1.Υπό Ευγενίας Θεοδωράτου-Παζιώνη
Φωτογραφίες από το βιβλίο Ασκητές μέσα στον κόσμο
Ένας που δεν έχει πάει σε μία μακρινή χώρα πιστεύει ότι αυτή υπάρχει από τα λόγια αυτού που την έχει επισκεφθεί και γνωρίζει την ύπαρξή της. Αυτή η πίστη του έχει αξία, εκτός των άλλων, και για το ότι δείχνει εμπιστοσύνη στα λόγια αυτού που του αποκάλυψε την ύπαρξη αυτής της μακρινής χώρας. Όταν όμως την επισκεφθεί και τη γνωρίσει ο ίδιος, τότε δεν του χρειάζεται πλέον η πίστη, γιατί έχει τη γνώση. Έτσι η πίστη αποτέλεσε τη βάση στην οποία στηρίχτηκε για να φτάσει στη γνώση.
Κάτι ανάλογο συμβαίνει και με την πίστη στα λόγια του Θεού τα οποία κάνουν λόγο για πράγματα που δε βλέπονται. « Έστι δὲ πίστις ἐλπιζομένων ὑπόστασις, πραγμάτων ἔλεγχος οὐ βλεπομένων »( Εβρ. ια’, 1). Όποιος πιστεύει σ’ αυτά και δείχνει εμπιστοσύνη στο Θεό πατάει σε σταθερό έδαφος και έτσι, όταν γνωρίσει την αλήθεια και αποκτήσει τη γνώση, δε θα μετανοήσει για την αρχική του πίστη αλλά θα τη δικαιώσει. Άρα λοιπόν, όπως γράφει ο Παύλος, « διὰ πίστεως γὰρ περιπατοῦμεν, οὐ διὰ εἴδους »( Β’ Κορ. ε’, 7). Άλλωστε οι αισθήσεις απατούν.
Ιωάννης Χ. Δήμος πτχ. Θεολ. & Φιλοσ. Πανεπιστημίου ΑθηνώνΤρώμε, γιατί είναι η πρώτη εντολή που έδωσε ο Θεός στον Αδάμ με τα εξής λόγια, « καὶ ἐνετείλατο Κύριος ὁ Θεὸς τῷ ᾿Αδὰμ λέγων· ἀπὸ παντὸς ξύλου τοῦ ἐν τῷ παραδείσῳ βρώσει φαγῇ,» (Γεν. β’, 16). Μάλιστα στη συνέχεια του είπε και ποιο δεν πρέπει να φάνε για να μη πεθάνουν. « ἀπὸ δὲ τοῦ ξύλου τοῦ γινώσκειν καλὸν καὶ πονηρόν, οὐ φάγεσθε ἀπ᾿ αὐτοῦ· ᾗ δ᾿ ἂν ἡμέρᾳ φάγητε ἀπ᾿ αὐτοῦ, θανάτῳ ἀποθανεῖσθε ». Πώς να μη τρώει λοιπόν ο άνθρωπος, αφού η εντολή του Θεού είναι να τρώει; Ο Ίδιος ο Κύριος έτρωγε σύμφωνα με τα λόγια Του, « ἐλήλυθεν ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐσθίων καὶ πίνων, καὶ λέγετε· ἰδοὺ ἄνθρωπος φάγος καὶ οἰνοπότης, φίλος τελωνῶν καὶ ἁμαρτωλῶν »( Λουκ. ζ’, 34). Έτσι, ένας είπε ότι τρώμε για να ζούμε. Άλλος είπε ότι ζούμε για να τρώμε. Μήπως πρέπει να πει και κάποιος ότι τρώμε επειδή ζούμε; Το φαγητό το δίνει ο Θεός στους ζωντανούς με πρώτους και καλλίτερους τον Αδάμ και την Εύα, όπως αναφέρθηκε παραπάνω. Αφού λοιπόν ζούμε, δεν είναι ανάγκη να δίνει κανείς εξηγήσεις γιατί τρώει, γιατί αναπνέει, γιατί εργάζεται, γιατί πονάει, αφού όλα αυτά και άλλα πολλά είναι γνωρίσματα των ζωντανών. Πάντως το φαγητό και ό, τι άλλο κάνει ο άνθρωπος είναι μιας πρώτης τάξεως ευκαιρία για να ευχαριστεί και να δοξάζει το Θεό. Ο Απόστολος Παύλος παραγγέλλει σχετικά, « Είτε ουν εσθίετε είτε πίνετε είτε τι ποιείτε, πάντα εις δόξαν Θεού ποιείτε » (Α’ Κορ. ι’, 31). Άρα, αφού το λέει και ο Παύλος, ας προστεθεί στα παραπάνω και το ότι τρώμε ή μάλλον, όταν τρώμε, πρέπει να τρώμε « εις δόξαν Θεού ». Αμήν.
Ιωάννης Χ. Δήμος πτχ. Θεολ. & Φιλοσ. Πανεπιστημίου Αθηνών
Προφανώς και πέρα πάσης αμφιβολίας είναι η γνώση της αληθείας. Αυτό, γιατί η γνώση της αληθείας είναι άμεσα συνδεδεμένη με την ελευθερία από τα δεσμά της αμαρτίας την οποία ελευθερία επιθυμεί κάθε άνθρωπος. Αυτή τη γνώση υπέδειξε ο Κύριος « πρὸς τοὺς πεπιστευκότας αὐτῷ Ἰουδαίους» με τα εξής λόγια, « ἐὰν ὑμεῖς μείνητε ἐν τῷ λόγῳ τῷ ἐμῷ, ἀληθῶς μαθηταί μού ἐστε, καὶ γνώσεσθε τὴν ἀλήθειαν, καὶ ἡ ἀλήθεια ἐλευθερώσει ὑμᾶς »( Ιω. η’, 31-32).
Αυτή τη γνώση προσφέρει και αποκαλύπτει ο Χριστός στον κόσμο σύμφωνα με τα λόγια που είπε στον Πιλάτο, «ἐγὼ εἰς τοῦτο γεγέννημαι καὶ εἰς τοῦτο ἐλήλυθα εἰς τὸν κόσμον, ἵνα μαρτυρήσω τῇ ἀληθείᾳ. πᾶς ὁ ὢν ἐκ τῆς ἀληθείας ἀκούει μου τῆς φωνῆς» ( Ιω. ιη’, 37).
Αυτή τη γνώση διδάσκει στους πιστούς το Άγιο Πνεύμα, ο Παράκλητος, το Πνεύμα της Αληθείας. Τέλος αυτή η γνώση ταυτίζεται με την αιώνιο ζωή σύμφωνα με τα λόγια του Κυρίου προς τον Πατέρα Του, « αὕτη δέ ἐστιν ἡ αἰώνιος ζωή, ἵνα γινώσκωσί σε τὸν μόνον ἀληθινὸν Θεὸν καὶ ὃν ἀπέστειλας Ἰησοῦν Χριστόν »( Ιω. ιζ’, 3).
Είναι κρίμα λοιπόν και άδικο να αποστρέφεται κανείς τη γνώση της αληθείας και να έχει αγνωσία Θεού. Ο Απόστολος Παύλος γράφει σχετικά και παιδαγωγικά, « ἐκνήψατε δικαίως καὶ μὴ ἁμαρτάνετε· ἀγνωσίαν γὰρ Θεοῦ τινες ἔχουσι· πρὸς ἐντροπὴν ὑμῖν λέγω »( Α’ Κορ. ιε’, 34).
Βεβαίως και η επιστημονική γνώση έχει την αξία και τη σημασία της, γιατί είναι και αυτή δώρο του Θεού σύμφωνα με το, «και αυτός έδωκεν ανθρώποις επιστήμην ενδοξάζεσθαι εν τοις θαυμασίοις αυτού » ( Σ. Σειρ. λη’, 6). Η πιο συμφέρουσα όμως για τον άνθρωπο είναι η γνώση της αληθείας, σύμφωνα με τα παραπάνω, εάν βέβαια θέλει να είναι ελεύθερος και όχι δούλος αφού, « πᾶς ὁ ποιῶν τὴν ἁμαρτίαν δοῦλός ἐστι τῆς ἁμαρτίας »( Ιω. η’, 34).
Ιωάννης Χ. Δήμος πτχ. Θεολ. & Φιλοσ. Πανεπιστημίου Αθηνών
Ὁ Παπαδιαμάντης πρὸ πάντων ἦτο Χριστιανὸς καὶ χριστιανὸς εὐσεβής. Μόλις λοιπὸν εἶδε τὸν ἰατρὸν εἶπεν εἰς αὐτόν:
– Τί θέλεις σὺ ἐδῶ;
–Ἦρθα νὰ σὲ δῶ, τοῦ λέγει ὁ ἰατρός.
– Νὰ ἡσυχάσης, τοῦ λέγει ὁ ἀσθενής, ἐγὼ θὰ κάμω πρῶτα τὰ ἐκκλησιαστικὰ καὶ ὕστερα νὰ ᾽ρθῆς ἐσύ…
Μόνος του, ὀλίγας ὥρας πρὶν ἀποθάνη, ἔστειλε νὰ κληθῆ ὁ ἱερεὺς διὰ νὰ κοινωνήση.
– Ξεύρεις! Μήπως ἀργότερα δὲν καταπίνω! ἔλεγεν.
Ἦτο ἡ παραμονὴ τοῦ θανάτου του καὶ τότε τοῦ ἀπενεμήθη τὸ παράσημο τοῦ Σταυροῦ τοῦ Σωτῆρος.
Τὴν ἑσπέραν τῆς 2ας Ἰανουαρίου 1911, παραμονὴν τοῦ θανάτου του, εἶπεν
:– Ἀνάψτε ἕνα κηρί, εἶπε, φέρτε μου κι ἕνα ἐκκλησιαστικὸν βιβλίον.
Τὸ κηρίο ἀνήφθη, ἐπρόκειτο δὲ νὰ ἔλθῃ καὶ τὸ βιβλίον, ἀλλὰ πάλιν ἀποκαμὼν ὁ Παπαδιαμάντης εἶπεν:
– Ἀφῆστε τὸ βιβλίο. Ἀπόψε θὰ εἰπῶ ὅσα ἐνθυμοῦμαι ἀπ᾿ ἔξω.
Καὶ ἤρχισε ψάλλων τρεμουλιαστὰ. «Τὴν χεῖρα σου τὴν ἁψαμένην*…» .
Αὐτὸ ἦταν καὶ τὸ τελευταῖο ψάλσιμο τοῦ Παπαδιαμάντη, ὁ ὁποῖος τὴν ἰδίαν νύκτα, κατὰ τὴν 2αν μεταμεσονύκτιον, ὅταν ἐξημέρωνεν ἡ 3η Ἰανουαρίου,παρέδωκεν τὴν ψυχήν του εἰς χεῖρας τοῦ Πλάστου…»
έγεται ότι κατά την εξόδιο μεταφορά του ξεσκέπαστου φέρετρου, τον κάλυψε το χιόνι που έπεφτε πυκνό εκείνη τη μέρα -ακριβώς όπως είχε καλύψει αποθνήσκοντα τον μπαρμπα-Γιαννιό στο διήγημα «Ὁ Ἔρωτας στὰ χιόνια».
Αντιγραφή από Λεξικά Γ. Μπαμπινιώτη
Ο χρόνος στη ζωή μας παρουσιάζεται σαν ένα κινούμενο που παρασύρει στο πέρασμά του κάθε τι που συμβαίνει στις διαδοχικές στιγμές του. Και βέβαια το πράγμα δεν θα είχε σημασία, εάν αυτά που συμβαίνουν ήταν άσχετα με τη ζωή μας και, εάν ήμασταν ανεξάρτητοι από το χρόνο. Εφόσον όμως όλοι οι άνθρωποι αφήνουμε τα ίχνη μας επάνω στην έννοια του χρόνου, είναι από κάθε πλευρά ωφέλιμο να στρέψουμε το βλέμμα μας στο χρόνο που πέρασε και στον καινούργιο που έφτασε.
Έτσι θα δούμε τα γεγονότα της ζωής μας που πέρασαν, και τα μελλοντικά, όσο και αν αυτά είναι άδηλα και αόρατα. Βέβαια έχει μεγάλη σημασία με τί βλέμμα θα τα δούμε και κάτω από ποιο φως θα τα εξετάσουμε, γιατί υπάρχουν πολλών ειδών βλέμματα και πολλά “φώτα” που απομακρύνουν την αλήθεια και που παραπλανούν τον άνθρωπο. Μόνο με το βλέμμα του Χριστού είναι δυνατό να ατενίσει κανείς με ασφάλεια το παρελθόν και το μέλλον, σύμφωνα με τα λόγια του Κυρίου «ο ακολουθών εμοί ου μη περιπατήσει εν τη σκοτία αλλ’ έξει το φως της ζωής» (Ιω. η´,12).
Εάν λοιπόν έτσι εξετάσουμε τα γεγονότα της ζωής μας, τότε είτε αυτά ανήκουν στο παρελθόν, είτε θα συμβούν στο μέλλον, είτε είναι ευχάριστα, είτε δυσάρεστα, δεν θα τα δούμε σαν τυχαία και μοιραία, αλλά θα τα εντάξουμε στο θέλημα του Θεού. Τίποτα δεν είναι δυνατό να συμβεί χωρίς να το γνωρίζει ο Θεός ο Οποίος ως στοργικός Πατέρας κυβερνά τη ζωή μας χωρίς να παραβιάζει βέβαια την ελευθερία της θελήσεως του ανθρώπου.
Έτσι λοιπόν για τα ευχάριστα τα οποία, όσο και αν φαίνονται λίγα, δεν παύουν να είναι πολλά αφού άπειρες είναι οι ευεργεσίες του Θεού, είναι ασφαλώς ευκολότερο να ευχαριστήσουμε το Θεό για τον πλούτο της δωρεάς Του.
Για τα δυσάρεστα όμως και ανεπιθύμητα τί πρέπει να γίνει;
Βέβαια δεν είναι κακό να παρακαλεί κανείς το Θεό να τον ελευθερώσει από κάθε τι που προκαλεί πόνο, και γενικά δημιουργεί κατάσταση πειρασμού. Ο Κύριος δίδαξε το «μη εισενέγκης ημάς εις πειρασμόν» (Ματ.,στ´,13). Όμως έχει και εδώ τη θέση της η ευχαριστία και είναι δείγμα ψυχικής υγείας, όταν μέσα στον πόνο και τη θλίψη βρίσκει έδαφος το πνεύμα της ευχαριστίας στο Θεό.
Όπως το γιατρό που μας κάνει να πονάμε με μία επέμβαση, τον ευγνωμονούμε και τον ευχαριστούμε, έτσι και στο Θεό οφείλουμε ευγνωμοσύνη και ευχαριστία για όλα όσα επιτρέπει να μας συμβαίνουν, αφού είναι βέβαιο ότι από άπειρη αγάπη και ενδιαφέρον επιτρέπει τον πόνο και τη θλίψη. Άλλωστε κανείς δεν πόνεσε ούτε θα πονέσει τόσο όσο πόνεσε ο ίδιος ο Κύριος στη ζωή αυτή.
Μεγάλη τιμή λοιπόν να συμμετέχει ο Χριστιανός στον πόνο του Κυρίου ως μέλος του σώματός Του. Είναι δε απαράδεκτο ενώ όλοι οι άγιοι και μάρτυρες πόνεσαν και «διά πολλών θλίψεων» (Πρ. ιδ´,22) κέρδισαν τη Βασιλεία του Θεού, εμείς να μη ανεχόμαστε ελάχιστο πόνο. Αλλά και, αν πολλές φορές φαίνεται ότι δεν είναι ελάχιστος αλλά πολύς, έχουμε τη διαβεβαίωση του Απ. Παύλου ότι «πιστός ο Θεός, ος ουκ εάσει υμάς πειρασθήναι υπέρ ο δύνασθε, αλλά ποιήσει συν τω πειρασμώ και την έκβασιν του δύνασθαι υμάς υπενεγκείν» (Α΄ Κορ. ι´,13).
Ο Χριστός χαρακτηρίζεται έτσι, επειδή ήλθε στον κόσμο από μητέρα χωρίς να έχει άνθρωπο πατέρα, αφού η Θεοτόκος «ευρέθη εν γαστρί έχουσα εκ Πνεύματος Αγίου.» (Ματ. α΄, 18). Αυτό, εκτός των άλλων, φαίνεται και από τα παρακάτω:
α) Ο Θεός είπε στους πρωτόπλαστους το γνωστό « αυξάνεσθε και πληθύνεσθε » (Γεν.α’,28). Αυτό δηλώνει ότι για να έλθει νέος άνθρωπος στον κόσμο, χρειάζεται και ο άνδρας και η γυναίκα. Για την έλευση όμως του Μεσσία, δεν ανέφερε τον άνδρα, αλλά μόνο τη γυναίκα, όπως φαίνεται από τα λόγια που είπε στο διάβολο, « και έχθραν θήσω ανά μέσον σου και ανά μέσον της γυναικός και ανά μέσον του σπέρματός σου και ανά μέσον του σπέρματος αυτής· αυτός σου τηρήσει κεφαλήν, και συ τηρήσεις αυτού πτέρναν »( Γεν. γ’, 15). Ούτε λόγος για άνδρα. Άρα ο Χριστός ετέχθη εκ παρθένου. Αυτό προφήτευσε ο Ησαΐας με τα εξής λόγια, « ιδού η παρθένος εν γαστρί έξει, και τέξεται υιόν » (Ησ. ζ’, 14). Δε λέει θα γεννήσει, αλλά «τέξεται», γιατί ο άνδρας γεννά και η γυναίκα τίκτει.
β) Το ότι ο Χριστός είναι «απάτωρ εκ μητρός», φαίνεται και από τη γενεαλογία Του την οποία παραθέτει ο Ματθαίος ( Ματ. α’, 1-16). Ενώ λέει ότι « Αβραάμ εγέννησε τον Ισαάκ, Ισαάκ δε εγέννησε τον Ιακώβ,…. » κ.λ.π, όταν φτάνει στον Ιωσήφ, δε λέει και γι’ αυτόν ότι εγέννησε, αλλά αναφέρει τελευταίον τον πατέρα του τον Ιακώβ για τον οποίον λέει, « Ιακώβ δε εγέννησε τον Ιωσήφ τον άνδρα Μαρίας, εξ ης εγεννήθη Ιησούς ο λεγόμενος Χριστός ». Έτσι ο Ιωσήφ δεν είναι πατέρας του Χριστού, αφού δεν εγέννησε, όπως οι προηγούμενοι, και κατά συνέπεια ο Χριστός είναι «απάτωρ εκ μητρός». Αυτό το διαβεβαίωσε και η Ίδια η Μητέρα Του λέγοντας στον άγγελο Γαβριήλ, « πώς έσται μοι τούτο, επεί άνδρα ου γινώσκω;» (Λουκ. α’, 34).
Ιωάννης Δήμος
Ιωάννης Δήμος
Α’.Ο Χριστός είναι τέλειος Θεός, επειδή με την ενανθρώπησή Του δεν υπέστη ως Θεός καμία αλλαγή, πράγμα άλλωστε που ήταν αδύνατο να συμβεί στη Θεότητά Του. Δεν έπαυσε να είναι Θεός, σύμφωνα με το « και Θεός ην ο Λόγος.» ( Ιω. α’, 1 ). Έτσι και το Σύμβολο της Πίστεως, ακριβέστερα μάλιστα, τον ονομάζει « Θεόν αληθινόν » και όχι τέλειον Θεόν. Επειδή όμως υπάρχει κίνδυνος παρανόησης, ας αναφέρουμε τα παρακάτω: Ο χαρακτηρισμός τέλειος Θεός δε σημαίνει ότι υπάρχουν και άλλοι θεοί που είναι ατελείς. Ο Ίδιος ο Θεός το αποκάλυψε σαφέστατα με τα λόγια Του, « ουκ έσονταί σοι θεοί έτεροι πλην εμού.» ( Έξ. κ’, 3 ).
Β’.Ο Χριστός είναι τέλειος άνθρωπος, επειδή με την ενανθρώπησή Του έγινε και κανονικός άνθρωπος, δηλαδή με όλα τα γνωρίσματα της ανθρώπινης φύσης. Αν και για το θέμα αυτό δεν υπάρχει κίνδυνος παρανόησης, ας αναφέρουμε και εδώ τα παρακάτω: Ο χαρακτηρισμός τέλειος άνθρωπος δε σημαίνει ότι υπάρχουν και άλλοι άνθρωποι που είναι τέλειοι όπως ο Χριστός, αφού όλοι είναι ηθικά ατελείς. Έτσι ο Χριστός είναι ο μοναδικός τέλειος άνθρωπος, « ο υιός του ανθρώπου» ( Ματ. θ’, 6 κ.ά.).
Δεν υπάρχει τέτοιος κίνδυνος, γιατί το ότι η Παναγία γέννησε άνθρωπο δε μπορεί να το αμφισβητήσει κανείς, αφού πρόκειται για ιστορικό γεγονός, αυτονόητο, οφθαλμοφανές και χειροπιαστό. Ο Ίδιος ο Κύριος είπε στους Ιουδαίους, « νυν δε ζητείτέ με αποκτείναι, άνθρωπον ος την αλήθειαν υμίν λελάληκα, ην ήκουσα παρά του Θεού∙ » ( Ιω. η’, 40 ). Επίσης ο Απόστολος Παύλος είπε, « εις γαρ Θεός, εις και μεσίτης Θεού και ανθρώπων, άνθρωπος Χριστός Ιησούς,» (Α’Τιμ.β’,5).
Δεν υπάρχει λοιπόν καμία ανάγκη και κανένας λόγος για να ονομάζεται η Παναγία ανθρωποτόκος. Θεοτόκος όμως είναι απαραίτητο να ονομάζεται, γιατί ο Χριστός δεν είναι απλός άνθρωπος, αλλά ο Θεός Λόγος που έγινε άνθρωπος. Αυτό όμως δεν είναι αυτονόητο και καταληπτό, αλλά μυστήριο ακατάληπτο και μάλιστα μεγάλο, όπως το χαρακτηρίζει ο Απόστολος Παύλος με τα εξής λόγια. « και ομολογουμένως μέγα εστί το της ευσεβείας μυστήριον∙ Θεός εφανερώθη εν σαρκί,… » ( Α’ Τιμ.γ’, 16 ).
Αλλά περί αυτού δεν είναι της στιγμής να γραφούν περισσότερα παρά μόνο ότι η Παναγία είναι Θεοτόκος.
Γράφει λοιπόν: “Το μυστικό της καλής ζωής είναι να μάθουμε να ζούμε στα πλαίσια των ορίων μας, είτε αυτά είναι φυσικά, είτε οικονομικά, είτε περιστασιακά. Δεν χρειάζεται να μας κάνουν δυστυχισμένους οι περιορισμοί μας, εκτός αν επιμένουμε να θέλουμε κάτι που δεν μπορούμε να έχουμε και να μην απολαμβάνουμε αυτά που έχουμε. Αξιόλογοι στόχοι μπορεί να επιτευχθούν ή με περιορισμούς ή με πλεονεκτήματα.
Ένα προσαρμοσμένο άτομο δεν είναι αυτό που αισθάνεται ανικανοποίητο γιατί δεν έχει κάτι, αλλά αυτό που προσπαθεί να ζήσει μια πλήρη ζωή μέσα στα όρια που του επιβάλλει η ζωή. Πολλοί άνθρωποι, όταν ο προϋπολογισμός τους είναι ελλειμματικός, προσπαθούν να βρουν τρόπους να αυξήσουν τα εισοδήματα τους, αλλά αυτό μπορεί να έχει σοβαρό κόστος γιατί έτσι αναγκάζονται να παραβλέπουν σημαντικές και κρίσιμες δραστηριότητες τους.
Όσο και αν δεν φαίνεται εξ αρχής, η μείωση των δαπανών μπορεί να μας εξασφαλίσει πολύ καλύτερη ποιότητα ζωής. Οι δυσκολίες μπορεί να είναι περιπέτειες που μας φέρνουν βαθύτερη κατανόηση και επίγνωση, διδάσκοντας μας να είμεθα πιο υπομονετικοί και ευαίσθητοι στις ανάγκες των άλλων”.
ΣΤΟ ΟΝΟΜΑ ΑΥΤΟ συνέβη το εξής καινοφανές στην ιστορία της ονοματοδοσίας:
δόθηκε ένας προσδιορισμός σε κάποιον που ΘΑ ερχόταν πολύ αργότερα, και,
όταν αυτός ήλθε, ο προσδιορισμός έγινε το κύριο όνομά του. Πιο
αναλυτικά:
________________
[ "Λεξικό Κυρίων Ονομάτων", Γ. Μπαμπινιώτη, λ. Χριστός [προσαρμογή]
☛ Ξεφυλλίστε το λεξικό: lexicon.gr/fyllo-k-onomat…
Η ανθρωπότητα, όπως είναι γνωστό, έχασε τον παράδεισο με πρωτεργάτες στην ανυπακοή στο θέλημα του Θεού τους πρωτόπλαστους. Στερήθηκε έτσι την πατρική κοινωνία του Θεού, τεμαχίστηκε σε εγωιστικές μονάδες, έχασε την ενότητα της αγάπης, και τέλος υποτάχθηκε στη φθορά και στο θάνατο.
Το κάθε «τέκνον» πλέον του Αδάμ, ο άνθρωπος κάθε εποχής, όσο και αν προσπαθούσε, δεν ήταν δυνατό να κάνει καινούργια την ύπαρξή του με τις δικές του δυνάμεις. ΄Ολες οι προσπάθειες αποδείχτηκαν αδύναμες και το μόνο θετικό στοιχείο που άφησαν ήταν η εκδήλωση της έντονης επιθυμίας του ανθρώπου για μια δυναμική λύση του προβλήματός του από τον ίδιο το Δημιουργό της ανθρώπινης φύσης. Και το θαύμα έγινε.
Τα Χριστούγεννα προσφέρουν στον άνθρωπο την απαρχή της λύσης του προβλήματος αφού ο ερχομός του Κυρίου στον κόσμο έγινε «δι’ ημάς τους ανθρώπους και δια την ημετέραν σωτηρίαν».
Έγινε έτσι πραγματικότητα και εκπληρώθηκε το πρώτο ευαγγέλιο του Θεού στους πρωτόπλαστους, «και έχθραν θήσω ανά μέσον σου και ανά μέσον της γυναικός και ανά μέσον του σπέρματός σου και ανά μέσον του σπέρματος αυτής. αυτός σου τηρήσει κεφαλήν και συ τηρήσεις αυτού πτέρναν» (Γεν. γ´,15 ).
Χριστούγεννα! «Ο Λόγος σαρξ εγένετο» (Ιω. α´, 14) και «Θεός εφανερώθη εν σαρκί» (Α΄ Τιμ. γ´, 16). Ο Υιός του Θεού έρχεται στον κόσμο, αληθινός Θεός και τέλειος άνθρωπος, «ουδαμού της των φύσεων διαφοράς ανηρημένης δια την ένωσιν, σωζομένης δε μάλλον της ιδιότητος εκατέρας φύσεως και εις εν πρόσωπον και μίαν υπόστασιν συντρεχούσης» όπως διδάσκει η Δ΄ Οικουμενική Σύνοδος.
Χριστούγεννα! Η κόρη της Ναζαρέτ γίνεται Θεοτόκος και παραμένει αειπάρθενος αφού γέννησε το Χριστό κατά τρόπον άφθορο και ανερμήνευτο «εκ Πνεύματος Αγίου».
Χριστούγεννα! Ο Χριστός ζητάει να βρει τόπο στην καρδιά του ανθρώπου, και όποιος πλατύνει την καρδιά του και τον δεχθεί με αγάπη λύνει το πρόβλημα της ζωής του, γιατί ο Χριστός είναι η ζωή του (Ιω. ια´, 25 και Κολ. γ´, 34).
Χριστούγεννα! Ο άνθρωπος καλείται να ελευθερωθεί, σύμφωνα με το λόγο του κυρίου, «γνώσεσθε την αλήθειαν και η αλήθεια ελευθερώσει υμάς» (Ιω. η´, 32).
Χριστούγεννα! Κάθε εχθρικό για το Χριστό στοιχείο πρέπει να λείψει από την καρδιά του καθενός και έτσι να γίνει πραγματικότητα πλέον το μήνυμα «τεθνήκασι γαρ οι ζητούντες την ψυχήν του παιδίου» (Ματ. β´, 20). Τότε θα είναι μόνιμος κάτοικος της Ναζαρέτ της ψυχής ο Χριστός και θα την κάνει κληρονόμο της Βασιλείας του Θεού αφού «η βασιλεία του Θεού εντός υμών εστιν» (Λουκ. ιζ´,21).
Ιωάννης Χ. Δήμος πτχ. Θεολ. & Φιλοσ. Πανεπιστημίου Αθηνών