Μέσα σε 12 χρόνια παρατηρείται μείωση αυτών που δηλώνουν μουσουλμάνοι (σουνίτες) με ταυτόχρονη αύξηση των απροσδιόριστων πιστών. Επίσης μικρή αύξηση των Οθροδόξων και μικρή μείωση των Καθολικών. |
Μέσα σε 12 χρόνια παρατηρείται μείωση αυτών που δηλώνουν μουσουλμάνοι (σουνίτες) με ταυτόχρονη αύξηση των απροσδιόριστων πιστών. Επίσης μικρή αύξηση των Οθροδόξων και μικρή μείωση των Καθολικών. |
Ερωτήσεις, απαντήσεις
α) Ποιους αγαπάει ιδιαίτερα ο Θεός;
Αυτούς που αγαπούν τον Υιό Του. Το έχει πει ο Ίδιος ο Χριστός στους Μαθητές Του με τα εξής λόγια:
« αὐτὸς γὰρ ὁ πατὴρ φιλεῖ ὑμᾶς, ὅτι ὑμεῖς ἐμὲ πεφιλήκατε,… » (Ιω. ιστ’, 27).
β) Ποιος αγαπάει το Χριστό;
Το έχει πει ο Ίδιος με τα εξής λόγια:
« ὁ ἔχων τὰς ἐντολάς μου καὶ τηρῶν αὐτὰς, ἐκεῖνός ἐστιν ὁ ἀγαπῶν με· ὁ δὲ ἀγαπῶν με ἀγαπηθήσεται ὑπὸ τοῦ πατρός μου, καὶ ἐγὼ ἀγαπήσω αὐτὸν καὶ ἐμφανίσω αὐτῷ ἐμαυτόν. »( Ιω. ιδ’, 21 ).
γ) Ποιος μπορεί να τηρεί τις εντολές του Χριστού;
Το έχει πει ο Ίδιος με τα εξής λόγια:
« ἐγώ εἰμι ἡ ἄμπελος, ὑμεῖς τὰ κλήματα. ὁ μένων ἐν ἐμοὶ κἀγὼ ἐν αὐτῷ, οὗτος φέρει καρπὸν πολύν, ὅτι χωρὶς ἐμοῦ οὐ δύνασθε ποιεῖν οὐδέν.» ( Ιω. ιε’, 5).
δ) Πώς μένει ο πιστός εν Χριστώ;
Το έχει πει ο Ίδιος, εκτός των άλλων, και με τα εξής λόγια:
« ὁ τρώγων μου τὴν σάρκα καὶ πίνων μου τὸ αἷμα ἐν ἐμοὶ μένει, κἀγὼ ἐν αὐτῷ.» ( Ιω. στ’, 56).
ε) Τι θα συμβεί σε όποιον αγαπάει το Χριστό:
Το έχει πει ο Ίδιος, εκτός των άλλων, και με τα εξής λόγια:
« Ἐάν τις ἀγαπᾷ με, τὸν λόγον μου τηρήσει, καὶ ὁ πατήρ μου ἀγαπήσει αὐτόν, καὶ πρὸς αὐτὸν ἐλευσόμεθα καὶ μονὴν παρ’ αὐτῷ ποιησόμεν. ( Ιω. ιδ’, 23).
στ) Τι ζητάει ο Θεός από τον άνθρωπο;
Το έχει πει ο Προφήτης με τα εξής λόγια:
« εἰ ἀνηγγέλη σοι, ἄνθρωπε, τί καλόν; ἢ τί Κύριος ἐκζητεῖ παρὰ σοῦ ἀλλ᾿ ἢ τοῦ ποιεῖν κρίμα καὶ ἀγαπᾶν ἔλεον καὶ ἕτοιμον εἶναι τοῦ πορεύεσθαι μετὰ Κυρίου Θεοῦ σου;» (Μιχ. Στ’, 8).
ζ) Πότε ο άνθρωπος πορεύεται μετά Κυρίου του Θεού του;
Όταν βιώνει τα παραπάνω και άλλα γνωσ
Ιωάννης Χ. Δήμος πτχ. Θεολ. & Φιλοσ. Πανεπιστημίου Αθηνών.
Από την Εκκλ. Επιτροπή του Ι.Ν. Αγ. Κυριακής Σερβίων
Αποστολική εντολή προς όλους τους Χριστιανούς είναι το «Μνημονεύετε των ηγουμένων υμών» (Εβρ. 15,7). Η μετ’ ευγνωμοσύνης αναφορά προς τους Πνευματικούς Πατέρας προσδίδει τιμή σε κάθε χριστιανό. Ίσως η σιωπή είναι η πιο ακίνδυνη και ασφαλέστερη στάση, όμως η ευγνώμων αναφορά είναι ένα χρέος που πιέζει.
Σήμερα η τοπική μας Εκκλησία αγάλλεται και χαίρει, διότι τιμά την εικοσαετή προσφορά του Σεβασμιωτάτου Ποιμενάρχου μας κ.κ Παύλου, ο οποίος εργάζεται ευαγγελικώς και θεαρέστως στην τοπική μας Εκκλησία.
Κανείς δεν μπορεί να γνωρίζει τον αγώνα και την αγωνία των Ποιμένων της Εκκλησίας, που είναι αφιερωμένοι στο να ποιμαίνουν τον λαό του Θεού με συναίσθηση ευθύνης απέναντι στον Θεό και στους ανθρώπους. Και αυτή η αγωνία είναι έκδηλη στο πρόσωπο του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου μας. Ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος στους περίφημους λόγους «Περί Ιερωσύνης» τονίζει πως η Ιερωσύνη είναι τέχνη τεχνών και επιστήμη επιστημών, διότι οδηγεί τον άνθρωπο στον Θεό. Η διαποίμανση έχει την έννοια της πνευματικής καθοδήγησης των λογικών προβάτων, που είναι η διαδικασία της σωτηρίας: Κάθαρση από τα πάθη, φωτισμός από την αγιαστική και σωστική χάρη του Αγίου Πνεύματος και ένωση με τον Θεό μέσα στο άκτιστο φως της Ουράνιας Βασιλείας. Γι’ αυτό λέγει ο Απ. Παύλος για τους Επισκόπους και ποιμένες ότι «αγρυπνούσιν υπέρ των ψυχών ημών ως λόγον αποδώσοντες». Η Εκκλησία δεν κρίνει τον κόσμο αλλά «σηκώνει» τον κόσμο. Κάθε φορά πού είτε ο Αρχιερέας είτε ο απλός Εφημέριος σηκώνει προς τον ουρανό στην Αγία Τράπεζα το Σώμα και το Αίμα του Χριστού, παίρνει τον κόσμο επάνω του, για να τον περάσει ανακαινισμένο στον μέλλοντα αιώνα.
Για τον Επίσκοπό μας το ενδιαφέρον του για τους ενδεείς και πάσχοντες συνανθρώπους μας είναι έντονο από την πρώτη ημέρα που ανέλαβε το πηδάλιο της τοπικής Εκκλησίας. Η Ιερά Μητρόπολη συντηρεί και λειτουργεί Γηροκομείο, δύο κοινωνικά παντοπωλεία και ένα κοινωνικό φροντιστήριο. Η Εκκλησία φροντίζει τους ενδεείς όχι για να εξαλείψει την φτώχεια, την αρρώστια, ή γιατί θέλει να «βελτιώσει» τις συνθήκες επιβίωσης, αλλά πολύ απλά, γιατί αγαπά. Αυτή είναι η ριζική διαφορά από κάθε κρατική πρόνοια και ηθικιστική φιλανθρωπία.
Ο Σερβίων και Κοζάνης Παύλος τιμά και αναδεικνύει τους τοπικούς μας Αγίους, προβάλλει την αγιασμένη τους ζωή ως πρότυπο για κάθε πιστό. Έκανε γνωστό τον Όσιο Βαραδάτο, που τιμάται στις 22 Φεβρουαρίου, με την ανάδειξη του εξωκκλησίου σε Μητροπολιτικό Παρεκκλήσιο. Τον Άγιο Μακεδόνιο, που υπήρξε πρώτος Επίσκοπος της «πάλαι ποτέ διαλαμψάσης Ἐπισκοπής Καισαρείας» και τιμάται την Κυριακή των Θεοφόρων Πατέρων της Α΄ Οικουμενικής Συνόδου, που συνήλθαν στη Νίκαια της Βιθυνίας το 325 μ.Χ, καθώς συμμετείχε σ’ αυτήν. Επίσης τον όσιο Θεόδωρο, τους Αγίους Ιάκωβο και Γερμανό, επισκόπους Σερβίων, που τιμώνται την Κυριακή Β΄ Ματθαίου (β΄ Κυριακή μετά την Πεντηκοστή). Θα ήταν άδικο να μην αναφέρουμε την αγωνία και λαχτάρα του για την ανέγερση Ιερού Ναού στο όνομα της Οσίας Θεοδώρας που είχε καταγωγή από τα Σέρβια και υπήρξε βασίλισσα της Αρτης. Η μνήμη της τιμάται στις 11 Μαρτίου και η ανακομιδή –ή μάλλον μετακομιδή στα Σέρβια- των Ιερών Λειψάνων την Κυριακή Β΄ Ματθαίου.
Όλα αυτά τα χρόνια προέβη στη χειροτονία πλήθους κληρικών, άξιων λειτουργών του Υψίστου με συνεχή διακονία και θυσιαστική προσφορά, τους οποίους συνεχώς ενισχύει με πατρικές παραινέσεις.
Εμείς, οι στενότεροι συνεργάτες του, γνωρίζουμε ότι πολλοί τον πικραίνουν και του επιτίθενται, γιατί ο λόγος του είναι αληθής και δίκαιος. Όμως ο σημερινός άνθρωπος έκλεισε τα αυτιά του στον λόγο του Θεού και γύρισε την πλάτη στο Θεϊκό κάλεσμά Του. Όπως γράφει ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, «πειρατές και εξολοθρευτές, ληστές και διαρρήκτες επιτίθενται όχι όπου υπάρχουν άχυρα ή χόρτα αλλά όπου υπάρχει χρυσάφι και μαργαριτάρια». Έτσι και ο διάβολος στήνει τις πολεμικές του μηχανές και τις μεταφέρει όπου υπάρχει περίσσευμα ψυχικού πλούτου. Αλλά εάν είναι νηφάλιοι αυτοί που κατατρέχονται, όχι μόνο δεν ζημιώνονται από την δοκιμασία, αλλά και αποκομίζουν μεγαλύτερο τον πλούτο της αρετής». Αυτό γίνεται και με τον Σεβασμιώτατο Σερβίων και Κοζάνης, Παύλο.
Περιόδευσε και συνεχώς περιοδεύει σε όλες τις ενορίες της Ιεράς Μητροπόλεως και στα απομακρυσμένα χωριά του Νομού μας που προσπαθεί τακτικά να τα επισκέπτεται, τελώντας το Μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας. Με τον τρόπο αυτό στηρίζει και ενισχύει τους απλοϊκούς και εγκαταλελειμμένους από τους πάντες -όπως οι ίδιοι ισχυρίζονται – κατοίκους των χωριών μας.
Με τις άοκνες και πολύχρονες προσπάθειές του αναπαλαιώθηκε το Ιστορικό Επισκοπείο στην Κοζάνη, αποπερατώθηκε το κτίριο, όπου στεγάζονται οι διοικητικές υπηρεσίες της Ιεράς Μητροπόλεως αλλά και το Κειμηλιαρχείο. Επίσης πάμπολλοι Ιεροί Ναοί έχουν ανακαινισθεί με δικές του ενέργειες.
Πράγμα πιο δύσκολο και πιο υπεύθυνο από το έργο των Ποιμένων της Εκκλησίας δεν υπάρχει. Πρέπει να φυλάξουνε τα γερά πρόβατα, να γιατρέψουνε τα άρρωστα, να ξαναφέρουν στο μαντρί εκείνα που πλανήθηκαν. Πρέπει να αγρυπνούν μέρα και νύχτα. Ας πειθαρχούμε σ’ αυτούς και ας προσευχόμαστε. Γιατί, όπως έλεγε ένας σύγχρονος Ιεράρχης, και αυτοί ως άνθρωποι μπορεί να κάνουν σφάλματα, μα είναι ο Θεός που σηκώνει τα σφάλματα όλων μας και των Ποιμένων και των λογικών προβάτων, γιατί θέλει όλοι μας, κι ας ήταν, να κληρονομήσουμε την αιώνια ζωή και σωτηρία μαζί με όλους τους Αγίους.
Να έχουμε την ευχή σας Σεβασμιώτατε Σερβίων και Κοζάνης κ. κ. Παύλε. Ευχόμαστε ο Τριαδικός Θεός να σας δίδει υγεία και μακροημέρευση, ώστε να συνεχίσετε με την ίδια δύναμη το ποιμαντικό πολυσχιδές έργο σας.
ΠΑΥΛΟΥ του Σεβασμιωτάτου και θεοπροβλήτου Μητροπολίτου της Αγιωτάτης Μητροπόλεως Σερβίων & Κοζάνης, Υπερτίμου και Εξάρχου Δυτικής Μακεδονίας, ημών δε πατρός και Ποιµενάρχου πολλά τα έτη.
Μάλλον όχι για τους εξής λόγους:
α) Ακόμη και να είναι σωστή, εννοείται ότι δεν είναι δυνατό να ισχύει μονίμως, αλλά υπό προϋποθέσεις.
β) Όταν συντρέχουν τέτοιες προϋποθέσεις και είναι καλύτερα να σιωπήσει κανείς, ασφαλώς τα λόγια που θα έλεγε θα ήταν, αν όχι κακά, πάντως περιττά.
γ) Δεδομένου λοιπόν ότι σιωπή είναι η έλλειψη λόγων, το λογικό είναι να χαρακτηριστούν αρνητικά τα λόγια που θα λεγόταν, και όχι η λέξη σιωπή η οποία από μόνη της είναι κενή. Χαρακτηρίζεται κάτι το οποίο έχει κάποια υπόσταση, και όχι κάτι που δηλώνει την απουσία κάποιου άλλου. Λογικότερο είναι να πει κανείς π.χ. ότι το δηλητήριο θανατώνει από το να πει η έλλειψη δηλητηρίου είναι ζωή.
δ) Μπορεί κατά τη διάρκεια μιας συζήτησης να μη πρέπει να μιλήσει κανείς μία στιγμή, και την αμέσως επόμενη να πρέπει. Από τη φράση λοιπόν, « Η σιωπή είναι χρυσός», προτιμότερο είναι αυτό που λέει πάλι ο λαός, «Πριν μιλήσεις να βουτήξεις τη γλώσσα σου στο μυαλό σου. Έτσι δε γενικεύεται το πράγμα υπέρ της σιωπής, αλλά πριν μιλήσει κανείς καλείται να ερευνήσει το περιεχόμενο της καρδιάς του, «εκ γαρ του περισσεύματος της καρδίας λαλεί το στόμα αυτού» (Λουκ. στ’,45 ).
Ιωάννης Χ. Δήμος πτχ. Θεολ. & Φιλοσ. Πανεπιστημίου Αθηνών.
Και τα δύο είναι σωστά, αλλά ας τα δούμε ένα, ένα.
Α. Υπεραγία Θεοτόκε, σώσον ημάς:
Είναι γνωστό σε όλους ότι ο Σωτήρας του κόσμου είναι ο Χριστός και μόνο ο Χριστός. Συνεπώς λέγοντας οι πιστοί « Υπεραγία Θεοτόκε, σώσον ημάς », δεν αγνοούν αυτή την αλήθεια. Απλά ζητούν από τη Θεοτόκο να τους βοηθήσει για να καρπωθούν τη σωτηρία που προσφέρει ο Υιός της.
Για να γίνει αυτό περισσότερο κατανοητό, ας προσέξουμε λίγο τα εξής λόγια του Αποστόλου Παύλου, « τοις πάσι γέγονα τα πάντα, ίνα πάντως τινάς σώσω.» (Α’ Κορ. θ’, 2 ). Εδώ είναι προφανές ότι ο Παύλος, λέγοντας « τινάς σώσω », δεν παρουσιάζεται ως σωτήρας ο ίδιος, αλλά εννοεί ότι θα τους σώσει με το να τους δείξει το Σωτήρα. Έτσι θα μπορούσαν κάποιοι καλοπροαίρετοι πιστοί να του πουν π. χ. « Απόστολε Παύλε, σώσον ημάς», αφού θα εννοούσαν με αυτό, δείξε μας το Σωτήρα. Εάν όμως νόμιζαν ότι ο ίδιος ο Παύλος είναι θεός και σωτήρας τους, τότε ο Παύλος θα έσχιζε τα ρούχα του, πράγμα που το έχει κάνει, (Πρ. ιδ’, 8 - 18).
Ύστερα από τις διευκρινήσεις αυτές, γίνεται αντιληπτό ότι το « Υπεραγία Θεοτόκε, σώσον ημάς » ορθώς λέγεται. Με αυτό δηλαδή το « σώσον ημάς », δεν κάνουν οι πιστοί τη Θεοτόκο θεό και σωτήρα τους, αφού η ίδια είπε ότι ο Θεός είναι ο Σωτήρας της. Είναι γνωστά τα λόγια της, « Μεγαλύνει η ψυχή μου τον Κύριον και ηγαλλίασε το πνεύμά μου επί τω Θεώ τω σωτήρί μου, » (Λουκ. α’, 46 - 47).
Αυτό φαίνεται και από το ότι μετά το « Υπεραγία Θεοτόκε, σώσον ημάς » δεν λένε οι πιστοί το « αλληλούια », το οποίο αρμόζει μόνο στο Θεό, ενώ στο Χριστό το λένε. Για παράδειγμα ας θυμηθούμε το «Σώσον ημάς, Υιέ Θεού, ο αναστάς εκ νεκρών, ψάλλοντάς Σοι αλληλούια ».
Β. Υπεραγία Θεοτόκε, πρέσβευε υπέρ ημών:
Το ότι και αυτό είναι σωστό είναι προφανές, και δε χρειάζονται πολλές διευκρινήσεις, παρά μόνο να παραθέσουμε το, « Ταις πρεσβείαις της Θεοτόκου, Σώτερ , σώσον ημάς ». Εδώ οι πιστοί ομολογούν ότι ο Χριστός σώζει και η Θεοτόκος πρεσβεύει για τη σωτηρία τους. Άρα, όπως αναφέρθηκε στην αρχή, και τα δύο είναι σωστά, δηλαδή και το « σώσον ημάς » και το « πρέσβευε υπέρ ημών ».
Μπορεί όμως καλόπιστα να διερωτηθεί κανείς, μήπως το « Υπεραγία Θεοτόκε, πρέσβευε υπέρ ημών » λέγεται, όχι επειδή είναι σωστό, αλλά επειδή, από άγνοια των όσων γράφτηκαν παραπάνω, θεωρείται λανθασμένο το « Υπεραγία Θεοτόκε, σώσον ημάς »; Αν συμβαίνει αυτό, δε μένει παρά να απαλλαγεί κανείς από την άγνοιά του αυτή, γιατί υπάρχει κίνδυνος να νομίζει κιόλας ότι κάνει κάποια σπουδαία διόρθωση, και μάλιστα να καυχάται γι’ αυτή.
Ιωάννης Χ. Δήμος πτχ. Θεολ. & Φιλοσ. Πανεπιστημίου Αθηνών.
Ένας έκανε σε κάποιον επιμόνως την εξής ερώτηση, είσαι σεσωσμένος;
Τι μπορεί να πει κανείς για να του απαντήσει;
Κατ’ αρχήν δεν είναι υποχρεωμένος να του απαντήσει, γιατί πρώτον η ερώτηση αυτή αναφέρεται σε προσωπικό θέμα, και δεύτερον γίνεται από θεολογική αμάθεια. Το ότι αναφέρεται σε προσωπικό θέμα είναι προφανές, και το ότι γίνεται από θεολογική αμάθεια φαίνεται από το ότι αυτός που την έκανε δε γνωρίζει ότι είναι λανθασμένη. Αλλά αφού ρώτησε, και μάλιστα επιμόνως, ας γράψουμε τα παρακάτω σχετικά με το θέμα, όχι ως απάντηση, αλλά για ενημέρωσή του, αν θέλει βέβαια να ενημερωθεί.
Τη λέξη σεσωσμένος ασφαλώς την πήρε από την Καινή Διαθήκη, γιατί πράγματι εκεί υπάρχει. Όμως ο Απόστολος Παύλος που τη χρησιμοποίησε σε μία και μόνο μία περίπτωση, δε ρωτάει κάποιον χριστιανό, και μάλιστα επιμόνως, να του πει, αν είναι σεσωσμένος. Δεν είχε ο Παύλος καμία τέτοια περιέργεια και απορία. Απλώς διδάσκει τους πιστούς της Εφέσου οι οποίοι ήταν προηγουμένως εθνικοί και ως εκ τούτου δεν είχαν γνώση της Παλαιάς Διαθήκης, λέγοντας, « τη γαρ χάριτί εστε σεσωσμένοι διά της πίστεως· και τούτο ουκ εξ υμών, Θεού το δώρον, ουκ εξ έργων, ίνα μη τις καυχήσηται »(Εφ. β’,8-9). Με τα λόγια αυτά προφανώς δεν τους λέει να λένε, μας είπε ο Παύλος ότι είμαστε σεσωσμένοι. Άλλωστε ο ίδιος ο Παύλος για τον εαυτό του, αν και η συνείδηση του δεν τον έλεγχε για κάτι, ποτέ δεν είπε ότι είναι σεσωσμένος αλλά είπε, «οὐδὲν γὰρ ἐμαυτῷ σύνοιδα, ἀλλ' οὐκ ἐν τούτῳ δεδικαίωμαι· ὁ δὲ ἀνακρίνων με Κύριός ἐστιν. ὥστε μὴ πρὸ καιροῦ τι κρίνετε, ἕως ἂν ἔλθῃ ὁ Κύριος, ὃς καὶ φωτίσει τὰ κρυπτὰ τοῦ σκότους καὶ φανερώσει τὰς βουλὰς τῶν καρδιῶν, καὶ τότε ὁ ἔπαινος γενήσεται ἑκάστῳ ἀπὸ τοῦ Θεοῦ.» ( Α’ Κορ. δ’, 4-5). Άρα το, « τη γαρ χάριτί εστε σεσωσμένοι….» αναφέρεται στην κοινή σωτηρία για την οποία κάνει λόγο και ο Ιούδας με τα εξής λόγια, « Αγαπητοί, πάσαν σπουδήν ποιούμενος γράφειν υμίν περί της κοινής σωτηρίας, ανάγκην έσχον γράψαι υμίν παρακαλών επαγωνίζεσθαι τη άπαξ παραδοθείση τοις αγίοις πίστει » ( Ιούδ. 3 ). Αλλά και ο ίδιος ο Παύλος που είπε « τη γαρ χάριτί εστε σεσωσμένοι….», λέει αλλού, « μετά φόβου και τρόμου την εαυτών σωτηρίαν κατεργάζεσθε»(Φιλ. β’, 12 ).
Πώς λοιπόν, αν θελήσει να απαντήσει κάποιος στην παραπάνω ερώτηση, μπορεί να πει ότι είναι σεσωσμένος, αφού πάλι ο Παύλος λέει, « ο δοκών εστάναι βλεπέτω μη πέση »(Α’ Κορ. ι’, 12); Πώς θα πει ότι είναι σεσωσμένος, αφού υπάρχει ο κίνδυνος, με δική του βέβαια ευθύνη και απροσεξία, να απομακρυνθεί από το Θεό, σύμφωνα πάλι με τα λόγια του Παύλου, « βλέπετε, αδελφοί, μη ποτε έσται εν τινι υμών καρδία πονηρά απιστίας εν τω αποστήναι από Θεού ζώντος, αλλά παρακαλείτε εαυτούς καθ' εκάστην ημέραν άχρις ου το σήμερον καλείται, ίνα μη σκληρυνθή τις εξ υμών απάτη της αμαρτίας· μέτοχοι γαρ γεγόναμεν του Χριστού, εάνπερ την αρχήν της υποστάσεως μέχρι τέλους βεβαίαν κατάσχωμεν» (Εβρ. γ’,12-14 );
Αντί λοιπόν να ρωτάει κάποιος τον άλλον να του πει, αν είναι σεσωσμένος, ας τον ρωτάει καλλίτερα, αν είναι βαπτισμένος, αν είναι εξομολογημένος, αν κοινωνάει, αν αγωνίζεται τον καλόν αγώνα της πίστεως, αν ελπίζει στη σωτηρία του, αν ομολογεί το Χριστό ως Σωτήρα του κόσμου, αν αγαπάει το Χριστό και την επιφάνεια Αυτού για την οποία επιφάνεια ο Παύλος γράφει, « τὸν καλὸν ἀγῶνα ἠγώνισμαι, τὸν δρόμον τετέλεκα, τὴν πίστιν τετήρηκα· λοιπὸν ἀπόκειταί μοι ὁ τῆς δικαιοσύνης στέφανος, ὃν ἀποδώσει μοι ὁ Κύριος ἐν ἐκείνῃ τῇ ἡμέρᾳ, ὁ δίκαιος κριτής, οὐ μόνον δὲ ἐμοὶ, ἀλλὰ καὶ πᾶσι τοῖς ἠγαπηκόσι τὴν ἐπιφάνειαν αὐτοῦ »( Β’ Τιμ. δ’ 7-8).
Αντί λοιπόν κάποιος να λέει ότι είναι σεσωσμένος και να διακρίνει έτσι τον εαυτό του από τους άλλους, ας ψάλλει και αυτός με αυτούς, «Είδομεν το φως το αληθινόν, ελάβομεν Πνεύμα επουράνιον, εύρομεν Πίστιν αληθή, αδιαίρετον Τριάδα προσκυνούντες, αύτη γαρ ημάς έσωσεν». Αμήν.
Ιωάννης Χ. Δήμος πτχ. Θεολ. & Φιλοσ. Πανεπιστημίου Αθηνών.
Και τα δύο: Α
α)Το ότι ο Χριστός είναι ιερεύς του το είπε ο Ίδιος ο Θεός και μάλιστα με όρκο. « ὤμοσε Κύριος καὶ οὐ μεταμεληθήσεται· σὺ ἱερεὺς εἰς τὸν αἰῶνα κατὰ τὴν τάξιν Μελχισεδέκ»( Ψ.109, 4).
β) Το ότι ο Μελχισεδέκ ήταν ιερεύς αναφέρεται στη Γραφή. « καὶ Μελχισεδὲκ βασιλεὺς Σαλὴμ ἐξήνεγκεν ἄρτους καὶ οἶνον· ἦν δὲ ἱερεὺς τοῦ Θεοῦ τοῦ ὑψίστου. καὶ εὐλόγησε τὸν ῞Αβραμ καὶ εἶπεν· εὐλογένος ῞Αβραμ τῷ Θεῷ τῷ ὑψίστῳ, ὃς ἔκτισε τὸν οὐραημνὸν καὶ τὴν γῆν.»( Γεν. ιδ’, 18-19).
γ) Αυτός ο Μελχισεδέκ που εμφανίστηκε την εποχή του Αβραάμ ως ιερεύς του Θεού δεν έχει σχέση με τους μετέπειτα, δηλαδή πολύ αργότερα, αρχιερείς που πρόσφεραν δώρα και θυσίες σύμφωνα με το Νόμο.
δ) Έτσι και ο Χριστός που ονομάζεται ιερεύς κατά την τάξιν Μελχισεδεκ είναι ο μοναδικός εις τον αιώνα και δεν έχει σχέση με τους παραπάνω αρχιερείς ώστε να ονομασθεί από το Θεό αρχιερέας.
Β
α) Ο Απόστολος Παύλος όμως ονομάζει το Χριστό αρχιερέα. « Κεφάλαιον δὲ ἐπὶ τοῖς λεγομένοις, τοιοῦτον ἔχομεν ἀρχιερέα, ὃς ἐκάθισεν ἐν δεξιᾷ τοῦ θρόνου τῆς μεγαλωσύνης ἐν τοῖς οὐρανοῖς, τῶν ἁγίων λειτουργὸς καὶ τῆς σκηνῆς τῆς ἀληθινῆς, ἣν ἔπηξεν ὁ Κύριος, καὶ οὐκ ἄνθρωπος. πᾶς γὰρ ἀρχιερεὺς εἰς τὸ προσφέρειν δῶρά τε καὶ θυσίας καθίσταται· ὅθεν ἀναγκαῖον ἔχειν τι καὶ τοῦτον ὃ προσενέγκῃ »( Εβρ. η’, 1-3).
β) «Τοιοῦτος γὰρ ἡμῖν ἔπρεπεν ἀρχιερεύς, ὅσιος, ἄκακος, ἀμίαντος, κεχωρισμένος ἀπὸ τῶν ἁμαρτωλῶν καὶ ὑψηλότερος τῶν οὐρανῶν γενόμενος, ὃς οὐκ ἔχει καθ’ ἡμέραν ἀνάγκην, ὥσπερ οἱ ἀρχιερεῖς, πρότερον ὑπὲρ τῶν ἰδίων ἁμαρτιῶν θυσίας ἀναφέρειν, ἔπειτα τῶν τοῦ λαοῦ· τοῦτο γὰρ ἐποίησεν ἐφάπαξ ἑαυτὸν ἀνενέγκας »( Εβρ. ζ’, 26-27).
γ) Εδώ ο Παύλος, αφού αναφέρεται στους αρχιερείς που είχαν και αυτοί αμαρτίες, και στο έργο αυτών επί της γης, ονομάζει και το Χριστό Αρχιερέα, γιατί ο Χριστός έκανε το έργο των αρχιερέων εν ουρανοίς. « ἐκάθισεν ἐν δεξιᾷ τοῦ θρόνου τῆς μεγαλωσύνης ἐν τοῖς οὐρανοῖς, τῶν ἁγίων λειτουργὸς καὶ τῆς σκηνῆς τῆς ἀληθινῆς, ἣν ἔπηξεν ὁ Κύριος, καὶ οὐκ ἄνθρωπος ». Για τους αρχιερείς και ιερείς της Εκκλησίας, όπως είναι γνωστό, λέγεται ότι έχουν την ιεροσύνη του Χριστού και όχι την αρχιεροσύνη.
Ιωάννης Χ. Δήμος πτχ. Θεολ. & Φιλοσ. Πανεπιστημίου Αθηνών.Η συγγραφέας με τον γλυκό της λόγο μάς ταξίδεψε σε ιστορίες αληθινές από τη διδακτική της πορεία πλάι σε μαθητές που μπορεί να… έγραφαν κάτω από τη βάση. «Ο εκπαιδευτικός πρέπει να ‘γλεντάει’ στην τάξη, να δίνει όλη του την καρδιά» είπε χαμογελώντας και «να αναζητά τον Χριστό σε κάθε πρόσωπο που θα συναντήσει πίσω από τα μαθητικά θρανία».
Για το βιβλίο μίλησε επίσης η καταξιωμένη συγγραφέας Μαρία Παστουρματζή αναφέροντας ότι δούλεψε με το βιβλίο ως εργαλείο της εκπαιδευτικής διαδικασίας στην τάξη της και οι ιστορίες κέρδισαν το δύσκολο κοινό των εφήβων μαθητών, ενώ σκιαγράφησε το πρότυπο του εκπαιδευτικού που προβάλλει τον Χριστό μέσα από τις πράξεις του και όχι μόνο στα λόγια.Στο τέλος σημείωσε ότι οι αληθινές ιστορίες της συγγραφέως μπορούν να λειτουργήσουν ως έμπνευση όχι μόνο για εκπαιδευτικούς, αλλά και για κατηχητές, ομαδάρχες και γονείς
Χαιρετισμό εκ μέρους των εκδόσεων Έαρ απεύθυνε ο υπεύθυνος επικοινωνίας των εκδόσεων, κ. Αθανάσιος Χατζής, που ευχαρίστησε την συγγραφέα κ. Θεοχαρίδου-Ινεπολόγλου, την κ. Παστουρματζή, καθώς και το κοινό που βρέθηκε στην εκδήλωση.
Στο τέλος μοιράστηκαν γλυκά σε σχήμα βιβλίου σε όλο το κοινό.
Πότε ένας πιστός ονομάζεται πνευματικός άνθρωπος;
Απάντηση στο ερώτημα αυτό δίνουν τα παρακάτω λόγια του Αποστόλου Παύλου:
α) « ἡμεῖς δὲ οὐ τὸ πνεῦμα τοῦ κόσμου ἐλάβομεν, ἀλλὰ τὸ Πνεῦμα τὸ ἐκ τοῦ Θεοῦ, ἵνα εἰδῶμεν τὰ ὑπὸ τοῦ Θεοῦ χαρισθέντα ἡμῖν »( Α’ Κορ. β’, 12 ).
Σύμφωνα με αυτά, πνευματικός άνθρωπος ονομάζεται ο πιστός που έχει μέσα του το Άγιο Πνεύμα για να γνωρίσει τα καλά που έχει χαρίσει ο Θεός στους πιστούς.
β) « ὁ δὲ πνευματικὸς ἀνακρίνει μὲν πάντα, αὐτὸς δὲ ὑπ᾿ οὐδενὸς ἀνακρίνεται»( Α’ Κορ. β’, 15 ).
Σύμφωνα με αυτά, πνευματικός άνθρωπος ονομάζεται ο πιστός που με το Άγιο Πνεύμα που έχει μέσα του, ανακρίνει και διακρίνει τα πάντα και τους πάντες ο ίδιος όμως δεν ανακρίνεται και δεν κατανοείται από κανένα.
γ) «ἡμῖν δὲ ὁ Θεὸς ἀπεκάλυψε διὰ τοῦ Πνεύματος αὐτοῦ· τὸ γὰρ Πνεῦμα πάντα ἐρευνᾷ, καὶ τὰ βάθη τοῦ Θεοῦ» (Α’ Κορ. β’, 10 ).
Σύμφωνα με αυτά, ο πνευματικός άνθρωπος γνωρίζει όσα το Άγιο Πνεύμα του αποκαλύπτει, γιατί μόνο Αυτό ερευνά τα πάντα ακόμη και τα βάθη του Θεού.
2η ερώτηση
Ένας πνευματικός άνθρωπος, σύμφωνα βεβαίως με τα παραπάνω, ποια σχέση έχει με τον Ιερέα που είναι Πνευματικός;
Ο πνευματικός άνθρωπος δεν είναι ανάγκη να είναι και Ιερέας ενώ ο Πνευματικός που τελεί το Μυστήριο της Ιεράς Εξομολογήσεως επιλέγεται από τους Ιερείς με απόφαση του Επισκόπου της περιοχής.
Βεβαίως ο Ιερέας που είναι Πνευματικός, καλό είναι και μπορεί να είναι και πνευματικός άνθρωπος, αυτό όμως είναι προσωπικό του θέμα και είτε είναι ή δεν είναι, το Μυστήριο γίνεται λόγω της ειδικής ιεροσύνης που έχει ως Ιερεύς.
Για το Χριστό, τον Υιό και Λόγο του Θεού που είναι το δεύτερο Πρόσωπο της Αγίας Τριάδας, στο Δοξαστικό του πλ. δ΄ ήχου αναφέρεται, «Είς εστιν ο Υιός, διπλούς την φύσιν, αλλ’ ου την υπόστασιν·…».
Αυτό δηλώνει το ορθόδοξο, ότι δηλαδή ο Χριστός είναι Ένας με δύο φύσεις, την ανθρώπινη και τη θεία, όχι όμως με δύο υποστάσεις, αλλά μία που είναι το δεύτερο Πρόσωπο της Αγίας Τριάδας.
Όπως είναι γνωστό, θάνατος είναι ο χωρισμός της ψυχής από το σώμα και στην περίπτωση του Χριστού αυτός ο θάνατος συνέβη όταν επάνω στο Σταυρό, « εἶπε· Τετέλεσται, καὶ κλίνας τὴν κεφαλὴν παρέδωκε τὸ πνεῦμα »(Ιω. ιθ’, 30).
Όταν συνέβη αυτός ο θάνατος του Χριστού η θεία φύση παρέμεινε ενωμένη και με το Σώμα και με την Ψυχή Του. Έτσι και το Σώμα στον τάφο έμεινε άφθαρτο και η Ψυχή δεν παρέμεινε στον Άδη. Χαρακτηριστικό είναι το, « ὅτι οὐκ ἐγκαταλείψεις τὴν ψυχήν μου εἰς ᾅδην, οὐδὲ δώσεις τὸν ὅσιόν σου ἰδεῖν διαφθοράν»» ( Ψ.15,10).
Αφού θάνατος είναι ο χωρισμός της ψυχής από το σώμα, εννοείται ότι ανάσταση είναι η επανένωση της ψυχής με το σώμα. Στην περίπτωση του Χριστού αυτή η επανένωση της Ψυχής με το Σώμα έγινε όταν ο Κύριος Ανέστη.
Το ότι ο θάνατος και η Ανάσταση του Χριστού αναφέρονται στην ανθρώπινη φύση Αυτού, αυτό προφανώς έχει άμεση σχέση με το Πρόσωπο Αυτού που είναι ο Θεός Λόγος. Έτσι ενώ η θεία φύση είναι απαθής, ο Υιός και Λόγος του Θεού που είναι Θεός δέχτηκε τις προσβολές και ύβρεις των ανθρώπων και γενικά έπαθε ως Θεός. Ο Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης είπε, « ή Θεός πάσχει ή το παν απόλλυται», και ο Ψαλμωδός, « άνάστα, ὁ Θεός, κρίνων τὴν γῆν, ὅτι σὺ κατακληρονομήσεις ἐν πᾶσι τοῖς ἔθνεσι» ( Ψ. 81,8). Χριστός Ανέστη.
Ιωάννης Χ. Δήμος πτχ. Θεολ. & Φιλοσ. Πανεπιστημίου Αθηνών.Στα πλαίσια της μονοπώλησης της αντίστασης, την περίοδο 1941-1944, η αριστερά κατηγορεί όλους τους άλλους για "συνεργασία με τους ναζί". Μεταξύ αυτών και την Εκκλησία, προβάλλοντας ως βασικό επιχείρημα μια επιστολή των Αγιορειτών μοναχών προς τον Χίτλερ. Βέβαια, η επιστολή αυτή υπήρξε όντως, αλλά η αριστερή προπαγάνδα αποκρύπτει επιμελώς τις συνθήκες κάτω από τις οποίες γράφτηκε, καθώς και τον σκοπό που εξυπηρετούσε στην συγκεκριμένη συγκυρία.
Στις 20 Απριλίου 1941, η Ανατολική Μακεδονία και η Δυτική Θράκη (πλην του νομού Έβρου), ορίστηκαν ως ζώνη υπό την επιτήρηση του βουλγαρικού στρατού, χωρίς όμως να επιτραπεί η ενσωμάτωση των περιοχών αυτών στην Βουλγαρία.
Στις περιοχές αυτές, οι Βούλγαροι ακολουθούσαν πολιτική αφελληνισμού, με σκοπό τον πλήρη εκβουλγαρισμό τους. Επειδή η Εκκλησία θα μπορούσε να συσπειρώσει τον Ελληνισμό, οι Βούλγαροι προχώρησαν σε μαζικές απελάσεις Ελλήνων ιερέων και αντικατάστασή τους από Βούλγαρους κληρικούς, οι δε λειτουργίες, γίνονταν στην βουλγαρική γλώσσα.
Οι Βούλγαροι, εξαρχής είχαν βάλει στο μάτι το Άγιον Όρος, αλλά βρισκόταν εκτός της βουλγαρικής "ζώνης επιτήρησης". Σε συνάντησή του με τον Χίτλερ, ο βασιλιάς της Βουλγαρίας Βόρις, είχε ζητήσει την άδεια να "επιτηρεί" ο βουλγαρικός στρατός και το Άγιον Όρος, αλλά ο Χίτλερ προφανώς δεν γνώριζε καλά το θέμα και επιφυλάχθηκε να του απαντήσει στο μέλλον.
Όμως, οι Βούλγαροι βιάζονταν και προκειμένου να επιταχύνουν τις εξελίξεις, χρησιμοποίησαν τους σλαβόφωνους μοναχούς των μονών Ζωγράφου και Παντελεήμονος. Οι μοναχοί αυτοί, συνέταξαν υπόμνημα προς το Βερολίνο, ζητώντας "διεθνοποίηση" του Αγίου Όρους, υπό την "προστασία" του βουλγαρικού στρατού!
Έτσι, υπό τον φόβο του εκβουλγαρισμού του Αγίου Όρους, οι Έλληνες μοναχοί ακολούθησαν την συμβουλή του ταγματάρχη της γερμανικής φρουράς, που είχε εγκατασταθεί στο Άγιον Όρος και απέστειλαν στις 26 Απριλίου 1941 επιστολή στον Χίτλερ, ζητώντας του να θέσει την Αθωνική χερσόνησο "υπό την υψηλήν προστασίαν και κηδεμονίαν του".
Η επιστολή ήταν άγνωστη, μέχρι που ο (αριστερών φρονημάτων) θεολόγος Γιώργος Μουστάκης, την ανακάλυψε στα σοβιετικά αρχεία, το 1963. Η εγκυρότητα της επιστολής επιβεβαιώθηκε από την επίσημη έκδοση της Αρχιεπισκοπής της Εκκλησίας της Ελλάδος "Μνήμες και Μαρτυρίες από το 1940 και την Κατοχή".
Το ευτύχημα, ήταν ότι ο Χίτλερ αποδέχτηκε το αίτημα των Αγιορειτών, κι έτσι στις αρχές Μαΐου, οι εφημερίδες της Θεσσαλονίκης έγραψαν ως είδηση, ότι το Άγιον Όρος ετέθη πλέον υπό γερμανική προστασία.
Όσο για το αν οι Αγιορείτες ήταν "ναζί", την απάντηση έδωσε σε τηλεοπτική του συνέντευξη ο ευρών την επίμαχη επιστολή, που χαρακτήρισε τους μοναχούς "αδαείς" επί των πολιτικών ζητημάτων.~
Πηγή: Αμαλία
Ο Πέτρος είπε ότι δε γνωρίζει το Χριστό. Ο Ιούδας δεν είπε ότι δεν τον γνωρίζει, αλλά με το φίλημά του, τον έδειξε κιόλας ποιος είναι. Το αμάρτημα του Πέτρου, όσο μεγάλο και αν ήταν, πάντως ήταν περιστασιακό και περαστικό. Το αμάρτημα του Ιούδα, όσο μεγάλο και αν ήταν, πάντως ήταν προμελετημένο και μόνιμο.
Με βάση αυτά, μπορούμε να πούμε τα εξής, κατά κάποιο τρόπο, σχετικά. Μπορεί κάποιος να κάνει ξαφνικά ένα μεγάλο αμάρτημα, ακόμη και έγκλημα, γιατί, όπως λέγεται, το έφερε η κακή η ώρα. Αυτός όμως στη συνέχεια, μπορεί να κλάψει πικρά, όπως ο Πέτρος, να μετανοήσει, να λάβει συγχώρηση από το Θεό διά του Πνευματικού, και έτσι το αμάρτημά του πλέον να είναι παροδικό και να μη υπάρχει.
Αντίθετα, μπορεί κάποιος που δεν έχει κάνει κάποιο μεγάλο αμάρτημα, να μένει σε μία κακία μόνιμα και να λέει συνειδητά, εγώ τέτοιος είμαι και δεν αλλάζω, και έτσι η κακία του να είναι μόνιμη και να υπάρχει.
Ιωάννης Χ. Δήμος πτχ. Θεολ. & Φιλοσ. Πανεπιστημίου Αθηνών.