ὀφθαλμῶν αὐτοῦ οὐδένα ἔβλεπε· χειραγωγοῦντες δὲ αὐτὸν εἰσήγαγον εἰς Δαμασκόν. 9 καὶ ἦν ἡμέρας τρεῖς μὴ βλέπων, καὶ οὐκ ἔφαγεν οὐδὲ ἔπιεν.
῾Ο Σαῦλος εἰς Δαμασκὸν
10 ῏Ην δέ τις μαθητὴς ἐν Δαμασκῷ ὀνόματι ᾿Ανανίας, καὶ εἶπε πρὸς αὐτὸν ὁ Κύριος ἐν ὁράματι· ᾿Ανανία. ὁ δὲ εἶπεν· ἰδοὺ ἐγώ, Κύριε· 11 ὁ δὲ Κύριος πρὸς αὐτόν· ἀναστὰς πορεύθητι ἐπὶ τὴν ρύμην τὴν καλουμένην εὐθεῖαν καὶ ζήτησον ἐν οἰκίᾳ ᾿Ιούδα Σαῦλον ὀνόματι Ταρσέα· ἰδοὺ γὰρ προσεύχεται, 12 καὶ εἶδεν ἐν ὁράματι ἄνδρα ὀνόματι ᾿Ανανίαν εἰσελθόντα καὶ ἐπιθέντα αὐτῷ χεῖρα, ὅπως ἀναβλέψῃ. 13 ἀπεκρίθη δὲ ᾿Ανανίας· Κύριε, ἀκήκοα ἀπὸ πολλῶν περὶ τοῦ ἀνδρὸς τούτου, ὅσα κακὰ ἐποίησε τοῖς ἁγίοις σου ἐν ῾Ιερουσαλήμ· 14 καὶ ὧδε ἔχει ἐξουσίαν παρὰ τῶν ἀρχιερέων δῆσαι πάντας τοὺς ἐπικαλουμένους τὸ ὄνομά σου. 15 εἶπε δὲ πρὸς αὐτὸν ὁ Κύριος· πορεύου, ὅτι σκεῦος ἐκλογῆς μοί ἐστιν οὗτος τοῦ βαστάσαι τὸ ὄνομά μου ἐνώπιον ἐθνῶν καὶ βασιλέων υἱῶν τε ᾿Ισραήλ· 16 ἐγὼ γὰρ ὑποδείξω αὐτῷ ὅσα δεῖ αὐτὸν ὑπὲρ τοῦ ὀνόματός μου παθεῖν. 17 ᾿Απῆλθε δὲ ᾿Ανανίας καὶ εἰσῆλθεν εἰς τὴν οἰκίαν, καὶ ἐπιθεὶς ἐπ᾿ αὐτὸν τὰς χεῖρας εἶπε· Σαοὺλ ἀδελφέ, ὁ Κύριος ἀπέσταλκέ με, ᾿Ιησοῦς ὁ ὀφθείς σοι ἐν τῇ ὁδῷ ᾗ ἤρχου, ὅπως ἀναβλέψῃς καὶ πλησθῇς Πνεύματος ῾Αγίου. 18 καὶ εὐθέως ἀπέπεσον ἀπὸ τῶν ὀφθαλμῶν αὐτοῦ ὡσεὶ λεπίδες, ἀνέβλεψέ τε, καὶ ἀναστὰς ἐβαπτίσθη, καὶ λαβὼν τροφὴν ἐνίσχυσεν. 19 ᾿Εγένετο δὲ ὁ Σαῦλος μετὰ τῶν ὄντων ἐν Δαμασκῷ μαθητῶν ἡμέρας τινάς, 20 καὶ εὐθέως ἐν ταῖς συναγωγαῖς ἐκήρυσσε τὸν ᾿Ιησοῦν ὅτι οὗτός ἐστιν ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ. 21 ἐξίσταντο δὲ πάντες οἱ ἀκούοντες καὶ ἔλεγον· οὐχ οὗτός ἐστιν ὁ πορθήσας ἐν ῾Ιερουσαλὴμ τοὺς ἐπικαλουμένους τὸ ὄνομα τοῦτο, καὶ ὧδε εἰς τοῦτο ἐλήλυθεν, ἵνα δεδεμένους αὐτοὺς ἀγάγῃ ἐπὶ τοὺς ἀρχιερεῖς; 22 Σαῦλος δὲ μᾶλλον ἐνεδυναμοῦτο καὶ συνέχυνε τοὺς ᾿Ιουδαίους τοὺς κατοικοῦντας ἐν Δαμασκῷ, συμβιβάζων ὅτι οὗτός ἐστιν ὁ Χριστός. 23 ὡς δὲ ἐπληροῦντο ἡμέραι ἱκαναί, συνεβουλεύσαντο οἱ ᾿Ιουδαῖοι ἀνελεῖν αὐτόν· 24 ἐγνώσθη δὲ τῷ Σαύλῳ ἡ ἐπιβουλὴ αὐτῶν. παρετήρουν τε τὰς πύλας ἡμέρας τε καὶ νυκτὸς ὅπως αὐτὸν ἀνέλωσι· 25 λαβόντες δὲ αὐτὸν οἱ μαθηταὶ νυκτὸς καθῆκαν διὰ τοῦ τείχους χαλάσαντες ἐν σπυρίδι.
Απόδοση στην Νεοελληνικη
Ο Σαύλος, ο οποίος εξακολουθούσε να πνέει απειλή και φόνο εναντίον των μαθητών του Κυρίου, ήλθε στον αρχιερέα, και του ζήτησε επιστολές προς τις συναγωγές της Δαμασκού, ώστε, εάν βρει ανθρώπους που ακολουθούσαν τον δρόμο αυτό, άνδρες ή γυναίκες, να τους φέρει δεμένους στην Ιερουσαλήμ. Αλλά ενώ, κατά την πορεία του , πλησίαζε στην Δαμασκό, ξαφνικά άστραψε γύρω του φώς από τον ουρανό. Έπεσε στη γη και άκουσε φωνή αν του λέει, ‘’Σαουλ, Σαούλ, γιατί με καταδιώκεις;’’. και είπε, ‘’ Ποιος είσαι , Κύριε;’’. Και Κύριος είπε, ‘’Εγώ είμαι ο Ιησούς, τον οποίο εσύ καταδιώκεις, αλλά σήκω και μπες στην πόλη και θα σου δηλωθεί τι πρέπει να κάνεις’’. Οι άνδρες, που τον συνόδευαν , στάθηκαν βουβοί, διότι άκουγαν την φωνή , αλλά δεν έβλεπαν κανένα. Ο Σαύλος σηκώθηκε από το έδαφος, αλλά αν και τα μάτια του ήσαν ανοικτά, δεν έβλεπε κανένα∙ γι’ αυτό τον κρατούσαν από το χέρι και τον έφεραν στην Δαμασκό. Επί τρείς ημέρες δεν έβλεπε και δεν έφαγε ούτε ήπιε.
Στην Δαμασκό υπήρχε κάποιας μαθητής, ονομαζόμενος Ανανίας, και είπε σ’ αυτόν ο Κύριε σε όραμα, ‘’ Ανανία’’, και αυτός είπε, ‘’Εδώ είμαι Κύριε’’. Τότε ο Κύριος του είπε, ‘’Σήκω και πήγαινε στην οδό που ονομάζεται Ευθεία, στο σπίτι του Ιούδα, και ζήτησε ένα ονομαζόμενο Σαύλο από την Ταρσό∙ διότι αυτός τώρα προσεύχεται και είδε σε όραμα άνδρα ονομαζόμενο Ανανία να μπαίνει και να βάζει το χέρι επάνω του για να ξαναδεί''. Και ο Ανανίας αποκρίθηκε, ‘’Κύριε, έχω ακούσει από πολλοόυς πόσο κακό έκανε ο άνρωπος αυτός στους πιστούς σου στην Ιερουσαλήμ. Και είναι εδώ με εξουσία από τους αρχιερείς να συλλάβει όλους που επικαλούνται το όνομά σου’’. Αλλά ο Κύριε του είπε, ‘’Πήγαινε γιατί αυτός είναι όργανο εκλογής μου, για να φέρει το όνομα μου ενώπιον εθνών και βασιλιάδων και των Ισραηλιτών. Εγώ θα του δείξω όσα πρέπει να πάθει για το όνομά μου.
Ο Ανανίας έφυγε και πήγε στο σπίτι και, αφου έβαλε τα χέρια του σ’ αυτόν , είπε, ‘’Σαούλ αδερφέ, ο Κύριος, ο Ιησούς που σου εμφανίστηκε στον δρόμο από τον ποίο ήρθες, με έστειλε για να ξαναδείς και να γεμίσεις από Πνεύμα Άγιο’’. Και αμέσως έπεσαν από τα μάτια το κάτι σαν λέπια και ξαναείδε∙ ύστερα σηκώθηκε και βαπτίσθηκε. Και αφου έφαγε δυνάμωσε. Έμεινε ο Σύλος μερικές ημέρες με τους μαθητές που ήταν στη Δαμασκό και αμέσως στις συναγωγές κήρυττε τον Ιησού , ότι αυτός είναι ο Υιός του Θεου. Και ήταν κατάπληκτοι όλοι όσοι τον άκουγαν και έλεγαν, ‘’Δεν είναι αυτός που εξόντωσε στην Ιερουσαλήμ εκείνους που επικαλούνταν το όνομα αυτό και ήλθε εδώ με σκοποί να τους οδηγήσει δεμένους στους αρχιερείς;’’ Αλλά ο Σαύλος γινόταν ακόμη δυνατότερος και έφερνε σε σύγχυση τους Ιουδαίους που κατοικούσαν δεν Δαμασκό, με τις αποδείξεις του ότι ο Ιησούς είναι ο Μεσσίας. Μετά από παρέλευση πολλών ημερών συνωμότησαν οι Ιουδαίοι να τον σκοτώσουν. Έγινα όμως γνωστά στον Σαύλο τα σχέδια τους. Οι Ιουδαίοι παραφύλαγαν και τις πύλες ημέρα και νύχτα για να τον σκοτώσουν. Αλλά οι μαθητές τον πήραν την νύχτα και τον κατέβασαν από το τείχος μέσα σ’ ένα καλάθι.
Οι πειρασμοί του Ιησού στην έρημο
Ματθαίος 4, 1-11
Δ´\ΤΟΤΕ ὁ ᾿Ιησοῦς ἀνήχθη εἰς τὴν ἔρημον ὑπὸ τοῦ Πνεύματος πειρασθῆναι ὑπὸ τοῦ διαβόλου, 2 καὶ νηστεύσας ἡμέρας τεσσαράκοντα καὶ νύκτας τεσσαράκοντα ὕστερον ἐπείνασε. 3 καὶ προσελθὼν αὐτῷ ὁ πειράζων εἶπεν· εἰ υἱὸς εἶ τοῦ Θεοῦ, εἰπὲ ἵνα οἱ λίθοι οὗτοι ἄρτοι γένωνται. 4 ὁ δὲ ἀποκριθεὶς εἶπε· γέγραπται, οὐκ ἐπ᾿ ἄρτῳ μόνῳ ζήσεται ἄνθρωπος, ἀλλ᾿ ἐπὶ παντὶ ρήματι ἐκπορευομένῳ διὰ στόματος Θεοῦ.
5 Τότε παραλαμβάνει αὐτὸν ὁ διάβολος εἰς τὴν ἁγίαν πόλιν, καὶ ἵστησιν αὐτὸν ἐπὶ τὸ πτερύγιον τοῦ ἱεροῦ 6 καὶ λέγει αὐτῷ· εἰ υἱὸς εἶ τοῦ Θεοῦ, βάλε σεαυτόν κάτω· γέγραπται γὰρ ὅτι τοῖς ἀγγέλοις αὐτοῦ ἐντελεῖται περὶ σοῦ, καὶ ἐπὶ χειρῶν ἀροῦσί σε, μήποτε προσκόψῃς πρὸς λίθον τὸν πόδα σου. 7 ἔφη αὐτῷ ὁ ᾿Ιησοῦς· πάλιν γέγραπται, οὐκ ἐκπειράσεις Κύριον τὸν Θεόν σου. 8 Πάλιν παραλαμβάνει αὐτὸν ὁ διάβολος εἰς ὄρος ὑψηλὸν λίαν καὶ δείκνυσιν αὐτῷ πάσας τὰς βασιλείας τοῦ κόσμου καὶ τὴν δόξαν αὐτῶν 9 καὶ λέγει αὐτῷ· ταῦτα πάντα σοι δώσω, ἐὰν πεσὼν προσκυνήσῃς μοι. 10 τότε λέγει αὐτῷ ὁ ᾿Ιησοῦς· ὕπαγε ὀπίσω μου, σατανᾶ· γέγραπται γάρ, Κύριον τὸν Θεόν σου προσκυνήσεις καὶ αὐτῷ μόνῳ λατρεύσεις. 11 Τότε ἀφίησιν αὐτὸν ὁ διάβολος, καὶ ἰδοὺ ἄγγελοι προσῆλθον καὶ διηκόνουν αὐτῷ.
Απόδοση
Τότε ο Ιησούς οδηγήθηκε από το Πνεύμα στην έρημο για να πειραστεί από τον διάβολο και αφού νήστεψε σαράντα ημέρες και σαράντα νύχτες, κατόπιν πείνασε. Και τον πλησίασε ο διάβολος και του είπε, ‘‘Εάν είσαι Υιός του Θεού, πες να γίνουν αυτές οι πέτρες ψωμί’’. Ο Ιησούς αποκρίθηκε, ‘‘ Είναι γραμμένο ότι ο άνθρωπος δεν θα ζήσει μόνο με ψωμί αλλά με κάθε λόγο , ο οποίος εξέρχεται από το στόμα του Θεού’’. Τότε ο διάβολος τον φέρνει στην αγία πόλη και τον βάζει να σταθεί στην άκρη της στέγης του ναού και του λέγει, ‘‘Εάν είσαι Υιός του Θεού, πέσε κάτω, διό τι είναι γραμμένο ότι θα διατάξει τους αγγέλους να σε προσέχουν και να σε σηκώνουν στα χέρια, για να μη σκοντάψει το πόδι σου σε πέτρα’’. Αλλ’ ο Ιησούς απάντησε, ‘‘Πάλι είναι γραμμένο, Δεν πρέπει να πειράξεις Κύριο τον Θεό σου’’. Πάλι τον φέρνει ο διάβολος σ’ ένα πολύ ψηλό βουνό και του δείχνει όλα τα βασίλεια του κόσμου και την δόξα τους και του λέγει, ‘‘Αυτά θα σου τα δώσω, εάν πέσεις και με προσκυνήσεις’’. Τότε του λέγει ο Ιησούς, ‘‘Πήγαινε οπίσω μου, Σατανά, διότι είναι γραμμένο, Κύριο τον Θεό σου πρέπει να προσκυνήσεις και αυτόν μόνο να λατρεύσεις’’. Τότε ο διάβολος τον άφησε και ήρθαν άγγελοι και τον υπηρετούσαν.
Δ´\ΤΟΤΕ ὁ ᾿Ιησοῦς ἀνήχθη εἰς τὴν ἔρημον ὑπὸ τοῦ Πνεύματος πειρασθῆναι ὑπὸ τοῦ διαβόλου, 2 καὶ νηστεύσας ἡμέρας τεσσαράκοντα καὶ νύκτας τεσσαράκοντα ὕστερον ἐπείνασε. 3 καὶ προσελθὼν αὐτῷ ὁ πειράζων εἶπεν· εἰ υἱὸς εἶ τοῦ Θεοῦ, εἰπὲ ἵνα οἱ λίθοι οὗτοι ἄρτοι γένωνται. 4 ὁ δὲ ἀποκριθεὶς εἶπε· γέγραπται, οὐκ ἐπ᾿ ἄρτῳ μόνῳ ζήσεται ἄνθρωπος, ἀλλ᾿ ἐπὶ παντὶ ρήματι ἐκπορευομένῳ διὰ στόματος Θεοῦ.
5 Τότε παραλαμβάνει αὐτὸν ὁ διάβολος εἰς τὴν ἁγίαν πόλιν, καὶ ἵστησιν αὐτὸν ἐπὶ τὸ πτερύγιον τοῦ ἱεροῦ 6 καὶ λέγει αὐτῷ· εἰ υἱὸς εἶ τοῦ Θεοῦ, βάλε σεαυτόν κάτω· γέγραπται γὰρ ὅτι τοῖς ἀγγέλοις αὐτοῦ ἐντελεῖται περὶ σοῦ, καὶ ἐπὶ χειρῶν ἀροῦσί σε, μήποτε προσκόψῃς πρὸς λίθον τὸν πόδα σου. 7 ἔφη αὐτῷ ὁ ᾿Ιησοῦς· πάλιν γέγραπται, οὐκ ἐκπειράσεις Κύριον τὸν Θεόν σου. 8 Πάλιν παραλαμβάνει αὐτὸν ὁ διάβολος εἰς ὄρος ὑψηλὸν λίαν καὶ δείκνυσιν αὐτῷ πάσας τὰς βασιλείας τοῦ κόσμου καὶ τὴν δόξαν αὐτῶν 9 καὶ λέγει αὐτῷ· ταῦτα πάντα σοι δώσω, ἐὰν πεσὼν προσκυνήσῃς μοι. 10 τότε λέγει αὐτῷ ὁ ᾿Ιησοῦς· ὕπαγε ὀπίσω μου, σατανᾶ· γέγραπται γάρ, Κύριον τὸν Θεόν σου προσκυνήσεις καὶ αὐτῷ μόνῳ λατρεύσεις. 11 Τότε ἀφίησιν αὐτὸν ὁ διάβολος, καὶ ἰδοὺ ἄγγελοι προσῆλθον καὶ διηκόνουν αὐτῷ.
Απόδοση
Τότε ο Ιησούς οδηγήθηκε από το Πνεύμα στην έρημο για να πειραστεί από τον διάβολο και αφού νήστεψε σαράντα ημέρες και σαράντα νύχτες, κατόπιν πείνασε. Και τον πλησίασε ο διάβολος και του είπε, ‘‘Εάν είσαι Υιός του Θεού, πες να γίνουν αυτές οι πέτρες ψωμί’’. Ο Ιησούς αποκρίθηκε, ‘‘ Είναι γραμμένο ότι ο άνθρωπος δεν θα ζήσει μόνο με ψωμί αλλά με κάθε λόγο , ο οποίος εξέρχεται από το στόμα του Θεού’’. Τότε ο διάβολος τον φέρνει στην αγία πόλη και τον βάζει να σταθεί στην άκρη της στέγης του ναού και του λέγει, ‘‘Εάν είσαι Υιός του Θεού, πέσε κάτω, διό τι είναι γραμμένο ότι θα διατάξει τους αγγέλους να σε προσέχουν και να σε σηκώνουν στα χέρια, για να μη σκοντάψει το πόδι σου σε πέτρα’’. Αλλ’ ο Ιησούς απάντησε, ‘‘Πάλι είναι γραμμένο, Δεν πρέπει να πειράξεις Κύριο τον Θεό σου’’. Πάλι τον φέρνει ο διάβολος σ’ ένα πολύ ψηλό βουνό και του δείχνει όλα τα βασίλεια του κόσμου και την δόξα τους και του λέγει, ‘‘Αυτά θα σου τα δώσω, εάν πέσεις και με προσκυνήσεις’’. Τότε του λέγει ο Ιησούς, ‘‘Πήγαινε οπίσω μου, Σατανά, διότι είναι γραμμένο, Κύριο τον Θεό σου πρέπει να προσκυνήσεις και αυτόν μόνο να λατρεύσεις’’. Τότε ο διάβολος τον άφησε και ήρθαν άγγελοι και τον υπηρετούσαν.
Πριν της Ιεράς Εξομολογήσεως
Πριν της Ιεράς Εξομολογήσεως
Προαιώνιε Πατήρ των οικτιρμών, και Θεέ πάσης παρακλήσεως. Εγώ, ο ταλαίπωρος, θέλοντας να εξετάσω την Συνείδησίν μου επάνω εις ταις ανομίαις μου, φοβούμαι κατά πολλά και τρέμω• επειδή και σου είναι τόσον φανερή η κατάστασις της ζωής μου, οπού κανένα έργον, και κανένας συλλογισμός μου δεν ημπορεί να είναι κρυπτός εις τους οφθαλμούς σου. Όθεν σου ζητώ με όλην την ταπείνωσιν δια τους οικτιρμούς του Μονογενούς σου Υιού, να μου δώσης την χάριν να γνωρίσω καλά, να μισήσω, και να διορθώσω όλα μου τα αμαρτήματα. Δος μοι, ω Πατήρ των φώτων, το Πανάγιόν σου Πνεύμα, δια να μου φέρη εις την ενθύμησιν ταις αμαρτίαις, οπού αλησμόνησα, και δια να παρακινήση την καρδίαν μου εις συντριβήν, και μετάνοιαν επάνω εις αυταίς, δια να ταις μισήσω, και να απέχω από κάθε αμαρτίαν εις το ερχόμενον. Και Συ, Παρθένε Θεοτόκε, Μήτερ ελέους, και καταφυγή των αμαρτωλών, συντρόφευσόν με, σε παρακαλώ, με την βοήθειάν σου εις τούτο το Κριτήριον της ευσπλαχνίαςκαι δικαιοσύνης του Θεού, δια να γνωρίσω, να μισήσω εκ καρδίας, και να εξομολογηθώ όλας μου τας αμαρτίας. Το όμοιον και συ, ω Άγιε Άγγελε, φύλαξ της ψυχής μου, σε παρακαλώ να μου βοηθήσης εις τούτο το έργον, οπού είναι τόσον αναγκαίον δια την αιώνιον σωτηρίαν μου. Αμήν
ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΤΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ
ΠΡΟΣΕΥΧΗ
Μετά την Αγίαν Εξομολόγησιν
Ευχαριστώ Σοι κατά πολλά, ω γλυκύτατε Ιησού, Λυτρωτά μου φιλανθρωπότατε, και ιατρέ πολυέλεε του ανθρωπίνου Γένους, διατί με το πολυτίμιτον Βάλσαμον του ζωοποιού σου Αίματος ιάτρευσες ταις πληγαίς της Ψυχής μου, και με εκαθάρισες από την λέπραν των αμαρτιών μου. Γνωρίζω την θείαν Σου Ευσπλαχνίαν, με την οποίαν ανέμεινες να ελθω εις μετάνοιαν, εγώ ο τρισάθλιος αμαρτωλός, εις καιρόν οπού τόσοι άλλοι δοκιμάζουν τώρα την οργήν της δικαιοσύνης Σου εις τον Άδην. Δέξαι, λοιπόν, σε παρακαλώ, Κύριέ μου, δια πρεσβειών της αειπαρθένου Σου Μητρός, και Θεοτόκου Μαρίας, και πάντων Σου των Αγίων ταύτην μου την Εξομολόγησιν και αν εστάθη ελλειπής, η ατελής εις κανένα της περιστατικόν, ας αναπληρώση εις τούτο η θεία Ευσπλαχνία Σου και φιλανθρωπία, δια μέσου της οποίας κάμε, σε παρακαλώ να είμαι τελείως συγχωρημένος, να διορθώσω τα ήθη μου, κάμνωντας καρπούς αξίους της μετανοίας, και τοιουτοτρόπως μένωντας στερεός εις το καλόν εις την παρούσαν ζωήν με την θείαν Σου χάριν, να αξιωθώ εις την άλλην να απολαύσω την Ουράνιον δόξαν Σου.
ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΤΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟY
Προαιώνιε Πατήρ των οικτιρμών, και Θεέ πάσης παρακλήσεως. Εγώ, ο ταλαίπωρος, θέλοντας να εξετάσω την Συνείδησίν μου επάνω εις ταις ανομίαις μου, φοβούμαι κατά πολλά και τρέμω• επειδή και σου είναι τόσον φανερή η κατάστασις της ζωής μου, οπού κανένα έργον, και κανένας συλλογισμός μου δεν ημπορεί να είναι κρυπτός εις τους οφθαλμούς σου. Όθεν σου ζητώ με όλην την ταπείνωσιν δια τους οικτιρμούς του Μονογενούς σου Υιού, να μου δώσης την χάριν να γνωρίσω καλά, να μισήσω, και να διορθώσω όλα μου τα αμαρτήματα. Δος μοι, ω Πατήρ των φώτων, το Πανάγιόν σου Πνεύμα, δια να μου φέρη εις την ενθύμησιν ταις αμαρτίαις, οπού αλησμόνησα, και δια να παρακινήση την καρδίαν μου εις συντριβήν, και μετάνοιαν επάνω εις αυταίς, δια να ταις μισήσω, και να απέχω από κάθε αμαρτίαν εις το ερχόμενον. Και Συ, Παρθένε Θεοτόκε, Μήτερ ελέους, και καταφυγή των αμαρτωλών, συντρόφευσόν με, σε παρακαλώ, με την βοήθειάν σου εις τούτο το Κριτήριον της ευσπλαχνίαςκαι δικαιοσύνης του Θεού, δια να γνωρίσω, να μισήσω εκ καρδίας, και να εξομολογηθώ όλας μου τας αμαρτίας. Το όμοιον και συ, ω Άγιε Άγγελε, φύλαξ της ψυχής μου, σε παρακαλώ να μου βοηθήσης εις τούτο το έργον, οπού είναι τόσον αναγκαίον δια την αιώνιον σωτηρίαν μου. Αμήν
ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΤΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ
ΠΡΟΣΕΥΧΗ
Μετά την Αγίαν Εξομολόγησιν
Ευχαριστώ Σοι κατά πολλά, ω γλυκύτατε Ιησού, Λυτρωτά μου φιλανθρωπότατε, και ιατρέ πολυέλεε του ανθρωπίνου Γένους, διατί με το πολυτίμιτον Βάλσαμον του ζωοποιού σου Αίματος ιάτρευσες ταις πληγαίς της Ψυχής μου, και με εκαθάρισες από την λέπραν των αμαρτιών μου. Γνωρίζω την θείαν Σου Ευσπλαχνίαν, με την οποίαν ανέμεινες να ελθω εις μετάνοιαν, εγώ ο τρισάθλιος αμαρτωλός, εις καιρόν οπού τόσοι άλλοι δοκιμάζουν τώρα την οργήν της δικαιοσύνης Σου εις τον Άδην. Δέξαι, λοιπόν, σε παρακαλώ, Κύριέ μου, δια πρεσβειών της αειπαρθένου Σου Μητρός, και Θεοτόκου Μαρίας, και πάντων Σου των Αγίων ταύτην μου την Εξομολόγησιν και αν εστάθη ελλειπής, η ατελής εις κανένα της περιστατικόν, ας αναπληρώση εις τούτο η θεία Ευσπλαχνία Σου και φιλανθρωπία, δια μέσου της οποίας κάμε, σε παρακαλώ να είμαι τελείως συγχωρημένος, να διορθώσω τα ήθη μου, κάμνωντας καρπούς αξίους της μετανοίας, και τοιουτοτρόπως μένωντας στερεός εις το καλόν εις την παρούσαν ζωήν με την θείαν Σου χάριν, να αξιωθώ εις την άλλην να απολαύσω την Ουράνιον δόξαν Σου.
ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΤΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟY
Υμνος του Αποστόλου Παύλου στο Θεό για το λυτρωτικό του έργο
Εφεσ. 1, 3-14
Εὐλογητὸς ὁ Θεὸς καὶ πατὴρ τοῦ Κυρίου ἡμῶν ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ, ὁ εὐλογήσας ἡμᾶς ἐν πάσῃ εὐλογίᾳ πνευματικῇ ἐν τοῖς ἐπουρανίοις ἐν Χριστῷ, 4 καθὼς καὶ ἐξελέξατο ἡμᾶς ἐν αὐτῷ πρὸ καταβολῆς κόσμου εἶναι ἡμᾶς ἁγίους καὶ ἀμώμους κατενώπιον αὐτοῦ, ἐν ἀγάπῃ 5 προορίσας ἡμᾶς εἰς υἱοθεσίαν διὰ ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ εἰς αὐτόν, κατὰ τὴν εὐδοκίαν τοῦ θελήματος αὐτοῦ, 6 εἰς ἔπαινον δόξης τῆς χάριτος αὐτοῦ, ἐν ᾗ ἐχαρίτωσεν ἡμᾶς ἐν τῷ ἠγαπημένῳ, 7 ἐν ᾧ ἔχομεν τὴν ἀπολύτρωσιν διὰ τοῦ αἵματος αὐτοῦ, τὴν ἄφεσιν τῶν παραπτωμάτων, κατὰ τὸν πλοῦτον τῆς χάριτος αὐτοῦ, 8 ἧς ἐπερίσσευσεν εἰς ἡμᾶς ἐν πάσῃ σοφίᾳ καὶ φρονήσει,
9 γνωρίσας ἡμῖν τὸ μυστήριον τοῦ θελήματος αὐτοῦ κατὰ τὴν εὐδοκίαν αὐτοῦ, ἣν προέθετο ἐν αὐτῷ 10 εἰς οἰκονομίαν τοῦ πληρώματος τῶν καιρῶν, ἀνακεφαλαιώσασθαι τὰ πάντα ἐν τῷ Χριστῷ, τὰ ἐπὶ τοῖς οὐρανοῖς καὶ τὰ ἐπὶ τῆς γῆς, ἐν αὐτῷ, 11 ἐν ᾧ καὶ ἐκληρώθημεν προορισθέντες κατὰ πρόθεσιν τοῦ τὰ πάντα ἐνεργοῦντος κατὰ τὴν βουλὴν τοῦ θελήματος αὐτοῦ, 12 εἰς τὸ εἶναι ἡμᾶς εἰς ἔπαινον δόξης αὐτοῦ, τοὺς προηλπικότας ἐν τῷ Χριστῷ· 13 ἐν ᾧ καὶ ὑμεῖς ἀκούσαντες τὸν λόγον τῆς ἀληθείας, τὸ εὐαγγέλιον τῆς σωτηρίας ὑμῶν, ἐν ᾧ καὶ πιστεύσαντες ἐσφραγίσθητε τῷ Πνεύματι τῆς ἐπαγγελίας τῷ ῾Αγίῳ, 14 ὅς ἐστιν ἀρραβὼν τῆς κληρονομίας ἡμῶν, εἰς ἀπολύτρωσιν τῆς περιποιήσεως, εἰς ἔπαινον τῆς δόξης αὐτοῦ.
Εὐλογητὸς ὁ Θεὸς καὶ πατὴρ τοῦ Κυρίου ἡμῶν ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ, ὁ εὐλογήσας ἡμᾶς ἐν πάσῃ εὐλογίᾳ πνευματικῇ ἐν τοῖς ἐπουρανίοις ἐν Χριστῷ, 4 καθὼς καὶ ἐξελέξατο ἡμᾶς ἐν αὐτῷ πρὸ καταβολῆς κόσμου εἶναι ἡμᾶς ἁγίους καὶ ἀμώμους κατενώπιον αὐτοῦ, ἐν ἀγάπῃ 5 προορίσας ἡμᾶς εἰς υἱοθεσίαν διὰ ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ εἰς αὐτόν, κατὰ τὴν εὐδοκίαν τοῦ θελήματος αὐτοῦ, 6 εἰς ἔπαινον δόξης τῆς χάριτος αὐτοῦ, ἐν ᾗ ἐχαρίτωσεν ἡμᾶς ἐν τῷ ἠγαπημένῳ, 7 ἐν ᾧ ἔχομεν τὴν ἀπολύτρωσιν διὰ τοῦ αἵματος αὐτοῦ, τὴν ἄφεσιν τῶν παραπτωμάτων, κατὰ τὸν πλοῦτον τῆς χάριτος αὐτοῦ, 8 ἧς ἐπερίσσευσεν εἰς ἡμᾶς ἐν πάσῃ σοφίᾳ καὶ φρονήσει,
9 γνωρίσας ἡμῖν τὸ μυστήριον τοῦ θελήματος αὐτοῦ κατὰ τὴν εὐδοκίαν αὐτοῦ, ἣν προέθετο ἐν αὐτῷ 10 εἰς οἰκονομίαν τοῦ πληρώματος τῶν καιρῶν, ἀνακεφαλαιώσασθαι τὰ πάντα ἐν τῷ Χριστῷ, τὰ ἐπὶ τοῖς οὐρανοῖς καὶ τὰ ἐπὶ τῆς γῆς, ἐν αὐτῷ, 11 ἐν ᾧ καὶ ἐκληρώθημεν προορισθέντες κατὰ πρόθεσιν τοῦ τὰ πάντα ἐνεργοῦντος κατὰ τὴν βουλὴν τοῦ θελήματος αὐτοῦ, 12 εἰς τὸ εἶναι ἡμᾶς εἰς ἔπαινον δόξης αὐτοῦ, τοὺς προηλπικότας ἐν τῷ Χριστῷ· 13 ἐν ᾧ καὶ ὑμεῖς ἀκούσαντες τὸν λόγον τῆς ἀληθείας, τὸ εὐαγγέλιον τῆς σωτηρίας ὑμῶν, ἐν ᾧ καὶ πιστεύσαντες ἐσφραγίσθητε τῷ Πνεύματι τῆς ἐπαγγελίας τῷ ῾Αγίῳ, 14 ὅς ἐστιν ἀρραβὼν τῆς κληρονομίας ἡμῶν, εἰς ἀπολύτρωσιν τῆς περιποιήσεως, εἰς ἔπαινον τῆς δόξης αὐτοῦ.
ΕΥΧΑΙ ΚΑΤΑΝΥΚΤΙΚΑΙ
ΕΥΧΑΙ ΚΑΤΑΝΥΚΤΙΚΑΙ
ΑΝΑΓΙΝΩΣΚΟΜΕΝΑΙ ΚΑΤΑ ΠΡΟΑΙΡΕΣΙΝ
Ευχή ζ΄ του Όρθρου
Ο θεός και πατήρ του Κυρίου ημών Ιησού Χρίστου, ο εξαναστήσας ημάς εκ των κοιτών ημών και επισυναγαγών επί την ώραν της προσευχής, δος ημίν χάριν εν ανοίξει του στόματος ημών και πρόσδεξαι ημών την κατά δύναμιν ευχαριστίαν και δίδαξον ημάς τα δικαιώματα σου, ότι προσεύξασθαι καθ' ο δει ουκ οίδαμεν, εάν μη συ, Κύριε, τω Πνεύματί σου τω άγίω οδήγησης ημάς. Διό δεόμεθά σου, ει τι ημάρτομεν μέχρι της παρούσης ώρας, άνες, άφες, συγχώρησον. Εάν γαρ ανομίας παρατήρησης, Κύριε, Κύριε, τίς υποστήσεται; Ότι παρά σοι η απολύτρωσις. Συ μόνος άγιος, βοηθός, κραταιός, υπερασπιστής της ζωής ημών, και εν σοι η ύμνησις ημών διά παντός. Είη το κράτος της βασιλείας σου ευλογημένον και δεδοξασμένον, του Πατρός και τουΥιού και του αγίου Πνέυματος, νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.
Ευχή η΄ του Όρθρου
Κύριε ο Θεός ημών, ο την του ύπνου ραθυμίαν αποσκεδάσας αφ' ημών, και συγκαλέσας ημάς κλήσει αγία, του εν νυκτί επάραι τας χείρας ημών και εξομολογείσθαι σοι επί τα κρίματα της δικαιοσύνης σου, πρόσδεξαι τας δεήσεις ημών, τας εντεύξεις, τας εξομολογήσεις, τας νυκτερινάς λατρείας. Και χάρισαι ημίν, ο Θεός, πίστιν ακαταίσχυντον, ελπίδα βεβαίαν, αγάπην ανυπόκριτον, ευλόγησον εισόδους και εξόδους, πράξεις, έργα, λόγους, ενθυμήσεις. Και δος ημίν καταντήσαι εις τας αρχάς της ημέρας αινούντας, υμνούντας, ευλογούντας της σης αφράστου χρηστότητος την αγαθότητα. Ότι ηυλόγηται το πανάγιόν σου όνομα και δεδόξασται η βασιλεία, του Πατρός και του Υιού και του αγίου Πνεύματος, νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.
Ευχή θ΄ του Όρθρου
Λάμψον, Δέσποτα φιλάνθρωπε, εν ταις καρδίαις ημών το της σης θεογνωσίας ακήρατον φως, και τους της διανοίας ημών οφθαλμούς διάνοιξον εις την των ευαγγελικών σου κηρυγμάτων κατανόησιν. Ένθες ημίν και τον των μακαρίων σου εντολών φόβον, ίνα πάσας τας σαρκικάς επιθυμίας καταπατήσαντες πνευματικήν πολιτείαν μετέλθωμεν, πάντα τα προς ευαρέστησιν την σην και φρονούντες και πράττοντες. Ότι συ ει ο αγιασμός και ο φωτισμός ημών, και σοι την δόξαν αναπέμπομεν, τω Πατρι και τω Υίω και τω αγίω Πνεύματι, νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.
Ευχή ι΄ του Όρθρου
Κύριε ο Θεός ημών, ο την δια μετανοίας άφεσιν τοίς ανθρώποις δωρησάμενος και τύπον ημίν επιγνώσεως αμαρτημάτων και εξομολογήσεων της του προφήτου Δαβίδ μετάνοια προς συγχώρισιν αποδείξας, αυτός, Δέσποτα, πολλοίς ημάς και μεγάλοις περιπεπτωκότας πλημμελήμασιν ελέησον κατά το μέγα σου έλεος, και κατά το πλήθος των οικτηρμών σου εξάλειψον τα ανομήματα ημών, ότι σοι ημάρτομεν , Κύριε, τω και τα άδηλα και κρύφια της καρδίας των ανθρώπων γινώσκοντι και μόνω έχοντι εξουσίαν αφιέναι αμαρίας. Καρδίαν καθαράν κτίσον εν ημίν∙ μη απορρίψεις ημάς από τους προσώπου σου , αλλ΄ευδόκησον , ως αγαθός και φιλα΄νθρωπος Θεός, μέχρι της εσχάτης ημών αναπνοής προσφέρειν σοι θυσίαν διακιοσύνης και αναφοράν εν τοις αγίοι σου θυσιαστηρίοις. Ελέει και οικτηρμοίς και φιλανθρωπία του μονογενούς σου Υιού, μεθ΄ού ευλογητός ει, συν τω παναγίω και αγαθώ και ζωοποιώ σου Πνεύματι , νύν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων . Αμήν
Ευχή ια΄ του Όρθρου
Ο Θεός, ο Θεός ημών, ο τας νοεράς και λογικάς υποστησάμενος δυνάμεις τω σω θελήματι, σου δεόμεθα και σε ικετεύομεν, πρόσδεξαι ημών μετά των κτισμάτων σου πάντων την κατά δύναμιν δοξολογίαν, και ταις πλουσίαις της σης αγαθότητας αντάμειψαι δωρεαίς. Ότι σοι κάμπτει παν γόνυ επουρανίων και επιγείων και καταχθονίων, και πάσα πνοή και κτίσις υμνεί την ακατάληπτόν σου δόξαν, μόνος γαρ ει αληθινός και πολυέλεος. Ότι σε αινούσι πάσαι αι δυνάμεις των ουρανών, και σοι την δόξαν αναπέμπομεν, τω Πατρι και τω Υιώ και τω αγίω Πνεύματι, νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.
Ευχή προς τον Κύριον ημών Ιησού Χριστόν
Της α΄ Ώρας
Χριστέ, το φώς αληθινόν , το φωτίζον και αγιάζον πάντα άνθρωπον ερχόμενον εις τον κόσμον, σημειωθήτω εφ΄ημάς το φως του προσώπου σου, ίνα εν αυτώ οψόμεθα φως το απρόσιτον∙ και κατεύθυνον τα διαβήματα ημών προς εργασίαν των αντολών σου , πρεσβείαις της παναχράντου σου Μητρός και πάντων σου των αγίων . Αμήν.
Ευχαί του Μ. Βασιλείου , εκ της α΄Ωρας
Ο Θεός ο αιώνιος, τό άναρχον καί αϊδιον φώς, ο πάσης κτίσεως Δημιουργός, η τού ελέους πηγή, τό τής αγαθότητος πέλαγος, καί τής φιλανθρωπίας ανεξιχνίαστος άβυσσος, επίφανον εφ' ημάς τό φώς τού προσώπου σου, Κύριε. Λάμψον εν ταίς καρδίαις ημών, νοητέ Ήλιε τής δικαιοσύνης, καί τής σής ευφροσύνης τάς ψυχάς ημών πληρωσον, καί δίδαξον ημάς τά σά μελετάν αεί καί φθέγγεσθαι κρίματα, καί εξομολογείσθαί σοι διηνεκώς τώ ημετέρω Δεσπότη καί ευεργέτη. Τά τών χειρών ημών έργα πρός τό σόν κατεύθυνον θέλημα, καί πράττειν ημάς τά σοί ευάρεστα καί φίλα ευόδωσον, ίνα καί διά τών αναξίων ημών δοξάζηταί σου τό πανάγιον όνομα, τού Πατρός, καί τού Υιού, καί τού Αγίου Πνεύματος, τής μιάς θεότητός τε καί Βασιλείας, ή πρέπει πάσα δόξα, τιμή, καί προσκύνησις εις τούς αιώνας. Αμήν.
Ευχή ετέρα του αυτού
Ο εξαποστέλλων τό φώς, καί πορεύεται. ο ανατέλλων τόν Ήλιον επί δικαίους καί αδίκους, πονηρούς τε καί αγαθούς, ο ποιών όρθρον, καί φωτίζων πάσαν τήν οικουμένην. φώτισον καί ημών τάς καρδίας, Δέσποτα τών απάντων. Χάρισαι ημίν εν τή παρούση ημέρα ευαρεστείν σοι, διαφυλάττων ημάς από πάσης, αμαρτίας, καί πάσης πονηράς πράξεως, ρυόμενος ημάς από παντός βέλους πετομένου ημέρας, καί πάσης αντικειμένης δυνάμεως, πρεσβείαις τής Παναχράντου Δεσποίνης ημών Θεοτόκου, τών αϋλων σου λειτουργών καί επουρανίων Δυνάμεων, καί πάντων τών Αγίων, τών απ' αιώνός σοι ευαρεστησάντων. Σόν γάρ εστι τό ελεείν καί σώζειν ημάς, ο Θεός ημών, καί σοί τήν δόξαν άναπέμπομεν, τώ Πατρί, καί τώ Υιώ, καί τώ Αγίω Πνεύματι, νύν, καί αεί, καί εις τούς αιώνας των αιώνων. Αμήν.
Ευχή προς τον Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν
Του Μ. Βασιλείου, εκ τη γ΄Ωρας
Κύριε, ο Θεός ημών, ο τήν σήν ειρήνην δεδωκώς τοίς ανθρώποις, καί τήν τού Παναγίου Πνεύματος δωρεάν τοίς σοίς Μαθηταίς καί Αποστόλοις καταπέμψας, καί τά τούτων χείλη εκ πυρίνων γλωσσών διανοίξας δυνάμει σου, διάνοιξον καί ημών τών αμαρτωλών τά χείλη, καί δίδαξον ημάς, πώς δεί, καί υπέρ ών χρή προσεύχεσθαι. Κυβέρνησον ημών τήν ζωήν, ο εύδιος τών χειμαζομένων λιμήν, καί γνώρισον ημίν οδόν, εν ή πορευσόμεθα. Πνεύμα ευθές εγκαίνισον εν τοίς εγκάτοις ημών, καί Πνεύματι ηγεμονικώ τό τής διανοίας ημών στήριξον όλισθηρόν, ίνα καθ' εκάστην ημέραν, τώ Πνεύματί σου τώ αγαθώ, πρός τό συμφέρον οδηγούμενοι, καταξιωθώμεν ποιείν τας εντολάς σου, καί τής σής αεί μνημονεύειν ενδόξου καί ερευνητικής τών πεπραγμένων τοίς ανθρώποις παρουσίας, καί μή τοίς φθειρομένοις τού κόσμου τούτου εναπατάσθαι τερπνοίς, αλλά τής τών μελλόντων ορέγεσθαι απολαύσεως ενίσχυσον θησαυρών, ότι ευλογητός καί αινετός υπάρχεις εν πάσι τοίς Αγίοις σου, είς τούς αιώνας τών αιώνων. Αμήν.
Ευχή προς τον άναρχον Θεόν.
Του Μ.Βασιλείου, εκ της ς΄ Ωρας
Θεέ και Κύριες των δυνάμεων και πάσης κτίσεως δημιουργέ, ο διά σπλάγχνα ελέους σου τον μονογενή σου Υιόν , τον Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν , καταπέμψας επί σωτηρία του γένους ημών και διά του τιμίου αυτού σταυρού το χειρόγραφον των αμαρτιών ημών διαρρήξας και θριαμβεύσας εν αυτώ τας αρχάς και εξουσίας του σκότους∙ αυτός Δέσποτα φιλάνθρωπε, πρόσδεξαι και ημών των αμαρτωλών τας ευχαριστηρίους ταύτας και ικετηρίους εντεύξεις και ρύσαι ημάς από παντός ολεθρίου και σκοτεινού πραπτώματος και πάντων των κακώσαι ημάς ζητούντων ορατών και αοράτων εχθρών. Καθήλωσον εκ του φόβου σου τας σάρκας ημών και μη εκκλίνης τας καρδίας ημών εις λόγους ή εις λογισμούς πονηρίας, αλλά τω πόθω σου τρώσον ημών τας ψυχάς, ίνα προς σε διαπαντός ατενόζοντες και τω παρά σου φωτί οδηγούμενοι ,σε το απρόσιτον και Αΐδιον κατοπτεύοντες φως, ακατάπαυστον σοι την εξομολόγησιν και ευχαριστίαν αναπέμπωμεν, τω ανάρχω Πατρί συν τω μονογενεί σου Υιό και τω παναγίω και αγαθώ και ζωοποιώ σου Πνεύματι , νυν και αεί και εις του αιώνας των αιώνων . Αμήν.
Ευχή προς την παναγία Τριάδα.
Σε τον αγέννητον Θεόν και Πατέρα , σε τον Υιόν τον μονογενή , σε το άγιον Πνεύμα το παράκλητον , ως Τριάς παναγία, μοναδική τε και ενιαία και αδιαίρετε! Σε και νώ και καρδία και στόματι ομολογούμεν και ευλογούμεν εις τους αιώνας. Αμήν.
Από το ΠΡΟΣΕΥΧΗΤΑΡΙΟΝ ΚΑΤΑΝΥΚΤΙΚΟΝ
Του Αγίου Νεκταρίου Πενταπόλεως
Εκδόσεις «Το Περιβόλι της Παναγίας»
ΑΝΑΓΙΝΩΣΚΟΜΕΝΑΙ ΚΑΤΑ ΠΡΟΑΙΡΕΣΙΝ
Ευχή ζ΄ του Όρθρου
Ο θεός και πατήρ του Κυρίου ημών Ιησού Χρίστου, ο εξαναστήσας ημάς εκ των κοιτών ημών και επισυναγαγών επί την ώραν της προσευχής, δος ημίν χάριν εν ανοίξει του στόματος ημών και πρόσδεξαι ημών την κατά δύναμιν ευχαριστίαν και δίδαξον ημάς τα δικαιώματα σου, ότι προσεύξασθαι καθ' ο δει ουκ οίδαμεν, εάν μη συ, Κύριε, τω Πνεύματί σου τω άγίω οδήγησης ημάς. Διό δεόμεθά σου, ει τι ημάρτομεν μέχρι της παρούσης ώρας, άνες, άφες, συγχώρησον. Εάν γαρ ανομίας παρατήρησης, Κύριε, Κύριε, τίς υποστήσεται; Ότι παρά σοι η απολύτρωσις. Συ μόνος άγιος, βοηθός, κραταιός, υπερασπιστής της ζωής ημών, και εν σοι η ύμνησις ημών διά παντός. Είη το κράτος της βασιλείας σου ευλογημένον και δεδοξασμένον, του Πατρός και τουΥιού και του αγίου Πνέυματος, νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.
Ευχή η΄ του Όρθρου
Κύριε ο Θεός ημών, ο την του ύπνου ραθυμίαν αποσκεδάσας αφ' ημών, και συγκαλέσας ημάς κλήσει αγία, του εν νυκτί επάραι τας χείρας ημών και εξομολογείσθαι σοι επί τα κρίματα της δικαιοσύνης σου, πρόσδεξαι τας δεήσεις ημών, τας εντεύξεις, τας εξομολογήσεις, τας νυκτερινάς λατρείας. Και χάρισαι ημίν, ο Θεός, πίστιν ακαταίσχυντον, ελπίδα βεβαίαν, αγάπην ανυπόκριτον, ευλόγησον εισόδους και εξόδους, πράξεις, έργα, λόγους, ενθυμήσεις. Και δος ημίν καταντήσαι εις τας αρχάς της ημέρας αινούντας, υμνούντας, ευλογούντας της σης αφράστου χρηστότητος την αγαθότητα. Ότι ηυλόγηται το πανάγιόν σου όνομα και δεδόξασται η βασιλεία, του Πατρός και του Υιού και του αγίου Πνεύματος, νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.
Ευχή θ΄ του Όρθρου
Λάμψον, Δέσποτα φιλάνθρωπε, εν ταις καρδίαις ημών το της σης θεογνωσίας ακήρατον φως, και τους της διανοίας ημών οφθαλμούς διάνοιξον εις την των ευαγγελικών σου κηρυγμάτων κατανόησιν. Ένθες ημίν και τον των μακαρίων σου εντολών φόβον, ίνα πάσας τας σαρκικάς επιθυμίας καταπατήσαντες πνευματικήν πολιτείαν μετέλθωμεν, πάντα τα προς ευαρέστησιν την σην και φρονούντες και πράττοντες. Ότι συ ει ο αγιασμός και ο φωτισμός ημών, και σοι την δόξαν αναπέμπομεν, τω Πατρι και τω Υίω και τω αγίω Πνεύματι, νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.
Ευχή ι΄ του Όρθρου
Κύριε ο Θεός ημών, ο την δια μετανοίας άφεσιν τοίς ανθρώποις δωρησάμενος και τύπον ημίν επιγνώσεως αμαρτημάτων και εξομολογήσεων της του προφήτου Δαβίδ μετάνοια προς συγχώρισιν αποδείξας, αυτός, Δέσποτα, πολλοίς ημάς και μεγάλοις περιπεπτωκότας πλημμελήμασιν ελέησον κατά το μέγα σου έλεος, και κατά το πλήθος των οικτηρμών σου εξάλειψον τα ανομήματα ημών, ότι σοι ημάρτομεν , Κύριε, τω και τα άδηλα και κρύφια της καρδίας των ανθρώπων γινώσκοντι και μόνω έχοντι εξουσίαν αφιέναι αμαρίας. Καρδίαν καθαράν κτίσον εν ημίν∙ μη απορρίψεις ημάς από τους προσώπου σου , αλλ΄ευδόκησον , ως αγαθός και φιλα΄νθρωπος Θεός, μέχρι της εσχάτης ημών αναπνοής προσφέρειν σοι θυσίαν διακιοσύνης και αναφοράν εν τοις αγίοι σου θυσιαστηρίοις. Ελέει και οικτηρμοίς και φιλανθρωπία του μονογενούς σου Υιού, μεθ΄ού ευλογητός ει, συν τω παναγίω και αγαθώ και ζωοποιώ σου Πνεύματι , νύν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων . Αμήν
Ευχή ια΄ του Όρθρου
Ο Θεός, ο Θεός ημών, ο τας νοεράς και λογικάς υποστησάμενος δυνάμεις τω σω θελήματι, σου δεόμεθα και σε ικετεύομεν, πρόσδεξαι ημών μετά των κτισμάτων σου πάντων την κατά δύναμιν δοξολογίαν, και ταις πλουσίαις της σης αγαθότητας αντάμειψαι δωρεαίς. Ότι σοι κάμπτει παν γόνυ επουρανίων και επιγείων και καταχθονίων, και πάσα πνοή και κτίσις υμνεί την ακατάληπτόν σου δόξαν, μόνος γαρ ει αληθινός και πολυέλεος. Ότι σε αινούσι πάσαι αι δυνάμεις των ουρανών, και σοι την δόξαν αναπέμπομεν, τω Πατρι και τω Υιώ και τω αγίω Πνεύματι, νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.
Ευχή προς τον Κύριον ημών Ιησού Χριστόν
Της α΄ Ώρας
Χριστέ, το φώς αληθινόν , το φωτίζον και αγιάζον πάντα άνθρωπον ερχόμενον εις τον κόσμον, σημειωθήτω εφ΄ημάς το φως του προσώπου σου, ίνα εν αυτώ οψόμεθα φως το απρόσιτον∙ και κατεύθυνον τα διαβήματα ημών προς εργασίαν των αντολών σου , πρεσβείαις της παναχράντου σου Μητρός και πάντων σου των αγίων . Αμήν.
Ευχαί του Μ. Βασιλείου , εκ της α΄Ωρας
Ο Θεός ο αιώνιος, τό άναρχον καί αϊδιον φώς, ο πάσης κτίσεως Δημιουργός, η τού ελέους πηγή, τό τής αγαθότητος πέλαγος, καί τής φιλανθρωπίας ανεξιχνίαστος άβυσσος, επίφανον εφ' ημάς τό φώς τού προσώπου σου, Κύριε. Λάμψον εν ταίς καρδίαις ημών, νοητέ Ήλιε τής δικαιοσύνης, καί τής σής ευφροσύνης τάς ψυχάς ημών πληρωσον, καί δίδαξον ημάς τά σά μελετάν αεί καί φθέγγεσθαι κρίματα, καί εξομολογείσθαί σοι διηνεκώς τώ ημετέρω Δεσπότη καί ευεργέτη. Τά τών χειρών ημών έργα πρός τό σόν κατεύθυνον θέλημα, καί πράττειν ημάς τά σοί ευάρεστα καί φίλα ευόδωσον, ίνα καί διά τών αναξίων ημών δοξάζηταί σου τό πανάγιον όνομα, τού Πατρός, καί τού Υιού, καί τού Αγίου Πνεύματος, τής μιάς θεότητός τε καί Βασιλείας, ή πρέπει πάσα δόξα, τιμή, καί προσκύνησις εις τούς αιώνας. Αμήν.
Ευχή ετέρα του αυτού
Ο εξαποστέλλων τό φώς, καί πορεύεται. ο ανατέλλων τόν Ήλιον επί δικαίους καί αδίκους, πονηρούς τε καί αγαθούς, ο ποιών όρθρον, καί φωτίζων πάσαν τήν οικουμένην. φώτισον καί ημών τάς καρδίας, Δέσποτα τών απάντων. Χάρισαι ημίν εν τή παρούση ημέρα ευαρεστείν σοι, διαφυλάττων ημάς από πάσης, αμαρτίας, καί πάσης πονηράς πράξεως, ρυόμενος ημάς από παντός βέλους πετομένου ημέρας, καί πάσης αντικειμένης δυνάμεως, πρεσβείαις τής Παναχράντου Δεσποίνης ημών Θεοτόκου, τών αϋλων σου λειτουργών καί επουρανίων Δυνάμεων, καί πάντων τών Αγίων, τών απ' αιώνός σοι ευαρεστησάντων. Σόν γάρ εστι τό ελεείν καί σώζειν ημάς, ο Θεός ημών, καί σοί τήν δόξαν άναπέμπομεν, τώ Πατρί, καί τώ Υιώ, καί τώ Αγίω Πνεύματι, νύν, καί αεί, καί εις τούς αιώνας των αιώνων. Αμήν.
Ευχή προς τον Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν
Του Μ. Βασιλείου, εκ τη γ΄Ωρας
Κύριε, ο Θεός ημών, ο τήν σήν ειρήνην δεδωκώς τοίς ανθρώποις, καί τήν τού Παναγίου Πνεύματος δωρεάν τοίς σοίς Μαθηταίς καί Αποστόλοις καταπέμψας, καί τά τούτων χείλη εκ πυρίνων γλωσσών διανοίξας δυνάμει σου, διάνοιξον καί ημών τών αμαρτωλών τά χείλη, καί δίδαξον ημάς, πώς δεί, καί υπέρ ών χρή προσεύχεσθαι. Κυβέρνησον ημών τήν ζωήν, ο εύδιος τών χειμαζομένων λιμήν, καί γνώρισον ημίν οδόν, εν ή πορευσόμεθα. Πνεύμα ευθές εγκαίνισον εν τοίς εγκάτοις ημών, καί Πνεύματι ηγεμονικώ τό τής διανοίας ημών στήριξον όλισθηρόν, ίνα καθ' εκάστην ημέραν, τώ Πνεύματί σου τώ αγαθώ, πρός τό συμφέρον οδηγούμενοι, καταξιωθώμεν ποιείν τας εντολάς σου, καί τής σής αεί μνημονεύειν ενδόξου καί ερευνητικής τών πεπραγμένων τοίς ανθρώποις παρουσίας, καί μή τοίς φθειρομένοις τού κόσμου τούτου εναπατάσθαι τερπνοίς, αλλά τής τών μελλόντων ορέγεσθαι απολαύσεως ενίσχυσον θησαυρών, ότι ευλογητός καί αινετός υπάρχεις εν πάσι τοίς Αγίοις σου, είς τούς αιώνας τών αιώνων. Αμήν.
Ευχή προς τον άναρχον Θεόν.
Του Μ.Βασιλείου, εκ της ς΄ Ωρας
Θεέ και Κύριες των δυνάμεων και πάσης κτίσεως δημιουργέ, ο διά σπλάγχνα ελέους σου τον μονογενή σου Υιόν , τον Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν , καταπέμψας επί σωτηρία του γένους ημών και διά του τιμίου αυτού σταυρού το χειρόγραφον των αμαρτιών ημών διαρρήξας και θριαμβεύσας εν αυτώ τας αρχάς και εξουσίας του σκότους∙ αυτός Δέσποτα φιλάνθρωπε, πρόσδεξαι και ημών των αμαρτωλών τας ευχαριστηρίους ταύτας και ικετηρίους εντεύξεις και ρύσαι ημάς από παντός ολεθρίου και σκοτεινού πραπτώματος και πάντων των κακώσαι ημάς ζητούντων ορατών και αοράτων εχθρών. Καθήλωσον εκ του φόβου σου τας σάρκας ημών και μη εκκλίνης τας καρδίας ημών εις λόγους ή εις λογισμούς πονηρίας, αλλά τω πόθω σου τρώσον ημών τας ψυχάς, ίνα προς σε διαπαντός ατενόζοντες και τω παρά σου φωτί οδηγούμενοι ,σε το απρόσιτον και Αΐδιον κατοπτεύοντες φως, ακατάπαυστον σοι την εξομολόγησιν και ευχαριστίαν αναπέμπωμεν, τω ανάρχω Πατρί συν τω μονογενεί σου Υιό και τω παναγίω και αγαθώ και ζωοποιώ σου Πνεύματι , νυν και αεί και εις του αιώνας των αιώνων . Αμήν.
Ευχή προς την παναγία Τριάδα.
Σε τον αγέννητον Θεόν και Πατέρα , σε τον Υιόν τον μονογενή , σε το άγιον Πνεύμα το παράκλητον , ως Τριάς παναγία, μοναδική τε και ενιαία και αδιαίρετε! Σε και νώ και καρδία και στόματι ομολογούμεν και ευλογούμεν εις τους αιώνας. Αμήν.
Από το ΠΡΟΣΕΥΧΗΤΑΡΙΟΝ ΚΑΤΑΝΥΚΤΙΚΟΝ
Του Αγίου Νεκταρίου Πενταπόλεως
Εκδόσεις «Το Περιβόλι της Παναγίας»
ΘΕΟΤΟΚΙΑ
ΘΕΟΤΟΚΙΑ
Πρεσβεία θερμή, και τείχος απροσμάχητον , ελέους πηγή , του κόσμου καταφύγιον, εκτενώς βοώμεν σοι∙ Θεοτόκε Δέσποινα, πρόφθασον , και εκ κινδύνων λύτρωσαι ημάς, η μόνη ταχέως προστατεύουσα.
Προστασία των Χριστιανών ακαταίσχυντε, μεσιτεία πρός τον Ποιητήν αμετάθετε, μη παρίδης αμαρτωλών δεήσεων φωνάς∙ αλλά πρόφθασον ως αγαθή εις την βοήθειαν ημών, των πιστώς κραυγαζόντων Σοι∙ τάχυνον εις πρεσβείαν , και σπεύσον εις ικεσίαν , η προστατεύουσα αεί, Θεοτόκε των τιμώντων σε.
Υπερδεδοξασμένη υπάρχεις , Θεοτόκε Παρθένε, υμνούμεν σε∙ διά γάρ του Σταυρού του Υιού σου, κατεβληθη ο άδης, και ο θένατος τέθνηκε∙ νεκρωθέντες ανέστημεν , και ζωής ηξιώθημεν, τον Παράδεισον ελάβομεν , την αρχαίαν απόλαυσιν∙ διό ευχαριστούντες δοξολογούμεν , ως κραταιόν Χριστόν τον Θεόν ημών, και μόνον πολυέλαιον.
Επι σοι χαίρει , Κεχαριτωμένη, πάσα η κτίσις, Αγγέλων το σύστημα, και ανθρώπων το γένος, ηγιασμένε ναέ, και Παράδεισε λογικέ, παρθενικόν καύχημα, εξ ης Θεός εσαρκώθη, και πεδίον γέγονεν , ο προ αιώνων υπάρχων Θεός ημών∙ την γαρ σην μήτραν , θρόνον εποίησε, και την σήν γαστέρα, πλατυτέραν ουρανών απειργάσατο. Επί σοι χαίρει Κεχαριτωμένη, πάσα η κτίσις ∙ δόξα σοι.
Την ωραιότητα της παρθενίας σου, και το υπέρλαμπρόν το της αγνεία σου, ο Γαρβιήλ καταπλαγείς εβόα σοι Θεοτόκε. Ποίον σοι εγκώμιον , προσγάγω επάξιον; τι δε ονομάσω σε; απορώ και εξίσταμαι∙ διό ως προσετάγη βοώ σοι∙ Χαίρε η Κεχαριτωμένη.
Ευσπλαχνίας υπάρχουσα πηγή, συμπαθείας αξίωσον ημάς Θεοτόκε∙ βλέψον εις λαόν τον αμαρτήσαντα, δείξον ως αεί την δυναστείαν σου∙ εις σε γάρ ελπίζοντες, το Χαίρε βοώμεν σοι, ως ποτέ ο Γαβριήλ, ο των ασωμάτων αρχιστράτηγος.
Πάντων προστατεύεις Αγαθή, των καταφευγόντων εν πίστει, τη κραταιά σου χειρί∙ άλλην γαρ ούκ έχομεν αμαρτωλοί πρός Θεόν , εν κινδύνοις και θλίψεσιν, αεί μεσιτείαν , οι κατακαμπτόμενοι υπό πταισμάτων πολλών. Μήτερ του Θεού του Υψίστου∙ όθεν σοι προσπίπτωμεν∙ ρύσαι πάσης περιστάσεως του δούλους σου.
Πάντων θλιβομένων η χαρά, και αδικουμένων προστάτις, και πενομένων τροφή, ξένων τε παράκλησις και βακτηρία τυφλών, ασθενούντων επίσκεψις, καταπονουμένων σκέπη και αντίλιψις και ορφανών βοηθό. Μήτερ του Θεού του Υψίστου, συ υπάρχεις∙ Άχραντε, σπεύσον , δυσωπούμεν ρύσασθαι τους δούλους σου.
Θεοτόκε , συ η άμπελος η αληθινή , η βλαστήσασα τον καρπόν της ζωής, Σε ικετεύομεν∙ πρέσβευε, Δέσποινα, μετά των αποστόλων και πάντων των αγίων, ελεηθήναι τας ψυχάς ημών.
Θεοτόκε παρθένε, χαίρε κεχαριτωμένη Μαρία, ο Κύριος μετά σου. Ευλογημένη συ εν γυναιξί και ευλογημένος ο καρπός της κοιλίας σου, ότι Σωτήρα έτεκες των ψυχών ημών
Ότι ούκ έχομεν παρρησίαν διά τα πολλά ημών αμαρτήματα, συ τον εκ σου γεννηθέντα δυσώπησον, Θεοτόκε Παρθένε∙ πολλά γάρ ισχύει δέησις Μητρός πρός ευμένειαν Δεσπότου. Μη παρίδης αμαρτωλών ικεσίας η πάνσεμνος∙ ότι ελεήμων εστί και σώζειν δυνάμενος, ο και παθείν υπέρ ημών καταδεξάμενος.
Το του Υψίστου ηγιασμένον θείον σκήνωμα, χαίρε∙ διά σου γάρ δέδοται η χαρά, Θεοτόκε, τοις κραυγάζουσιν∙ ευλογημένη συ εν γυναιξίν υπάρχεις πανάμωμε Δέσποινα.
Ώραν της ετάσεως σκοπών ,φρίττω εννοών μου τα πλήθη των παραπτώσεων∙ τι απολογίσομαι; πως διαφεύξομαι την αισχύνην την μέλλουσαν, ασώτως βιώσας; όθεν, Κόρη, κράζω σοι θερμοίς τοις δάκρυσι∙ πλύνων της ψυχής μου το ρύπον , η τον καθαρόν μαργαρίτην, τον Χριστόν κυήσασα, και σώσον με.
Το απ’ αιώνως απόκρυφον , και αγγέλοις άγνωστον Μυστήριον, διά σου, Θεοτόκε, τοις επί γής πεφανέρωται, Θεός εν ασυγχύτω ενώσει σαρκούμενος, και Σταυρόν εκουσίως υπέρ ημών καταδεξάμενος∙ δι’ ού αναστήσας τον Πρωτόπλαστον, έσωσεν εκ θανάτου τας ψυχάς ημών.
Πολλά τα πλήθη των εμών , Θεοτόκε πτασμάτων ∙ πρός σε κατέφυγον , Αγνή, σωτηρίας δεόμενος∙ επίσκεψαι τη ασθενούσαν μου ψυχήν και πρέσβευε τω Υιώ σου και Θεω ημών δοθήναι μοι την άφεσιν , ων έπραξα δεινών , μόνη ευλογημένη.
Παναγία Θεοτόκε, τον χρόνον της ζωής μου , μη εγκαταλίπεις με∙ ανθρωπίνη προστασία, μη καταπιστεύσεις με∙ αλλ’ αυτή αντιλαοβού και ελέησον με.
Την πάσαν ελπίδα μου εις σε ανατίθημι, Μήτερ του Θεού , φύλαξόν με υπό την σκέπην σου.
Πρεσβεία θερμή, και τείχος απροσμάχητον , ελέους πηγή , του κόσμου καταφύγιον, εκτενώς βοώμεν σοι∙ Θεοτόκε Δέσποινα, πρόφθασον , και εκ κινδύνων λύτρωσαι ημάς, η μόνη ταχέως προστατεύουσα.
Προστασία των Χριστιανών ακαταίσχυντε, μεσιτεία πρός τον Ποιητήν αμετάθετε, μη παρίδης αμαρτωλών δεήσεων φωνάς∙ αλλά πρόφθασον ως αγαθή εις την βοήθειαν ημών, των πιστώς κραυγαζόντων Σοι∙ τάχυνον εις πρεσβείαν , και σπεύσον εις ικεσίαν , η προστατεύουσα αεί, Θεοτόκε των τιμώντων σε.
Υπερδεδοξασμένη υπάρχεις , Θεοτόκε Παρθένε, υμνούμεν σε∙ διά γάρ του Σταυρού του Υιού σου, κατεβληθη ο άδης, και ο θένατος τέθνηκε∙ νεκρωθέντες ανέστημεν , και ζωής ηξιώθημεν, τον Παράδεισον ελάβομεν , την αρχαίαν απόλαυσιν∙ διό ευχαριστούντες δοξολογούμεν , ως κραταιόν Χριστόν τον Θεόν ημών, και μόνον πολυέλαιον.
Επι σοι χαίρει , Κεχαριτωμένη, πάσα η κτίσις, Αγγέλων το σύστημα, και ανθρώπων το γένος, ηγιασμένε ναέ, και Παράδεισε λογικέ, παρθενικόν καύχημα, εξ ης Θεός εσαρκώθη, και πεδίον γέγονεν , ο προ αιώνων υπάρχων Θεός ημών∙ την γαρ σην μήτραν , θρόνον εποίησε, και την σήν γαστέρα, πλατυτέραν ουρανών απειργάσατο. Επί σοι χαίρει Κεχαριτωμένη, πάσα η κτίσις ∙ δόξα σοι.
Την ωραιότητα της παρθενίας σου, και το υπέρλαμπρόν το της αγνεία σου, ο Γαρβιήλ καταπλαγείς εβόα σοι Θεοτόκε. Ποίον σοι εγκώμιον , προσγάγω επάξιον; τι δε ονομάσω σε; απορώ και εξίσταμαι∙ διό ως προσετάγη βοώ σοι∙ Χαίρε η Κεχαριτωμένη.
Ευσπλαχνίας υπάρχουσα πηγή, συμπαθείας αξίωσον ημάς Θεοτόκε∙ βλέψον εις λαόν τον αμαρτήσαντα, δείξον ως αεί την δυναστείαν σου∙ εις σε γάρ ελπίζοντες, το Χαίρε βοώμεν σοι, ως ποτέ ο Γαβριήλ, ο των ασωμάτων αρχιστράτηγος.
Πάντων προστατεύεις Αγαθή, των καταφευγόντων εν πίστει, τη κραταιά σου χειρί∙ άλλην γαρ ούκ έχομεν αμαρτωλοί πρός Θεόν , εν κινδύνοις και θλίψεσιν, αεί μεσιτείαν , οι κατακαμπτόμενοι υπό πταισμάτων πολλών. Μήτερ του Θεού του Υψίστου∙ όθεν σοι προσπίπτωμεν∙ ρύσαι πάσης περιστάσεως του δούλους σου.
Πάντων θλιβομένων η χαρά, και αδικουμένων προστάτις, και πενομένων τροφή, ξένων τε παράκλησις και βακτηρία τυφλών, ασθενούντων επίσκεψις, καταπονουμένων σκέπη και αντίλιψις και ορφανών βοηθό. Μήτερ του Θεού του Υψίστου, συ υπάρχεις∙ Άχραντε, σπεύσον , δυσωπούμεν ρύσασθαι τους δούλους σου.
Θεοτόκε , συ η άμπελος η αληθινή , η βλαστήσασα τον καρπόν της ζωής, Σε ικετεύομεν∙ πρέσβευε, Δέσποινα, μετά των αποστόλων και πάντων των αγίων, ελεηθήναι τας ψυχάς ημών.
Θεοτόκε παρθένε, χαίρε κεχαριτωμένη Μαρία, ο Κύριος μετά σου. Ευλογημένη συ εν γυναιξί και ευλογημένος ο καρπός της κοιλίας σου, ότι Σωτήρα έτεκες των ψυχών ημών
Ότι ούκ έχομεν παρρησίαν διά τα πολλά ημών αμαρτήματα, συ τον εκ σου γεννηθέντα δυσώπησον, Θεοτόκε Παρθένε∙ πολλά γάρ ισχύει δέησις Μητρός πρός ευμένειαν Δεσπότου. Μη παρίδης αμαρτωλών ικεσίας η πάνσεμνος∙ ότι ελεήμων εστί και σώζειν δυνάμενος, ο και παθείν υπέρ ημών καταδεξάμενος.
Το του Υψίστου ηγιασμένον θείον σκήνωμα, χαίρε∙ διά σου γάρ δέδοται η χαρά, Θεοτόκε, τοις κραυγάζουσιν∙ ευλογημένη συ εν γυναιξίν υπάρχεις πανάμωμε Δέσποινα.
Ώραν της ετάσεως σκοπών ,φρίττω εννοών μου τα πλήθη των παραπτώσεων∙ τι απολογίσομαι; πως διαφεύξομαι την αισχύνην την μέλλουσαν, ασώτως βιώσας; όθεν, Κόρη, κράζω σοι θερμοίς τοις δάκρυσι∙ πλύνων της ψυχής μου το ρύπον , η τον καθαρόν μαργαρίτην, τον Χριστόν κυήσασα, και σώσον με.
Το απ’ αιώνως απόκρυφον , και αγγέλοις άγνωστον Μυστήριον, διά σου, Θεοτόκε, τοις επί γής πεφανέρωται, Θεός εν ασυγχύτω ενώσει σαρκούμενος, και Σταυρόν εκουσίως υπέρ ημών καταδεξάμενος∙ δι’ ού αναστήσας τον Πρωτόπλαστον, έσωσεν εκ θανάτου τας ψυχάς ημών.
Πολλά τα πλήθη των εμών , Θεοτόκε πτασμάτων ∙ πρός σε κατέφυγον , Αγνή, σωτηρίας δεόμενος∙ επίσκεψαι τη ασθενούσαν μου ψυχήν και πρέσβευε τω Υιώ σου και Θεω ημών δοθήναι μοι την άφεσιν , ων έπραξα δεινών , μόνη ευλογημένη.
Παναγία Θεοτόκε, τον χρόνον της ζωής μου , μη εγκαταλίπεις με∙ ανθρωπίνη προστασία, μη καταπιστεύσεις με∙ αλλ’ αυτή αντιλαοβού και ελέησον με.
Την πάσαν ελπίδα μου εις σε ανατίθημι, Μήτερ του Θεού , φύλαξόν με υπό την σκέπην σου.
ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΑ
ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΑ
Α΄ ΑΝΑΣΤΑΣΙΜΑ ΤΩΝ ΟΚΤΩ ΗΧΩΝ
Συν τοις Θεοτοκίοις και ταίς Υπακοαίς αυτών.
ΗΧΟΣ Α΄
Απολυτίκιον
Του λίθου σφραγισθέντος υπό των Ιουδαίων , και στρατιωτών φυλασσόντων το άχραντόν σου σώμα, ανέστης τριήμερος Σωτήρ, δωρούμενος τω κόσμω την ζωήν,. Διά τούτο αι Δυνάμεις των ουρανών , εβόων σοι Ζωοδότα∙ Δόξα τη αναστάση σου Χριστέ, δόξα τη βασιλεία σου, δόξα τη οικονομία σου, μόνε φιλάνθρωπε.
Θεοτόκιον
Του Γαβριήλ φθεγξαμένου σοι, Παρθένε το χαίρε, συν τη φωνή εσαρκούτο ο των όλων Δεσπότης, εν σοι την αγία κιβωτώ , ως έφη ο δίκαιος Δαυΐδ. Εδείχθεις πλατυτέρα των ουρανών, βαστάσασα τον Κτίστην σου. Δόξα τω ενοικήσαντι εν σοι∙ δόξα τω προελθόντι εκ σου∙ δόξα τω ελευθερώσαντι ημάς, διά του τόκου σου.
Η Υπακοή
Η του ληστού μετάνοια, τον Παράδεισον εσύλησεν∙ ο δε θρήνος των Μυροφόρων την χαράν εμήνυσεν∙ ότι ανέστης Χριστέ ο Θεός, παρέχων τω κόσμω το μέγα έλεος.
ΗΧΟΣ Β΄
Απλυτίκιον
Ότε κατήλθες προς τον θάνατον , η ζωή η αθάνατος, τότε τον άδην ενέκρωσας , τη αστραπή της θεότητος∙ ότε δε και τους τεθνεώτας, εκ των καταχθονίων ανέστησας, πάσαι οι Δυνάμεις των επουρανίων εκραύγαζον∙ Ζωοδότα Χριστέ ο Θεός ημών , δόξα σοί.
Θεοτόκιον
Πάντα υπέρ έννοιαν , πάντα υπερένδοξα τα σα Θεοτόκε μυστήρια∙ τη αγνεία εσφραγισμένη και παρθενία φυλαττομένη, μήτηρ εγνώσθης αψευδής Θεόν τεκούσα αληθινόν. Αυτόν ικέτευε σωθήναι τας ψυχάς ημών.
Η Υπακοή
Μετά το πάθος πορευθείσα εν τω μνήματι, προς το μυρίσαι το σώμα σου, αι Γυναίκες, Χριστέ ο Θεός, είδαν Αγγέλους εν τω τάφω, και εξέστησαν∙ φωνής γαρ ήκουον εξ αυτών , ότι ανέστη ο Κύριος, δωρούμενος τω κόσμω το μέγα έλεος.
ΗΧΟΣ Γ΄
Απολυτίκιον
Ευφραινέσθω τα ουράνια, αγαλλιάσθω τα επίγεια, ότι εποίησε κράτος εν βραχίονι αυτού, ο Κύριος∙ επάτησε τω θανάτω τον θάνατον∙ πρωτότοκος των νεκρών εγένετω∙ εκ κοιλίας άδου ερρύσατω ημάς, και περέσχε τω κόσμω το μέγα έλεος.
Θεοτόκιον
Σε την μεσιτεύσασαν την σωτηρίαν του γένους ημών, ανυμνούμεν Θεοτόκε Παρθένε∙ εν τη σαρκί γάρ τη εκ σου προσληφθείση , ο Υιός σου και Θεός ημών, το διά Σταυρού καταδεξάμενος πάθος, ελυτρώσατο ημάς, εκ φθοράς ως διλάνθρωπος.
Η Υπακοή
Εκπλήττων τη οράσει, δροσίζων τοις ρήμασιν, ο αστράπτων Άγγελος ταίς Μυροφόροις έλεγε∙ Τον ζώντα τι ζητείτε εν μνήματι; ηγέρθη κενώσας τα μνήματα∙ της φθοράς γνώτε τον αναλλοίωτον∙ είπατε τω Θεώ∙ Ως φοβερά τα έργα σου! ότι το γένος έσωσας των ανθρώπων.
ΗΧΟΣ Δ΄
Απολυτίκιον
Το φαιδρόν της Αναστάσεως κήρυγμα, εκ του Αγγέλου μαθούσαι, αι του Κυρίου Μαθήτριαι, και την προγονικήν απόφασιν απορρίψασαι, τοις Αποστόλοις καυχόμεναι έλεγον∙ Εσκύλευται ο θάνατος, ηγέρθη Χριστός ο Θεός, δωρούμενος τω κόσμω το μέγα έλεος.
Θεοτόκιον
Το απ’ αιώνος απόκρυφον, και Αγγέλοις άγνωστον μυστήριον, δια σου Θεοτόκε, τοις επί γης πεφανέρωται∙ Θεός , εν ασυγχύτω ενώσει σαρκούμενος, και Σταυρόν εκουσίως υπέρ ημών καταδεξάμενος∙ δι’ ού αναστήσας τον τον Πρωτόπλαστον , έσωσεν εκ θανάτου τας ψυχάς ημών.
Η Υπακοή
Τα της σής παραδόξου εγέρσεως, προσδραμούσαι αι Μυροφόροι, τοίς Αποστόλοις εκήρυττον Χριστέ∙ ότι ανέστης ως Θεός, παρέχων τω κόσμω το μέγα έλεος.
ΗΧΟΣ ΠΛ. Α΄
Απολυτίκιον
Τον συνάναρχον Λόγον , Πατρί και Πνεύματι, τον εκ Παρθένου τεχθέντα εις σωτηρίαν ημών, ανυμνήσωμεν πιστοί και προσκυνήσωμεν∙ ότι ηυδόκησε σαρκί, αναλθείν εν τω Σταυρώ, και θάνατον υπομείναι, και εγείραι τους τεθενώτας, εν τη ενδόξω Αναστάσει αυτού.
Θεοτόκιον
Χαίρε, πύλη Κυρίου η αδιόδευτος∙ χαίρε τείχος και σκέπη των προστρεχόντων εις σε∙ χαίρε, αχείμαστε λιμήν, και απειρόγαμε η τεκούσα εν σαρκί, τον ποιητήν σου και Θεόν πρεσβεύουσα μη ελλείπης, υπέρ των ανυμνούντων και προσκυνούντων τον τόκον σου.
Η Υπακοή
Αγγελική οράσει τον νούν εκθαμβούμεναι, και θεϊκή εγέρσει την ψυχήν φωτιζόμεναι, αι Μυροφόροι τοις Αποστόλοις ευηγγελίζοντο∙ Αναγγείλατε εν τοις έθνεσι την ανάστασιν του Κυρίου , συνεργούντος τοις θαύμασι και παρέχοντος ημίν το μέγα έλεος.
ΗΧΟΣ ΠΛ. Β΄
Απολυτίκιον
Αγγελικαί Δυνάμεις επί το μνήμα σου, και οι φυλάσσοντες, απενεκρώθησαν∙ και ίστατο Μαρία εν τω τάφω, ζητούσα το άχραντόν σου σώμα. Εσκύλευσας τον άδην , μη πειρασθείς υπ’ αυτού∙ υπήντησας τη Παρθένω δωρούμενος την ζωήν. Ο αναστάς εκ των νεκρών Κύριε, δόξα σοι.
Θεοτόκιον
Ο την ευλογημένην , καλέσας σου μητέρα, ήλθες επί το πάθος εκουσία βουλή, λάμψας εν τω Σταυρώ, αναζητήσαι θέλων τον Αδάμ, λέγων τοις Αγγέλοις∙ Συγχάρητέ μοι, ότι ευρέθη η απολομένη δραχμή. Ο πάντα σοφώς οικονομήσας, Θεός, δόξα σοι.
Η Υπακοή
Τω εκουσίω και ζωοποιώ σου θανάτω, Χριστέ, πύλας του άδου συντρίψας, ήνοιξας ημίν τον πάλαι Παράδεισον∙ και αναστάς εκ των νεκρών, ερρύσω εκ φθοράς την ζωήν ημών.
ΗΧΟΣ ΒΑΡΥΣ
Απολυτίκιον
Κατέλυσας τω Σταυρώ σου τον θάνατον∙ ηνέωξας τω ληστή τον Παράδεισον∙ των μυροφόρων τον θρήνον μετέβαλες∙ και τοις σοίς Αποστόλοις κηρύττειν επέταξας∙ ότι ανέστης , Χριστέ ο Θεός, παρέχων τω κόσμω το μέγα έλεος.
Θεοτόκιον
Ως της ημών αναστάσεως θησαύρισμα, τους επί σοι πεποιθότας πανύμνητε, εκ λάκκου και βυθού πταισμάτων ανάγαγε∙ Συ γάρ τους υπευθύνους τη αμαρτία, έσωσας τεκούσα την σωτηρίαν, η πρό τόκου Παρθένος και εν τόκω Παρθένος , και μέτα τόκον πάλιν ούσα Παρθένος.
Η Υπακοή
Ο ημετέραν μορφήν αναλαβών, και υπομείνας Σταυρόν σωματικώς, σώσον με τη αναστάσει σου, Χριστέ ο Θεός, ως φιλάνθρωπος.
ΗΧΟΣ ΠΛ. Δ΄
Απολυτίκιον
Εξ ύψους κατήλθες ο Εύσπλαχνος ταφήν κατεδέξω τριήμερον, ίνα ημάς ελευθερώσεις των παθών. Η ζωή και η ανάστασίς ημών , Κύριε, δόξα σοι.
Θεοτόκιον
O δι’ ημάς γεννηθείς εκ Παρθένου, και σταύρωσιν υπομείνας Αγαθέ, ο θανάτω τον θάνατον σκυλεύσας, και έγερσιν δείξας ως Θεός, μη παρίδης ούς έπλασας τη χειρί σου∙ δείξον την φιλανθρωπίαν σου ελεήμων∙ δέξαι την τεκούσαν σε Θεοτόκον , πρεσβεύουσα υπέρ ημών, και σώσον σωτήρ ημών , λαόν απεγνωσμένον.
Η Υπακοή
Αι Μυροφόροι, του Ζωοδότου επιστάσαι τω μνήματι, τον Δεσπότην εζήτουν , εν νεκροίς τον ανθάνατον, και χαράς ευαγγέλια, εκ του Αγγέλου δεξάμεναι, τοίς Αποστόλοις εκήρυττον∙ ότι ανέστη ο Κύριος, παρέχων τω κόσμω το μέγα έλεος.
ΩΡΟΛΟΓΙΟΝ ΤΟ ΜΕΓΑ
Εκδόσεις: ΦΩC
Α΄ ΑΝΑΣΤΑΣΙΜΑ ΤΩΝ ΟΚΤΩ ΗΧΩΝ
Συν τοις Θεοτοκίοις και ταίς Υπακοαίς αυτών.
ΗΧΟΣ Α΄
Απολυτίκιον
Του λίθου σφραγισθέντος υπό των Ιουδαίων , και στρατιωτών φυλασσόντων το άχραντόν σου σώμα, ανέστης τριήμερος Σωτήρ, δωρούμενος τω κόσμω την ζωήν,. Διά τούτο αι Δυνάμεις των ουρανών , εβόων σοι Ζωοδότα∙ Δόξα τη αναστάση σου Χριστέ, δόξα τη βασιλεία σου, δόξα τη οικονομία σου, μόνε φιλάνθρωπε.
Θεοτόκιον
Του Γαβριήλ φθεγξαμένου σοι, Παρθένε το χαίρε, συν τη φωνή εσαρκούτο ο των όλων Δεσπότης, εν σοι την αγία κιβωτώ , ως έφη ο δίκαιος Δαυΐδ. Εδείχθεις πλατυτέρα των ουρανών, βαστάσασα τον Κτίστην σου. Δόξα τω ενοικήσαντι εν σοι∙ δόξα τω προελθόντι εκ σου∙ δόξα τω ελευθερώσαντι ημάς, διά του τόκου σου.
Η Υπακοή
Η του ληστού μετάνοια, τον Παράδεισον εσύλησεν∙ ο δε θρήνος των Μυροφόρων την χαράν εμήνυσεν∙ ότι ανέστης Χριστέ ο Θεός, παρέχων τω κόσμω το μέγα έλεος.
ΗΧΟΣ Β΄
Απλυτίκιον
Ότε κατήλθες προς τον θάνατον , η ζωή η αθάνατος, τότε τον άδην ενέκρωσας , τη αστραπή της θεότητος∙ ότε δε και τους τεθνεώτας, εκ των καταχθονίων ανέστησας, πάσαι οι Δυνάμεις των επουρανίων εκραύγαζον∙ Ζωοδότα Χριστέ ο Θεός ημών , δόξα σοί.
Θεοτόκιον
Πάντα υπέρ έννοιαν , πάντα υπερένδοξα τα σα Θεοτόκε μυστήρια∙ τη αγνεία εσφραγισμένη και παρθενία φυλαττομένη, μήτηρ εγνώσθης αψευδής Θεόν τεκούσα αληθινόν. Αυτόν ικέτευε σωθήναι τας ψυχάς ημών.
Η Υπακοή
Μετά το πάθος πορευθείσα εν τω μνήματι, προς το μυρίσαι το σώμα σου, αι Γυναίκες, Χριστέ ο Θεός, είδαν Αγγέλους εν τω τάφω, και εξέστησαν∙ φωνής γαρ ήκουον εξ αυτών , ότι ανέστη ο Κύριος, δωρούμενος τω κόσμω το μέγα έλεος.
ΗΧΟΣ Γ΄
Απολυτίκιον
Ευφραινέσθω τα ουράνια, αγαλλιάσθω τα επίγεια, ότι εποίησε κράτος εν βραχίονι αυτού, ο Κύριος∙ επάτησε τω θανάτω τον θάνατον∙ πρωτότοκος των νεκρών εγένετω∙ εκ κοιλίας άδου ερρύσατω ημάς, και περέσχε τω κόσμω το μέγα έλεος.
Θεοτόκιον
Σε την μεσιτεύσασαν την σωτηρίαν του γένους ημών, ανυμνούμεν Θεοτόκε Παρθένε∙ εν τη σαρκί γάρ τη εκ σου προσληφθείση , ο Υιός σου και Θεός ημών, το διά Σταυρού καταδεξάμενος πάθος, ελυτρώσατο ημάς, εκ φθοράς ως διλάνθρωπος.
Η Υπακοή
Εκπλήττων τη οράσει, δροσίζων τοις ρήμασιν, ο αστράπτων Άγγελος ταίς Μυροφόροις έλεγε∙ Τον ζώντα τι ζητείτε εν μνήματι; ηγέρθη κενώσας τα μνήματα∙ της φθοράς γνώτε τον αναλλοίωτον∙ είπατε τω Θεώ∙ Ως φοβερά τα έργα σου! ότι το γένος έσωσας των ανθρώπων.
ΗΧΟΣ Δ΄
Απολυτίκιον
Το φαιδρόν της Αναστάσεως κήρυγμα, εκ του Αγγέλου μαθούσαι, αι του Κυρίου Μαθήτριαι, και την προγονικήν απόφασιν απορρίψασαι, τοις Αποστόλοις καυχόμεναι έλεγον∙ Εσκύλευται ο θάνατος, ηγέρθη Χριστός ο Θεός, δωρούμενος τω κόσμω το μέγα έλεος.
Θεοτόκιον
Το απ’ αιώνος απόκρυφον, και Αγγέλοις άγνωστον μυστήριον, δια σου Θεοτόκε, τοις επί γης πεφανέρωται∙ Θεός , εν ασυγχύτω ενώσει σαρκούμενος, και Σταυρόν εκουσίως υπέρ ημών καταδεξάμενος∙ δι’ ού αναστήσας τον τον Πρωτόπλαστον , έσωσεν εκ θανάτου τας ψυχάς ημών.
Η Υπακοή
Τα της σής παραδόξου εγέρσεως, προσδραμούσαι αι Μυροφόροι, τοίς Αποστόλοις εκήρυττον Χριστέ∙ ότι ανέστης ως Θεός, παρέχων τω κόσμω το μέγα έλεος.
ΗΧΟΣ ΠΛ. Α΄
Απολυτίκιον
Τον συνάναρχον Λόγον , Πατρί και Πνεύματι, τον εκ Παρθένου τεχθέντα εις σωτηρίαν ημών, ανυμνήσωμεν πιστοί και προσκυνήσωμεν∙ ότι ηυδόκησε σαρκί, αναλθείν εν τω Σταυρώ, και θάνατον υπομείναι, και εγείραι τους τεθενώτας, εν τη ενδόξω Αναστάσει αυτού.
Θεοτόκιον
Χαίρε, πύλη Κυρίου η αδιόδευτος∙ χαίρε τείχος και σκέπη των προστρεχόντων εις σε∙ χαίρε, αχείμαστε λιμήν, και απειρόγαμε η τεκούσα εν σαρκί, τον ποιητήν σου και Θεόν πρεσβεύουσα μη ελλείπης, υπέρ των ανυμνούντων και προσκυνούντων τον τόκον σου.
Η Υπακοή
Αγγελική οράσει τον νούν εκθαμβούμεναι, και θεϊκή εγέρσει την ψυχήν φωτιζόμεναι, αι Μυροφόροι τοις Αποστόλοις ευηγγελίζοντο∙ Αναγγείλατε εν τοις έθνεσι την ανάστασιν του Κυρίου , συνεργούντος τοις θαύμασι και παρέχοντος ημίν το μέγα έλεος.
ΗΧΟΣ ΠΛ. Β΄
Απολυτίκιον
Αγγελικαί Δυνάμεις επί το μνήμα σου, και οι φυλάσσοντες, απενεκρώθησαν∙ και ίστατο Μαρία εν τω τάφω, ζητούσα το άχραντόν σου σώμα. Εσκύλευσας τον άδην , μη πειρασθείς υπ’ αυτού∙ υπήντησας τη Παρθένω δωρούμενος την ζωήν. Ο αναστάς εκ των νεκρών Κύριε, δόξα σοι.
Θεοτόκιον
Ο την ευλογημένην , καλέσας σου μητέρα, ήλθες επί το πάθος εκουσία βουλή, λάμψας εν τω Σταυρώ, αναζητήσαι θέλων τον Αδάμ, λέγων τοις Αγγέλοις∙ Συγχάρητέ μοι, ότι ευρέθη η απολομένη δραχμή. Ο πάντα σοφώς οικονομήσας, Θεός, δόξα σοι.
Η Υπακοή
Τω εκουσίω και ζωοποιώ σου θανάτω, Χριστέ, πύλας του άδου συντρίψας, ήνοιξας ημίν τον πάλαι Παράδεισον∙ και αναστάς εκ των νεκρών, ερρύσω εκ φθοράς την ζωήν ημών.
ΗΧΟΣ ΒΑΡΥΣ
Απολυτίκιον
Κατέλυσας τω Σταυρώ σου τον θάνατον∙ ηνέωξας τω ληστή τον Παράδεισον∙ των μυροφόρων τον θρήνον μετέβαλες∙ και τοις σοίς Αποστόλοις κηρύττειν επέταξας∙ ότι ανέστης , Χριστέ ο Θεός, παρέχων τω κόσμω το μέγα έλεος.
Θεοτόκιον
Ως της ημών αναστάσεως θησαύρισμα, τους επί σοι πεποιθότας πανύμνητε, εκ λάκκου και βυθού πταισμάτων ανάγαγε∙ Συ γάρ τους υπευθύνους τη αμαρτία, έσωσας τεκούσα την σωτηρίαν, η πρό τόκου Παρθένος και εν τόκω Παρθένος , και μέτα τόκον πάλιν ούσα Παρθένος.
Η Υπακοή
Ο ημετέραν μορφήν αναλαβών, και υπομείνας Σταυρόν σωματικώς, σώσον με τη αναστάσει σου, Χριστέ ο Θεός, ως φιλάνθρωπος.
ΗΧΟΣ ΠΛ. Δ΄
Απολυτίκιον
Εξ ύψους κατήλθες ο Εύσπλαχνος ταφήν κατεδέξω τριήμερον, ίνα ημάς ελευθερώσεις των παθών. Η ζωή και η ανάστασίς ημών , Κύριε, δόξα σοι.
Θεοτόκιον
O δι’ ημάς γεννηθείς εκ Παρθένου, και σταύρωσιν υπομείνας Αγαθέ, ο θανάτω τον θάνατον σκυλεύσας, και έγερσιν δείξας ως Θεός, μη παρίδης ούς έπλασας τη χειρί σου∙ δείξον την φιλανθρωπίαν σου ελεήμων∙ δέξαι την τεκούσαν σε Θεοτόκον , πρεσβεύουσα υπέρ ημών, και σώσον σωτήρ ημών , λαόν απεγνωσμένον.
Η Υπακοή
Αι Μυροφόροι, του Ζωοδότου επιστάσαι τω μνήματι, τον Δεσπότην εζήτουν , εν νεκροίς τον ανθάνατον, και χαράς ευαγγέλια, εκ του Αγγέλου δεξάμεναι, τοίς Αποστόλοις εκήρυττον∙ ότι ανέστη ο Κύριος, παρέχων τω κόσμω το μέγα έλεος.
ΩΡΟΛΟΓΙΟΝ ΤΟ ΜΕΓΑ
Εκδόσεις: ΦΩC
ΠΡΩΙΝΗ ΠΡΟΣΕΥΧΗ
ΠΡΩΙΝΗ ΠΡΟΣΕΥΧΗ
Εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἀμήν.
Δόξα σοι, Χριστὲ ὁ Θεός, ἡ ἐλπὶς ἡμῶν, δόξα σοι.
Βασιλεῦ οὐράνιε, Παράκλητε, τὸ Πνεῦμα τῆς ἀληθείας, ὁ πανταχοῦ παρὼν καὶ τὰ πάντα πληρῶν, ὁ θησαυρὸς τῶν ἀγαθῶν καὶ ζωῆς χορηγός, ἐλθὲ καὶ σκήνωσον ἐν ἡμῖν, καὶ καθάρισον ἡμᾶς ἀπὸ πάσης κηλῖδος, καὶ σῶσον, Ἀγαθέ, τὰς ψυχὰς ἡμῶν. Ἀμήν.
Ἅγιος ὁ Θεός, Ἅγιος Ἰσχυρός, Ἅγιος Ἀθάνατος, ἐλέησον ἡμᾶς (ἐκ γ´).
Δόξα Πατρὶ καὶ Υἱῷ καὶ Ἁγίῳ Πνεύματι. Καὶ νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
Παναγία Τριάς, ἐλέησον ἡμᾶς. Κύριε, ἱλάσθητι ταῖς ἁμαρτίαις ἡμῶν. Δέσποτα, συγχώρησον τὰς ἀνομίας ἡμῖν. Ἅγιε, ἐπίσκεψαι καὶ ἴασαι τὰς ἀσθενείας ἡμῶν, ἕνεκεν τοῦ ὀνόματός σου.
Κύριε, ἐλέησον· Κύριε, ἐλέησον· Κύριε, ἐλέησον.
Δόξα... Καὶ νῦν...
Πάτερ ἡμῶν ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς, ἁγιασθήτω τὸ ὄνομά σου. Ἐλθέτω ἡ βασιλεία σου. Γενηθήτω τὸ θέλημά σου, ὡς ἐν οὐρανῷ, καὶ ἐπὶ τῆς γῆς. Τὸν ἄρτον ἡμῶν τὸν ἐπιούσιον δὸς ἡμῖν σήμερον. Καὶ ἄφες ἡμῖν τὰ ὀφειλήματα ἡμῶν, ὡς καὶ ἡμεῖς ἀφίεμεν τοῖς ὀφειλέταις ἡμῶν. Καὶ μὴ εἰσενέγκῃς ἡμᾶς εἰς πειρασμόν, ἀλλὰ ῥῦσαι ἡμᾶς ἀπὸ τοῦ πονηροῦ. Ἀμήν.
Ἐξεγερθέντες τοῦ ὕπνου, προσπίπτομέν σοι, Ἀγαθέ, καὶ τῶν Ἀγγέλων τὸν ὕμνον βοῶμέν σοι, Δυνατέ· Ἅγιος, Ἅγιος, Ἅγιος εἶ ὁ Θεός· διὰ τῆς Θεοτόκου ἐλέησον ἡμᾶς.
Εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἀμήν.
Δόξα σοι, Χριστὲ ὁ Θεός, ἡ ἐλπὶς ἡμῶν, δόξα σοι.
Βασιλεῦ οὐράνιε, Παράκλητε, τὸ Πνεῦμα τῆς ἀληθείας, ὁ πανταχοῦ παρὼν καὶ τὰ πάντα πληρῶν, ὁ θησαυρὸς τῶν ἀγαθῶν καὶ ζωῆς χορηγός, ἐλθὲ καὶ σκήνωσον ἐν ἡμῖν, καὶ καθάρισον ἡμᾶς ἀπὸ πάσης κηλῖδος, καὶ σῶσον, Ἀγαθέ, τὰς ψυχὰς ἡμῶν. Ἀμήν.
Ἅγιος ὁ Θεός, Ἅγιος Ἰσχυρός, Ἅγιος Ἀθάνατος, ἐλέησον ἡμᾶς (ἐκ γ´).
Δόξα Πατρὶ καὶ Υἱῷ καὶ Ἁγίῳ Πνεύματι. Καὶ νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
Παναγία Τριάς, ἐλέησον ἡμᾶς. Κύριε, ἱλάσθητι ταῖς ἁμαρτίαις ἡμῶν. Δέσποτα, συγχώρησον τὰς ἀνομίας ἡμῖν. Ἅγιε, ἐπίσκεψαι καὶ ἴασαι τὰς ἀσθενείας ἡμῶν, ἕνεκεν τοῦ ὀνόματός σου.
Κύριε, ἐλέησον· Κύριε, ἐλέησον· Κύριε, ἐλέησον.
Δόξα... Καὶ νῦν...
Πάτερ ἡμῶν ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς, ἁγιασθήτω τὸ ὄνομά σου. Ἐλθέτω ἡ βασιλεία σου. Γενηθήτω τὸ θέλημά σου, ὡς ἐν οὐρανῷ, καὶ ἐπὶ τῆς γῆς. Τὸν ἄρτον ἡμῶν τὸν ἐπιούσιον δὸς ἡμῖν σήμερον. Καὶ ἄφες ἡμῖν τὰ ὀφειλήματα ἡμῶν, ὡς καὶ ἡμεῖς ἀφίεμεν τοῖς ὀφειλέταις ἡμῶν. Καὶ μὴ εἰσενέγκῃς ἡμᾶς εἰς πειρασμόν, ἀλλὰ ῥῦσαι ἡμᾶς ἀπὸ τοῦ πονηροῦ. Ἀμήν.
Ἐξεγερθέντες τοῦ ὕπνου, προσπίπτομέν σοι, Ἀγαθέ, καὶ τῶν Ἀγγέλων τὸν ὕμνον βοῶμέν σοι, Δυνατέ· Ἅγιος, Ἅγιος, Ἅγιος εἶ ὁ Θεός· διὰ τῆς Θεοτόκου ἐλέησον ἡμᾶς.
Προσευχή Παϊσιου
Προσευχή Παϊσιου
Προσευχές
Παϊσιος ο Μέγας
Κύριε Ιησού Χριστέ, Θεέ μου, δός μου τη σημερινή μέρα αγαθή, αναμάρτητη και καθαρή. Κύριε, μή μ΄εγκαταλείπεις. Μή φεύγεις μακρυά μου. Άπλωσε το χέρι Σου και βοήθησέ με. Κύριε, στήριξέ με και φύτεψε στην καρδιά μου την αγάπη και το μεγάλο σεβασμό για Σένα. Κύριε, δίδαξέ με να ζω κατά το Άγιο θέλημά Σου. Κάμε, Κύριε, να συναισθάνομαι τις αμαρτίες μου και να λυπάμαι γι΄αυτές. Ελευθέρωσέ με από κάθε ψυχικό και σωματικό πειρασμό. Διώξε απ΄το νου μου κάθε βρώμικο, αισχρό και ανυπότακτο λογισμό. Κύριε, βοήθησέ με να βγάλω από μέσα μου την αμέλεια, την λύπη, την λησμοσύνη, την αναισθησία, την πώρωση. Κύριε, που είσαι σπλαγχνικός, ελέησέ με και συγχώρησε όλες τις ανομίες μου. Και κάμε να ζω με ησυχία, με μετάνοια, με εξομολόγηση και με πίστη καθαρή.
Αμήν.
(Παϊσιος ο Μέγας)
Προσευχές
Παϊσιος ο Μέγας
Κύριε Ιησού Χριστέ, Θεέ μου, δός μου τη σημερινή μέρα αγαθή, αναμάρτητη και καθαρή. Κύριε, μή μ΄εγκαταλείπεις. Μή φεύγεις μακρυά μου. Άπλωσε το χέρι Σου και βοήθησέ με. Κύριε, στήριξέ με και φύτεψε στην καρδιά μου την αγάπη και το μεγάλο σεβασμό για Σένα. Κύριε, δίδαξέ με να ζω κατά το Άγιο θέλημά Σου. Κάμε, Κύριε, να συναισθάνομαι τις αμαρτίες μου και να λυπάμαι γι΄αυτές. Ελευθέρωσέ με από κάθε ψυχικό και σωματικό πειρασμό. Διώξε απ΄το νου μου κάθε βρώμικο, αισχρό και ανυπότακτο λογισμό. Κύριε, βοήθησέ με να βγάλω από μέσα μου την αμέλεια, την λύπη, την λησμοσύνη, την αναισθησία, την πώρωση. Κύριε, που είσαι σπλαγχνικός, ελέησέ με και συγχώρησε όλες τις ανομίες μου. Και κάμε να ζω με ησυχία, με μετάνοια, με εξομολόγηση και με πίστη καθαρή.
Αμήν.
(Παϊσιος ο Μέγας)
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)