Σάββατο 26 Σεπτεμβρίου 2009
Εξισλαμισμός των Χριστιανών κατά την τουρκοκρατία
Από το πλήθος των χριστιανών με το οποίο ενισχύθηκε η εσωτερική ευάριθμη δύναμη των οσμανιδών, δεν περιορίσθηκε μόνο στην στρατολογία των γενιτσάρων. Όπως είπαμε στην αρχή , ο σκοπός του Καρά Χαλήλ Τσεντερελή ήταν να αυξήσει όσο γίνεται τον μωαμεθανικό πληθυσμό και με ποικίλους άλλου εξισλαμισμούς. Και ο σκοπός αυτός εκπληρώθηκε. Εκτός από την συστηματική εκείνη στρατολογία, πολλοί άλλοι χριστιανοί ασπάστηκαν στον ισλαμισμό· και από αυτό ο χριστιανικός πληθυσμός απέχη το κυριώτατο εργαστήριο, με το οποίο κατασκευάστηκε ο λαός που άτοπα ονομάζεται τουρκικός.Η πολυπληθής αυτή αρνησιθρησκεία ήταν εν μέρει θεληματική και εν μέρει αθέλητη. Την θεληματική αρνησιθρησκεία υπέθαλψαν ποικίλα αίτια, τα οποία προείδε ο δαιμόνιος οφθαλμός του Καρά Χαλήλ Τσεντερελή. Στ’ αλήθεια οι χριστιανοί κάτοικοι της ανατολής είχαν πάθει για πολλές εκαντοταετηρίδες και δεν έπαυσαν να πάσχουν αδιάκοπα τόσες συμφορές από αναρίθμητους εμφύλιους αγώνες και από ξενικές επιδρομές, ώστε όσοι από αυτούς δεν είχαν αδιάσειστο το αίσθημα της πίστης και της εθνότητας, και αφού απελπίσθηκαν απο την εκλελυμένη ομόθρησκη πολιτεία, δεν δίσταζαν να προσέλθουν στη νέα και ακμάζουσα κυριαρχία, αυτομολούντες στις τάξεις του ισλαμισμού. Για να καταλάβουμε ποιά υπήρξε κατά τους χρόνους εκείνους και πολύ ακόμα αργότερα η ηθική έκλυση πολλών από τους δικούς μας, αρκεί να υπομνήσουμε, ότι ο Ίμβριος Κριτόβουλος , σύγχρονος της άλωσης της Κωνσταντινούπολης, βεβαιώνει στην ιστορία του ότι η χριστιανική κυριαρχία χάθηκε για πάντα στην ανατολή , όπως τόσες άλλες προηγούμενες κυριαρχίες, των Μηδών , των Περσών και των Ασσυρίων. Και σε αυτή ακόμα την 18η εκαντοταετηρίδα, τόση εξακολουθούσε να επικρατεί απελπισία ώστε ο Καισάριος Δαπόντες διαπυρσίως κήρυττε στον ιστορικό του κατάλογο οι Τούρκοι θέλουν να κυριαρχήσουν στην ανατολή μέχρι της συντέλειας του αιώνος και ότι είναι μάταια όλες οι προσδοκίες για ανάσταση του Ελληνισμού. Αλλά στην θεληματική αρνησιθρησκεία συνετέλεσε όχι λίγο και το ευρύ στάδιο το οποίο ανοίχτηκε στην φιλοδοξία και την πλεονεξία των αποστατούντων , και ο πόθος του να απαλλάξουν τα παιδιά τους από την συγκρότηση και στρατολογία του γενιτσαρικού τάγματος. , για να μη λεπτολογήσουμε περί ποικίλων άλλων προσωπικών αφορμών και περιστάσεων. Και η αθέλητη ή βίαιη αρνησιθρησκεία δεν διενεργούνταν μόνο με την άνεση στρατολογία των χριστιανόπαιδων , αλλά προκαλούνταν και με έμμεσους τρόπους, δηλαδή με της καταθλιπτική είσπραξη των φόρων και με την καταπίεση που πάθαιναν οι χριστιανοί από τους μωαμεθανούς.
Είναι δύσκολο βέβαια να υπολογιστεί ο αριθμός των ιθαγενών κατοίκων της ανατολής, όσοι εξισλαμίσθηκαν σε διάστημα πέντε εκαντοταετηρίδων και τόσων αφορμών. Αλλά ότι ο αριθμός του υπήρξε υπέρογκος συνάγεται προφανώς από τις συνολικές περιπέτειες της οσμανικής ιστορίας και από τα πολυάριθμα ειδικά γεγονότα. Όταν ο Ερτογούλ εγκαταστάθηκε στην αρχή στο όρος Τήμνον της Βιθυνίας, δεν είχε μαζί του παρά 400 τουρκικές οικογένειες. Είναι αλήθεια ότι οι απόγονοι τους όταν έγιναν βαθμηδόν κύριοι όλων των χωρών της μικράς Ασίας , όσες από τις αρχές της 11ης εκαντοταετηρίδας είχαν καταληφθεί από τους Σελζουκίδων ονομαζόμενων Τούρκων , συνεχώνευσαν σε ένα την ομάδα εκείνη των ομόφυλων τους που προεγκαταστάθηκαν σε αυτή τη χερσόνηση. Αλλά αυτό δεν κατορθώθηκε παρά μετά από μία εκατονταετηρίδα και πέρα. Και ο Ουχράν δεν προσέκτησε από τις χώρες εκείνες παρά μόνο την μικρή ηγεμονία του γείτονά του Καρασή· και κάποιες άλλες προσκτήσεις τέτοιων χωρών διεπράχθησαν μετά από πενήντα μόλις χρόνια από τον γιο του Ουρχάν, Μουράτ Α΄, και μάλιστα επί του γιου αυτού του τελευταίου του Βαγιαζήτ του Α΄. Εν τω μεταξύ ο Ουρχάν και ο Μουράτ, αφού συμπλήρωσαν την κατάσκτηση της Βιθυνίας, καθυπέταξαν ακόμα μεγάλο μέρος της Θράκης και της Μακδονίας,, υποδούλωσαν την Βουλγαρία και κατέστησαν υποτελή της Σερβία. Είναι φανερό ότι δεν μπόρεσαν να κατορθώσουν όλα αυτά μόνο με τον δικό τους πληθυσμό, ούτε μόνο με τα ευάριθμα χριστιανόπαιδα που συγκροτούσαν το γενιτσαρικό τάγμα, και ότι ο θεληματικός ή ο αθέλητος εξισλαμισμός πολυάριθμων χριστιανών συνετέλεσε όχι λίγο σε αυτούς τους πρώτους θριάμβους της ημισελίνου και στην ίδρυση και παγίωση του Κράτους των οσμανιδών. Αλλά ας έλθουμε σε κάποια γνωστά ειδικότερα γεγονότα από τα παλιότερα.
Το επιτελείο του Ουρχάν αποτελούνταν από αρνησίθρησκους πρίν ακόμα συγκροτηθεί ο στρατός από χριτιανόπαιδα, διότι από τους αρνησίθρησκους αυτούς τρυγυριζόμενος ο οσμανίδης αυτός ηγεμόνας πορεύθηκε προς τον ιερό άνδρα Χατρζή Μπεκτάς, για να τον παρακαλέσει να ευλογήσει το νέο τάγμα.. Και οι πολυθρύλητοι Μιχάλογλοι , που διετέλεσαν για πολλές εκαντοταετηρίδε κληρονομικοί ηγεμόνες του Ακιντζί , δεν ήσαν τίποτε άλλο παρά απόγονοι του Μιχαήλ Κέσε ή Κοσσύφου , ενός από τους πρώτους μεγάλους αρνησίθρησκους της μικ΄ρας Ασίας, απο αυτόυς που οικειοθελώς προσήλθαν στον Οσμάν. Απο του 1380 και πέρα θα συναντήσουμε πολλούς ονομαστούς στην ιστορία που έγιναν αρνησίθρησκοι, όπως τον εγγονό του Αλβανού δυνάστη Λιόση , που έγινε πασάς και κηδεστής του οσμανικού οίκου, το ίδιο και τους Αλβανούς Ισαΐμ και Κωστήν, που στάλθηκαν και οι δύο από τον σουλτάνο σε βοήθεια του δεσπότη Ιωαννίων Θωμά κατά του Αλβανού Σπάτα· τον γιο του ηγεμόνα της Βουλγαρίας Σισμάν. Αλλά όλα αυτά ήταν μικρά παραβαλλόμενα προ τα τα γεγονότα που συνέβησαν προς τα μέσα και μετά της 15ης εκαντοταετηρίδας, για τα οποία θα πούμε αργότερα σε άλλο μέρος. Και ενώ γίνονταν αμέτρητοι με το πέρασμα του χρόνου οι αλλαξοπιστούντες χριστιανοί , σπάνια συνέβαινε το αντίθετο, σπάνια δηλαδή μουσουμάνος ασπάζονταν τον χριστιανισμό. Και ένα μόνο πολύκροτο αναφέρεται τέτοιο γεγονός, του Γεωργίου Καστριώτη και των οπαδών του· και αυτό σε στιγμή κατά την οποία το οσμανικό κράτος φάνηκε να κινδυνεύει πολύ σπουδαίο κίνδυνο. Μετά από αυτό η επιστροφή στον χριστιανισμό απέβη τόσο σπάνια ώστε οι χρονογράφοι αναφέρουν τα λίγα αυτά παραδείγματα ως όλως παράδοξα και απροσδόκητα, όπως ο Καισάριος Δαπόντες λ.χ. , που αφιερώνει δύο σελίδες της χρονογραφίας του, για να εξηγήσει τους λόγους που ο Πατμπουρούν Μεχμέτ εφέντης και ο Μουσταφά εφέντης, αμφότεροι υπάλληλοι του υπουργείου Εξωτερικών , δέχτηκαν το άγιο βάπτισμα. Και το θέμα είναι εύκολο να εξηγηθεί . ο μουσουλμάνος που επιστρέφει στον Χριστό θανατώνονταν αμέσως, αν δεν δραπέτευε, αλλά τα πλήθη μάρτυρες δεν γίνονται· τα πλήθη ακολουθούν συνήθως την φωνή του συμφέροντος, και ηοσμανική κυβέρνηση, εξυπηρετώντας με πολλούς τρόπους τα συμφέροντα αυτών που από μόνοι τους θέλανε να αλλαξοπιστήσουν , υπέθαλπτε αδιάκοπα την προαίρεση τους αυτή. Απο αυτό τόσο ευδόκησε το αρχικό βούλευμα του Καρά Χαλίλ Τσεντερελή, και οι οσμανίδες Τούρκοι απαρτίστηκαν στο μεγαλύτερο μέρος από χριστιανούς εξισλαμισθέντες και περισσότερο στις ευρωπαϊκές επαρχίες, που είναι λίγοι οι μωαμεθανοί που μπορούν να καυχηθούν για την γνήσια τουρκική καταγωγή τους. Είναι αλήθεια ότι κατά τις πρώτες εκαντοταετηρίδες της κατακτήσεως, οι οσμανίδες επιχείρησαν κατά καιρούς κάποιες μεταναστεύσεις τουρκικών , τουρκομανικ΄λων , ταταρικών και αραβικών φυλών από την Ασία στην Ευρώπη. Έτσι λ.χ. στα μέσα της 14ης εκατονταετηρίδας ο Συλεϊμάν πασάς ο γιός τους Ουρχάν εγκατέστησε στην Καλλίπολη κάποιες τουρκικές και αραβικές αποικίες· περί τα τέλη της ίδιας εκαντονταετηρίδος ο σουλτάν Βαγιαζήτ και στην αρχή της επόμενης ο σουλτάν Μουράτ Β΄μετεβίβασαν απο την Ασία Τουρκομάνους στην Φιλιππούπολη και Αξιό και Ζαγορά και Σόφια, και Τατάρους στην Φιλιππούπολη το ίδιο, όπου μέχρι και σήμερα σώζει ο τόπος τς κατοικίας τους το όνομα Τατάρ παζαρί. Αλλά οι αποικίες αυτές όσαιδήποτε και αν υποτεθούν, ήταν πάντοτε σχετικά ως προς τον λοιπό ευρωπαϊκό πληθυσμό σφοδρά ευάριθμοι, ώστε δεν οδήγησαν σε ουσιώδη αλλοίωση του πληθυσμού. Ούτε έγιναν για τέτοιο σκοπό αλλά για άλλον. Είδαμε ότι μια από τις κυριότερες αιτίες για τις οποίες αποφασίστηκε η συγκρότηση του τάγματος των γειτσάρων υπήρξε το ατίθασο και δυσήνιο πνεύμα των τουρκικών φυλών. Ο δύστροπος αυτόν χαρακτήρας τους προκάλεσε πολλές φορές αιματηρές τιμωρίες, όπως λ.χ. υπήρξε η φοβερή καταστροφή πολλών εκατοντάδων Τουρκομάνων , την οποία διέπραξε το 1426 στην Αμάσεια ο Γιουρκέτζ πασάς αφού απελπίστηκε να χαλιναγωγήσει τις ληστρικές τους συνήθειες. Άλλος τρόπος θεραπείας του κακού αυτού υπήρξε η αποξένωση των Τουρκομάνων και των Τατάρων από της μικράς Ασίας, όπου έχοντες πολλούς ομόφιλους μπορούσαν να αποβούν επικινδυνότεροι στην οσμανική κυριαρχία. Γι’ αυτό λοιπόν κυρίως διενεργήθηκαν οι προαναφερθείσες αποικίες, οι οποίες καθόλου δεν ελάττωσαν την αδιάκοπη προσαύξηση με χριστιανικούς οπαδούς το νέο κράτος.
Αποδοση στη νεοελληνική : talanto
Η ΠΤΩΣΗ ΤΗΣ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑΣ
Πρωτοπρεσβυτέρου Γεωργίου Μεταλληνοῦ
Τά αἴτια τῆς πτώσης
Ἀπό τά παραπάνω γίνεται φανερό, ὅτι ἡ πτώση τῆς Πόλης τό 1453 δέν ἔγινε ἀπροσδόκητα, οὔτε μέ αὐτήν ἄρχισε ἡ τουρκοκρατία. Στίς 29 Μαΐου 1453, ὅπως εἴδαμε, ἕνα μεγάλο μέρος τῆς Ρωμανίας ἦταν ἤδη κάτω ἀπό τούς Ὀθωμανούς, τούς Ἄραβες καί τούς Βενετούς. Ἀπό τό 1204 ἡ Πόλη δέν μπόρεσε νά ἀναλάβει τήν πρώτη της δύναμη καί ὅλα ἔδειχναν πώς βαδίζει στήν τελική πτώση. Τό φραγκικό πλῆγμα ἐναντίον της ἦταν τόσο δυνατό, πού ἀπό τό 13ο αἰ. ἡ Κωνσταντινούπολη ἦταν "μιά πόλη καταδικασμένη νά χαθεῖ".11 Ἡ ἅλωση ἦταν ἐξάλλου ἡ κατάληξη μιᾶς μακροχρόνιας ἀποσύνθεσης τῆς πολιτικῆς καί οἰκονομικῆς ὑπόστασης τοῦ Γένους. Ἀπό τό 13ο αἰ. ὁ Ἑλληνισμός εἶχε διασπαστεῖ καί διαμοιραστεῖ, στό μεγαλύτερο μέρος του, σέ ξένους δυνάστες. Οἱ διεισδύσεις, ἔπειτα, μισθοφόρων στό στρατό καί ἀλλοφύλων στό διοικητικό μηχανισμό του εἶχαν προκαλέσει τήν ἐθνολογική του ἀλλοίωση. Οἱ ἐμφύλιοι πόλεμοι (1321-1328, 1341-1355), καί ἡ ἐσωτερική ἀναρχία εἶχαν ἐπιφέρει τή δημογραφική του συρρίκνωση. Σοβαρά λάθη στήν οἰκονομική πολιτική τῶν αὐτοκρατόρων, ὅπως ἡ συνεχής αὔξηση τῆς μεγάλης ἰδιοκτησίας σέ βάρος τῶν μικρῶν, πού πιέζονταν ἀπό τή δυσβάστακτη φορολογία, ἡ καταχρηστική ἐπέκταση τοῦ θεσμοῦ τῶν "προνοιαρίων" καί ἡ ὑπερβολική, πολλές φορές, αὔξηση τῶν μοναστηριακῶν κτημάτων δημιούργησαν μιάν οἰκονομική ὀλιγαρχία σέ βάρος τῶν μικροκαλλιεργητῶν τῆς γῆς, μέ ἀπόληξη τήν οἰκονομική κρίση. Τό ἐμπόριο εἶχε περιέλθει στά χέρια τῶν δυτικῶν καί οἱ δυνατότητες γιά οἰκονομική ἀνάκαμψη περιορίστηκαν σημαντικά. Ὑπῆρχαν ὅμως καί πνευματικά αἴτια τῆς πτώσης.
Οἱ θρησκευτικές, κοινωνικές καί ἰδεολογικές ἀντιθέσεις προκάλεσαν βαθειά σύγχυση, πού λειτούργησε διαλυτικά στό σῶμα τῆς αὐτοκρατορίας. Ἰδιαίτερα οἱ δυτικές ἐπιρροές καί οἱ συνεχεῖς ὑποχωρήσεις τῶν πολιτικῶν στίς δυτικές (παπικές) ἀπαιτήσεις, γιά τήν ἀναμενόμενη στρατιωτική βοήθεια, ὁδήγησαν στήν πνευματική ἀλλοίωση τοῦ Βυζαντίου, μέ ἄμεσο κίνδυνο ἀπώλειας τῆς πνευματικῆς καί πολιτιστικῆς ταυτότητάς του. Γιατί, ἄν τό Βυζάντιο ἔπαυε νά διατηρεῖ τήν πνευματική καί πολιτισμική ἰδιαιτερότητά του, ἀκόμη καί ἄν δέν ἔπεφτε στά χέρια τῶν Τούρκων, θά καταλυόταν ἐσωτερικά, μεταβαλλόμενο σέ πνευματικό προτεκτοράτο τῆς Φραγκιᾶς. Ἡ πρώση - κατά τούς ἀνθενωτικούς - ἦλθε ὡς σωτηρία, γιατί κράτησε τήν πνευματική καί πολιτιστική καθαρότητα τοῦ Γένους, τό ὁποῖο στή δουλεία, παρά τίς ταλαιπωρίες του, μπόρεσε νά ἀνασυνταχτεῖ καί νά ἐπιβιώσει.
Συνέπειες γιά τόν Ἑλληνισμό
Τό γεγονός τῆς ἅλωσης εἶχε τεράστια σημασία πρῶτα γιά τόν Ἑλληνισμό καί τήν κατοπινή του πορεία. Γιά τούς Ἕλληνες ἡ ἅλωση ὑπῆρξε μιά κρισιμότατη στιγμή στήν ἱστορία τους. Γιατί ἄρχισε γι' αὐτούς μιά περίοδος μακρᾶς δοκιμασίας μέ μειωμένες οἰκονομικά καί πολιτικά τίς δυνάμεις τους. Ἄν οἱ ψυχικές καί πνευματικές δυνάμεις τους δέν ἦσαν ἀκμαῖες, εἶναι ἀμφίβολο, ἄν θά μποροῦσε τό Γένος νά ξεπεράσει τίς συνέπειες τῆς πτώσης, ὅπως συνέβη μέ ἄλλους λαούς στήν ἱστορία. Ἡ ἐμμονή ὅμως στήν ὀρθόδοξη παράδοση, καί μέσω αὐτῆς καί στήν ἑλληνικότητα, κρατοῦσε δεμένο τό Γένος μέ τίς ζωτικές πηγές του.
Ἡ ἀπώλεια εἰδικά τῆς Κωνσταντινούπολης ὑπῆρξε σημαντικότατο γεγονός. Ἡ Πόλη ἦταν ἡ συνισταμένη ὅλων τῶν ἐλπίδων τῶν Ρωμηῶν. Ἡ διατήρηση τῆς ἐλευθερίας της, παρά τήν τρομακτική συρρίκνωση τῆς αὐτοκρατορίας, ἔτρεφε τήν αὐτοπεποίθησή τους καί συντηροῦσε τόν ψυχισμό τους. Ὅπως ὑπογράμμιζε πρίν ἀπό τήν ἅλωση ὁ λόγιος μοναχός Ἰωσήφ Βρυέννιος: "Ταύτης τῆς πόλεως ἱσταμένης, συνίσταταί πως αὐτῇ καί ἡ πίστις ἀκράδαντος· ἐδαφισθείσης δέ ἤ ἁλούσης, ἅπερ, Χριστέ μου, μή γένοιτο, ποία ἔσται ψυχή κατά πίστιν ἀκλόνητος;" [δηλαδή: Ὅσο στέκεται ὄρθια αὐτή ἡ πόλη, μένει μαζί της ἀκλόνητη καί ἡ πίστη. Ἄν ὅμως κατεδαφιστεῖ ἤ ἁλωθεῖ, πού νά μή γίνει, Χριστέ μου, ποιά ψυχή θά κρατήσει τήν πίστη της ἀσάλευτη;] Μετά τήν πτώση τῆς Πόλης ἡ δύναμη ἀντίστασης μειώθηκε σημαντικά, ὅπως δείχνουν οἱ ἀλλαξοπιστίες καί ἡ μοιρολατρική στάση πολλῶν ἀπό τόν κλῆρο καί τό λαό. Τό Γένος χρειαζόταν κάποια δύναμη, πού θά ἐμπόδιζε τήν ἀλλοτρίωσή του καί, θά ἐξασφάλιζε τήν ἐπιβίωση καί ἀνάκαμψή του. Αὐτή τή δυσκολότατη, ἀλλά καί ἀναγκαιότατη ἀποστολή θά ἀναλάβει ἡ Ἐκκλησία, ὡς Ἐθναρχία.
Σημασία γιά τούς Ὀθωμανούς
Ἀλλά καί γιά τούς Ὀθωμανούς ἡ ἅλωση εἶχε ἀνάλογη σημασία. Μέ αὐτή νομιμοποιήθηκε ἡ νίκη τους πάνω στήν Ἑλληνική αὐτοκρατορία, ἡ ὁποία μέ τό πάρσιμο τῆς Πόλης ἔγινε καί τυπικά Ὀθωμανική. Ἡ κατάκτηση τῶν ὑπόλοιπων ρωμαίικων ἐδαφῶν (Τραπεζούντας, κυρίως Ἑλλάδας) δέν ἦταν παρά ἡ ὁλοκλήρωση τῆς ὑποκατάστασης τῶν Ἑλλήνων ἀπό τούς Ὀθωμανούς στήν αὐτοκρατορία τους.
Τό σπουδαῖο ὅμως εἶναι, ὅτι τό ἄλλοτε βάρβαρο τουρκικό φύλο τῶν Ὀθωμανῶν μέσα σέ σύντομο χρόνο μπόρεσε νά συγκροτηθεῖ σέ μιά πανίσχυρη αὐτοκρατορία καί νά ἐνταχθεῖ στό σύστημα τῶν Εὐρωπαϊκῶν κρατῶν. Μέσα στά ὅρια τῆς Ὀθωμανικῆς αὐτοκρατορίας θά ἀγωνιστεῖ στό ἑξῆς ὁ Ἑλληνισμός, μαζί μέ ὅλη τή Ρωμηοσύνη, νά βρεῖ τό δρόμο του στή νέα γι' αὐτόν πραγματικότητα.
Πηγή: Αποστολική Διακονία της Εκκλησίας της Ελλάδος
Απομνημονεύματα Θεόδωρου Κολοκοτρώνη
Η επανάστασις η εδική μας δεν ομοιάζει με καμμιάν απ' όσες γίνονται την σήμερον εις την Ευρώπην. Της Ευρώπης αι επαναστάσεις εναντίον των διοικήσεών των είναι εμφύλιος πόλεμος. Ο εδικός μας πόλεμος ήτο ο πλέον δίκαιος, ήτον έθνος με άλλο έθνος, ήτο με ένα λαόν, όπου ποτέ δεν ηθέλησε να αναγνωριστεί ως τοιούτος, ούτε να ορκισθεί, παρά μόνο ό,τι έκαμνε η βία. Ούτε ο Σουλτάνος ηθέλησε ποτέ να θεωρήσει τον ελληνικόν λαόν ως λαόν, αλλ' ως σκλάβους. Μία φοράν, όταν επήραμε το Ναύπλιο, ήλθεν ο 'Αμιλτον να με ιδεί. Μου είπε ότι: « Πρέπει οι Έλληνες να ζητήσουν συμβιβασμό, και η Αγγλία να μεσιτεύσει». Εγώ του αποκρίθηκα, ότι: « Αυτό δεν γίνεται ποτέ, ελευθερία ή θάνατος. Εμείς, καπιτάν 'Αμιλτον, ποτέ συμβιβασμό δεν εκάμαμε με τους Τούρκους. 'Αλλους έκοψε, άλλους σκλάβωσε με το σπαθί και άλλοι, καθώς ημείς, εζούσαμε ελεύθεροι από γενεά εις γενεά. Ο βασιλεύς μας εσκοτώθη, καμμία συνθήκη δεν έκαμε, η φρουρά του είχε παντοτινό πόλεμο με τους Τούρκους και δύο φρούρια ήτον πάντοτε ανυπότακτα». Με είπε: «Ποία είναι η βασιλική φρουρά του, ποία είναι τα φρούρια;» - « Η φρουρά του βασιλέως μας είναι είναι οι λεγόμενοι Κλέφται, τα φρούρια η Μάνη και το Σούλι και τα βουνά». Έτσι δεν με ομίλησε πλέον.
284. Ο κόσμος μας έλεγε τρελούς. Ημείς, αν δεν είμεθα τρελλοί, δεν εκάναμε την επανάσταση, διατί ηθέλαμε συλλογισθεί πρώτον δια πολεμοφόδια, καβαλλαρία μας, πυροβολικό μας, πυροτοθήκες μας, τα μαγαζιά μας, ηθέλαμε λογαριάσει τη δύναμη την εδική μας, την τούρκικη δύναμη. Τώρα όπου ενικήσαμε, όπου ετελειώσαμε με καλό τον πόλεμό μας, μακαριζόμεθα, επαινόμεθα. Αν δεν ευτυχούσαμε, ηθέλαμε τρώγει κατάρες, αναθέματα. Ομοιάζομεν σαν να είναι εις ένα λιμένα πενήντα-εξήντα καράβια φορτωμένα, ένα από αυτά ξεκόβει, κάνει πανιά, πηγαίνει εις την δουλειά του με μεγάλη φορτούνα, με μεγάλο άνεμο, πηγαίνει, πουλεί, κερδίζει, γυρίζει οπίσω σώον. Τότε ακούς όλα τα επίλοιπα καράβια και λέγουν: «Ιδού άνθρωπος, ιδού παλληκάρια, ιδού φρόνιμος, και όχι σαν εμείς οπού καθόμεθα δειλοί, χαϊμένοι », και κατηγορούνται οι καπεταναίοι ως ανάξιοι. Αν δεν ευδοκιμούσε το καράβι, ήθελε ειπούν: «Μα τι τρελλός να σηκωθεί με τέτοια φορτούνα, με τέτοιο άνεμο, να χαθεί ο παλιάνθρωπος, επήρε τον κόσμο εις τον λαιμό του».
285. Η αρχηγία ενός στρατεύματος ελληνικού ήτον μία τυραννία, διατί έκαμνε και τον αρχηγό, και τον κριτή, και τον φροντιστή, και να του φεύγουν κάθε μέρα και πάλι να έρχονται. Να βαστάει ένα στρατόπεδο με ψέμματα, με κολακείες, με παραμύθια. Να του λείπουν και ζωοτροφίες και πολεμοφόδια, και να μην ακούν και να φωνάζει ο αρχηγός. Ενώ εις την Ευρώπη ο αρχιστράτηγος διατάττει τους στρατηγούς, οι στρατηγοί τους συνταγματάρχας, οι συνταγματάρχαι τους ταγματάρχας και ούτω καθεξής. Έκανε το σχέδιό του και εξεμπέρδευε. Να μου δώσει ο Βελιγκτών σαράντα χιλιάδες στράτευμα το εδιοιηκούσα, αλλ' αυτουνού να του δώσουν πεντακόσιους Έλληνας δεν ημπορούσε ούτε μία ώρα να τους διοικήσει. Κάθε Έλληνας είχε τα καπρίτσια του, το θεό του, και έπρεπε να κάμει δουλειά κανείς με αυτούς, άλλον να φοβερίζει, άλλον να κολακεύει, κατά τους ανθρώπους.
Πηγή: Αποστολική Διακονία της Εκκλησίας της Ελλάδος.
Αποσπάσματα από τα Απομνημονεύματα του Στρατηγού Μακρυγιάννη
(…) Δεν μ’ έβλαπτε το ξύλο τόσο, περισσότερον η ντροπή του κόσμου. Τότε όλοι τρώγαν και πίναν και εγώ έκλαιγα. Αυτό το παράπονον δεν ηύρα άλλον κριτή να το ειπώ να με δικιώσει , έκρινα εύλογον να προστρέξω εις τον Αιγιάννη, ότι εις το σπίτι του μόγινε αυτείνη η ζημιά και η ατιμία. Μπαίνω την νύχτα μέσα εις την εκκλησία του και κλείω την πόρτα κι’ αρχινώ τα κλάματα με μεγάλες φωνές και μετάνοιες∙ τ’ είναι αυτό οπούγινε ’σ εμέναν, γομάρι είμαι να με δέρνουν; Και τον περικαλώ να μου δώσει άρματα καλά κι’ ασημένια και δεκαπέντε πουγγιά χρήματα και εγώ θα του φκιάσω ένα μεγάλο καντήλι ασημένιον. Με της πολλές φωνές κάμαμεν της συμφωνίες με τον άγιον (…)
Τότε έφκειασα ντουφέκι ασημένιον , πιστόλες και άρματα και ένα καντήλι καλό. Και αρματωμένος καλά και συγυρισμένος το πήρα και πήγα εις τον προστάτη μου και ευεργέτη μου κι’ αληθινόν φίλον , τον Αιγιάννη, και σώζεται ως τον σήμερον – έχω και τ’ όνομά μου γραμμένο εις το καντήλι. Και τον προσκύνησα με δάκρυα από μέσα από τα σπλάχνα μου, ότι θυμήθηκα όλες μου τις ταλαιπωρίες οπού δοκίμασα…
* * *
Γλυκύτερο πράμα δεν είναι άλλο από την πατρίδα και θρησκεία. Όταν δι’ αυτά τον άνθρωπον δεν τον τύπτει η συνείδησή του, αλλά τα δουλεύη ως τίμιος και τα προσκυνή , είναι ο πλέον ευτυχής και πλέον πλούσιος.
* * *
Κέρασα απόνα ρακί τους Έλληνες , τους αθάνατους, τα γενναία λιοντάρια, οπού ανάθεμα τους αίτιους οπού τους γιόμωσαν φατρίες και διχόνοιες, και γίνηκαν από αυτά οι Αράπηδες παληκάρια κι’ άφησαν αποχή.
* * *
Τους λυπήθηκα πολύ και είπα ότι το θερίον είπαν θερίον κι’ ο άνθρωπος είναι χειρότερος.
* * *
Οι κόλακες αγαπούν του κόλακες και οι ψεύτες τους ψεύτες.
* * *
Μου λέγει∙ «Τι κάνεις αυτου; Αυτές οι θέσεις είναι αδύνατες∙ τι πόλεμον θα κάμετε με τον Μπραΐμη αυτού;» - Του λέγω, είναι αδύνατες οι θέσεις κ’ εμείς , όμως είναι δυνατός ο Θεός οπού μας προστατεύει∙
* * *
Εμείς απ’ ούλα ειμαστε αδύνατοι∙ όμως ο Θεός φυλάγει και τους αδύνατους∙ κι’ αν πεθάνωμεν , πεθαίνομεν διά την πατρίδα μας, διά την θρησκεία μας, και πολεμούμεν όσο μπορούμεν αναντίον της τυραγνίας∙ κι’ ο Θεός βοηθός…
* * *
Δεν πλουταίνει ο άνθρωπος με χρήματα μονάχα, πλουταίνει κι’ από τα καλά του έργα.
* * *
Τότε τους λέγω∙ «Και πίσου να μπούμεν, κ’ εμπρός να πάμεν – ο Θεός βαίνει το χέρι του και ίσως σωθούμεν κ’ εμείς κ’ εκείνοι οπού είναι μέσα». Κάναμεν τον σταυρό μας, κινηθήκαμεν…
* * *
Σύρε πές του, όποιος είναι αυτός οπού θα βάλη τα χρήματα, όχι αρχηγόν τον κάνω καμπούλι, διά την αγάπη της πατρίδος μου , αλλά όπου κατουράγη να μου δίνη να πίνω εγώ το κάτρο∙ το κανω αυτό και του το δίνω ενγράφως.
* * *
Θέλουν την αλήθεια , κι’ όποιος την ειπή κιντυνεύει. Αλήθεια, αλήθεια, πικριά οπού είσαι! Ούτε ο βασιλείς σε ζυγώνουν , ούτε οι προκομμένοι∙ μόνον ρωτούν διά σένα και ύστερα σε κατατρέχουν!
* * *
-Μου λέγει , ένα θα σας βλάψη εσάς, το κεφάλαιον της θρησκεία, οπού είναι αυτείνη η ιδέα ’σ εσάς πολύ τυπωμένη.(…)
Όλο οι αγωνισταί∙ όλο από ‘ κείνους οπού βάστηξαν τη θρησκεία τους τόσους αιώνες με τους Τούρκους- και τους κάναν τόσα μαρτύρια και την βάσταξαν∙ κι λευτέρωσαν και την πατρίδα τους αυτείνοι με την θρησκεία του, οπού ήταν πεντακόσιοι Τούρκοι εις τον αριθμόν κι’ αυτείνοι ένα και χωρίς τα’ αναγκαία του πολέμου και την μάθησιν οι περισσότεροι∙ και τ’ άρματα τους δεμένα με σκινιά. Και η πίστη εις τον Θεόν- λετέρωσαν τη πατρίδα τους.(…)
ότι χωρίς αρετή και θρησκεία δεν σκηματίζεται κοινωνία, ούτε βασίλειον. (…)
Του είπα και πάλε να μη ματαειπή σε κανέναν περί θρησκείας. Αυτός ήρθε ως κατηχητής. Πηγε εις της επαρχίες κι’ άρχισε πάλε την κατήχησιν του και τον έβαλεν εις της εφημερίδες. Κι’ αν δεν σωφρονίζεταν και ξαναμιλούσε διά θρησκεία, θάμεναν τα κόκκαλα του εις την Ελλάδα και τότε θάλεγαν θερία τους Έλληνες- διότι δεν θέλουν ν’ αλλάξουν την θρησκεία τους.
* * *
Μου λέγει∙ «Ολα μπόσικα∙ και πως ο Θεός θα πηγαινε σε μία γυναίκα και να μείνη εννιά μήνες εις την κοιλιά της;» ήταν κι’ αλλοι πολλοί οπού μας άκουγαν. Του λέγω∙ «Τούτα του Θεού τα ποιήματα και την τάξη την βλέπεις∙ είναι διά να θαμαίνεται ο καθείς; - Μου λέγει, ναι.- ’Μπρός ’σ αυτά είναι το μικρότερον αυτό, οπού σκοτώνεις το νού σου διά να πιστέψης εσύ ο μωρός άνθρωπος. Θέλησε ο Θεός να γένη διά να δοξάζωμεν οι άνθρωποι τα μεγάλα του κατορθώματα και την παντοδυναμία του ∙ και διά να γένη αυτό «είπε» κ’ έγιεν , λόγο είπε κι’ όχι ανθρώπινο έργον. Τέτοια μυαλά, του είπα , σαν τα δικά σου έχει κι’ ο Καΐρης. Και διά να φρονής τοιούτως διά ’ κείνο τρώς τους ανθρώπους διά μικρή υποψίαν». Δεν ματάρθε εις το σπίτι μου. Έκοψα την σκέση του και δεν τον πλησίαζα.
* * *
Μίαν βραδυά έκανα την προσευχή μου , λυπημένος πολύ διά την κατάστασιν της πατρίδος, κ’ έπεσα και κοιμήθηκα….
* * *
Η Θεία Πρόνοια τι κάνει! …
* * *
Όμως έκαμα κ’ εγώ ό,τι μπορούσα. Είχα δυό ποδάρια, τζακίστη το ένα, είχα δυό χέρια, έχω ένα∙ την κοιλιά μου τρύπια, το κεφάλι με δυό τρύπες. Το λοιπόν , αν θέλωμεν το λίγον να γένη μεγάλον, πρέπει να λατρεύωμεν Θεόν, ν’ αγαπάμε πατρίδα∙ νάχωμεν αρετή∙ τα παιδιά μας να τα μαθαίνωμεν γράμματα κ’ ηθική. Αυτό μου κόβει το κεφάλι του και λέω.
* * *
-Του λέγω, οχτρούς αν τους έκαμα, δε λυπώμαι , ότι κακό κανενού δεν έκαμα διά το νιτερίσιον μου . όταν μου πειράζουν την πατρίδα μου και θρησκεία μου, θθα μιλήσω, θα ‘ ενεργήσω κι’ ότι θέλουν ας μου κάμουν.
* * *
Ξέρετε πότε να λέγη ο καθείς «εγώ»; Όταν αγωνιστή μόνος του και φκειάση , ή χαλάση , να λέγη εγώ∙ όταν όμως αγωνίζονται πολλοί και φκειάνουν , τότε να λένε «εμείς». Είμαστε εις το «εμείς» κι’ όχι εις το «εγώ». Και εις το εξής να μάθωμεν γνώση , αν θέλωμεν να φκειάζωμεν χωριόν, να ζήσωμεν όλοι μαζί.
Το Βυζάντιο κι εμείς
Η συνέντευξη που ακολουθεί δόθηκε από το σερ Στήβεν Ράνσιμαν, στο Ελσισιλντς της Σκωτίας, στον πατρογονικό πύργο του, τον Οκτώβρη του 1994, για λογαριασμό της ΕΤ3, στις δημοσιογράφους Χρύσα Αράπογλου και Λαμπρινή Χ. Θωμά. Για τεχνικούς λόγους, δεν «βγήκε» ποτέ στον αέρα. Και οι δύο δημοσιογράφοι θεωρούν την συνέντευξη αυτή από τις πιο σημαντικές της καριέρας τους, μια και ανήκει στο είδος των «συζητήσεων» που σε διαμορφώνουν και δεν ξεχνάς ποτέ. Θεωρούν ότι πρέπει να δει το φως της δημοσιότητας, έστω και με μια τόσο θλιβερή αφορμή, όπως ο θάνατος του μεγάλου φιλέλληνα. Ο Flash.gr δημοσιεύει, για πρώτη φορά, αδημοσίευτα αποσπάσματα από την συνέντευξη αυτή.
Δημοσιογράφος: Πώς νοιώθει ένας άνθρωπος που ασχολείται τόσα χρόνια με το Βυζάντιο; Κουραστήκατε;
Δύσκολο να απαντήσω. Το ενδιαφέρον μου ποτέ δεν εξανεμίστηκε. Οταν άρχισα να μελετώ το Βυζάντιο, υπήρχαν πολλοί λίγοι άνθρωποι σ' αυτήν τη χώρα (σ.σ. τη Μεγάλη Βρετανία) που ενδιαφέρονταν, έστω και ελάχιστα για το Βυζάντιο. Μ' αρέσει να πιστεύω πως «δημιούργησα» ενδιαφέρον για το Βυζάντιο. Αυτό που με ικανοποιεί, ιδιαίτερα σήμερα, είναι ότι πλέον υπάρχουν αρκετοί, πολλοί καλοί εκπρόσωποι (σ.σ. της σπουδής του Βυζαντίου) στη Βρετανία. Μπορώ να πω ότι αισθάνομαι πατρικά απέναντί τους. Είμαι ευτυχής, λοιπόν, που επέλεξα το Βυζάντιο ως το κύριο ιστορικό μου ενδιαφέρον.
Κι ήταν ελκυστικό για σας όλα αυτά τα χρόνια;
Πιστεύω πως κάθε γεγονός της ιστορίας, αν αρχίσεις να το μελετάς σε βάθος, μπορεί να γίνει συναρπαστικό. Το δε Βυζάντιο το βρίσκω εξαιρετικά συναρπαστικό, γιατί ήταν ένας αυθύπαρκτος πολιτισμός. Για να μελετήσεις το Βυζάντιο, πρέπει να μελετήσεις την τέχνη, να μελετήσεις τη θρησκεία, να μελετήσεις έναν ολόκληρο τρόπο ζωής, που είναι πολύ διαφορετικός από το σημερινό.
Καλύτερος ή χειρότερος;
Κοιτάξτε... Δεν είμαι σίγουρος αν θα μου άρεσε να ζήσω στους βυζαντινούς χρόνους. Δε θα μου άρεσε, λόγου χάριν, να αφήσω γένια. Ωστόσο, στο Βυζάντιο είχαν έναν τρόπο ζωής που ήταν καλύτερα δομημένος. Αλλωστε, όταν έχεις έντονο θρησκευτικό συναίσθημα, η ζωή σου «μορφοποιείται» κι είναι πολύ πιο ικανοποιητική από τη σημερινή, όπου κανείς δεν πιστεύει σε τίποτε αρκετά.
Αρα ήταν μία θρησκευτική Πολιτεία;
Ηταν ένας πολιτισμός, στον οποίο η θρησκεία αποτελούσε μέρος της ζωής.
Και στους έντεκα αυτούς αιώνες;
Νομίζω ότι ο κόσμος μιλά για το Βυζάντιο λες κι παρέμεινε το ίδιο, ένας πολιτισμός αμετάβλητος κατά την διάρκεια όλων αυτών των αιώνων. Είχε αλλάξει πολύ από την αρχή ως το τέλος του, αν και κάποια συγκεκριμένα βασικά στοιχεία κράτησαν σε όλη τη διάρκειά του -όπως το θρησκευτικό αίσθημα. Μπορεί να διαφωνούσαν για θρησκευτικά ζητήματα αλλά πίστευαν όλοι, κι αυτό το αίσθημα είναι μόνιμο. Ο σεβασμός, η εκτίμηση στις τέχνες, ως εκείνες που ευχαριστούν το Θεό, κι αυτά διατηρήθηκαν. Κι έτσι, παρ' ότι οι μόδες άλλαζαν, η οικονομική κατάσταση άλλαζε, οι πολιτικές καταστάσεις άλλαζαν, υπήρχε μια ακεραιότητα, πολύ ενδιαφέρουσα μέσα στο σύνολο.
Μιλάμε για θρησκεία κι ηθική. Το Βυζάντιο πολλοί το θεωρούν μία περίοδο πολέμων, δολοφονιών, δολοπλοκιών, «βυζαντινισμών» που ουδεμία σχέση είχε με την ηθική.
Γίνονταν και τότε πολλοί φόνοι, αλλά δεν υπάρχει περίοδος της ιστορία που αυτοί να λείπουν. Κάποτε έδινα μια διάλεξη στις Η.Π.Α., και στο ακροατήριό μου ήταν κι η κόρη του προέδρου Τζόνσον, που μελετούσε το Βυζάντιο. Ηρθε στη διάλεξη με δύο σωματοφύλακες, δύο σκληρούς κυρίους που την πρόσεχαν. Μου εξήγησε ότι αγαπούν τη βυζαντινή ιστορία, γιατί είναι γεμάτη φόνους, και φαντάζει σαν σχολικό μάθημα (homework). Είχα το τακτ να μη της πω ότι, ως τότε, το ποσοστό των αμερικανών προέδρων που είχαν δολοφονηθεί ήταν πολύ μεγαλύτερο -σε σχέση με τα χρόνια ύπαρξης των Η.Π.Α.- από το ποσοστό των δολοφονημένων βυζαντινών αυτοκρατόρων στη διάρκεια της αυτοκρατορίας. Οι άνθρωποι συνεχίζουν να δολοφονούν.
Ανοίξτε τα μάτια σας!
Γράφετε στο Βυζαντινό πολιτισμό ότι δεν υπήρχε θανατική ποινή στο Βυζάντιο. Οντως, δεν σκότωναν. Και η μεγάλη διαφορά φαίνεται στους πρώτους χρόνους. Οταν η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία έγινε χριστιανική, μία από τις βασικότερες αλλαγές ήταν να σταματήσουν οι μονομαχίες, να μη πετούν πια ανθρώπους στα λιοντάρια, κι όλα τα σχετικά. Η αυτοκρατορία έγινε πολύ πιο ανθρωπιστική. Και πάντα, απέφευγαν όσο μπορούσαν τη θανατική ποινή. Κατά καιρούς, κάποιοι αυτοκράτορες κατέφευγαν σε αυτή, αλλά οι περισσότεροι χρησιμοποιούσαν ως εσχάτη τιμωρία, μια μέθοδο που σήμερα μας φαίνεται αποτρόπαια: τον ακρωτηριασμό κάποιας μορφής. Αλλά μου φαίνεται, ότι οι περισσότεροι άνθρωποι θα προτιμούσαν να τους κόψουν π.χ. ένα χέρι, παρά να τους θανατώσουν.
Υπάρχει εδώ και καιρό ένας διάλογος ανοικτός στην Ελλάδα. Υπάρχουν σύγχρονοι Ελληνες διανοούμενοι που υποστηρίζουν ότι το Βυζάντιο δεν αξίζει να μελετηθεί ιδιαίτερα, ότι δε δημιούργησε τίποτε, ότι είχε σχολιαστές των γραφών κι όχι διανοούμενους. Με μια φράση «δεν ήταν και τίποτε αξιομνημόνευτο».
Νομίζω ότι αυτοί οι Ελληνες είναι πολύ άδικοι με τους βυζαντινούς τους προγόνους. Δεν ήταν μια κοινωνία χωρίς διανοούμενους -αρκεί να δεις τη δουλειά και την πρόοδο της βυζαντινής ιατρικής. Μπορεί να μη συμπαθεί κάποιος τη θρησκεία, αλλά μερικοί από τους εκκλησιαστικούς συγγραφείς όπως οι Καπαδόκες πατέρες, και πολλοί ακόμη, ως το Γρηγόριο τον Παλαμά, ήταν άνθρωποι μοναδικής πνευματικότητας... Υπήρχε έντονη διανόηση και πνευματική ζωή στο Βυζάντιο. Κυρίως δε, στο τέλος των βυζαντινών χρόνων, π.χ. στην Παλαιοντολόγεια περίοδο. Είναι αρκετά περίεργο πως, την ώρα που η αυτοκρατορία συρρικνώνονταν η διανόηση ήταν πιο ανθηρή από ποτέ.
Κάποιοι άλλοι υποστηρίζουν ότι δεν είχε τέχνη.
Τότε αυτοί δεν πρέπει να ξέρουν τίποτε από τέχνη. Η βυζαντινή τέχνη ήταν από τις μεγαλύτερες σχολές τέχνης παγκοσμίως. Κανένας αρχαίος Ελληνας δε θα μπορούσε να χτίσει την Αγία Σοφία, αυτό απαιτούσε πολύ βαθιά τεχνική γνώση. Κάποιοι, ξέρετε, υποστηρίζουν, ότι η βυζαντινή τέχνη είναι στατική. Δεν ήταν καθόλου στατική, αλλά ήταν μια σχολή τέχνης από τις σημαντικότερες στον κόσμο, που όσο περνά ο καιρός εκτιμάται όλο και περισσότερο, κι όσοι έλληνες διανοούμενοί σας λένε ότι το Βυζάντιο δε δημιούργησε τίποτε, είναι τυφλοί.
Αρα, όσοι χαρακτηρίζουν «απλή μίμηση κι αντιγραφή» τη βυζαντινή τέχνη, μάλλον σφάλουν.
Αν κάνεις κάτι άριστα, μπορείς να το επαναλάβεις άριστα. Αλλά υπήρχαν πάντα διαφορές. Βλέποντας μια εικόνα, μπορούμε τη χρονολογήσουμε -αν ήταν όλες ίδιες αυτό δε θα συνέβαινε. Υπάρχουν συγκεκριμένες παραδόσεις που διατηρούνταν, αλλά η τέχνη αυτή παρουσιάζει μεγάλες διαφορές από αιώνα σε αιώνα. «Κόλλησε» και παρέμεινε η ίδια μετά την πτώση της Τουρκοκρατίας, διότι έλειπαν από τη χώρα σας οι φωτισμένοι χορηγοί.* Η τέχνη των Παλαιολόγων είναι πολύ διαφορετική από την Ιουστινιάνεια. Φυσικά, είχε και αναλογίες, αλλά δεν ήταν μιμητική. Τα πράγματα είναι απλά: οι άνθρωποι που κατατρέχουν το Βυζάντιο ποτέ δεν το μελέτησαν, ξεκίνησαν με προκαταλήψεις εναντίον του. Δε γνωρίζουν τι κατόρθωσε, τι επετεύχθη.
Ελλάδα, Βυζάντιο, σύγχρονη Δημοκρατία
Υποστηρίζεται από ορισμένους ότι το βυζάντιο δεν ήταν Ελληνικό και δεν αποτέλεσε κανενός είδους συνέχεια της αρχαίας Ελλάδας. Δεν είχε δημοκρατία, ή έστω δημοκρατικούς θεσμούς.
Δε νομίζω ότι οι σύγχρονοι έλληνες είναι περισσότερο έλληνες από τους βυζαντινούς. Μέσα στο χρόνο, μες στους αιώνες, οι φυλές δε μένουν καθαρές, υπάρχουν όμως ορισμένα χαρακτηριστικά των πολιτισμών που παραμένουν εθνικά. Οι βυζαντινοί χρησιμοποιούσαν την ελληνική γλώσσα -που άλλαξε λίγο, αλλά οι γλώσσες αλλάζουν- ενδιαφέρονταν για τη φιλοσοφία και τη φιλοσοφική ζωή πάρα πολύ, ήταν μεν υπήκοοι ενός αυτοκράτορα, αλλά αυτός ο αυτοκράτορας έπρεπε να φέρεται σωστά, γιατί γίνονταν εύκολα λαϊκές εξεγέρσεις. Το χειρότερο που θα μπορούσαν να πουν για το Βυζάντιο είναι πως ήταν, μάλλον, ένα γραφειοκρατικό κράτος. Ομως είχε μια πολύ μορφωμένη γραφειοκρατία, πολύ πιο μορφωμένη από τους γραφειοκράτες του σημερινού κόσμου. Και, τι εννοείτε με τη λέξη «δημοκρατία»; Ηταν όλη η αρχαία Ελλάδα δημοκρατική; Οχι. Θα έλεγα στους Ελληνες που υποστηρίζουν κάτι τέτοιο, να διαβάσουν την ίδια τους την ιστορία, ειδικότερα της κλασσικής Ελλάδας. Εκεί, θα βρουν πολλά να κατακρίνουν... Ποτέ μου δεν κατάλαβα τι ακριβώς σημαίνει «δημοκρατία». Στα περισσότερα μέρη του κόσμου σήμερα, δημοκρατία σημαίνει να σε κυβερνούν τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, οι εφημερίδες, η τηλεόραση. Διότι, είναι θεμιτό να έχουμε αυτό που ονομάζεται «λαϊκή ψήφος» αλλά, από τη στιγμή που οι άνθρωποι δεν μπορούν να κρίνουν μόνοι τους -κι υπάρχουν πολλοί άνθρωποι στο σύγχρονο κόσμο που δε σκέφτονται- τότε μεταφέρουν την εξουσία στα χέρια όσων κατέχουν τα ΜΜΕ, οι οποίοι, με τη δύναμη που έχουν, θα έπρεπε να επιλέξουν το δύσκολο δρόμο και να μορφώσουν όλο τον κόσμο. Πολλοί εξ αυτών, όχι όλοι ευτυχώς, είναι ανεύθυνοι. Δημοκρατία μπορεί να υπάρξει μόνον εάν έχουμε ένα υψηλής μόρφωσης κοινό. Σε μία πόλη σαν την αρχαία Αθήνα υπήρχε δημοκρατία -χωρίς να σκεφτόμαστε πως περνούσαν οι σκλάβοι ή οι γυναίκες-, διότι οι άνδρες είχαν όλοι πολύ καλή μόρφωση. Συνήθως δεν εξέλεγαν τους κυβερνήτες τους, τραβούσαν κλήρο, σα να το άφηναν στα χέρια του Θεού -καμία σχέση με τη βουλή των κοινοτήτων.
Υπήρχε κοινωνικό κράτος στο Βυζάντιο;
Η Εκκλησία έκανε πολλά για τους ανθρώπους. Το Βυζάντιο είχε πλήρη κοινωνική αίσθηση. Τα νοσοκομεία ήταν πολύ καλά, όπως και τα γηροκομεία, τα οποία ανήκαν κυρίως στην Εκκλησία, αλλά όχι μόνο σε αυτήν -υπήρχαν και κρατικά. Ας μη ξεχνάμε ότι ένας από τους πιο υψηλόβαθμους αξιωματούχους του κράτους ήταν ο Ορφανοτρόφος. Σίγουρα η Εκκλησία έπαιξε βασικό κοινωνικό ρόλο. Δεν ήταν απλά ένα καθεστώς ερημιτών που κάθονταν στο Αγιον Ορος -ήταν κι αυτό, αλλά υπήρχε ένα σύστημα από μοναστήρια στις πόλεις. Τα μοναστήρια φρόντιζαν τους Οίκους για τους γέροντες, των οποίων οι μοναχοί μόρφωναν τη νεολαία -κυρίως τα αγόρια γιατί τα κορίτσια μορφώνονταν στο σπίτι- και τα περισσότερα παρείχαν πολύ καλή μόρφωση. Τα κορίτσια του Βυζαντίου είχαν πολλές φορές καλύτερη παιδεία διότι «απολάμβαναν» περισσότερη ιδιωτική, προσοχή. Νομίζω ότι η βαθμολογία που θα δίναμε στο κοινωνικό έργο της Εκκλησίας, στο Βυζάντιο είναι ιδιαίτερα υψηλή.
Και η παιδεία τους, κατά το Μέγα Βασίλειο, όφειλε να στηρίζεται στον Ομηρο, τον «διδάσκαλο των αρετών».
Ηταν γνώστες της αρχαίας ελληνικής Γραμματείας. Είναι αξιομνημόνευτο, ωστόσο, ότι δεν έδιναν μεγάλη σημασία στους Αττικούς Τραγωδούς, αλλά στους λοιπούς ποιητές. Υπάρχει η διάσημη ιστορία μιας ελκυστικής κυρίας, φίλης ενός αυτοκράτορα, που μας διηγείται η Αννα Κομνηνή. Την ώρα που η κυρία περνούσε, κάποιος της φώναξε έναν ομηρικό στίχο, που μιλούσε για την Ελένη στην Τροία, κι εκείνη κατάλαβε το υπονοούμενο. Δεν υπήρχε κανείς λόγος να της εξηγήσει κάποιος, ποιανού ήταν οι στίχοι. Ολα ανεξαιρέτως τα αγόρια και τα κορίτσια ήξεραν τον Ομηρο. Η Αννα Κομνηνή δεν εξηγεί ποτέ τα σημεία στα οποία αναφέρεται στον Ομηρο, όλοι οι αναγνώστες της τα γνώριζαν.
Αμόρφωτοι, δεν υπήρχαν στο Βυζάντιο;
Αλλα ήταν τα προβλήματα της βυζαντινής γραμματείας. Ηταν τόσο καλοί γνώστες της αρχαίας ελληνικής γραμματείας ώστε επηρεάστηκαν στη διαμόρφωση της γλώσσας. Πολλοί ιστορικοί ήθελαν να γράψουν σαν τον Θουκυδίδη, δεν ήθελαν να γράψουν στη γλώσσα που τους ήταν πιο φυσική αλλά στην αρχαία. Η μεγάλη τραγωδία των βυζαντινών γραμμάτων ήταν η εξάρτησή της από την κλασσική γραμματεία. Οχι γιατί δεν γνώριζαν αρκετά, αλλά γιατί γνώριζαν πολύ περισσότερα από όσα ήταν απαραίτητα, για το δικό τους «δημιουργικό» καλό.
Θα θέλατε να ζείτε στο Βυζάντιο;
Δεν ξέρω αν προσωπικά θα ταίριαζα στην εποχή του Βυζαντίου. Αν ζούσα τότε, σκέφτομαι ότι θα αναπαυόμουν σε κάποιο μοναστήρι, ζώντας, όπως πολλοί μοναχοί ζούσαν, μια ζωή διανοούμενου, χωμένος στις θαυμάσιες βιβλιοθήκες που διέθεταν. Δε νομίζω πως θα ήθελα μια ζωή στη βυζαντινή πολιτική, αλλά, είναι πολύ δύσκολο να βρεις μια περίοδο στην παγκόσμια ιστορία στην οποία θα ήθελες να ζήσεις... Ολα εξαρτώνται από το πολίτευμα, την κοινωνία, την τάξη στην οποία γεννιέσαι. Θα ήθελα να ζω στη Βρετανία του 18ου αιώνα αν είχα γεννηθεί αριστοκράτης, αλλιώς δε θα μου άρεσε καθόλου. Είναι πολύ δύσκολο να απαντηθεί το ερώτημά σας.
Εδώ είναι Βαλκάνια...
Η κατάσταση στη Βαλκανική σας ανησυχεί;
Με ενδιαφέρουν πολύ τα Βαλκάνια, είναι ένα μέρος του κόσμου που με «συντροφεύει» πολλά χρόνια, κι έτσι, φυσικά, και ενδιαφέρομαι και θλίβομαι. Δεν γνωρίζω τι μπορεί να φέρει το μέλλον. Ενα από τα πράγματα που με ενοχλεί ελαφρώς στα γηρατειά μου, είναι ότι, θα ήθελα να γνωρίσω τι θα συμβεί σε συγκεκριμένα μέρη του κόσμου -και κυρίως στα Βαλκάνια- σε μερικά χρόνια. Η Ελλάδα θα προχωρήσει, και από τις υπόλοιπες Βαλκανικές χώρες μάλλον και η Βουλγαρία. Αλλά για τη Ρουμανία και την Γιουγκοσλαβία... νοιώθω απελπισμένος όταν σκέφτομαι το μέλλον τους...
Μήπως τα Βαλκάνια πληρώνουν την ιστορία τους, σήμερα;
Κατά κάποιο τρόπο, ναι. Είναι μεγάλο πρόβλημα να έχεις μεγάλη ιστορία. Διότι, έχεις πολύ περισσότερες μνήμες από ότι μπορείς να σηκώσεις. Είναι μια τραγωδία στην περιοχή αυτές οι μνήμες, διότι έχεις να νοιαστείς για πάρα πολλά. Δεν κυλούν εύκολα τα πράγματα, λόγω της αρχαίας, με βαθιές ρίζες, μνήμης.
Πρόσφατα άνοιξε ένας παγκόσμιος διάλογος -και στη χώρα σας- για το κατά πόσον ο Γ' Παγκόσμιος Πόλεμος θα είναι θρησκευτικός.
Ανησυχώ για συγκεκριμένες θρησκείες, με ανησυχούν οι εξτρεμιστές μουσουλμάνοι, οι οποίοι αποτελούν ένα πολύ ρεαλιστικό κίνδυνο για τον πολιτισμό, αλλά η θρησκεία χρειάζεται. Οι άνθρωποι θα νοιώσουν ευτυχέστεροι, λιγότερο χαμένοι, με τη θρησκεία σήμερα. Το πρόβλημα είναι ότι δεν μπορούμε να έχουμε μία παγκοσμία θρησκεία, και οι διάφορες θρησκείες ποτέ δε συμπάθησαν ιδιαιτέρως η μία την άλλη. Η φιλανθρωπία δεν καλύπτει και το γείτονα της διπλανής πόρτας, αν αυτός πρεσβεύει άλλη θρησκεία. Δεν νομίζω, δηλαδή, ότι η θρησκεία θα είναι η σωτηρία, αλλά δεν γνωρίζω και τίποτε που να μπορεί να είναι η σωτηρία. Με τον πληθυσμό να αυξάνεται, είναι πολύ δύσκολο να βελτιωθούν τα δεδομένα της εκπαίδευσης, σε παγκόσμια κλίμακα. Απλώς, ποτέ δε θα υπάρξουν αρκετοί δάσκαλοι στον κόσμο, τουλάχιστον μορφωμένοι δάσκαλοι. Φοβάμαι πως είμαι απαισιόδοξος.
Ορθοδοξία, η αγαπημένη
Πώς βλέπετε την Ορθοδοξία μες σε αυτό τον κύκλο;
Εχω μεγάλο σεβασμό για τα χριστιανικά δόγματα, και κυρίως για την Ορθοδοξία, διότι μόνον η Ορθοδοξία αναγνωρίζει πως η θρησκεία είναι μυστήριο. Οι ρωμαιοκαθολικοί κι οι προτεστάντες θέλουν να τα εξηγήσουν όλα. Είναι άσκοπο να πιστεύεις σε μία θρησκεία, θεωρώντας ότι αυτή η θρησκεία θα σε βοηθήσει να τα καταλάβεις όλα. Ο σκοπός της θρησκείας είναι ακριβώς για να μας βοηθάει να κατανοήσουμε το γεγονός ότι δε μπορούμε να τα εξηγήσουμε όλα. Νομίζω πως η Ορθοδοξία συντηρεί αυτό το πολύτιμο αίσθημα του μυστηρίου.
Μα, χρειαζόμαστε το μυστήριο;
Το χρειαζόμαστε, χρειαζόμαστε αυτήν τη γνώση που λέει πως στο σύμπαν υπάρχουν πολύ περισσότερα από αυτά που μπορούμε να κατανοήσουμε. Χρειαζόμαστε την διανοητική μετριοφροσύνη, κι αυτή απουσιάζει, ειδικά μεταξύ των Δυτικών Εκκλησιαστικών ανδρών.
Αυτό είναι χαρακτηριστικό της σχέσης των ορθοδόξων με τους αγίους τους -ο σεβασμός της ταπεινότητας. Πώς σχολιάζετε το γεγονός ότι αρκετοί άγιοι ανακατεύτηκαν στην πολιτική ή άσκησαν πολιτική;
Ολοι όσοι θέλουν να επηρεάσουν άλλους ανθρώπους ασκούν πολιτική, και είναι πολιτικοί. Πολιτική σημαίνει να προσπαθείς να οργανώσεις την Πόλιν με ένα νέο τρόπο σκέψης. Οι άγιοι είναι πολιτικοί. Ποτέ δεν πίστεψα ότι μπορείς να διαχωρίσεις την πίστη προς τους Αγίους από τη διανόηση. Επιστρέφω σε όσα είπα για τις εκκλησίες. Από τη στιγμή που προσπαθείς να εξηγήσεις τα πάντα, καταστρέφεις ουσιαστικά αυτό που θα έπρεπε να αποτελεί την ανθρώπινη διαίσθηση, αυτή που συνδέει τη διανόηση με τους αγίους και την αίσθηση του Θεού.
Διανόηση, πολιτική και πίστη στα Θεία, λοιπόν, μπορούν να βαδίζουν μαζί;
Αποτελεί παράδειγμα η πόλη σας, η Θεσσαλονίκη. Ηταν πολύ φημισμένη για τους διανοητές της, ειδικά στα ύστερα βυζαντινά χρόνια. Αλλά είχε και βοήθεια από τους στρατιωτικούς της που, όπως ο Αγιος Δημήτριος, που έρχονταν να τη σώσουν στη σωστή στιγμή. Η πίστη στους Αγίους σου δίνει κουράγιο να υπερασπιστείς την πόλη από τις επιθέσεις, όπως έκανε κι ο Αη-Δημήτρης.
Πώς βλέπετε τις άλλες εκκλησίες;
Η ρωμαιοκαθολική εκκλησία ήταν πάντα και πολιτικό ίδρυμα, εκτός από θρησκευτικό, και πάντα ενδιαφερόταν για το νόμο. Πρέπει να θυμόμαστε πως, όταν η ρωμαϊκή αυτοκρατορία κατέρρευσε στη Δύση και ήρθαν τα βαρβαρικά βασίλεια, οι ρωμαίοι άρχοντες χάθηκαν αλλά οι εκκλησιαστικοί άνδρες παρέμειναν, κι ήταν κι οι μόνοι με ρωμαϊκή μόρφωση. Οπότε, αυτοί χρησιμοποιήθηκαν από τους βάρβαρους βασιλείς για να εφαρμόσουν το νόμο. Ετσι, η Δυτική Εκκλησία «ανακατεύτηκε» με το νόμο. Τον βλέπεις το νόμο στη ρωμαιοκαθολική Εκκλησία: θέλει να είναι όλα νομικά κατοχυρωμένα. Στο Βυζάντιο -και είναι ενδιαφέρον πώς μετά την τουρκική κατάκτηση τα υποστρώματα παραμένουν- η Εκκλησία ενδιαφέρεται μόνον για τον Κανόνα, το νόμο των γραφών. Δεν έχει την επιθυμία να καθορίσει τα πάντα. Στις δυτικές Εκκλησίες που αποσχίστηκαν από τη ρωμαιοκαθολική, η ανάγκη του νόμου, του απόλυτου καθορισμού, έχει κληρονομηθεί. Εχει πολύ ενδιαφέρον να μελετήσει κανείς -και μελετώ εδώ και καιρό- το διάλογο ανάμεσα στην Αγγλικανική Εκκλησία του 17ου αιώνα και την Ορθόδοξη. Οι Αγγλικανοί ήταν ιδιαίτερα ανάστατοι διότι δεν μπορούσαν να καταλάβουν τι πίστευαν οι Ορθόδοξοι σχετικά με την μεταβολή του οίνου και του άρτου σε αίμα και σώμα. Οι Ορθόδοξοι έλεγαν «είναι μυστήριο, που δεν μπορούμε να κατανοήσουμε. Πιστεύουμε ότι γίνεται, αλλά το πώς δεν το γνωρίζουμε». Οι Αγγλικανοί -όπως κι οι ρωμαιοκαθολικοί- ήθελαν μια καθαρή εξήγηση. Αυτή είναι η τυπική διαφορά των Εκκλησιών και γι'αυτό ακριβώς αγαπώ τους Ορθοδόξους.
Τι γνώμη έχετε για τους νεοέλληνες;
Υπάρχει ακόμη ζωντανή στο λαό αυτή η γρήγορη κατανόηση των πραγμάτων και των καταστάσεων. Υπάρχει έντονη επίσης, η άλλη ποιότητα των Βυζαντινών: η ζωηρή περιέργεια. Και οι νεοέλληνες έχουν, όπως είχαν κι οι Βυζαντινοί, αντίληψη της σημασίας τους στην ιστορία του πολιτισμού. Ολα αυτά δείχνουν μία ιστορική ενότητα, άλλωστε κανείς λαός δεν διατηρεί όλα τα χαρακτηριστικά του απείραχτα. Πολλά εξαρτώνται από τη γλώσσα, που είναι ο καλύτερος τρόπος συντήρησης της παράδοσης. Η γραμματεία του Βυζαντίου πληγώθηκε από τη σχέση της με την αρχαία γραμματεία. Ευτυχώς, οι νεοέλληνες έχουν τη δημοτική που επέτρεψε στην νεοελληνική γραμματεία να προχωρήσει, να εξελιχθεί μ' έναν τρόπο που οι βυζαντινοί δεν κατάφεραν, με εξαίρεση την κρητική λογοτεχνία και το Διγενή. Τα μεγάλα βυζαντινά αριστουργήματα ήταν μάλλον λαϊκά.
Βόλτα στον Κήπο και Ιστορίες Ποίησης**
Πρωτογνώρισα το Σεφέρη όταν ήμουν στην Ελλάδα, αμέσως μετά τον πόλεμο. Οταν ήρθε πρεσβευτής στο Λονδίνο, τον έβλεπα πολύ συχνά. Εκείνη την εποχή, περνούσα πολύ καιρό σε ένα νησί στη Δυτική Ακτή της Σκωτίας, με πολύ μαλακό κλίμα λόγω του Ρεύματος του Κόλπου. Μια αλέα με φοινικιές οδηγούσε στο σπίτι μου. Ηρθε κι έμεινε μαζί με τη γυναίκα του. Ο καιρός ήταν υπέροχος, όπως συμβαίνει συχνά εκεί, και μου είπε «Είναι πιο όμορφα κι από τα ελληνικά νησιά» -κάτι πολύ ευγενικό εκ μέρους του. Είχαμε τακτική αλληλογραφία μέχρι το θάνατό του... Οταν έφυγε από το Λονδίνο για την Αθήνα, μου χάρισε την κάβα του, μια κάβα αποτελούμενη αποκλειστικά από ούζο και ρετσίνα. Ακόμη δεν έχω πιει όλο το ούζο, έχω... Είχε πει ότι 'Οι Κέλτες είναι οι ρωμιοί του Βορρά', ναι, το διασκέδαζε να κάνει τέτοια σχόλια. Αν κι εδώ έχει αρκετό δίκαιο...
Ο Καβάφης είναι από τους μεγαλύτερους ποιητές του κόσμου, και μάλιστα πρωτότυπος... Εκείνον που δε μπορώ να διαβάσω είναι ο Καζαντζάκης, τον γνώριζα προσωπικά, αλλά δεν μπορώ να τον διαβάσω, ποτέ δε μου άρεσε για να είμαι ειλικρινής. Μ' αρέσει ο Ελύτης και πότε-πότε βρίσκω κάτι σημαντικό στο Σικελιανό. Τους νεώτερους δεν τους γνωρίζω, σταμάτησα να παρακολουθώ, κι όπως ξέρετε ανήκω σε μια πολύ παλιά γενιά.
ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
* Οι βυζαντινοί αγιογράφοι δε μας είναι γνωστοί, διότι ο δημιουργός του ναού θεωρούνταν ο χορηγός, εκείνος που έδινε τα χρήματα και βεβαίως είχε άποψη επί του συνόλου. Σε ελάχιστες περιπτώσεις γνωρίζουμε το όνομα ενός αγιογράφου ή αρχιτέκτονα, στους έντεκα αιώνες του Βυζαντίου, αλλά σχεδόν πάντα μας είναι γνωστό το όνομα του χορηγού.
** Ο σερ Στήβεν μας ξενάγησε στον κήπο του σπιτιού του, μετά τη συνέντευξη, μιλώντας ελεύθερα, για τους αγαπημένους Ελληνες φίλους του. Η κουβέντα ήταν σχεδόν ολόκληρη «off the record», εκτός των αποσπασμάτων που δημοσιεύονται εδώ, τα οποία εν γνώσει του ειπώθηκαν «on camera», καθώς μας έδειχνε το αρχαιότερο δέντρο του κήπου του.
Πηγή: www.ecclesia.gr
Το αληθινό Βυζάντιο.
Τι ήτανε , αληθινά το Βυζάντιο, εκείνη η Κωνσταντινούπολη; Παραμυθένις κόσμος! Όχι μονάχα η αρχαία πολιτεία, μα και η καινούργια, ως του σουλτάν-Χαμίτ τα χρόνια. …
Στα χρόνια των Βυζαντινών «η βασιλεύουσα Πόλις» θα είχε μια εξωτική κι αλλόκοτη μεγαλοπρέπεια. Χίλοι κουμπιέδες (τρούλλοι) κατάχρυσοι λαμποκοπούσανε μέσα στη βλογημένη αυτή αφεντοπολιτεία. Στη μέση στεκότανε, σαν ήλιος, η Αγιά Σοφιά, και γύρω της ήτανε σκορπισμένες οι άλλες εκκλησίες με τους χρυσούς κουμπιέδες , σφαίρες ουράνιες, που λες και γυρίζανε γύρω στον ήλιο. Δεν φαινότανε πως ήταν κτίρια κανωμένα από τον άνθρωπο αλλά σαν να κατεβήκανε από τον ουρνανό και σταθήκανε απάνω στη γη. Κι από μέσα ήτανε καταστολισμένες με ψηφιά , με χρωματιστά μάρμαρα , με σμάλτα, με ζωγραφιές, που θαρρούσε κανένας πως μπαίνει σε ουράνια παλάτια. Είχανε δίκιο οι παλιοί Κινέζοι που λέγανε πως αυτά τα κτίρια ήτανε, «κάποια παλάτια μεγάλα και λαμπερά, που από μέσα μοιάζανε σαν τα χρυσά φτερά του φασιανού την ώρα που πετά».
Ανάμεσα στις ακαταμέτρητες εκκλησίες , στα παλάτια και στα μοναστήρια, που σκεπάζανε ανεξερεύνητα μυστήρια, ήτανε χτισμένα τα σπίτια και τα αμέτρητα παζάρια που μερμίγκιαζε ο κόσμος, κόσμος καλοπερασμένος, τα χάνια, τα μαγαζιά, φωλιές γεμάτες ζωή και κίνηση. Εδώ κι εκεί πρασινίζανε κάποια περιβόλια με ψηλά δένδρα μέσα στην πολιτεία, μα ένα γύρω τη ζώνανε, σαν ολόδροσο στεφάνι, ανθισμένοι κήποι, δάση με πλατάνια, με δρύς, με κυπαρίσσια, με καβάκια (λεύκες), που ρίχνανε τον πυκνό ίσκιο τους απάνω σε ξωτικά κιόσκια, σε βρύσες με κρυσταλλένια νερά, ενώ από παντού χλιμιντρούσανε χαρούμενα τα λυγερά άτια (άλογα) της Ανατολής, κι ακουγότανε κάτι τραγούδια που μοιάζανε με ψαλμωδίες. Ανάμεσα στα δέντρα βοσκούσανε ζαρκάδια.
Μα σαν γύριζε κανένας τη ματιά του κατά τη θάλασσα, ευφραινότανε ακόμα πιο πολύ από το θαυμαστό πανόραμα. Ο Βόσπορος, αυτός ο εξαίσιος θαλασσινός ποταμός, δρόσιζε με τα νερά του τα πόδια της πολιτείας, ρεματίζοντας ανάμεσα σ’ αυτή και την καταπράσινη Ανατολή , με τη Χρυσούπολη και με τα παλάτια που παραθερίζανε οι Κωνσταντινουπολίτες.. Όπου να στεκότανε άνθρωπος έβλεπε μπροστά του ένα μαγικό θέαμα, τις ήμερε ακρογιαλιές του μπογαζιού ανάμεσα στα δέντρα που βουΐζανε από το γλυκό φύσημα τ’ αγεριού. Ακαταμέτρητο πλήθος από καράβια λογιών –λογιών, από βάρκες, από μαούνες, από καΐκια, από μπιαντάδες, αρμενίζανε παντού, άλλα με πανιά κι άλλα με κουπιά. Τα λιμάνια ήτανε γεμάτα από καράβια αραγμένα τους μόλους ή φουνταρισμένα ανοιχτά. Κάστρα θεόρατα, τρίδιπλα και ακατάλυτα, ζώνανε της αξετίμητη πολιτεία, απο στεριά και από θάλασσα, με χίλιες καστρόπορτες, μ’ αμέτρητες τάμπιες και πύργους, όλα αρματωμενα καλά με στρατό, με βάρδιες που ξαγρυπνούσανε.
Το Σαββατόβραδο , κατά το δειλινό, η ατμόσφαιρα γέμιζε από τη γλυκειά βουή που κάνανε χιλιάδες καμπάνες και που ανέβαινε σαν ψαλμωδία απάνω από την αγιασμένη πολιτεία , από τη Νέα Σιών , «ήχος καθαρός εορταζόντων». Πανηγυρική μεγαλοπρέπεια! Μοναχά το Βυζάντιο κατέβασε στη γη την ουράνια αρμονία.
Για τους Βυζαντινούς , η πατρίδα τους ήτανε η Κιβωτός της αληθινής θρησκείας, και είχανε πόθο να τραβήξουνε μέσα σ’ αυτή όλα τα έθνη της γης, και να τα σώσουνε φωτισμένα από το ανέσπερο φώς του Ευαγγελίου. Γι’ αυτό , ένας αυτοκράτορας μιλώντας στους στρατηγούς του που πηγαίνανε να πολεμήσουνε καταπάνω σε βάρβαρους λαούς, τους παράγγελνε να φέρονται με ευσπλαχνία στους νικημένους και να μην τους βιάζουνε να πληρώσουνε φόρους. «εμείς, έλεγε, δεν θέλουμε να σκλαβώσουμε τους άλλους , αλλά η δόξα μας κι η τιμή μας είναι να γίνουνε ευτυχισμένοι κι ελεύθεροι μαζί μας». όσοι αλλόθρησκοι πηγαίνανε στην Πόλη από ξένες χώρες απορούσανε πως γινότανε οι χριστιανοί , που είχανε τέτοια πολούσια και μεγαλόπρεπη πολιτεία, να λατρεύουνε για Θεό τους έναν ταπεινόν, τυραννισμένον, καρφωμένον απάνω σ’ ένα ξύλο, ενώ περιμέναμε να δούνε να προσκυνάνε κάποιο είδωλο χρυσοντυμένο, με περήφανη όψη, με κορμί γίγαντα.
Στο Βυζάντιο η θρησκεία βασίλευε απάνω σε όλα. Με όλη τη ζωηρή δρατηριότητα που είχανε οι Βυζαντινοί στα εγκόσμια , η σκέψη τους και η καρδιά τους ήτανε πάντα γυρισμένη στην άλλη ζωή, στην αιώνια ζωή. Στο νού τους είχανε μέρα- νύχτα τα λόγια του Παύλου: «Ου γαρ έχωμεν ώδε μένουσαν πόλιν , αλλά την μέλλουσα επιζητούμεν». Τούτη η αφοσίωση στη μέλλουσα ζωή , στην βασιλεία των ουρανών , έκανε ώστε και το σύστημα της επίγειας ζωής τους να πάρει κάποιον χαρακτήρα αιωνιότητας, σαν μια ατελής προεικόνιση «εκείνου του αιωνίου, του θαυμαστού». Όχι μονάχα τα θρησκευτικά αισθήματα, μα και τα κοσμικά ,είχανε χαρακτήρα λειτουργικόν. Για όποιον είναι σε θέση να νοιώσει καλά τι είναι αυτό το «λειτουργικό», ποτές άλλη φορά η ομαδική ζωή των ανθρώπων δεν έφτασε σ ένα τέτοιο πνευματικό ύψος. Όσοι θελήσανε και θέλουνε να κρίνουνε το Βυζάντιο με τον συνηθισμένον χονδροειδή αντιπνευματικόν τρόπο και με τις γνωστές ανόητες ευφυολογίες, και να ονομάζουνε «βυζαντινισμό» κάθε αφηρημένη συζήτηση και ουτοπία, αυτοί φανερώνουνε μ’ αυτό πόσο ανίδεοι είναι από αληθινή πνευματικότητα, με όλους τους ψεύτικους τίτλους της σοφίας και της επιστήμης που είναι στολισμένοι.
Απάνω στο Βυζάντιο ήτανε γραμμένος ο λόγος του Παύλου: «ο καυχώμενος , εν Κυρίω καυχάσθω». Όλες οι καρδιές , από τον βασιλιά ως τον πιο φτωχό καντηλανάφτη, ή βαρκάρη , ή στρατιώτη ή ξωχάρη , αυτά τα λόγια είχανε μέσα. Η προσευχή ήτανε η ζωή τους. Κι η τυπική ακόμα ευσέβεια σε κάποιους αυτοκράτορες ή άρχοντες, δείχνει πως υποταζόντανε στον πνευματικό νόμο της θρησκείας κι εκείνοι που δεν ήτανε σε θέση να τον νοιώσουνε και να ευφρανθούνε από τη γλυκύτητα «του ζώντος ύδατος του αλλόμενου εις ζωήν αιώνιον». Ακόμα κι εκείνοι που δε μπορούσανε να νικήσουνε τη φυσική κακία τους, ήτανε ευλαβείς, ένα πράγμα παράδοξο.
Ο Νικηφόρος Φωκάς έκανε κάθε μέρα την προσευχή του , και στον πόλεμο φορούσε από μέσα, κάτω από τον θώρακα του ένα παλιοράσο του θείου του ασκητή Γεωργίου του εν Μαλεώ που είχε αγιάσει , για να τον φυλάγει. Ο Αλέξιος Κομνηνός όποτε ήτανε να πάγει σε καμμιά εκστρατεία, έβαζε τα πολεμικά σχέδια του κάτω από την αγία Τράπεζα, κι όλη τη νύχτα προσευχότανε γονατιστός απάνω στα σκαλοπάτια του ιερού , και το πρωΐ έπαιρνε το σχέδιο που έβγαινε κάτω από το σκέπασμα της αγίας Τράπεζας, γιατί πίστευε πως του το έδινε ο αρχάγγελος Μιχαήλ. Ο Ιωάννης Τσιμισκής γονάτιζε σαν παιδί μπροστά στην αγία Τράπεζα της Αγίας Σοφίας με δάκρυα να του δώσει ο Θεός έναν άγγελο φύλακα που να τον φωτίζει κατά τον πόλεμο.
Όσο σφίγγεται το Βυζάντιο από τους βαρβάρους, κι όσο η ψυχή υποφέρνει και πονά, τόσο γυρίζει τα μάτια του κατά τον ουρανό. Ο βασιλιάς Θεόδωρος Δούκας ο Λάσκαρις σύνθεσε τον Μέγαν Παρακλητικόν Κανόνα στην Παναγία, που είναι γεμάτος από συντριβή , ταπείνωση και πίστη. Ο Λέων ο Σοφός εποίησε τα εξαίσια Εωθινά που τα ψέλνουν στον Όρθρο κάθε Κυριακή κι ο γυιός του Κωνσταντίνος φιλοτέχνησε τα Εξαποστειλάρια. Κι άλλοι πολλοί βασιλιάδες ψέλνανε ή υμνογραφούσανε. Αλλά κι οι ομιλίες που κάνανε στους στρατιώτες και στον λαό, είχανε κι εκείνες ύφος θρησκευτικό κι ήταν ε γεμάτες ευλάβεια και πίστη. Ο πικραμένος λόγος που έβγαλε ο τελευταίος βασιλιάς , Κωνσταντίνος ο Παλαιολόγος , ήτανε σαν νεκρώσιμο τροπάρι. Το Βυζάντιο είναι ο προεικόνιση απάνω στη γη της βασιλείας των ουρανών , όσο ήτανε δυνατό να πραγματοποιηθεί από την ανθρώπινη ατέλεια μέσα στον κόσμο της φθοράς.
Σαν μπήκανε οι Σταυροφόροι σ’ αυτή την πολιτεία του Χριστού, δεν καταλάβανε τίποτα από τον μυστικό πλούτο που έκλεινε μέσα της, μ’ όλο που λεγότανε Χριστιανοί . αυτοί θαμπωθήκανε από «το έξωθεν του ποτηρίου και της παροψίδος», από τα κτίρια, από τα πλούτη της, από τα υλικά πράγματα που κρύβανε από κάτω τους τα πνευματικά μυστήρια, όπως η στολή του αρχιερέως συμβολίζει, με το χρυσάφι και τις πολύτιμες πέτρες, την πνευματική μεγαλοπρέπεια της λατρείας. Εκείνοι οι βάναυσοι τυχοδιώκτες κοιτάζανε με λαιμαργία τα ακριβά στολίσματα της Πόλης , και θέλανε να τα’ αρπάξουνε για να τα φάνε.
Που να καταλάβουνε πως εκείνη η μεγάλη εκκλησία ήτανε εκκλησία της Σοφίας του Θεού. Κανωμένη κατά τον ναό του Σολομώντος, που τον στόλισε με ό, τι ακριβό και θαυμαστό είχε ο άνθρωπος για να τιμήσει τον Θεό. Που να καταλάβουν εκείνη την αρχιτεκτονική , εκείνη την αγιογραφία, τα σκεύη, την ψαλμωδία, την υμνωδία, που όλα ήτανε ήχοι που βγαίνανε από σάλπιγγες πνευματικές. Αυτοί αρπάξανε τα μαλάματα, τα δισκοπότηρα , τα άμφια, τα καπάκια από τα Ευαγγέλια, καόμα και τα ψηφιά από τους τοίχους. Τα βιβλία που είχε μυριάδες ή τα κοιτάζανε με απορία, σε τι θα μορούσανε να χρειασθούνε, και τα πετούσανε. Το ίδιο και τα εξαίσια εικονίσματα, έργα αξετίμητα, τα καίγανε από φανατισμό ή λιανίζανε κρέας απάνω τους. Τέτοιος είχε καταντήσει ο Χριστιανισμός σ’ αυτούς τους υλόφρονες βαρβάρους, που καταβρωμίζανε την πηγή απ’ όπου τον πήρανε.
Ύστερα από αιώνες οι απόγονοι τους ημερέψανε, χτίσανε μεγάλες πολιτείες, ανοίξανε πανεπιστήμια, κάνανε βιβλιοθήκες, μουσεία, ακαδημίες. Μα με όλα αυτά δεν είναι σε θέση να νιώσουνε πάλι τι είναι το Βυζάντιο. Γι’ αυτούς είναι κεκλεισμένη η Πύλη η κατά Ανατολάς. Επειδή εργάζονται την βρώσιν την απολλυμένην». Επειδή , κατά τον ευαγγελιστή Ιωάννη, «ο ων εκ της γης, εκ της γης εστί και εκ της γης λαλεί». Ερευνούν εξωτερικά με «τον νούν της σαρκός αυτών», χωρίς να μπορούνε να πάνε πιο βαθειά απ’ ό, τι νοιώθουνε οι σαρκικές αισθήσεις. …
Το Βυζάντιο είναι όπως «η Ιερούσαλήμ και η βασιλεία του Θεού, η εντός ημών κεκρυμμένη. Αυτή η χώρα νεφέλη εστί της δόξης του Θεού, εις ην μόνον οι καθαροί τη καρδία εισελεύσονται του θεάσασθαι το πρόσωπον του Δεσπότου και καταυγασθήναι τους νόας αυτών διά της ακτίνος και λαμπηδόνος του φωτός Αυτού».
Η προσφορά του Μεγάλου Κωνσταντίνου
Ο Μέγας Κωνσταντίνος:
1. Κατήργησε τη σταύρωση , που ήταν η συνηθισμένη φρικαλέα ποινή των δούλων. 2. Aπαγόρευσε να στιγματίζονται οι καταδικασμένοι με σημάδια ατιμωτικά επί του προσώπου τους. 3. Κατήργησε τους αγώνες των μονομάχων. 4. Kήρυξε έγκυρη την απελευθέρωση δούλων , απλώς με αναγγελία της στο ναό, ενώπιον του λαού και του κλήρου. 5. Για να προλάβει την έκθεση ή πώληση παιδιών , όπου υπήρχε τέτοια συνήθεια, χορηγούσε διατροφή απ’ το δημόσιο ή το αυτοκρατορικό ταμείο στις φτωχές οικογένειες. 6. Κήρυξε ενόχους ανθρωποκτονίας τους κυρίους των οποίων η κακούργα μεταχείριση επέφερε θάνατο στον δούλο. 7. Απαγόρευσε στους ενοικιαστές δημοσίων κτημάτων να χωρίζουν τους άνδρες από τις γυναίκες των , τους γονείς από τα παιδία των, τους αδελφούς από τις αδελφές, η δε αρχή αυτή βαθμηδόν επεξετάθη σε όλους τους δουλοπάροικους οποιωνδήποτε ακινήτων. 8. Κατάργησε τις ποινές κατά της αγαμίας και της χηρείας, αναγνωρίζοντας την ελευθερία της προσωπικής καταστάσεως. 9. Με σειρά νόμων αναγνώρισε για νομικό πρόσωπο την Εκκλησία και τη συνέδεσε με επίσημες σχέσεις με το κράτος, κήρυξε δε τις υπέρ αυτής διαθήκες έγκυρες. 10. Παρεχώρησε στους Επισκόπους δικαστική δικαιοδοσία και επί υποθέσεων μικτής χρήσεως δηλαδή εκκλησιαστικής και αστικής. 11. Αναγνώρισε στους Χριστιανούς το δικαίωμα προτιμήσεως της επισκοπικής δικαστικής δικαιοδοσίας και της μεταφοράς ενώπιον ειδωλολατρών δικαστών εκκρεμούς δίκης ενώπιον του επισκόπου τους. 12. Στις 3 Ιουλίου 321 μ.Χ. θέσπισε τον νόμο υπέρ της Κυριακής αργίας.
Άρθρο του Ανδρ. Ταμπακόπουλος στον ‘Εθνικός Κύρυξ’ Πατρών 27.12.1999.
Η γνησιότητα των τέκνων του Θεού
Πολλές φορές ο άνθρωπος βρίσκεται αντιμέτωπος σκληρά με την κακία των ανθρώπων που πολυποίκιλα του επιτίθενται . Μέσα του ξεσηκώνεται το παράπονο και η πικρία από την αδικία, η εκδικητικότητα και η ανάγκη να αμυνθεί και να βρει τα δίκαιά του και να κατοχυρώσει το πρόσωπο του, ζει κυριολεκτικά ένα εσωτερικό μαρτύριο. Δεν είναι τόσο ο πόνος του κακού που δέχτηκε, αλλ’ όσο η ταραχή της πικρίας και της εκδικητικότητος που κατέχει την ψυχή του. Αυτός είναι χειρότερος από τους εχθρούς του που του έκαναν το κακό και ησύχασαν.. πως άραγε μπορεί ο ίδιος να λυτρωθεί;
Ο πρώτος τρόπος για να ξεφύγει ο άνθρωπος από την ένταση αυτή είναι να σκύψει και να δει τα δικά του πολλά αμαρτήματα και μετά δακρύων και εξομολογήσεως να τα εξαλείψει και ο δεύτερος να ζήσει σαν γνήσιο παιδί του Θεού που ξέρει να συγχωρεί εκ καρδίας. Είναι ο μόνος καλός τρόπος που συνιστά ο Ιερός Πατήρ (Ι.Χρυσόστομος).
«αν αναλογισθεί κανείς με ακρίβεια τα αμαρτήματα της κάθε ημέρας, τότε θα κατανοήσει πόσων κακών είμαστε υπεύθυνοι και πόσο ανάγκη της συγχωρήσεως έχουμε από τον Θεό. Και αν σκύψει ο άνθρωπος στα δικά του αμαρτήματα για να τα δει, δεν του φτάνει ο χρόνος για να ασχοληθεί με τα λίγα σφάλματα του άλλου. Η συγχώρηση των αμαρτιών των άλλων κάνει τον άνθρωπο γνήσιο τέκνο του Θεού και όμοιο με τον Πατέρα του, τον Χριστό. Ας παύσουμε αυτήν την αρρώστια και την μαία της μνησικακίας και της οργής και της πικρίας και ας δείξουμε την φιλοφροσύνη σ’ όσους μας έχουν λυπήσει , για να γίνουμε όμοιοι με τον Πατέρα μας τον εν τοις ουρανοίς. Και θα σταματήσουμε την μνησικακία, αν θυμηθούμε τα δικά μας αμαρτήματα, αν με πολλή ακρίβεια εξετάσουμε όλα τα αμαρτήματα , τα μέσα μας και τα έξω, τα στην αγορά και τα στην εκκλησία.
Αρχιμ. Σεβαστιανού Τοπάλη
Μετάνοια και Ψυχική Υγεία
Κατά τον Ιερό Χρυσόστομο
Παρασκευή 25 Σεπτεμβρίου 2009
Πνευματικά συνεργεία οι ακολουθίες
Μόνιμος υπάλληλος, σου λέει, στο Δημόσιο. Τι είναι αυτό μπροστά στην αιωνιότητα; Έχουμε εξασφαλίσει θέση μονιμότητος Εκεί;
Γέροντος Ευσεβίου Γιαννακάκη
Πέμπτη 24 Σεπτεμβρίου 2009
Αόρατος Πόλεμος-Νικοδήμου του Αγίορείτου(2)
Καθώς έχει αναπόφευκτο χρέος κάθε χριστιανός, όταν χάσει την ειρήνη της καρδιάς του , να κάνει όλο εκείνο , που μπορεί για να την ξαναλάβει, έτσι πάλι πρέπει να ξέρει , πως κανένα συμβάν του κόσμου , που μπορεί να του τύχει , δεν είναι δίκαιο και εύλογο να τον στερεί ή να του συγχύζει αυτή την ειρήνη. Πρέπει , ναι, να λυπόμαστε για τις αμαρτίες μας, αλλά με ένα πόνο ειρηνικό κατά τον τρόπο που προηγουμένως έδειξα σε πολλά σημεία. Και έτσι χωρίς ενόχληση της καρδιάς, ας συμπονούμε με ευσεβή διάθεση αγάπης, κάθε άλλον αμαρτωλό και ας κλαίμε εσωτερικά το λιγότερο∙ δηλ. ας πενθούμε για τα σφάλματα του. Για τα άλλα όμως συμβάντα , τα βαριά και βασανιστικά, που μας έρχονται, σαν ασθένειες, πληγές, θάνατοι των συγγενών μας, λοιμικοί νόσοι, πόλεμοι, πυρκαγιές και άλλα παρόμοια κακά, και αν οι κοσμικοί τα αποστρέφονται τις περισσότερες φορές ως ενοχλητικά της φύσεως, μ’ όλο τούτο μπορούμε μα την χάρη του Θεού , όχι μόνο να τα υποφέρουμε, αλλά και να τα θέλουμε και να τα αγαπούμε, ως δίκαια καλά∙ διότι σε αυτόν τον σκοπό αποβλέποντας συν-αρέσκεται ακόμη και ο Κύριος μας και Θεός σε αυτά, που μας στέλνει∙ του οποίου το θέλημα ακολουθώντας εμείς θα περάσουμε με καρδιά ήσυχη και αναπαυμένη σε όλες τις θλίψεις και βάσανα της παρούσης ζωής. Και ας είσαι βέβαιος ότι κάθε ενόχληση και ταραχή της καρδιάς μας δεν είναι αρεστή στους θείους οφθαλμούς∙ διότι, ότι λογής αυτή και αν είναι, πάντοτε είναι συντροφιασμένη από ατέλεια και πάντοτε προέρχεται από κάποια κακή ρίζα της φιλαυτίας μας.
Γι’ αυτό να έχεις πάντοτε άγρυπνα μία σκοπιά, η οποία αμέσως μόλις θα δει κάτι, που μπορεί να σε ενοχλήσει και να σε συγχύσει, ας σου κάνει σημάδι, για να λαμβάνεις είδηση και να πιάνεις τα άρματα στο να διαφεντεύεσαι συλλογιζόμενος, ότι όλα εκείνα τα κακά και άλλα παρόμοια πολλά, αν και φαίνονται εξαιρετικά και κατά την αίσθηση κακά, δηλαδή κάκιστα, όμως δεν είναι αληθινά κακά ούτε μπορούν να μας αφαιρέσουν τα αληθινά καλά, και ότι όλα τα προστάζει ή τα παραχωρεί ο Θεός για τους λεγομένους ορθούς και συμφέροντες σκοπούς και για άλλα , που δεν είναι γνωστά σε μας, αλλά δικαιότατα και αγιότατα αναμφίβολα. Και αν σε κάθε συμβάν θλιβερό και ενάντιο κρατιέται η καρδιά σου έτσι αναπαυμένη και ειρηνική, μπορεί να σου γίνεται κέρδος πολύ∙ αν όμως ταράσσεται , να ξέρεις ότι κάθε γύμναση που κάνεις σου αποδίδει ή κανένα ή πού λίγο καρπό.
Αφήνω να λέω και αυτό, πως όταν η καρδιά θορυβείται και ταράσσεται , είναι πάντοτε υποκείμενη σε διάφορα κτυπήματα και πολέμους των εχθρών∙ και το περισσότερο , διότι όταν είμαστε ταραγμένοι, δεν μπορούμε να δούμε καλά και να διακρίνουμε την ευθεία οδό και τον ασφαλή δρόμο της αρετής, ο εχθρός μας λοιπόν διάβολος, που μισεί πολύ αυτήν την ειρήνη, (επειδή αυτή είναι τόπος, όπου κατοικεί το πνεύμα του Θεού, για να ενεργήσει μεγάλα πράγματα), πολλές φορές έρχεται σαν φίλος και δοκιμάζει να μας την πάρει με το μέσο διάφορων επιθυμιών, οι οποίες μας φαίνονται πως είναι καλές∙ αλλά πόσο αυτές είναι καλές και ψευδείς , μπορείς αναμεταξύ των άλλων σημείων να το γνωρίσεις από αυτό∙ δηλαδή επειδή μας παίρνουν την ειρήνη της καρδιάς.
Γι’ αυτό, αν θέλεις να εμποδίσεις την τόση μεγάλη ζημιά , όταν ο βιγλάτορας, δηλαδή ο νούς και η προσοχή του νού σου δώσει σημείο πως καμμία νέα επιθυμία κάποιου καλού ζητά να μπεί μέσα σου, μην ανοίξεις σ’ αυτή την είσοδο της καρδιάς, αν δεν ελευθερωθείς πρώτα από κάθε θέλημα δικό σου και να την παρουσιάσεις στον Θεό∙ και ομολογώντας την τυφλότητα και την αγνωσία σου, να τον παρακαλέσεις θερμά να σε φωτίσει με το δικό του φως να δείς, εάν αυτή η επιθυμία προέρχεται από τον αντίδικο εχθρό∙ και γι’ αυτό τρέξε στον πνευματικό σου πατέρα και άφησε το , όσο μπορείς στην κρίση εκείνου. Όμως, και αν η επιθυμία εκείνη είναι από τον Θεό, πρέπει εσύ , προτού να την επιχειρήσεις, να ταπεινώσεις, και σαν νεκρώσεις την πολλή σου προθυμία και θερμότητα που έχεις σε αυτήν, ότι το έργο εκείνο, του οποίου προηγείται αυτή η δική σου ταπείνωση, είναι πολύ περισσότερο αρεστό στον Θεό, παρά να γίνει με την επιθυμία της φύσεως, -μάλιστα καμμία φορά του αρέσει περισσότερο εκείνη η δική σου ταπείνωση παρά αυτό το ίδιο το έργο. Και με αυτό τον τρόπο αποβάλλοντας από τον εαυτό σου τις επιθυμίες, που δεν είναι καλές, και μη κάνοντας τις καλές, αν δεν καταστείλεις πρώτα τις φυσικές σου κινήσεις, θα κρατήσεις την ειρήνη και ασφάλεια, την ακρόπολη της καρδιάς σου.
Για να φυλάξεις όμως την καρδιά σου ειρηνική σε κάθε πράγμα, είναι ανάγκη ακόμη να την διαφεντεύεις και να την φυλάγεις από κάποιες επιπλήξεις και ελέγχους εσωτερικούς της συνειδήσεως σου∙ οι οποίοι μερικές φορές είναι του διαβόλου, αν και φαίνονται πως είναι του Θεού, με το να σε κατηγορούν για κανένα σφάλμα∙ αυτούς όμως τους ελέγχους από τους καρπούς τους θα τους γνωρίσεις από πού προέρχονται∙ διότι αν σε ταπεινώνουν και σε κάνουν επιμελή στο να εργάζεσαι και δεν σου αφαιρούν την ελπίδα και πεποίθηση , που έχεις στον Θεό, πρέπει να σου δέχεσαι σαν από τον Θεό και να τον ευχαριστείς∙ εάν όμως σε συγχύζουν και σε κάνουν μικρόψυχο, δύσπιστο αμελή και τεμπέλη στο καλό ας είσαι βέβαιος πως προέρχονται από τον εχθρό∙ και μη δίνεις ακοή σε αυτούς, αλλά ακολούθησε τον δρόμο σου και την γύμνασή σου. Διότι και εκτός από αυτά, που είπα πλέον κοινώς, γεννώνται στην καρδιά μας οι ενοχλήσεις και συγχύσεις από τα συμβάντα των εναντίων πραγμάτων , που μας ακολουθούν σε αυτόν τον κόσμο.
Αλλά εσύ για να προφυλαχθείς από αυτά τα κτυπήματα της συγχύσεως, έχεις να κάνεις δύο πράγματα∙ το ένα είναι να στοχασθείς σε ποιο είναι ενάντια εκείνα τα συμβάντα∙ στο πνεύμα και την ψυχή; ή στην αγάπη του εαυτού μας και των ορέξεων μας; Διότι αν είναι ενάντια στις ορέξεις σου και στον αγάπη του εαυτού σου (ο οποίος είναι ο γενικός και πρώτος εχθρός σου), δεν πρέπει να τα ονομάζεις ενάντια , αλλά να τα θεωρείς ως ευεργεσίες και βοήθειες του Υψίστου Θεού∙ λοιπόν και με χαρμόσυνη καρδιά και ευχαριστία να τα δέχεσαι∙ αν όμως είναι ενάντια στο πνεύμα και την ψυχή, δεν πρέπει ούτε γι’ αυτό να χάνεις την ειρήνη της καρδιάς σου, καθώς θα μάθεις στο ακόλουθο κεφάλαιο∙ το άλλο είναι να υψώσεις τον νού στον Θεό και με μάτια κλεισμένα (χωρίς να θέλεις να ξέρεις άλλο τι) να λαμβάνεις κάθε συμβάν από την εύσπλαχνο χέρι της θείας πρόνοιας του, ως πράγμα γεμάτο από διάφορα αγαθά.
OΙ ΔΥΟ ΦΙΛΟΙ
OΙ ΔΥΟ ΦΙΛΟΙ Είναι η ιστορία 2 φίλων που περπατούν στην έρημο. Κάποια στιγμή τσακώθηκαν και ο ένας από τους δύο έδωσε ένα χαστούκι στον άλλο. Αυτός ο τελευταίος, πονεμένος, αλλά χωρίς να πει τίποτα, έγραψε στην άμμο: ΣΗΜΕΡΑ Ο ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ ΜΟΥ ΦΙΛΟΣ ΜΕ ΧΑΣΤΟΥΚΙΣΕ. Συνέχισαν να περπατούν μέχρι που βρήκαν μια όαση όπου αποφάσισαν να κάνουν μπάνιο. Αλλά αυτός που είχε φάει το χαστούκι παραλίγο να πνιγεί και ο φίλος του τον έσωσε. Όταν συνήλθε, έγραψε πάνω σε μια πέτρα: ΣΗΜΕΡΑ Ο ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ ΜΟΥ ΦΙΛΟΣ ΜΟΥ ΕΣΩΣΕ ΤΗ ΖΩΗ Αυτός που τον είχε χαστουκίσει και στη συνέχεια του έσωσε τη ζωή, τον ρώτησε : όταν σε χτύπησα, έγραψες πάνω στην άμμο, και τώρα έγραψες πάνω στην πέτρα. Γιατί? Ο άλλος φίλος απάντησε : «όταν κάποιος μας πληγώνει, πρέπει να το γράφουμε στην άμμο όπου οι άνεμοι της συγνώμης μπορούν να το σβήσουν. Αλλά όταν κάποιος κάνει κάτι καλό για μας, πρέπει να το χαράζουμε στην πέτρα, όπου κανένας άνεμος δεν μπορεί να το σβήσει». ΜΑΘΕ ΝΑ ΓΡΑΦΕΙΣ ΤΑ ΤΡΑΥΜΑΤΑ ΣΟΥ ΣΤΗΝ ΑΜΜΟ ΚΑΙ ΝΑ ΧΑΡΑΖΕΙΣ ΤΙΣ ΧΑΡΕΣ ΣΟΥ ΣΤΗΝ ΠΕΤΡΑ Στείλε αυτή τη φράση στους ανθρώπους που δεν ξεχνάς. Αν δεν την στείλεις σε κανένα, αυτό ίσως σημαίνει ότι είσαι βιαστικός και ότι ξεχνάς τους φίλους σου. ΠΑΡΕ ΤΟΝ ΧΡΟΝΟ ΝΑ ΖΗΣΕΙΣ!!!!! Δάφνη |
ΚΑΝΩΝ ΠΑΡΑΚΛΗΤΙΚΟΣ ΕΙΣ ΤΟΝ ΟΣΙΟΝ ΙΩΑΝΝΗΝ ΤΟΝ ΡΩΣΟΝ
ΕΙΣ ΤΟΝ ΟΣΙΟΝ ΙΩΑΝΝΗΝ ΤΟΝ ΡΩΣΟΝ
(ποιημα ΔΑΝΙΗΛ Μοναχού)
Μετά το ευλογητός , το Κύριε εισάκουσόν. Θεός Κύριος εις ήχον δ΄, πρός το «Τη Θεοτόκω εκτενώς».
Τω Ιωάννη οι πιστοί νυν προσδράμωμεν, οι εν δεινοίς και συμφοραίς, και προσπέσωμεν, εν ευσεβεία κράζοντες εκ βάθους ψυχής· Όσιε , βοήθησον , εφ’ ημίν σοις ικέταις, πρόφθασον και λύτρωσαι της παρούσης ανάγκης· μη παραβλέψεις δέησιν οικτράν των προσφευγόντων τη σκέπη σου, Άγιε.
Δόξα . Το αυτό.Και νύν.
Ου σιωπήσωμεν... Είτα ο Ν΄
Ο Κανών
Ωδή α΄.΄Ηχος πλ. Δ΄.Υγράν διοδεύσας.
Άγιε του Θεού, πρέσβευε υπέρ ημών.
Δειναίς πιεζόμενος συμφοραίς, πρός σε επιρρίπτω , και το σώμα και την ψυχήν· δεόμενος σου , όσιε Πάτερ, εκ λυπηρών και δεινών με λυτρώσασθαι.
Σαρκός με του κλύδωνος προσβολή , μάκαρ Ιωάννη, εκταράττει διηνεκώς, ειρήνευσον Πάτερ, τη γαλήνη, ταίς του Θεού συμπαθέσι πρεσβείαις σου.
Δαιμόνων τα στίφη τα πονηρά, καταπολεμούσι , τον σόν δούλον ανηλεώς· κατάλυσον τούτους τη δυνάμει, τη του Σταυρού φιλανθώπως πρεσβείαις σου.
Θεοτόκιον
Παρθένε , η πύλη του Θεού, άνοιξον μοι πύλην, ευσπαγνίας και εκ πυλών , της θανατηφόρου αμαρτίας, τη μητρική παρρησία σου ρύσαι με.
Ωφή γ΄. Ουρανίας αψίδος.
Πονηρίας ανθρώπων οδυνηρών πάντοτε, απειλάς πνεόντων δυσφημώς, συ με διάσωσον , την αυτών θηριώδη μανίαν διασκεδάσας, ευσεβών το στήριγμα, Πάτερ πανένδοξε.
Ευτρεπίσας πανσόφως το της ψυσής οίκημα , και διαφερόντως κοσμήσας, θεομακάριστε, χάριν του Πνεύματος εισεδεδεγμένος ωράθης, και φω΄τος πληρέστατος, ως στύλος πύρινος.
Θεοτόκιον
Καθαράς παρθενίας αποπεσών, Πάναγνε, όλως εμολύνθην τω πάθει , της ασωτίας μου· η τετοκυία Κριτήν, αμαρτανόντων ανθρώπων , πάσης κατακρίσεως, Παρθένε, σώνον με.
Διάσωσον απο κινδύνων του δούλους σου , Θεοφόρε, τους εν πίστει ειλικρινεί πρός Σε καταφφεύγοντας, ως έτοιμον βοηθόν εν ανάγκαις.
Επίβλεψον εν ευενεία, πανύμνητε Θεοτόκε, επί την εμήν χαλεπή του σώματος, κάκωσιν, και ίασιν της ψυχής μου το άλγος.
Είτα μνημονεύει ο Ιερεύς υπέρ ων η Παράκλησις γίνεται και ψάλλονμεν το
Κύριε ελέησον . Ο Ιερεύς· Ότι ελεήμων. Και ευθύς λέγομεν το επόμενον κάθισμα·
Ήχος β΄.Τα άνω ζητών.
Προστάτην θερμόν και πύργος απροσμάχητος, εδείχθης σοφέ, τοίς πίστει εκβοώσι σοι, και σεπτώς κραυγάζουσι Θεοφόρε Ιωάννη, πρόφθασον και εκ κινδύνων λύτρωσαι ημάς, αεί τη τριάδι παριστάμενος
Ωδή δ΄. Εισακήκοα Κύριε.
Ιαμάτων χαρίσματα , τω σεπτώ τεμένει σου οι προσεύγοντες, αρυόμεθα ευφρόσυνα, και δοξάζομέν σε θαυματόβρυτε.
Καπαδόκων συστήματα, και των Προκοπέων πλήθη τα ευλαβή, αντιλήπτορα γινώσκουσι , και προστάτην πάντες ευφημούσι σε.
Διαβάς ανδρικώτατα, νέφος της σαρκός σου δια της πράξεως, είσω γέγοντας αοίδιμε, του φωτός του θείου, ως επόθησας.
Θεοτόκιον.
Οίκος γέγοντας, άχραντε, του Θεού των όλων ως Αειπάρθενος· οίκον όθεν με ανάδειξον, αρετών ενθέων , θεία χάριτι.
Ωδή ε΄. Φώτισον ημάς.
Φρούρησον ημάς ταίς πρεσβείαις σου, μακάριε, και τω βραχίονί σου τω κραταιώ, πικρούς δαίμονας κατάβαλε, υπαρθαύμαστε.
Δώρησαι ημίν, την υγείαν δεομένοις σου, και της ψυχης και του σώματος αεί, και την μυρόπνοόν ρώσιν , πάτερ πανόβλιε.
Ίασαι λαόν προσδράμοντα σοι, θαυμάσιε και λοιμικής νόσου και πυρετών , και αλγηδόνων παντοίων όλως διάσωσον.
Χαίρει επι σοι, Θεοτόκε, κτίσις άπαντα, των Αγγέλων τα συστήματα, και των ανθρώπων γλώσσαι πάσαι δοξάζουσι.
Ψδή στ΄. Την δέησιν εκχεώ.
Θαυμάτων σε θησαυρόν επίσταμαι, και πηγήν των αγαθών , Ιωάννη· αρρωστιών , ιατεύοντα πάθη, και ενεργείας δαιμόνων ελαύνοντα· και δέομαι σωθήναι νύν, εκ φθοράς με κακών , χαρυτώνυμε.
Προστάτην σε των πτωχών κηρύττομεν , και φρουρόν Καππαδοίας απάσης, των πειρασμών διαλύοντα όχλον, και δυσσεβών επηρείας διώκοντα· και πάντας νύν τους ευσεβείς, των δεινών λυτρωθήναι δεόμεθα.
Λιμένα σε εν κινδύνοις έχομεν, και εν θλίψεσι προστάτην , παμμάκαρ, και παντελή συμφορών σωτηρίαν , και ποταμόν δωρεών ανεξάντλητον, και βρύσιν ευεργεσιών , και πηγήν ιαμάτων αέναον.
Αγκαλαίς σου και μαστοίς , ω Δέσποινα, τω Υιώ σου μεσιτεύουσι δείξον, σοίς τέκνοις τα εκείνου Παρθένε, σταυρόν και λόγχην και σπόγγον και κάλαμον, ούτως δ’ιλέωσον αυτόν , εφ’ ημίν τοις πολλά αμαστήσασι.
Διάσωσον απο κινδύνων τους δούλους σου, αθληφόρε τους εν πίστει ειλικρινεί πρός σε καταφεύγοντας, ως έτοιμον βοηθόν εν ανγκαίς.
Άχραντες, η διά λόγου τον Λόγον ανερμηνεύτως, επ’ εσχάτων των ημερών τεκούσα δυσώπησον , ως έχουσα μητρικήν παρρησίαν.
Κοντάκιον . Ήχος β΄
Προστασία των Χριστιανών ακαταίσχυντε, μεσιτεία πρός των Ποιητήν αμετάθετε, μη παρίδης αμαρτωλών δεήσων φωνάς· αλλά πρόφασον ως αγαθή , εις την βοήθειαν ημών , των πιστών κραυγαζόντων σοι· Τάχυνον εις πρεσβείαν,και σπεύσον εις ικεσίαν, η προστατεύουσα αεί, Θεοτόκε τν τιμώντων σε.
Και ευθύς το προκείμενον
Τίμιος εναντίον Κυρίου ο θάνατος του Οσίου αυτού.
Ευαγγέλιον
Εκ του κατά Λουκάν
(κεφ.6,17-23)
Τω καιρώ εκείνο έστη ο Ιησούς επί τόπου πεδινού· και όχλος μαθητών αυτού και πλήθος πολύ του λαού απο πάσης της Ιουδαίας και Ιερουσαλήμ και της παραλίου Τύρου και Σιδώνος· οι ήλθον ακούσαι αυτού και ιαθήναι απο των νόσων αυτών, και οχλούμενοι υπο πνευμάτων ακαθάρτων , και εθεραπεύοντο. Και πας ο όχλος εζήτει άπτεσθαι αυτού , ότι δύναμις παρ’ αυτού, εξήρχετο και ιάτο πάντας. Και αυτός επάρας τους οφθαλμούς αυτού εις τους μαθητάς αυτόυ έλεγε· Μακάριοι οι πτωχοί ότι υμετέρα εστίν η βασιλεία του Θεού. Μακάριοι οι πεινώντες νύν ότι χορτασθήσεσθε. Μακάριοι οι κλαίοντες νύν ότι γελάσετε. Μακάριοι εστε όταν μισήσωσιν υμάς οι άνθρωποι, και όταν αφορίσωσιν υμάς και ονειδίσωσι και εκβάλωσι το όνομα υμών ως πονηρόν ένεκα του υιού του ανθρώπου. Χαίρετε εν εκείνη τη ημέρα και σκιρτήσατε· ιδού γάρ ο μισθός υμών πολύς εντω ουρανώ.
Δοξα.ταίς του σου Οσίου...
Και νύν .Ταίς της Θεοτόκου...
Ελέησόν με ο Θεός...
Ήχος πλ. Β΄.Όλην αποθέμενοι.
Μη αποστερήσεις, με , της σής θερμής προστασίας, Ιωάννη όσιε αλλά θραύσον δέομαι τη ισχύϊ σου , θράση τα ανίσχυρα, και τα τοξεύματα, των δαιμόνων τα ανέλπιστα· νόσων απάλλαξον , και πειρατηρίων και θλίψεων, και πάντας ελευθέρωσον , των σατανικών επιθέσεων· ίνα σε γεραίρω, και πόθω ανυμνώ και προσκυνώ, και μεγαλύνω σου, Άγιε, έργα τα θεάρεστα.
Ο Ιερέας. Σώσον, ο Θεός τον λαόν σου...
Κύριε, ελέησον ιβ΄. Ελέει και οικτιρμοίς...
Ωδή ζ΄. Οι εκ της Ιουδαίας.
Την ψυχήν θυμηδίας, και χαράς απάσης ανάδειξον έμπλεω, θεόφρων Ιωάννη, των θερμώς υμνούντων , και βοάν αεί δίδαξον· ο των Πατέρων ημών Θεός ευλογητός ει.
Λαμπρυνθείς τω σω πάθει, σκοτισθένα με αμαρτίμασι λάμπρυνον, τον πόθω προσιόντα, τω σω σεπτώ λειψάνω, και κραυγάζειν αξίωσον· ο των Πετέρων ημών Θεός ευλογητός ει.
Πειρασμών και κινδύνων , και ανάγκης και θλίψεως ελευθέρωσον , και βλάβης των δαιμόνων, τους ση σεπτή θαρρούντας, και εν πίστει κραυγάζοντας· ο των Πατέρων Θεός ευλογητός ει.
Θεοτόκιον
Των ανθρώπων ο πλάστης , εν γαστρί σου σκηνώσας, Θεοχαρίτωτε, απάντων προστασίαν , των ζάλαις κλονουμένων , και βοώντων αξίωσον· ο των Πατερων ημών Θεός ευογητός ει.
Ωδή η΄. Τον βασιλέα των ουρανών.
Τοις ποντουμένοις βιοτικές τρικυμίες, χείρα δίδου, παμάκαρ, υμνούσι , και υπερυψούσι Χριστόν εις τους αιώνας.
Των σών λειψάνων των ευαγών, αποτομένους, ευωδίας πλήρωσον θείας, Κύριον υμνούντες πιστώς εις τους αιώνας.
Τους δεομένους εκτενώς, Θεοφόρε, και την χάριν αιτούντας προσδέχου, και δοξολογούντας Θεόν εις τους αιώνας.
Θεοτόκιον
Των μολυσμάτων μου την καρδίαν, Παρθένε, μετανοίας καθάρισον νιπτροίς, ίνα σε δοξάζω εις πάντας τους αιώνας.
Ωδή θ΄. Κυρίως Θεοτόκον.
Αστέρα, Ιωάννη, σε σημειοφόρον , ομολογούμεν ημίν φώς αυγάζοντα, οι ευσεβώς ορθοδόξως Χριστώ λατρεύοντες.
Εν σάλω θεοφόρε, τοις κυματουμένοις, πολλών κακών σοίς ικέταις βοήθησον , διασκεδάζων τα βέλη του πολεμήτορος.
Δόξα
Την δέησιν μου δέξαι, του ταπεινωθέντος και χαλεπών, Θεοφόρε, κακώσεων, και αμαρτίας λύτρωσαι.
Και νύν. Θεοτόκιον.
Ελπίδα σωτηρίας, των εκπεπτωκότων αι γενεαί , Θεοτόκε, γινώσκουσαι, διά παντός ομοφρόνως σε μακαρίζουσιν.
Είτα ασπαζόμενοι των προσκυνητών το του Οσίου λείψανον, ψάλλομεν τα παρόντα πρό το·
Πάσαι των Αγγέλων αι στρατιαί.
Τους συναθροισθέντες τω σω ναώ, αοράτων πάντας ορατών τε επιβουλάς, ημάς τυραννούντων· δεόμεθα ρυσθήναι, υπό την σήν αιγίδα θερμώς προσφεύγοντες.
Τα πεπυρωμένα βέλη εχθρού , βροτοκτόνου, πάτερ, απομάκρυνον αφ’ ημών, ταίς πρός την Τριάδα, θερμαίς σου ικεσίαις, όπως ρυσθέντες, τούτων , σε μεγαλύνωμεν.
Τον αστέρα πάντες τον φαεινόν, τον εκ Προκοπίου, απαστράψαντα νοητώς, οσίων το κλέος, και Καππαδόκων δόξαν , τον θείον Ιωάννην ύμνοις τιμήσωμεν.
Αίτησαι ειρήνην παρά Θεού, πνευμάτων γαλήνη, μέχρι τέλους υπομονήν· ψυχών σωτηρίαν , ημίν τοις σοίς εκέταις, τοις ευφημούσι πόθω, τα σα θαυμάσια.
Πάσαι των Αγγέλων αι στρατιαί, Πρόδρομε Κυρίου , Αποστόλων η δωδεκάς, οι Άγιοι Πάντες, μετά της Θεοτόκου, ποιήσατε πρεσβείαν , εις το σωθήναι ημάς.
Είτα το Τρισάγιον.
Απολυτίκιον Οσίου
Εκ γής ο καλέσας σε, πρός επουρανίους Μονάς, τηρείν και μετά θάνατον αδιαλώβητον , το σκήνος του Όσιε. Συ γάρ εν τη Ασία, ως αιχμάλωτος ήχθης, ένθα και ωκειώθης, τω Χριστώ Ιωάννη. Αυτόν ούν ικέτευε, σωθήναι τας ψυχάς ημών.
Είτα τα Τροπάρια ταύτα·
Ήχος β΄. Ότε εκ του ξύλου σε νεκρόν.
Δεύτε προσκυνήσωμεν , πιστοί , και μετ’ ευλαβείας και πόθου κατασπαζόμεοι, λείψανον περίσεπτον και πανυπάρτιμον, Ιωάννου θεόφρονος, αγνίσωμεν χείλη, όμματα και μέτωπα, και ικετεύσωμεν, όπως και ημάς αξιώση, τέλους σωτηρίου και θείου, ταίς αυτού πρός Κύριον δεήσεσιν.
Άνω των Αγγέλων τοίς χοροίς, και των αθλοφόρων τοις δήμοις, η ση αγία ψυχή, τέρπεται μακάριε, και συναγάλλεται· και οσίων τοις πλήθεσι, χοροίς προφητών τε, και ιεραρχών ομού τοις θείοις τάγμασι· κάτω δε το πάνσεπτον σώμα, ύμνοις και ωδαίς επαξίως, υφ’ ημών τιμώμενον δοξάζεται.
Και το Θεοτόκιον·
Την πάσν ελπίδα μου...