Πέμπτη 3 Μαρτίου 2011
Ο Τ Ι Μ Ω Ρ Η Μ Ε Ν Ο Σ Α Γ Γ Ε Λ Ο Σ
Τετάρτη 2 Μαρτίου 2011
Κύριος διασκεδάζει βουλὰς ἐθνῶν, ἀθετεῖ δὲ λογισμοὺς λαῶν καὶ ἀθετεῖ βουλὰς ἀρχόντων· ἡ δὲ βουλὴ τοῦ Κυρίου εἰς τὸν αἰῶνα μένει, λογισμοὶ τῆς καρδίας
Τῷ Δαυΐδ. -
Ἀγαλλιᾶσθε, δίκαιοι, ἐν Κυρίῳ· τοῖς εὐθέσι πρέπει αἴνεσις. 2 ἐξομολογεῖσθε τῷ Κυρίῳ ἐν κιθάρᾳ, ἐν ψαλτηρίῳ δεκαχόρδῳ ψάλατε αὐτῷ. 3 ᾄσατε αὐτῷ ᾆσμα καινόν, καλῶς ψάλατε αὐτῷ ἐν ἀλαλαγμῷ. 4 ὅτι εὐθὴς ὁ λόγος τοῦ Κυρίου, καὶ πάντα τὰ ἔργα αὐτοῦ ἐν πίστει· 5 ἀγαπᾷ ἐλεημοσύνην καὶ κρίσιν, τοῦ ἐλέους Κυρίου πλήρης ἡ γῆ. 6 τῷ λόγῳ τοῦ Κυρίου οἱ οὐρανοὶ ἐστερεώθησαν καὶ τῷ πνεύματι τοῦ στόματος αὐτοῦ πᾶσα ἡ δύναμις αὐτῶν· 7 συνάγων ὡσεὶ ἀσκὸν ὕδατα θαλάσσης, τιθεὶς ἐν θησαυροῖς ἀβύσσους. 8 φοβηθήτω τὸν Κύριον πᾶσα ἡ γῆ, ἀπ᾿ αὐτοῦ δὲ σαλευθήτωσαν πάντες οἱ κατοικοῦντες τὴν οἰκουμένην· 9 ὅτι αὐτὸς εἶπε καὶ ἐγενήθησαν, αὐτὸς ἐνετείλατο καὶ ἐκτίσθησαν. 10 Κύριος διασκεδάζει βουλὰς ἐθνῶν, ἀθετεῖ δὲ λογισμοὺς λαῶν καὶ ἀθετεῖ βουλὰς ἀρχόντων· 11 ἡ δὲ βουλὴ τοῦ Κυρίου εἰς τὸν αἰῶνα μένει, λογισμοὶ τῆς καρδίας αὐτοῦ εἰς γενεὰν καὶ γενεάν. 12 μακάριον τὸ ἔθνος, οὗ ἐστι Κύριος ὁ Θεὸς αὐτοῦ, λαός, ὃν ἐξελέξατο εἰς κληρονομίαν ἑαυτῷ. 13 ἐξ οὐρανοῦ ἐπέβλεψεν ὁ Κύριος, εἶδε πάντας τοὺς υἱοὺς τῶν ἀνθρώπων· 14 ἐξ ἑτοίμου κατοικητηρίου αὐτοῦ ἐπέβλεψεν ἐπὶ πάντας τοὺς κατοικοῦντας τὴν γῆν, 15 ὁ πλάσας κατὰ μόνας τὰς καρδίας αὐτῶν, ὁ συνιεὶς πάντα τὰ ἔργα αὐτῶν. 16 οὐ σῴζεται βασιλεὺς διὰ πολλὴν δύναμιν, καὶ γίγας οὐ σωθήσεται ἐν πλήθει ἰσχύος αὐτοῦ. 17 ψευδὴς ἵππος εἰς σωτηρίαν, ἐν δὲ πλήθει δυνάμεως αὐτοῦ οὐ σωθήσεται. 18 ἰδοὺ οἱ ὀφθαλμοὶ Κυρίου ἐπὶ τοὺς φοβουμένους αὐτὸν τοὺς ἐλπίζοντας ἐπὶ τὸ ἔλεος αὐτοῦ, 19 ρύσασθαι ἐκ θανάτου τὰς ψυχὰς αὐτῶν καὶ διαθρέψαι αὐτοὺς ἐν λιμῷ. 20 ἡ ψυχὴ ἡμῶν ὑπομενεῖ τῷ Κυρίῳ, ὅτι βοηθὸς καὶ ὑπερασπιστὴς ἡμῶν ἐστιν· 21 ὅτι ἐν αὐτῷ εὐφρανθήσεται ἡ καρδία ἡμῶν, καὶ ἐν τῷ ὀνόματι τῷ ἁγίῳ αὐτοῦ ἠλπίσαμεν. 22 γένοιτο, Κύριε, τὸ ἔλεός σου ἐφ᾿ ἡμᾶς, καθάπερ ἠλπίσαμεν ἐπὶ σέ.
Κυριακή 27 Φεβρουαρίου 2011
ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΑΠΟΚΡΕΩ
Το προσφυγόπουλο και η μεσάλα του.
Δεν ξέρω πως τα ταίριαξε έτσι ο Θεός και είμαστε στην ίδια οικογένια τρείς Δημητράδες. Ο παππούς, ο πατέρας κι εγώ. Όπως είναι φυσκικό, τον Άγιο Δημήτριο τον έχουμε σε μεγάλη ευλάβεια και τον θεωρούμε προστάτη στο σπιτικό μας. Μάλιστα η ημέρα της γιορτής του είναι για μας κάτι παραπάνω απο εθνική γιορτή.
Έτσι μας βρήκε ένας φίλος του πατέρα μας που έψαχνε να βρεί τη γυναίκα του και τα παιδία του.
Αυτός μας βοήθησε με κάτι γνωριμίες που είχε να μπούμε σε πλοίο.
"Έλα μαζί μας, Μιχάλη",του λέει η μάνα μας.
"Εάν δεν τους βρω, δε φεύγω".
"Αν δεις το Νικόλα, πες του πως έφυγα".
"Ο Θεος μαζί σας".
Όσο ζούσε η μάνα, πάντα τον μνημόνευε και με τους ζωντανούς και με τους πεθαμένους. Ποτέ δε μάθαμε τι απέγινε αυτός ο άνθρωπος.
Καθώς προχωρούσαμε, σκοντάφτω πάνω σ' ένα μικρό μπογαλάκι, Σκύβω ο πιάνω και το σέρνω πίσω μου. Για την ηλικία μου ήταν κάτι βαρύ.
"Ασ'το , Δημητράκη μου, ασ' το κάτω", μου φώναξε η μανα. Εγώ όμως που ν'ακούσω. Το κρατούσα σφιχτά και το έσερνα.
Πως μπήκαμε στο πλοίο, μόνο ο Θεός το ξέρει. Δεν μπορούσες να ξεχωρίσεις ανθρώπους και πράγματα. Στοιβαγμένοι ο ένας πάνω στον άλλο. Με χίλιους κόπους βρήκε η μάνα μια ακρούλα. Κάθισε κάτω, μας μάζεψε γύρω της και μας σκέπασε με τα χέρια της. Ήμουν μικρός και δεν μπορούσα να καταλάβω τόσο τον κίνδυνο. Απο το πολύ κλάμα μισοκοιμηθήκαμε στην αγκαλιά της. Εκείνη, οπως μας είπε αργότερα, συνεχώς προσευχόταν και παρακαλούσε τον Άι-Δημήτρη να σώσει τον πατέρα μας. Ο πρώτος που ξύπνησε απο την πείνα ήμουν εγώ.
"Μάνα , πεινάω"
"Κι εγώ"
"Κι εγώ , μάνα"
"Κι εγώ".
Εκείνη η φουκαριάρα κοίταξε σαστισμένη γύρω της. Ίσως ήταν το μόνο πράγμα που δεν είχε σκεφτεί. Προσπαθούσε να μας ηρεμίσει."Θα καθίσετε φρόνιμα εδώ και κάτι θα παω να βρώ. Δε θα το κουνήσετε ρούπι. Έβαλε και το μεγάλο μου αδελφό να μας προσέχει. Κάνει να σηκωθεί, μα πανώ στη φαρδιά της φούστα είναι το μπογαλάκι που κουβαλούσα. Στα γρήγορα λύνει τους κόμπους και δε πιστεύει στα μάτια της. Ένα μεγάλο κεφάλι κίτρινο τυρί. "Σ' ευχαριστώ Θεέ μου, σ' ευχαριστώ", έλεγε συνέχεια, και τα δάκρυα έτρεχαν ποτάμι. Αυτο το τυρί μας έθρεψε όσο ήμαστα στο πλοίο. Μ'αυτήν τη μεσάλα ήταν τυλιγμέο. Για χρόνια πολλά η μάανα μας την φύλαγε στο εικονοστάσι πίσω απο το εικόνισμα του Άι-Δημήτρη σαν καί ιερό.
Πολύ αργότερα, Πως ήρθε και μας βρήκε εδώ στη Θεσσαλονίκη , μόνο ο Θεός το ξέρει. Όταν τον ρωτούσαμε , μας έλεγε: "Ο Άι-Δημήτρης μ έφερε κι οι προσευχές της μανας σας". Όπως μας διηγήθηκε , κι εκείνον τον είχαν πιάσει οι Τούρκοι.Θα τον σκότωναν . Ένα Τουρκάκί, ήταν δεν ήταν 16 χρόνων, έπεσε επάνω του με λύσσα.
Πότε κλοτσώντας και πότε βρίζοντας, τον πήγε μέσα σε μια παλιά αποθήκη.