Τρίτη 20 Οκτωβρίου 2009
ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΚΟΥΤΛΟΥΜΟΥΣΙΟΥ
Σύμφωνα με μία εκδοχή, κτήτορας της Μονής υπήρξε τον 11ο αιώνα κάποιος υπάλληλος της αυλής του Κουτλουμούς, του γενάρχου της ομώνυμης Μικρασιατικής δυναστείας Σελτζουκιδών. Πιθανότερη είναι όμως η εκδοχή που αναζητά τον κτήτορα στο μοναστικό περιβάλλον της Παλαιστίνης του 11ου αιώνα, αφού σε κάποια αρχαία Αραβική διάλεκτο η λέξη Κουτλουμούς δηλώνει τον ναό του Σωτήρος Χριστού, στον Οποίον ήταν ανέκαθεν αφιερωμένο το Καθολικό της Μονής. O ιδρυτής της έμεινε στους μεταγενέστερους ως ο όσιος Κουτλουμούσης, "ο εκλελεγμένος και πεφιλημένος Θεώ, ο τα πάντα άριστος και καλός Κουτλουμούσης εκείνος", κατά την μαρτυρία του Πρώτου Ισαάκ (14ος αι.). Πρώτος ευεργέτης του μοναστηριού ήταν ο αυτοκράτωρ Αλέξιος Α Κομνηνός. Η πρώτη υπογραφή Κουτλουμουσιανού ηγουμένου ανάμεσα σε υπογραφές εκπροσώπων 28 αγιορειτικών Μονών σώζεται σε έγγραφο του 1169. Τότε, και γιά έναν ακόμη αιώνα, το μοναστήρι δεν μπορούσε να καυχηθή ούτε για την οικονομική του επιφάνεια ούτε για την υψηλή θέση του στην ιεραρχία των Μονών. Ήταν και οι επιδρομές των Φράγκων και των Καταλανών τον καιρό της Φραγκοκρατίας πού το καταδίκαζαν σε οικονομική τελμάτωση. Ακόμη και ο στρατός του Μιχαήλ Η, που έφθασε στο Άγιον Όρος για να επιβάλη την ένωση με τον πάπα, την οποία είχε υπογράψει ο Έλληνας αυτοκράτωρ στην Λυών. Οι πατέρες τότε απαγχονίσθηκαν και τάφηκαν πίσω από το Καθολικό, σύμφωνα με την παράδοση. Η αιματηρή αυτή ομολογία δεν έμεινε άμισθη. Το 1263 ο Πρώτος του Αγίου Όρους παραχώρησε στο Κουτλουμούσι το εγκαταλελειμμένο μοναστήρι του Προφήτη Ηλία, ενώ το 1287 παραχώρησε την διαλυμένη τότε Μονή του Σταυρονικήτα. Τότε ο Πρώτος ήταν πρόσωπο εκλεγμένο με διοικητικές αρμοδιότητες εφ' όλου του Αγίου Όρους. Οι προσαρτήσεις αυτές μαζί με την φιλοπρόοδο διάθεση και τους πνευματικούς αγώνες των πατέρων οδήγησαν την Μονή σε αλματώδη ανάπτυξη.
Όμως οι ληστρικές επιδρομές των πειρατών συνεχίζονται. Στην κρίσιμη περίοδο φθάνει στο Κουτλουμούσι η βασιλική ενίσχυση στο πρόσωπο του Ανδρονίκου Β Παλαιολόγου και λίγο αργότερα της Θεοδώρας Καντακουζηνής. Η τελευταία αναφέρει στο έγγραφό της: "Σε αυτούς που ασκούν την αρετή και αγωνίζονται στους μεγάλους και υπερφυείς εκείνους αγώνες στην μονή την τιμωμένη στο όνομα του Σωτήρος Χριστού και επονομαζομένη του Κουτλουμουσίου...προσφέρω το καλούμενον Ελεούσα κτήμα των Σερρών, το οποίον αγόρασα από την σεβασμία μονή του κοινού Σωτήρος και Δημιουργού και Παντοκράτορος στην θεοδόξαστη Κωνσταντινούπολη", με την απαράβατη ρήτρα κανείς ποτέ να μη καταργήση κάτι από αυτά που η ίδια όρισε. Ως αντάλλαγμα ζητά να μνημονεύεται το όνομά της καθημερινά στην Θεία Λειτουργία και να ψάλλωνται ετησίως ευχές για την ανάπαυση της ψυχής της. Αλλά μετά το καθοριστικό χτύπημα των Φράγκων σταυροφόρων, η αυτοκρατορία δεν μπόρεσε να ξαναβρή ποτέ την οικονομική της ευρωστία. Έτσι, από τους αγιορείτες αναζητήθηκε άλλη λύση.
Ο Χαρίτων από την Ίμβρο ανέλαβε τους οίακας της Μονής λίγο πριν το 1362. Με παραστάσεις και ενέργειές του προσεταιρίζεται τους ηγεμόνες της Ουγγροβλαχίας, που βοηθούν με οικονομικές ενισχύσεις την αναστήλωση της Μονής και προβαίνουν σε κτηματικές δωρεές. Πρώτοι αρωγοί ήλθαν ο Αλέξανδρος Μπασαράμπ και ο διάδοχός του Ιωάννης Βλαδισλάβος. Αλλά ο τελευταίος απαίτησε με επιμονή από τον Ηγούμενο να καταργήση το κοινοβιακό σύστημα και να επιβάλη στην Μονή τον καινοφανή ιδιόρρυθμο βίο, που επιτρέπει ίδιον πρόγραμμα και ατομική ιδιοκτησία. Τούτο εξυπηρετούσε τους άμοιρους μοναστικής παραδόσεως Βλάχους μοναχούς, οι οποίοι ζητούσαν να εγκαταβιώσουν εκεί, πλην όμως δεν ήθελαν να προσαρμοσθούν στις απαιτήσεις της κοινοβιακής ζωής. Ο Χαρίτων γράφει πως "η κοινοβιακή κατάστασις είναι ο επίγειος ουρανός και κλήρος των πατέρων". Τελικώς, όμως, μπροστά στο οικονομικό αδιέξοδο υποχωρεί και εισάγει το ιδιόρρυθμο σύστημα, υπό τον όρο το Κουτλουμούσι να παραμείνη Ελληνικό Μοναστήρι.
Αποτέλεσμα των σχέσεων αυτών ήταν η βαθειά επίδραση του ελληνικού στοιχείου στον πνευματικό βίο των παρίστριων επαρχιών. Δεν είναι τυχαίο το ότι ο Οικουμενικός Πατριάρχης άγιος Φιλόθεος Κόκκινος χειροτονεί Μητροπολίτη Ουγγροβλαχίας τον Χαρίτωνα, ο οποίος δεν παύει να ασκή ταυτοχρόνως και τα καθήκοντά του ως Ηγούμενος της Μετανοίας του. Το 1574 το Μοναστήρι καταλαμβάνει την έκτη θέση στην ιεραρχική σειρά των Μονών του Άθω.
Οι συνέπειες, όμως, της διαλύσεως της Αυτοκρατορίας ήσαν δυσβάστακτες: οικονομική κρίση λόγω επαχθούς φορολογίας και αποσπάσεως μοναστηριακών κτημάτων, μείωση του αριθμού των μοναχών. Ευτυχώς εν καιρώ οι Μονές πέτυχαν να εξαρτώνται όλες οι πολιτικές υποθέσεις τους απ' ευθείας από τον Σουλτάνο. Παράλληλα το Κουτλουμούσι συντηρεί εστίες θερμής πίστεως και κέντρα προσανατολισμού του δουλωμένου Γένους σε μετόχια στις Σέρρες, την Άνδρο, την Ίμβρο, τον Μαρμαρά, την Σάμο, την Λήμνο, την Σιθωνία, την Κρήτη αλλά και στην Σλάτινα της Ρουμανίας. Ιερομόναχοι επίσης αποστέλλονται προς εξυπηρέτησιν των ανθηρών Ελληνικών κοινοτήτων της κεντρικής Ευρώπης. Τον 17ο και 18ο αιώνα για την Μονή φροντίζουν μόνον ευσεβείς Έλληνες. Η εκπνοή του αιώνα θα αναδείξη την δόξα της νεώτερης ιστορίας του Κουτλουμουσίου, τον Ίμβριο λόγιο Βαρθολομαίο, διδάσκαλο και διορθωτή των λειτουργικών βιβλίων.
Το 1856 με ομόφωνη αίτηση των πατέρων προς τον Οικουμενικό Πατριάρχη η Μονή επανέρχεται στην αρχαία κοινοβιακή τάξη. Τις μέρες εκείνες αποτεφρώνεται η βόρεια πτέρυγα της Μονής. Ο ιερομόναχος Μελέτιος, διακεκριμένος για την αρετή και τα υψηλά διοικητικά του προσόντα, έφθασε με την ευλογία του Πατριαρχείου μέχρι την Ρωσσία και την Δυτική Ευρώπη με μοναστηριακά γράμματα, για να διενεργήση εράνους, παίρνοντας μαζί του και την θαυματουργό εικόνα της Παναγίας της Βηματάρισσας. Αποκαθιστά έτσι την βόρεια πτέρυγα αλλά η κοίμησή του διακόπτει το ευρύτερο ανακαινιστικό του σχέδιο.
Μετά τον Β Παγκόσμιο πόλεμο το Μοναστήρι παραδόθηκε σε λειψανδρία. Η φθορά του χρόνου μαζί με την ολοκληρωτική απώλεια της ακίνητης περιουσίας έθεσαν σε κίνδυνο την βιωσιμότητά του. Τελικά φανερώθηκε το θέλημα του Θεού για την συνέχεια και αυξητική του πορεία. Δεν είναι βέβαια μια ακύμαντη πορεία. Το 1980 αποτεφρώθηκε η ανατολική πτέρυγα, ενώ ραγδαίες βροχές προκάλεσαν κατολισθήσεις και ρηγματώσεις. Αλλά ο Θεός δίνει μαζί με τον πειρασμό και την έκβαση.
Απο τον Κώστα
Κυριακή 18 Οκτωβρίου 2009
Ηδονή και οδύνη
Η αμαρτία κουβαλά πάνω της την ηδονή και παρασύρει τον άνθρωπο με το θέλγητρό της, αλλά, όταν τελεσθεί έρχεται αμέσως η μεγάλη οδύνη για τα πεπραγμένα. Είναι φοβερό πράγμα η γρήγορη αυτή εναλλαγή από την ηδονή στην οδύνη. Είναι ένα μαρτύριο εσωτερικό και μία πνευματική σχιζοφρένεια αδιανόητη. Είναι ο ψυχικός θάνατος που ζει ο άνθρωπος κατά την αμαρτία. Οι ενοχές στέκονται σαν δήμιος και σφοδρός κατήγορος και οδηγούν τον αμαρτωλό στην απελπισία. Πως μπορεί να ξεφύγει από τον φοβερό αυτό θάνατο; «ταλαίπωρος εγώ άνθρωπος! Τιεμε ρύσεται εκ του σώματος του θανάτου τούτου;» αναφωνεί ο Απ. Παύλος.
Πολύ όμορφα περιγράφει την κατάσταση αυτή ο Ιερός Χρυσόστομος:
Αυτός είναι ο τρόπος της αμαρτίας· από την μία μεριά, προτού προχωρήσει και γίνει πράξη , σκοτίζει τον λογισμό και απατά την σκέψη· όταν όμως πλέον έχει τελεστεί, τότε παρουσιάζει μπροστά μας πολύ έντονα την αθλιότητα της, και η σύντομη εκείνη και άνομη ηδονή γίνεται συνεχής οδύνη, και του αφαιρεί την καθαρότητα της συνείδησης και περιβάλλει με ντροπή τον πεπτοκώτα αμαρτωλό. Ο φιλάνθρωπος Δεσπότης φύτεψε μέσα μας αυτόν τον κατήγορο, ώστε ποτέ να μην ησυχάζει , αλλά αδιάλειπτα να είναι παρών και να φωνάζει και να δικάζει απαιτώντας ευθύνες για τα λάθη.
Κι αυτό μπορεί κανείς να το δει με σαφήνεια από την ίδια την πραγματικότητα. Ο πόρνος ή ο μοιχός, ή αυτός με τέτοιου είδους πτώσεις, ακόμη κι αν διαφύγει όλων την προσοχή , ούτε πάλι όμως είναι ήσυχος, διότι έχοντας μέσα του αυτόν τον «σφοδρό κατήγορο» ζει διαρκώς μέσα στους φόβους των υποψιών, τρέμει τις σκιές, φοβάται στην σκέψη αν τον είδαν ή δεν τον είδαν , έχοντας συνεχή φουρτούνα μέσα στην ψυχή του και αλλεπάλληλα κύματα.
Και ούτε χαίρεται τον ύπνο του, είναι γεμάτος από φόβους και αγωνίες· ούτε και το φαγητό του δεν μπορεί να απολαύσει, ούτε και η παρέα και ο λόγος των φίλων μπορεί να του δώσει χαρά ή να τον απαλλάξει από τον πόλεμο αυτό· αλλά σαν να περιφέρει έναν δήμιο, που τον ξεσχίζει και τον μαστιγώνει συνεχώς, έτσι ομοιάζει να ζει μετά από την αμαρτία· ακόμη και να μη τον είδε κανείς σηκώνει τις αφόρητες αυτές τιμωρίες και γίνεται δικαστής και κατήγορος του εαυτού του.
Αλλά αυτός που έπεσε σε τέτοιες αμαρτίες, αν θέλει πραγματικά να βοηθηθεί από την συνείδησή του , τότε να σπεύσει σε εξομολόγηση των αμαρτημάτων του και να δείξει την πληγή του στον γιατρό, που θεραπεύει και δεν κοροϊδεύει, και να δεχθεί τα φάρμακα και μόνο μ’ αυτόν να ομιλήσει, και, χωρίς να ξέρει κανείς άλλος, να τα πει όλα με ακρίβεια και έτσι γρήγορα θα διορθώσει τα λάθη του. Η εξομολόγηση των αμαρτημάτων είναι ο αφανισμός των αμαρτημάτων.
Μετάνοια και ψυχική υγεία
κατά τον Ιερό Χρυσόστομο
Αρχιμ. Σεβαστιανού Τοπάλη
Έκδοσις Ιερά Μητροπολη Φλωρίνης Πρέσπων και Εορδαίας.
Πολύ όμορφα περιγράφει την κατάσταση αυτή ο Ιερός Χρυσόστομος:
Αυτός είναι ο τρόπος της αμαρτίας· από την μία μεριά, προτού προχωρήσει και γίνει πράξη , σκοτίζει τον λογισμό και απατά την σκέψη· όταν όμως πλέον έχει τελεστεί, τότε παρουσιάζει μπροστά μας πολύ έντονα την αθλιότητα της, και η σύντομη εκείνη και άνομη ηδονή γίνεται συνεχής οδύνη, και του αφαιρεί την καθαρότητα της συνείδησης και περιβάλλει με ντροπή τον πεπτοκώτα αμαρτωλό. Ο φιλάνθρωπος Δεσπότης φύτεψε μέσα μας αυτόν τον κατήγορο, ώστε ποτέ να μην ησυχάζει , αλλά αδιάλειπτα να είναι παρών και να φωνάζει και να δικάζει απαιτώντας ευθύνες για τα λάθη.
Κι αυτό μπορεί κανείς να το δει με σαφήνεια από την ίδια την πραγματικότητα. Ο πόρνος ή ο μοιχός, ή αυτός με τέτοιου είδους πτώσεις, ακόμη κι αν διαφύγει όλων την προσοχή , ούτε πάλι όμως είναι ήσυχος, διότι έχοντας μέσα του αυτόν τον «σφοδρό κατήγορο» ζει διαρκώς μέσα στους φόβους των υποψιών, τρέμει τις σκιές, φοβάται στην σκέψη αν τον είδαν ή δεν τον είδαν , έχοντας συνεχή φουρτούνα μέσα στην ψυχή του και αλλεπάλληλα κύματα.
Και ούτε χαίρεται τον ύπνο του, είναι γεμάτος από φόβους και αγωνίες· ούτε και το φαγητό του δεν μπορεί να απολαύσει, ούτε και η παρέα και ο λόγος των φίλων μπορεί να του δώσει χαρά ή να τον απαλλάξει από τον πόλεμο αυτό· αλλά σαν να περιφέρει έναν δήμιο, που τον ξεσχίζει και τον μαστιγώνει συνεχώς, έτσι ομοιάζει να ζει μετά από την αμαρτία· ακόμη και να μη τον είδε κανείς σηκώνει τις αφόρητες αυτές τιμωρίες και γίνεται δικαστής και κατήγορος του εαυτού του.
Αλλά αυτός που έπεσε σε τέτοιες αμαρτίες, αν θέλει πραγματικά να βοηθηθεί από την συνείδησή του , τότε να σπεύσει σε εξομολόγηση των αμαρτημάτων του και να δείξει την πληγή του στον γιατρό, που θεραπεύει και δεν κοροϊδεύει, και να δεχθεί τα φάρμακα και μόνο μ’ αυτόν να ομιλήσει, και, χωρίς να ξέρει κανείς άλλος, να τα πει όλα με ακρίβεια και έτσι γρήγορα θα διορθώσει τα λάθη του. Η εξομολόγηση των αμαρτημάτων είναι ο αφανισμός των αμαρτημάτων.
Μετάνοια και ψυχική υγεία
κατά τον Ιερό Χρυσόστομο
Αρχιμ. Σεβαστιανού Τοπάλη
Έκδοσις Ιερά Μητροπολη Φλωρίνης Πρέσπων και Εορδαίας.
ΚΑΝΩΝ ΠΑΡΑΚΛΗΤΙΚΟΣ ΕΙΣ ΤΗΝ ΑΓΙΑΝ ΜΕΓΑΛΟΜΑΡΤΥΡΑ ΚΑΙ ΑΘΛΗΦΟΡΟΝ ΚΥΡΙΑΚΗΝ
ΚΑΝΩΝ ΠΑΡΑΚΛΗΤΙΚΟΣ
ΕΙΣ ΤΗΝ ΑΓΙΑΝ ΜΕΓΑΛΟΜΑΡΤΥΡΑ ΚΑΙ ΑΘΛΗΦΟΡΟΝ
ΚΥΡΙΑΚΗΝ
Ευλογήσαντος του Ιερέως αρχόμεθα του ψαλμού
Ψαλμός ρμβ΄ (142)
Κύριε εισάκουσον της προσευχής μου, ενώτισαι την δέησιν μου εν τη αληθεία σου, εισάκουσον μου εν τη δικαιοσύνην σου. Και μη εισέλθεις εις κρίσιν μετά του δούλου σου, ότι ου δικαιωθήσεται ενώπιόν σου πας ζών. Ότι κατεδίωξεν ο εχθρός την ψυχήν μου, εταπείνωσεν εις γην την ζωήν μου. Εκάθισεν με εν σκοτεινοίς ως νεκρούς αιώνος, και ηκηδίασεν το πνεύμα μου, εν εμοί εταράχθη η καρδίαν μου. Εμνήσθην ημερών αρχαίων, εμελέτησα εν πάσι τοις έργοις σου, εν ποιήμασι των χειρών σου εμελέτησα. Διαπέτασα προς σε τας χείρας μου, η ψυχή μου ως γή άνυδρός σοι.
Ταχύ εισάκουσον μου, Κύριε, εξέλιπε το πνεύμα μου. Μη αποστρέψεις το πρόσωπόν σου απ΄εμού, και ομοιωθήσομαι τοις καταβαίνουσιν εις λάκον. Ακουστόν ποίησον μοι το πρωί το έλεός σου, ότι επί σοι ήλπισα. Γνωρισόν μοι κύριε, οδόν εν ή πορεύσομαι, ότι προς σε ήρα την ψυχήν μου. Εξελού με εκ των εχρών μου Κύριε, προς σε κατέφυγον, δίδαξόν με του ποιείν το θέλημά σου, ότι συ εί ο Θεός μου. Το Πνεύμα σου το αγαθόν οδηγήσει με εν γή ευθεία, ένεκεν του ονόματος σου, Κύριε, ζήσεις με. Εν τη δικαιοσύνην σου εξάξεις εκ θλίψεως την ψυχήν μου, και εν τω ελέει σου εξολοθρεύσεις τους εχθρούς μου. Και απολείς πάντας τους θλίβοντας την ψυχήν μου, ότι εγώ δούλος σου ειμί.
Ευθύς εις Ηχον δ΄
Θεός Κύριος και επέφανεν ημίν ευλογημένος ο ερχόμενος έν ονόματι Κυρίου.
(Τετράκις)
Ήχος δ’ ( ο υψωθείς εν τω Σταυρώ)
Την εξανθίσασαν αγνείας λαμπρότητι, ως εν κοιλάσιν ευωδέστατο ίον, Κυριακήν την ένδοξον, Μαρτύρων καλλονήν, πάντες ανυμνήσωμεν , πρός αυτήν εκβοώντες, ρύσαι τους υμνούντας σε, των δεινών σαίς πρεσβείαις· ίνα γεραίρωμεν ευλαβώς την πανεύφημόν σου Μνήμην , αθληφόρε αξιάγαστε.
Δόξα πατρί…και νυν Ήχος α’ (Του λίθου σφραγισθένος)
Ου σιωπήσωμέν ποτε Θεοτόκε, τας δυναστείας σου λαλείν οι ανάξιοι· ειμή γαρ συ προΐστασο πρεσβεύουσα, τις ημάς ερρύσατο εκ τοσούτων κινδύνων; τις δε διεφύλαξεν έως νύν ελευθέρους; ούκ αποστώμεν Δέσποινα εξ σού· σούς γάρ δούλους σώζεις αεί εκ παντοίων δεινών.
Ωδή α’ (Ήχος πλ δ’ )
«Υγράν διοδεύσας….»
Υμνούμεν σε πόθω , Κυριακή, Χριστού Αθληφόρε, και δεόμεθα σου θερμώς, παράσχου λιταίς σου πρός τον Κτίστην, πάσι τοις κάμνουσι την ανάρρωσιν.
Μαράνασα, Μάρτυς , σώμα το σόν, Θεού, δι’ αγάπην, κακουχίαις τε και δεινείς· διό τα του σώματός μου πάθη, δι’ εγκρατείας μαράναι αξίωσον.
Νυκτός Χριστού Μάρτυς και σκοτασμού, της πλάνης φυγούσα, ηξιώθης θείους φωτός· καμέ φωτισθήναι ταίς λιταίς σου, θεοφεγγέσιν ακτίσιν αξιώσον.
Θεοτόκιον
Εκένωσε,Κόρη, ο ποιητής, εν τη ση κοιλία, εαυτόν τους δε πατρίκους, κόλπους το καθόλου μη κενώσας, δια το σώσαι ως Θεός το ανθρώπινον.
Ωδή γ’ Συ ει το στερέωμα.
Ίασαι τα πάθη μου, τα της ψυχής και του σώματος, ταίς πρός Θεόν, ενθέρμοις λιτάις σου, Κυριακή μεγαλώνυμε.
Σύνασίν μοι δώρισαι, τω ασυνέρτω , Πανθαύμαστε, Κυριακ΄λη , ίνα πράττω πάντα, του Θεού τα προστάγματα.
Εκ σου , Παμμακάστε, Κυριακή, την κατάπαυσίν, νόσων δεινών, πόθω αναμένω, απολαύσαι πρεσβείαις σου.
Θεοτόκιον
Απαστράπτουσα θαύμασιν, εκ των προσφευγόντων σοι, Μάρτυς ένδοξε, των παθών φρικτήν σκοτόμαιναν, απελαύνεις όντως ταίς πρεσβείαις σου.
Ωδή δ΄.Εισακήκοα Κύριε...
Ρείθρα όντως, Πανένδοξε, ιαμάτων άφθονα αναβλύζουσα, τοις τιμώσιν σήν πανήγυριν, ρώσιν ταίς λιταίς σου νύν χωρήγησον.
Των Μαρτύρων την εύκλειαν , την Κυριακήν ανυμνήσωμεν, οι Πιστοί και επαινέσωμεν,ως τετυχηκότες απαλλαγής των δεινών.
Θεοτόκιον
Υφαντόν εκ της άνωθεν, χάριτος χιτώνα , Παρθένε, ένδυσον , τον σόν δούλον ταίς πρεσβείαις σου , και τη αφθαρσία με περίβαλε.
Ωδή ε΄.Φώτισον ημάς...
Σόφισον με νύν, της σοφίας ταίς ελλαμψεσι, ταίς υπέρ νούν και υπερ έννοιαν, και φωτί θείω, Κυριακή ελευθέρωσον.
Υψιστον Θεον, ον εκήρυξας, Πανεύφημε, τούτον εκδυσώπει υπέρ του δούλου σου, παθών θλιβόντων , και δεινών απαλλαγήναι με.
Θεοτόκιον
Ρύπου με παθών , μεσιτεία σου καθάρισον, και την σκοτισθείαν ψυχήν μου φώτισον, ίνα σε δοξάζω και υμνών σε, Πολυΰμνητε.
Ωδή στ΄.Ιλάσθητι μοι.
Ιδείν την δόξαν Θεού, επιπιθών ο ταλαίπορος, Κυριακή , πρός την σήν, προσφεύγω βοήθειαν , θερμως σου δεόμενος, όπως ταίς λιταίς σου, ταύτης γένωμαι νύν μέτοχος.
Αγάπη πρός την Θεόν, πάντα ως φρούδα κατέλιπες, Κυριακή τα εν τη· Σου ούν και τον δούλον σου, παριδείν αξίωσον , πάντα τα ηδέα, και αγίως πολιτεύεσθαι.
Κρατήρα, Κυριακή, θανατηφόρον κεκέρακεν, η Εύα πάλιαι εμοί· Συυ δε τοις σοίς αίμασιν, οίνόν μοι ενστάλαξον, της αθανασίας, την καρδίαν μου ευφραίνοντα.
Θεοτόκιον
Η μόνη καταφυγή, Χριστιανών συ βοήθησον, τω κινδυνεύοντι νύν, και χείρα μοι όρεξον, και πρός τον λιμένα με, τον της σωτηρίας , καυοδήγησον, Πανάχραντε.
Διάσωζε, Κυριακή Αθληφόρε, ταίς πρός Θεόν σου πρεσβείαις, απο ποικίλων κινδύνων τους δούλους σου, και ίασαι τας δεινάς ημών νόσους.
Και θεοτόκιον .Αχραντε...
Κοντάκιον ήχος β΄
Ανέτειλεν ημίν λαμπρά, ώσπερ ήλιος, η Μνήμη σου Σεμνή Κυριακή αθληφόρε, νέφη των παθών αποδιώκουσα, και φωταγωγούσα τους ευσεβώς, τη ση Εικόνι προσπελάζοντας, και σε πόθω και πίστει γεραίροντας.
Ευθύς το προκείμενον. Ήχος δ΄
Υπομένων υπέμειαν τον Κύριον και προσέσχε μοι, και εισήκουσε της δεήσεώς μου.
Στοίχος. Και έστησε επο πέτραν τους πόδας μου και κατεύθυνε τα διαβήματά μου.
Ευαγγέλιον. Εκ του κατά Ματθαίου (Ι΄. 16-22)
Είπεν ο Κύριος τοίς εαυτού Μαθηταίς· Ιδού εγώ αποστέλλω υμάς, ως πρόβατα εν μέσω λύκων. Γίνεσθαι ούν φρόνιμοι ως οι όφεις, και ακέραιοι ως αι περιστεραί. Προσέχετε δε απο των ανθρώπων· παραδώσουσι γάρ υμάς εις συνέδρια, και εν συναγωγαίς αυτών μαστιγώσουσιν υμάς. Και επί ηγεμόνας δε και βασιλείς αχθήσεσθαι ένεκσν εμού, εις μαρτύριον αυτοίς και τοίς έθνεσι. Όταν δε παραδίδωσιν υμάς, μη μεριμνήσετε, πως ή τι λαλήσητε· ου γάρ υμείς εστέ οι λαλούντες, αλλά το Πνεύμα του Πατρός υμών , το λαλούν εν υμίν.Παραδώσει δε αδελφόςαδελφόν εις θάνατον , και πατήρ τέκνον, και επαναστήσονται τέκνα επί γονείς, και θανατώσουσιν αυτούς. Και έσεσθε μισούμενοι υπο πάντων διά το όνομά μου· ο δε υπομείνας εις τέλος ούτος σωθήσεται.
Δόξα...
Ταις του Αθλοφόρου πρεσβείαις, Ελεήμων εξάλειψον τα πλήθη των εμών εγκλημάτων
Και νύν..
Ταις της Θεοτόκου πρεσβείαις, Ελεήμων εξάλειψον τα πλήθη των εμών εγκλημάτων
Στίχος. Ελεήμων ελέησόν με ο Θεός... και το παρόν προσόμοιον, Ήχος πλ. Β΄
Ουδείς καταφεύγων εν τη σκέπη σου, κατησχυμμένος εκπορεύεται , Κυριακή Αθληφόρε, αλλ’ αιτείται την ρώσιν και λαμβάνει την ίασιν , παρά Θεού ταίς ικεσίαις σου.
Ωδή δ΄. Παίδας Εβραίων.
Πάντων δεινών αρρωστημάτων , τα ιάματα λαμβάνομεν αφθόνως, οι πιστώς τη θερμή , προστρέχοντες σοι σκέπη, Κυριακή ανένδοξε, ταίς εν θέοις σου πρεσβείαις.
Όμβρους παρέχεις ιαμάτων , καταπαύουσα το πύρ αρρωστημάτων , και Πιστούς συ ποιείς, υμνείν αδιαλείπτως· ευογητός ει Κύριε, ο Θεός εις τους αιώνας.
Θέσει, ω Μάρτυς, θεουμένη, ως εγγίζουσα τω θρόνω του Υψίστου, υπέρ πάντων ημών, των σε ανευφημούντων , υμνωδιών εν κάλλεσι , τον Θεόν αεί δυσώπει.
Θεοτόκιον
Ως περ ο Άσωτος, Μαρία, νύν πρεχέω τα δάκρυα αφθόνως· ως Τελώνης αεί, ιλάσθητι κραυγάζω· σώσον με τοίνυν, Δέσποινα, Μητρικαίς σου ικεσίαις.
Ωδή η΄. Τον βασιλέα.
Συ των αιμάτων , τοίς σταλαγμοίς σου, Παρθένε, αποξήρανον βυθόν αμαρτίας, και χορήγει ρώσιν, τοίς κάμνουσι λιταίς σου.
Εύχου Κυρίω, Κυριακή Αθληφόρε, υπέρ πάντων των σοι προσφευγόντων , και ρύου κινδύνων, αυτούς σαίς ικεσίαις.
Ρύσαι σόν δούλον , Κυριακή Αθληφόρε, τον τη σκέπη τη ση προσλθόντα, νόσων ολεθρίων , και θλίψεων λιταίς σου.
Θεοτόκιον
Αγνή Παρθένε, εκ κατωτάτου βυθού, με απογνώσεως ρύσαι και πρός όρμον, μετανοίας βίον, ίθυνον του σου δούλου.
Ωδή θ΄. Κυρίως Θεοτόκον
Φωτί τω απροσίτω, εντρυφώσα θεόφρων , της αμαρτίας αχλύν την κακόζοφον , εκ των σών δούλων λιταίς σου, νύν διασκέδασον.
Ευφρόσυνον ημέραν , άγει νύν η Κτίσις, Κυριακή , τηνσήν Μνήμην γεραίρουσα, και ειρηναίαν εκ των σών λιτών σου, κατάστασιν αναμένουσα.
Ιασιν ταχίστην, δώρησαι λιταίς σου, Κυριακή Αθληφ΄ρε, και φώισον , τον σκοτεινόν αμαρτίαις νούν μου, Πανένδοξε.
Θεοτόκιον
Μετά Θεόν, Παρθένε, άμαχον προστάτιν, και αντιλήπτορα μέγιστον έχων σε, κράζω σοι σώσον , τον δούλον σου Άχραντε.
Το, Άξιον εστί, και τα παρόντα Μεγαλυνάρια
Έπιδε εξ ύψους θείου Χριστού, Νύμφη στεφηφόρε,και επίσκεψαι τους πιστώς, σε ανευφημούντας, και θείαις σου πρεσβείαιας, νόσων παντοίων ρύσαι, και πάσης θλίψεως.
Τον Χριστόν ποθήσασα αληθώς, έσπευσας τεθνάναι, και θυσίαν προσενεγκείν, σεαυτήν αγία, Κυριακή θεόρφων· τούτον ούν εκδυσώποει, υπέρ των δούλων σου
Κύριον ποθούσα Κυριακή τον ωραίο κάλλει παρά πάντας τους γηγενείς, τούτον ενυμφεύθης, αθλητικοίς αγώσι, ως μάρτυς αληφόρος, ως καλλιπάρθενος.
Και το, Πάσαι των Αγγέλων
Τρισάγιον και το τροπάριον.Ήχος δ΄. Ταχύ προκατάλαβε.
Ως βρύσις πολύκρουνος Παρθενομάρτυς Χριστόυ, κατήρδευσας, Πάνσοφε, την Εκκλησίαν αυτού, και ήθλησας άριστα· έσωσας τους εν σκότει , της ειδωλομανίας, αίγλη των σών θαυμάτων , Κυριακλή Αθληφόρε, διό αν παρρησία, Χριστώ, πρέσβευε σωθήναι ημάς.
Ή το παρόν απολυτίκιον
Ηχος πλ. α΄. Τον συνάναρχον λόγον
Καλλιέργημα ώφθης και θύμα άγιον, προσενεγκούσα τω Πλάστη την καθαράν σου ψυχήν, ήν εδόξασε Χριστός, ως καρτερόψηχε. Όθεν και βρύει διά σου , τοίς τιμώσι σε πιστοίς, τας χάριτας υπέρ ψάμμον , Κυριακή αθληφόρε, ως ελεήμων και φιλάνθρωπος.
Ο ιερεύς ως έθος μνημονεύει
Εις την απόλυσιν ψάλλομεν ο παρόν Προσόμοιον Ήχος β΄
Ότε εκ του ξύλου Σε νεκρόν
Κλάδος ευκλεής, Κυριακή, ρίζης διασήμου εδείχθης, Χριστόν κηρύξασα, φέρων της αθλήσεως, καρπόν σωτηρίας, και ξηραίων εν χάριτι, φυτά ασεβείας· όθεν σε δοξάζοντες, καθικετεύομεν, ρύσαι ταίς πρεσβείαις σου πάσης, λύμης των παθών αχλυώδους, τους τη θεία σκέπη σου προστρέχοντας
ΕΙΣ ΤΗΝ ΑΓΙΑΝ ΜΕΓΑΛΟΜΑΡΤΥΡΑ ΚΑΙ ΑΘΛΗΦΟΡΟΝ
ΚΥΡΙΑΚΗΝ
Ευλογήσαντος του Ιερέως αρχόμεθα του ψαλμού
Ψαλμός ρμβ΄ (142)
Κύριε εισάκουσον της προσευχής μου, ενώτισαι την δέησιν μου εν τη αληθεία σου, εισάκουσον μου εν τη δικαιοσύνην σου. Και μη εισέλθεις εις κρίσιν μετά του δούλου σου, ότι ου δικαιωθήσεται ενώπιόν σου πας ζών. Ότι κατεδίωξεν ο εχθρός την ψυχήν μου, εταπείνωσεν εις γην την ζωήν μου. Εκάθισεν με εν σκοτεινοίς ως νεκρούς αιώνος, και ηκηδίασεν το πνεύμα μου, εν εμοί εταράχθη η καρδίαν μου. Εμνήσθην ημερών αρχαίων, εμελέτησα εν πάσι τοις έργοις σου, εν ποιήμασι των χειρών σου εμελέτησα. Διαπέτασα προς σε τας χείρας μου, η ψυχή μου ως γή άνυδρός σοι.
Ταχύ εισάκουσον μου, Κύριε, εξέλιπε το πνεύμα μου. Μη αποστρέψεις το πρόσωπόν σου απ΄εμού, και ομοιωθήσομαι τοις καταβαίνουσιν εις λάκον. Ακουστόν ποίησον μοι το πρωί το έλεός σου, ότι επί σοι ήλπισα. Γνωρισόν μοι κύριε, οδόν εν ή πορεύσομαι, ότι προς σε ήρα την ψυχήν μου. Εξελού με εκ των εχρών μου Κύριε, προς σε κατέφυγον, δίδαξόν με του ποιείν το θέλημά σου, ότι συ εί ο Θεός μου. Το Πνεύμα σου το αγαθόν οδηγήσει με εν γή ευθεία, ένεκεν του ονόματος σου, Κύριε, ζήσεις με. Εν τη δικαιοσύνην σου εξάξεις εκ θλίψεως την ψυχήν μου, και εν τω ελέει σου εξολοθρεύσεις τους εχθρούς μου. Και απολείς πάντας τους θλίβοντας την ψυχήν μου, ότι εγώ δούλος σου ειμί.
Ευθύς εις Ηχον δ΄
Θεός Κύριος και επέφανεν ημίν ευλογημένος ο ερχόμενος έν ονόματι Κυρίου.
(Τετράκις)
Ήχος δ’ ( ο υψωθείς εν τω Σταυρώ)
Την εξανθίσασαν αγνείας λαμπρότητι, ως εν κοιλάσιν ευωδέστατο ίον, Κυριακήν την ένδοξον, Μαρτύρων καλλονήν, πάντες ανυμνήσωμεν , πρός αυτήν εκβοώντες, ρύσαι τους υμνούντας σε, των δεινών σαίς πρεσβείαις· ίνα γεραίρωμεν ευλαβώς την πανεύφημόν σου Μνήμην , αθληφόρε αξιάγαστε.
Δόξα πατρί…και νυν Ήχος α’ (Του λίθου σφραγισθένος)
Ου σιωπήσωμέν ποτε Θεοτόκε, τας δυναστείας σου λαλείν οι ανάξιοι· ειμή γαρ συ προΐστασο πρεσβεύουσα, τις ημάς ερρύσατο εκ τοσούτων κινδύνων; τις δε διεφύλαξεν έως νύν ελευθέρους; ούκ αποστώμεν Δέσποινα εξ σού· σούς γάρ δούλους σώζεις αεί εκ παντοίων δεινών.
Ωδή α’ (Ήχος πλ δ’ )
«Υγράν διοδεύσας….»
Υμνούμεν σε πόθω , Κυριακή, Χριστού Αθληφόρε, και δεόμεθα σου θερμώς, παράσχου λιταίς σου πρός τον Κτίστην, πάσι τοις κάμνουσι την ανάρρωσιν.
Μαράνασα, Μάρτυς , σώμα το σόν, Θεού, δι’ αγάπην, κακουχίαις τε και δεινείς· διό τα του σώματός μου πάθη, δι’ εγκρατείας μαράναι αξίωσον.
Νυκτός Χριστού Μάρτυς και σκοτασμού, της πλάνης φυγούσα, ηξιώθης θείους φωτός· καμέ φωτισθήναι ταίς λιταίς σου, θεοφεγγέσιν ακτίσιν αξιώσον.
Θεοτόκιον
Εκένωσε,Κόρη, ο ποιητής, εν τη ση κοιλία, εαυτόν τους δε πατρίκους, κόλπους το καθόλου μη κενώσας, δια το σώσαι ως Θεός το ανθρώπινον.
Ωδή γ’ Συ ει το στερέωμα.
Ίασαι τα πάθη μου, τα της ψυχής και του σώματος, ταίς πρός Θεόν, ενθέρμοις λιτάις σου, Κυριακή μεγαλώνυμε.
Σύνασίν μοι δώρισαι, τω ασυνέρτω , Πανθαύμαστε, Κυριακ΄λη , ίνα πράττω πάντα, του Θεού τα προστάγματα.
Εκ σου , Παμμακάστε, Κυριακή, την κατάπαυσίν, νόσων δεινών, πόθω αναμένω, απολαύσαι πρεσβείαις σου.
Θεοτόκιον
Απαστράπτουσα θαύμασιν, εκ των προσφευγόντων σοι, Μάρτυς ένδοξε, των παθών φρικτήν σκοτόμαιναν, απελαύνεις όντως ταίς πρεσβείαις σου.
Ωδή δ΄.Εισακήκοα Κύριε...
Ρείθρα όντως, Πανένδοξε, ιαμάτων άφθονα αναβλύζουσα, τοις τιμώσιν σήν πανήγυριν, ρώσιν ταίς λιταίς σου νύν χωρήγησον.
Των Μαρτύρων την εύκλειαν , την Κυριακήν ανυμνήσωμεν, οι Πιστοί και επαινέσωμεν,ως τετυχηκότες απαλλαγής των δεινών.
Θεοτόκιον
Υφαντόν εκ της άνωθεν, χάριτος χιτώνα , Παρθένε, ένδυσον , τον σόν δούλον ταίς πρεσβείαις σου , και τη αφθαρσία με περίβαλε.
Ωδή ε΄.Φώτισον ημάς...
Σόφισον με νύν, της σοφίας ταίς ελλαμψεσι, ταίς υπέρ νούν και υπερ έννοιαν, και φωτί θείω, Κυριακή ελευθέρωσον.
Υψιστον Θεον, ον εκήρυξας, Πανεύφημε, τούτον εκδυσώπει υπέρ του δούλου σου, παθών θλιβόντων , και δεινών απαλλαγήναι με.
Θεοτόκιον
Ρύπου με παθών , μεσιτεία σου καθάρισον, και την σκοτισθείαν ψυχήν μου φώτισον, ίνα σε δοξάζω και υμνών σε, Πολυΰμνητε.
Ωδή στ΄.Ιλάσθητι μοι.
Ιδείν την δόξαν Θεού, επιπιθών ο ταλαίπορος, Κυριακή , πρός την σήν, προσφεύγω βοήθειαν , θερμως σου δεόμενος, όπως ταίς λιταίς σου, ταύτης γένωμαι νύν μέτοχος.
Αγάπη πρός την Θεόν, πάντα ως φρούδα κατέλιπες, Κυριακή τα εν τη· Σου ούν και τον δούλον σου, παριδείν αξίωσον , πάντα τα ηδέα, και αγίως πολιτεύεσθαι.
Κρατήρα, Κυριακή, θανατηφόρον κεκέρακεν, η Εύα πάλιαι εμοί· Συυ δε τοις σοίς αίμασιν, οίνόν μοι ενστάλαξον, της αθανασίας, την καρδίαν μου ευφραίνοντα.
Θεοτόκιον
Η μόνη καταφυγή, Χριστιανών συ βοήθησον, τω κινδυνεύοντι νύν, και χείρα μοι όρεξον, και πρός τον λιμένα με, τον της σωτηρίας , καυοδήγησον, Πανάχραντε.
Διάσωζε, Κυριακή Αθληφόρε, ταίς πρός Θεόν σου πρεσβείαις, απο ποικίλων κινδύνων τους δούλους σου, και ίασαι τας δεινάς ημών νόσους.
Και θεοτόκιον .Αχραντε...
Κοντάκιον ήχος β΄
Ανέτειλεν ημίν λαμπρά, ώσπερ ήλιος, η Μνήμη σου Σεμνή Κυριακή αθληφόρε, νέφη των παθών αποδιώκουσα, και φωταγωγούσα τους ευσεβώς, τη ση Εικόνι προσπελάζοντας, και σε πόθω και πίστει γεραίροντας.
Ευθύς το προκείμενον. Ήχος δ΄
Υπομένων υπέμειαν τον Κύριον και προσέσχε μοι, και εισήκουσε της δεήσεώς μου.
Στοίχος. Και έστησε επο πέτραν τους πόδας μου και κατεύθυνε τα διαβήματά μου.
Ευαγγέλιον. Εκ του κατά Ματθαίου (Ι΄. 16-22)
Είπεν ο Κύριος τοίς εαυτού Μαθηταίς· Ιδού εγώ αποστέλλω υμάς, ως πρόβατα εν μέσω λύκων. Γίνεσθαι ούν φρόνιμοι ως οι όφεις, και ακέραιοι ως αι περιστεραί. Προσέχετε δε απο των ανθρώπων· παραδώσουσι γάρ υμάς εις συνέδρια, και εν συναγωγαίς αυτών μαστιγώσουσιν υμάς. Και επί ηγεμόνας δε και βασιλείς αχθήσεσθαι ένεκσν εμού, εις μαρτύριον αυτοίς και τοίς έθνεσι. Όταν δε παραδίδωσιν υμάς, μη μεριμνήσετε, πως ή τι λαλήσητε· ου γάρ υμείς εστέ οι λαλούντες, αλλά το Πνεύμα του Πατρός υμών , το λαλούν εν υμίν.Παραδώσει δε αδελφόςαδελφόν εις θάνατον , και πατήρ τέκνον, και επαναστήσονται τέκνα επί γονείς, και θανατώσουσιν αυτούς. Και έσεσθε μισούμενοι υπο πάντων διά το όνομά μου· ο δε υπομείνας εις τέλος ούτος σωθήσεται.
Δόξα...
Ταις του Αθλοφόρου πρεσβείαις, Ελεήμων εξάλειψον τα πλήθη των εμών εγκλημάτων
Και νύν..
Ταις της Θεοτόκου πρεσβείαις, Ελεήμων εξάλειψον τα πλήθη των εμών εγκλημάτων
Στίχος. Ελεήμων ελέησόν με ο Θεός... και το παρόν προσόμοιον, Ήχος πλ. Β΄
Ουδείς καταφεύγων εν τη σκέπη σου, κατησχυμμένος εκπορεύεται , Κυριακή Αθληφόρε, αλλ’ αιτείται την ρώσιν και λαμβάνει την ίασιν , παρά Θεού ταίς ικεσίαις σου.
Ωδή δ΄. Παίδας Εβραίων.
Πάντων δεινών αρρωστημάτων , τα ιάματα λαμβάνομεν αφθόνως, οι πιστώς τη θερμή , προστρέχοντες σοι σκέπη, Κυριακή ανένδοξε, ταίς εν θέοις σου πρεσβείαις.
Όμβρους παρέχεις ιαμάτων , καταπαύουσα το πύρ αρρωστημάτων , και Πιστούς συ ποιείς, υμνείν αδιαλείπτως· ευογητός ει Κύριε, ο Θεός εις τους αιώνας.
Θέσει, ω Μάρτυς, θεουμένη, ως εγγίζουσα τω θρόνω του Υψίστου, υπέρ πάντων ημών, των σε ανευφημούντων , υμνωδιών εν κάλλεσι , τον Θεόν αεί δυσώπει.
Θεοτόκιον
Ως περ ο Άσωτος, Μαρία, νύν πρεχέω τα δάκρυα αφθόνως· ως Τελώνης αεί, ιλάσθητι κραυγάζω· σώσον με τοίνυν, Δέσποινα, Μητρικαίς σου ικεσίαις.
Ωδή η΄. Τον βασιλέα.
Συ των αιμάτων , τοίς σταλαγμοίς σου, Παρθένε, αποξήρανον βυθόν αμαρτίας, και χορήγει ρώσιν, τοίς κάμνουσι λιταίς σου.
Εύχου Κυρίω, Κυριακή Αθληφόρε, υπέρ πάντων των σοι προσφευγόντων , και ρύου κινδύνων, αυτούς σαίς ικεσίαις.
Ρύσαι σόν δούλον , Κυριακή Αθληφόρε, τον τη σκέπη τη ση προσλθόντα, νόσων ολεθρίων , και θλίψεων λιταίς σου.
Θεοτόκιον
Αγνή Παρθένε, εκ κατωτάτου βυθού, με απογνώσεως ρύσαι και πρός όρμον, μετανοίας βίον, ίθυνον του σου δούλου.
Ωδή θ΄. Κυρίως Θεοτόκον
Φωτί τω απροσίτω, εντρυφώσα θεόφρων , της αμαρτίας αχλύν την κακόζοφον , εκ των σών δούλων λιταίς σου, νύν διασκέδασον.
Ευφρόσυνον ημέραν , άγει νύν η Κτίσις, Κυριακή , τηνσήν Μνήμην γεραίρουσα, και ειρηναίαν εκ των σών λιτών σου, κατάστασιν αναμένουσα.
Ιασιν ταχίστην, δώρησαι λιταίς σου, Κυριακή Αθληφ΄ρε, και φώισον , τον σκοτεινόν αμαρτίαις νούν μου, Πανένδοξε.
Θεοτόκιον
Μετά Θεόν, Παρθένε, άμαχον προστάτιν, και αντιλήπτορα μέγιστον έχων σε, κράζω σοι σώσον , τον δούλον σου Άχραντε.
Το, Άξιον εστί, και τα παρόντα Μεγαλυνάρια
Έπιδε εξ ύψους θείου Χριστού, Νύμφη στεφηφόρε,και επίσκεψαι τους πιστώς, σε ανευφημούντας, και θείαις σου πρεσβείαιας, νόσων παντοίων ρύσαι, και πάσης θλίψεως.
Τον Χριστόν ποθήσασα αληθώς, έσπευσας τεθνάναι, και θυσίαν προσενεγκείν, σεαυτήν αγία, Κυριακή θεόρφων· τούτον ούν εκδυσώποει, υπέρ των δούλων σου
Κύριον ποθούσα Κυριακή τον ωραίο κάλλει παρά πάντας τους γηγενείς, τούτον ενυμφεύθης, αθλητικοίς αγώσι, ως μάρτυς αληφόρος, ως καλλιπάρθενος.
Και το, Πάσαι των Αγγέλων
Τρισάγιον και το τροπάριον.Ήχος δ΄. Ταχύ προκατάλαβε.
Ως βρύσις πολύκρουνος Παρθενομάρτυς Χριστόυ, κατήρδευσας, Πάνσοφε, την Εκκλησίαν αυτού, και ήθλησας άριστα· έσωσας τους εν σκότει , της ειδωλομανίας, αίγλη των σών θαυμάτων , Κυριακλή Αθληφόρε, διό αν παρρησία, Χριστώ, πρέσβευε σωθήναι ημάς.
Ή το παρόν απολυτίκιον
Ηχος πλ. α΄. Τον συνάναρχον λόγον
Καλλιέργημα ώφθης και θύμα άγιον, προσενεγκούσα τω Πλάστη την καθαράν σου ψυχήν, ήν εδόξασε Χριστός, ως καρτερόψηχε. Όθεν και βρύει διά σου , τοίς τιμώσι σε πιστοίς, τας χάριτας υπέρ ψάμμον , Κυριακή αθληφόρε, ως ελεήμων και φιλάνθρωπος.
Ο ιερεύς ως έθος μνημονεύει
Εις την απόλυσιν ψάλλομεν ο παρόν Προσόμοιον Ήχος β΄
Ότε εκ του ξύλου Σε νεκρόν
Κλάδος ευκλεής, Κυριακή, ρίζης διασήμου εδείχθης, Χριστόν κηρύξασα, φέρων της αθλήσεως, καρπόν σωτηρίας, και ξηραίων εν χάριτι, φυτά ασεβείας· όθεν σε δοξάζοντες, καθικετεύομεν, ρύσαι ταίς πρεσβείαις σου πάσης, λύμης των παθών αχλυώδους, τους τη θεία σκέπη σου προστρέχοντας
ΚΑΝΩΝ ΠΑΡΑΚΛΗΤΙΚΟΣ ΕΙΣ ΤΗΝ ΑΓΙΑΝ ΟΣΙΟΠΑΡΘΕΝΟΜΑΡΤΥΡΑ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗΝ
ΚΑΝΩΝ ΠΑΡΑΚΛΗΤΙΚΟΣ
ΕΙΣ ΤΗΝ ΑΓΙΑΝ ΟΣΙΟΠΑΡΘΕΝΟΜΑΡΤΥΡΑ
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗΝ
Μετά τον Ευλογητόν, το, Κύριε εισάκουσον…
Είτα τα, Θεός Κύριος∙ και το Τροπάριον. Ηχος Δ΄
Ο Υψωθείς εν τω Σταυρώ.
Ευαρεστήσασα Θεώ, Αθληφόρε, και πειρασθείσα ως χρυσός εν καμίνω, Παρασκευή πανένδοξε, βασάνων πειρασμοίς, θαύματα πηγάζεις νυν, και νοσήματα παύεις, και τον υπεράγαθον του Θεού Λόγον, υπέρ ημών αεί εκδυσωπείς, όπως αυτού των δωρεών επιτύχωμεν.
Δόξα Και νυν Θεοτόκιον. Ου σιωπήσωμεν…
Ο Ν΄. Και ο Κανών
Ωδή Α΄. Ηχός Πλ. Δ΄. Υγράν διοδεύσας.
Υμνώ σου την Μνήμην παρακαλώ, έδοξε Παρθένε, των πταισμάτων μου τα σειράς, διάρρηξον τάχος ταις προς Κτίστην, τον Πανοικτίρμονα πρεσβείας σου.
Μεγίστη η δύναμις , ην Σεμνή , έλαβες αξίως, εκ Θεού του θαυματουργείν∙ ταύτην ουν χρωμένη ήδη παύσον , τα πολυχρόνια πάθη μου δέομαι.
Νομίμως αθήσασα επί γης, Παρασκευή Μάρτυς, και το στέφος εν Ουρανώ, σής απολαβούσα καρτερίας, υπέρ ημών τον Σωτήρα ικέτευε.
Θεοτοκιον.
Όμματι , Πανάσπιλε, επ’ εμοί , ίλεω σου βλέψον , και ιάτρευσον τα δεινά, του σώματος πάθη και τας νόσους, αποσκοράκισον θείαις πρεσβείαις σου.
Ωδή Γ΄. Συ ει το στερέωμα.
Ισχύϊ του Πνεύματος , του Παναγίου ημάς ελέησον , Παρασκευή, και νόσων παντοίων , σαις λιταίς ελευθέρωσον.
Σώσον ταις πρεσβείαις σου, Παρασκευή πανακήρατε, πάντας ημάς, τους σε ανυμνούντας, και ευφήμως γεραίροντας.
Γενού μοι, Πολύαθλε, τω τεθλιμμένω προστάτις σύντονος, και εκ παθών , και κινδύνων ρύσαι, ταις ευχαίς σου και θλίψεων.
Θεοτόκιον
Εξελου , Πανάχραντε, νόσων δεινών με και θλίψεων, των αφειδώς, καταπιεζόντων , τον σον δούλον εκάστοτε.
Ωδή Δ΄Εισακήκοα Κύριε
Ρώμην δίδου μοι, Πάνσεμνε, κατά τε δαιμόνων και ολεθρίων παθώ, και τον σάλον των πταισμάτων μου , ιεραίς λιταίς σου καταπράϋνον.
Αγαπήσασα Κύριον, και στεφάνους δόξης κομίσασα, υπερ πάντων καθικέτευε, των πιστώς τιμόντων σε, Πανεύφυμε.
Ικεσίας μου πρόσδεξαι, ω Παρασκευή Παρθένε πολύαθλε, κα παθών μου την σκοτόμαιναν, σου θερμαίς πρεσβείαις αποδίωξον.
Θεοτόκιον
Ρύσαι , Κόρη Πανάμωμε, η Θεόν ασπόρως κυήσασα, τον σον δούον κινδυνεύοντα, καταποντισθήναί με τοις πταίσμασιν.
Ωδή Ε΄. Φώτισον ημάς.
Ως περ Συ, Σεμνή, εις Νυμφώνα τον Ουράνιον, αυγάζη ταις ενθέοις μαρμαρυγαίς, ούτω σους δούλους, δόξης θείας καταξίωσον.
Σου εν τω ναώ, προσελθόντας τους οικέτας σου, ω Παρασκευή ελευθέρωσον , εκ νοσημάτων , ταίς ευχαίς σου και κακώσεων.
Έρωτι Θεού, την ψυχήν μου πλήξον δέομαι, Παρασκευή, θείαις πρεσβείαις σου, και των παθών μου , την αχλύν νυν εξαφάνισον.
Θεοτόκιον
Πάναγνε ημείς, κεκτημένοι σε βοήθειαν , σκέπην και βεβαίαν αντίληψη, παντός κινδύνου , διά σου αεί ρυσθείημεν.
Ωδή ΣΤ΄. Ιλάσθητι μου.
Αιμάτων σου τοις κρουνοίς, Παρασκευή ως κατέσβεσας, της απιστίας το πύρ, ούτω νυν κατάσβεσον , την φλόγα των νόσων μου, ταίς σαίς ικεσίαις και κινδύνων με εξάρπασον.
Ρεόντων το χαμερπές, Παρασκευή Πανακήρατε, το άστατον και φθαρτόν , παριδείν αξίωσον , σον δούλον πρεσβείαις σου, και αξιωθήναι , θείας δόξης και λαμπρότητος.
Απάσας τας κεφαλάς , ανομούντων συντρίβεσθαι, υπό τους πόδας ημών, Θεόν καθικέτευε, Μάρτυς, των τιμώντων σου, πόθω την σήν Κάραν, ην απέτεμες.
Θεοτόκιον
Συ ούσα το καθαρόν, και αγιώτατον Τέμενος, Μαρία του Παντουργού, παράσχου μοι δάκρυα, ψυχήν καθαρίζοντα, και επάκουσον μου, της δεήσεως σου δέομαι.
Επίβλεψον μετ’ ευμενείας ,Παρασκευή Αθληφόρε, επί τα εμά δεινά πάθη του σώματος, και ίασιν δώρησαι μοι ευχαίς σου.
Και Θεοτόκιον. Επίβλεψον…
Ο Ιερεύς μνημονεύει∙ είτα το Κοντάκιον Ήχος Β
Προστάτρια Πιστών, Παρασκευή Αθληφόρε, πέλουσα, τοίς τη σεπτή Εικόνι σου θερμώς προσπελάζουσιν ,ικέτευε Χριστόν τον Νυμφίον σου, δωρηθήναι λύσιν των δεινών , νόσων και θλίψεων , και αμαρτιών πασών την συγχώρισιν.
Και ευθύς το Προκείμενον
Υπομένων υπέμεινα τον Κύριον και προσέσχε μοι, και εισήκουσε της δεήσεως μου.
Στίχος . Και έστησεν επί πέτραν τους πόδας μου, και κατεύθυνε τα διαβήματα μου.
Ευαγγέλιον. Εκ του κατά Μάρκον (Ε΄24-34).
Τω καιρώ εκείνο ηκολούθει τω Ιησού όχλος πολύς, και συνέθλιβον αυτόν, και γυνή τις, ούσα εν ρύσει αίματος έτη δώδεκα, και πολλά παθούσα υπό πολλών ιατρών , και δαπανήσασα τα παρ’εαυτής πάντα, και μηδέν ωφεληθείσα, αλλά μάλλον εις το χείρον ελθούσα, ακούσασα περί του Ιησού, ελθούσα εν τω όχλω όπισθεν , ήψατο του ιματίου αυτού∙ έλεγε γάρ∙ ότι, καν των ιματίων αυτού άψωμαι, σωθήσωμαι. Και ευθέως εξηράνθη η πηγή του αίματος αυτής, και έγνω τω σώματι , ότι ίαται από της μάστιγος. Και ευθέως ο Ιησούς επιγνούς εν εαυτώ της εξ αυτού δύναμιν εξελθούσαν, επιστραφείς εν τω όχλω, έλεγε∙ Τις μου ήψατο των ιματίων; Και έλεγον αυτώ οι Μαθηταί αυτού∙ βλέπεις τον όχλον συνθλίβοντα σε, και λέγεις∙ Τις μου ήψατο; Και περιεβλέπετο ιδείν την τούτου ποιήσασαν. Η δε γυνή , φοβηθείσα και τρέμουσα, ειδυία ο γέγονεν επ’ αυτή, ήλθε, και προσέπεσεν αυτώ,, και είπεν αυτώ πάσαν την αλήθειαν. Ο δε είπεν αυτή∙ Θύγατερ, η πίστη σου σέσωκέ σε∙ ύπαγε εις ειρήνην, και ίσθι υγιής από της μάστιγός σου.
Δόξα
Ταίς της Αθληφόρου πρεσβείαις ελεήμων εξάλειψον τα πλήθη των εμών εγκλημάτων
Και νυν.
Ταίς της Θεοτόκου…
Στίχος. Ελεήμον, ελέησον με ο Θεός… Και το παρόν Προσόμοιον.
Ήχος Πλ. Β΄. Μεταβολή των θλιβομένων
Μεταβολή παντός κινδύνου , απαλλαγή νόσου παντοίας υπάρχουσα, Παρασκευή Παρθένε, ρύσαι πάντας των δεινών, της των εναντίων κακουχίας, και της των δαιμόνων επηρείας, ταίς θείαις σου προς Θεόν δεήσεσι.
Το, Σώσον ο Θεός τονΛαόν σου κ.λ.π.
Ωδή Ζ΄. Παίδες Εβραίων.
Κάραν πάνσεπτον πάντες, της Παρθενομάρτυρος δεύτε Παρασκευής, Πιστοί εν ετησίοις , τίμήσωμεν τοις ύμνοις, ως πηγήν ανεξάντλητον, των ιαμάτων αεί, και θείων δωρημάτων.
Εορτήν παναισίαν , οι Πιστοί ορθοδόξως επιτελέσωμεν, φαιδρώς Παρασκευής, νυν, την Κάραν προσκυνούντες, και βοώντες εκ πίστεως∙ πρόφθασον ρύσαι ημάς, λιταίς σου πάσης νόσου.
Υπέρ πάσαν ουσίαν , και υπέρ χρυσίον η Κάρα σου διαλάμπουσα, παρέχει σωτηρίαν , τοις πίστει, Αθληφόρε, προς αυτήν καταφεύγουσι, και ιατρεύει ψυχών ,θανατηφόρους νόσους.
Θεοτόκιον
Η Θεόν σαρκοφόρον , Παναγία Παρθένε αποκυήσασα, εκ πάντων αδοκήτων , κινδύνων τον λαόν σου, και εκ νόσων περίσωζε, και αμαρτίας δεσμόν , τάχει λιταίς σου λύσον.
Ωδή Η΄. Τον Βασιλέα
Στόματι πάντες, και καρδία υμνούμεν , την πανένδοξον Μάρτυρα Κυρίου, ότι αρρωστίας ετύχομεν την λύσιν.
Εν ουρανίοις, Παρασκευή Αθληφόρε, τοις σκηνώμασι σορεύουσα των πίστει, σε υμνολογούντων μνημόνευε, Παμμάκαρ.
Ρωσθείσα, Μάρτυς, τη ισχύϊ Κυρίου, των Τυράννων κατησχύνας τα θράση∙ θραύσον και νυν πάντων ,δεσμούς τυραννουμένων.
Θεοτόκιον
Άχραντε μόνη, Ευλογημένη Μαρία, τα δυσίατα ιάτρευσον πάθη, του οικτρού σου δούλου, ίνα σε μακαρίζω.
Ωδή Θ΄. Κυρίως Θεοτόκον
Φλέξον παρανόμων , Παρασκευή Μάρτυς, περί τω θείω τεχνάσματα άθεα∙ Πιστούς δε πάντας, θείω αυγάσματι λάμπρυνον.
΄Εμπλεως ενθέου , λάμψεως γενέσθαι, τον σον οικέτην νυνί καταξίωσον , ταίς προς τον όλων Δεσπότην , λιταίς σου , Πάνσεμνε.
Ίνα σε δοξάζω, Παρασκευή πόθω, τας ανιάτους μου νόσους θεράπευσον , και ταις ευχαίς σου τελείαν , ρώσιν παράσχου μοι.
Θεοτόκιον
Μόνη Θεοτόκε, ως Αγνή και Μήτηρ, της ακαθάρτου ιλύος με κάθαρον , των ακαθάρτων μωλώπων , και σώσον , Δέσποινα.
Το Άξιον εστίν, και τα παρόντα Μεγαλυνάρια.
Αίτησαι ειρήνην παρά Θεού , ψυχών σωτηρίαν, και κινδύνων απαλλαγήν , θεία Αθληφόρε, Παρασκευή , ευχαίς σου, τοις πίστει ευφημούσι σε και γεραίρουσι.
Πορφύραν εξ αίματος την στολήν , συ περικειμένη, και το στέμμα εν κορυφή, έχουσα ω Μάρτυς, και την της Παρθενίας, κατέχουσα λαμπάδα ημών μνημόνευε.
Και θεοτόκιον. Πάσαι των Αγγέλων.
Τρισάγιον. Και το τροπάριον.Ήχος Α΄.
Την σπουδή σου την κλίσει κατάλληλον , εργασαμένη φερώνυμε, την ομώνυμον σου Πίστην εις κατοικίαν κεκλήρωσαι, Παρασκευή Αθληφόρε∙ όθεν προχέεις ιάματα, και πρεσβεύεις υπέρ των ψυχών ημων.
Ο Ιερεύς ως έθος μνημονεύει.
Εις την απόλυσιν , ψάλλομεν το παρόν Προσόμοιον,
Ήχος Β΄. Ότε εκ του ξύλου σε νεκρόν…
Θύμα τω Δεσπότη και Θεώ, ήχθης , Καλλιπάρθενε, θείον και παναμώμητον∙ πάσας όθεν ηύφρανας, τας Ουρανίους Αρχάς, και Μακάρων , Αοίδιμε, ψυχάς∙ διό πάντες, πίστει σου δεόμεθα, και πόθω ζέοντι, ρύσαι ταίς λιταίς σου εκ νόσων, και παντοδαπών εναντίων, ημάς τους τιμώντας σε Πανεύφημε.
ΕΙΣ ΤΗΝ ΑΓΙΑΝ ΟΣΙΟΠΑΡΘΕΝΟΜΑΡΤΥΡΑ
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗΝ
Μετά τον Ευλογητόν, το, Κύριε εισάκουσον…
Είτα τα, Θεός Κύριος∙ και το Τροπάριον. Ηχος Δ΄
Ο Υψωθείς εν τω Σταυρώ.
Ευαρεστήσασα Θεώ, Αθληφόρε, και πειρασθείσα ως χρυσός εν καμίνω, Παρασκευή πανένδοξε, βασάνων πειρασμοίς, θαύματα πηγάζεις νυν, και νοσήματα παύεις, και τον υπεράγαθον του Θεού Λόγον, υπέρ ημών αεί εκδυσωπείς, όπως αυτού των δωρεών επιτύχωμεν.
Δόξα Και νυν Θεοτόκιον. Ου σιωπήσωμεν…
Ο Ν΄. Και ο Κανών
Ωδή Α΄. Ηχός Πλ. Δ΄. Υγράν διοδεύσας.
Υμνώ σου την Μνήμην παρακαλώ, έδοξε Παρθένε, των πταισμάτων μου τα σειράς, διάρρηξον τάχος ταις προς Κτίστην, τον Πανοικτίρμονα πρεσβείας σου.
Μεγίστη η δύναμις , ην Σεμνή , έλαβες αξίως, εκ Θεού του θαυματουργείν∙ ταύτην ουν χρωμένη ήδη παύσον , τα πολυχρόνια πάθη μου δέομαι.
Νομίμως αθήσασα επί γης, Παρασκευή Μάρτυς, και το στέφος εν Ουρανώ, σής απολαβούσα καρτερίας, υπέρ ημών τον Σωτήρα ικέτευε.
Θεοτοκιον.
Όμματι , Πανάσπιλε, επ’ εμοί , ίλεω σου βλέψον , και ιάτρευσον τα δεινά, του σώματος πάθη και τας νόσους, αποσκοράκισον θείαις πρεσβείαις σου.
Ωδή Γ΄. Συ ει το στερέωμα.
Ισχύϊ του Πνεύματος , του Παναγίου ημάς ελέησον , Παρασκευή, και νόσων παντοίων , σαις λιταίς ελευθέρωσον.
Σώσον ταις πρεσβείαις σου, Παρασκευή πανακήρατε, πάντας ημάς, τους σε ανυμνούντας, και ευφήμως γεραίροντας.
Γενού μοι, Πολύαθλε, τω τεθλιμμένω προστάτις σύντονος, και εκ παθών , και κινδύνων ρύσαι, ταις ευχαίς σου και θλίψεων.
Θεοτόκιον
Εξελου , Πανάχραντε, νόσων δεινών με και θλίψεων, των αφειδώς, καταπιεζόντων , τον σον δούλον εκάστοτε.
Ωδή Δ΄Εισακήκοα Κύριε
Ρώμην δίδου μοι, Πάνσεμνε, κατά τε δαιμόνων και ολεθρίων παθώ, και τον σάλον των πταισμάτων μου , ιεραίς λιταίς σου καταπράϋνον.
Αγαπήσασα Κύριον, και στεφάνους δόξης κομίσασα, υπερ πάντων καθικέτευε, των πιστώς τιμόντων σε, Πανεύφυμε.
Ικεσίας μου πρόσδεξαι, ω Παρασκευή Παρθένε πολύαθλε, κα παθών μου την σκοτόμαιναν, σου θερμαίς πρεσβείαις αποδίωξον.
Θεοτόκιον
Ρύσαι , Κόρη Πανάμωμε, η Θεόν ασπόρως κυήσασα, τον σον δούον κινδυνεύοντα, καταποντισθήναί με τοις πταίσμασιν.
Ωδή Ε΄. Φώτισον ημάς.
Ως περ Συ, Σεμνή, εις Νυμφώνα τον Ουράνιον, αυγάζη ταις ενθέοις μαρμαρυγαίς, ούτω σους δούλους, δόξης θείας καταξίωσον.
Σου εν τω ναώ, προσελθόντας τους οικέτας σου, ω Παρασκευή ελευθέρωσον , εκ νοσημάτων , ταίς ευχαίς σου και κακώσεων.
Έρωτι Θεού, την ψυχήν μου πλήξον δέομαι, Παρασκευή, θείαις πρεσβείαις σου, και των παθών μου , την αχλύν νυν εξαφάνισον.
Θεοτόκιον
Πάναγνε ημείς, κεκτημένοι σε βοήθειαν , σκέπην και βεβαίαν αντίληψη, παντός κινδύνου , διά σου αεί ρυσθείημεν.
Ωδή ΣΤ΄. Ιλάσθητι μου.
Αιμάτων σου τοις κρουνοίς, Παρασκευή ως κατέσβεσας, της απιστίας το πύρ, ούτω νυν κατάσβεσον , την φλόγα των νόσων μου, ταίς σαίς ικεσίαις και κινδύνων με εξάρπασον.
Ρεόντων το χαμερπές, Παρασκευή Πανακήρατε, το άστατον και φθαρτόν , παριδείν αξίωσον , σον δούλον πρεσβείαις σου, και αξιωθήναι , θείας δόξης και λαμπρότητος.
Απάσας τας κεφαλάς , ανομούντων συντρίβεσθαι, υπό τους πόδας ημών, Θεόν καθικέτευε, Μάρτυς, των τιμώντων σου, πόθω την σήν Κάραν, ην απέτεμες.
Θεοτόκιον
Συ ούσα το καθαρόν, και αγιώτατον Τέμενος, Μαρία του Παντουργού, παράσχου μοι δάκρυα, ψυχήν καθαρίζοντα, και επάκουσον μου, της δεήσεως σου δέομαι.
Επίβλεψον μετ’ ευμενείας ,Παρασκευή Αθληφόρε, επί τα εμά δεινά πάθη του σώματος, και ίασιν δώρησαι μοι ευχαίς σου.
Και Θεοτόκιον. Επίβλεψον…
Ο Ιερεύς μνημονεύει∙ είτα το Κοντάκιον Ήχος Β
Προστάτρια Πιστών, Παρασκευή Αθληφόρε, πέλουσα, τοίς τη σεπτή Εικόνι σου θερμώς προσπελάζουσιν ,ικέτευε Χριστόν τον Νυμφίον σου, δωρηθήναι λύσιν των δεινών , νόσων και θλίψεων , και αμαρτιών πασών την συγχώρισιν.
Και ευθύς το Προκείμενον
Υπομένων υπέμεινα τον Κύριον και προσέσχε μοι, και εισήκουσε της δεήσεως μου.
Στίχος . Και έστησεν επί πέτραν τους πόδας μου, και κατεύθυνε τα διαβήματα μου.
Ευαγγέλιον. Εκ του κατά Μάρκον (Ε΄24-34).
Τω καιρώ εκείνο ηκολούθει τω Ιησού όχλος πολύς, και συνέθλιβον αυτόν, και γυνή τις, ούσα εν ρύσει αίματος έτη δώδεκα, και πολλά παθούσα υπό πολλών ιατρών , και δαπανήσασα τα παρ’εαυτής πάντα, και μηδέν ωφεληθείσα, αλλά μάλλον εις το χείρον ελθούσα, ακούσασα περί του Ιησού, ελθούσα εν τω όχλω όπισθεν , ήψατο του ιματίου αυτού∙ έλεγε γάρ∙ ότι, καν των ιματίων αυτού άψωμαι, σωθήσωμαι. Και ευθέως εξηράνθη η πηγή του αίματος αυτής, και έγνω τω σώματι , ότι ίαται από της μάστιγος. Και ευθέως ο Ιησούς επιγνούς εν εαυτώ της εξ αυτού δύναμιν εξελθούσαν, επιστραφείς εν τω όχλω, έλεγε∙ Τις μου ήψατο των ιματίων; Και έλεγον αυτώ οι Μαθηταί αυτού∙ βλέπεις τον όχλον συνθλίβοντα σε, και λέγεις∙ Τις μου ήψατο; Και περιεβλέπετο ιδείν την τούτου ποιήσασαν. Η δε γυνή , φοβηθείσα και τρέμουσα, ειδυία ο γέγονεν επ’ αυτή, ήλθε, και προσέπεσεν αυτώ,, και είπεν αυτώ πάσαν την αλήθειαν. Ο δε είπεν αυτή∙ Θύγατερ, η πίστη σου σέσωκέ σε∙ ύπαγε εις ειρήνην, και ίσθι υγιής από της μάστιγός σου.
Δόξα
Ταίς της Αθληφόρου πρεσβείαις ελεήμων εξάλειψον τα πλήθη των εμών εγκλημάτων
Και νυν.
Ταίς της Θεοτόκου…
Στίχος. Ελεήμον, ελέησον με ο Θεός… Και το παρόν Προσόμοιον.
Ήχος Πλ. Β΄. Μεταβολή των θλιβομένων
Μεταβολή παντός κινδύνου , απαλλαγή νόσου παντοίας υπάρχουσα, Παρασκευή Παρθένε, ρύσαι πάντας των δεινών, της των εναντίων κακουχίας, και της των δαιμόνων επηρείας, ταίς θείαις σου προς Θεόν δεήσεσι.
Το, Σώσον ο Θεός τονΛαόν σου κ.λ.π.
Ωδή Ζ΄. Παίδες Εβραίων.
Κάραν πάνσεπτον πάντες, της Παρθενομάρτυρος δεύτε Παρασκευής, Πιστοί εν ετησίοις , τίμήσωμεν τοις ύμνοις, ως πηγήν ανεξάντλητον, των ιαμάτων αεί, και θείων δωρημάτων.
Εορτήν παναισίαν , οι Πιστοί ορθοδόξως επιτελέσωμεν, φαιδρώς Παρασκευής, νυν, την Κάραν προσκυνούντες, και βοώντες εκ πίστεως∙ πρόφθασον ρύσαι ημάς, λιταίς σου πάσης νόσου.
Υπέρ πάσαν ουσίαν , και υπέρ χρυσίον η Κάρα σου διαλάμπουσα, παρέχει σωτηρίαν , τοις πίστει, Αθληφόρε, προς αυτήν καταφεύγουσι, και ιατρεύει ψυχών ,θανατηφόρους νόσους.
Θεοτόκιον
Η Θεόν σαρκοφόρον , Παναγία Παρθένε αποκυήσασα, εκ πάντων αδοκήτων , κινδύνων τον λαόν σου, και εκ νόσων περίσωζε, και αμαρτίας δεσμόν , τάχει λιταίς σου λύσον.
Ωδή Η΄. Τον Βασιλέα
Στόματι πάντες, και καρδία υμνούμεν , την πανένδοξον Μάρτυρα Κυρίου, ότι αρρωστίας ετύχομεν την λύσιν.
Εν ουρανίοις, Παρασκευή Αθληφόρε, τοις σκηνώμασι σορεύουσα των πίστει, σε υμνολογούντων μνημόνευε, Παμμάκαρ.
Ρωσθείσα, Μάρτυς, τη ισχύϊ Κυρίου, των Τυράννων κατησχύνας τα θράση∙ θραύσον και νυν πάντων ,δεσμούς τυραννουμένων.
Θεοτόκιον
Άχραντε μόνη, Ευλογημένη Μαρία, τα δυσίατα ιάτρευσον πάθη, του οικτρού σου δούλου, ίνα σε μακαρίζω.
Ωδή Θ΄. Κυρίως Θεοτόκον
Φλέξον παρανόμων , Παρασκευή Μάρτυς, περί τω θείω τεχνάσματα άθεα∙ Πιστούς δε πάντας, θείω αυγάσματι λάμπρυνον.
΄Εμπλεως ενθέου , λάμψεως γενέσθαι, τον σον οικέτην νυνί καταξίωσον , ταίς προς τον όλων Δεσπότην , λιταίς σου , Πάνσεμνε.
Ίνα σε δοξάζω, Παρασκευή πόθω, τας ανιάτους μου νόσους θεράπευσον , και ταις ευχαίς σου τελείαν , ρώσιν παράσχου μοι.
Θεοτόκιον
Μόνη Θεοτόκε, ως Αγνή και Μήτηρ, της ακαθάρτου ιλύος με κάθαρον , των ακαθάρτων μωλώπων , και σώσον , Δέσποινα.
Το Άξιον εστίν, και τα παρόντα Μεγαλυνάρια.
Αίτησαι ειρήνην παρά Θεού , ψυχών σωτηρίαν, και κινδύνων απαλλαγήν , θεία Αθληφόρε, Παρασκευή , ευχαίς σου, τοις πίστει ευφημούσι σε και γεραίρουσι.
Πορφύραν εξ αίματος την στολήν , συ περικειμένη, και το στέμμα εν κορυφή, έχουσα ω Μάρτυς, και την της Παρθενίας, κατέχουσα λαμπάδα ημών μνημόνευε.
Και θεοτόκιον. Πάσαι των Αγγέλων.
Τρισάγιον. Και το τροπάριον.Ήχος Α΄.
Την σπουδή σου την κλίσει κατάλληλον , εργασαμένη φερώνυμε, την ομώνυμον σου Πίστην εις κατοικίαν κεκλήρωσαι, Παρασκευή Αθληφόρε∙ όθεν προχέεις ιάματα, και πρεσβεύεις υπέρ των ψυχών ημων.
Ο Ιερεύς ως έθος μνημονεύει.
Εις την απόλυσιν , ψάλλομεν το παρόν Προσόμοιον,
Ήχος Β΄. Ότε εκ του ξύλου σε νεκρόν…
Θύμα τω Δεσπότη και Θεώ, ήχθης , Καλλιπάρθενε, θείον και παναμώμητον∙ πάσας όθεν ηύφρανας, τας Ουρανίους Αρχάς, και Μακάρων , Αοίδιμε, ψυχάς∙ διό πάντες, πίστει σου δεόμεθα, και πόθω ζέοντι, ρύσαι ταίς λιταίς σου εκ νόσων, και παντοδαπών εναντίων, ημάς τους τιμώντας σε Πανεύφημε.
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)