Σάββατο 16 Ιανουαρίου 2016

ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΒ΄ ΛΟΥΚΑ – 17 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ 2015


ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΒ΄ ΛΟΥΚΑ
(Λκ. ιζ΄, 12-19)
 «Εἰς δέ ἐξ αὐτῶν, ἰδών ὅτι ἰάθη, ὑπέστρεψε…»
Ἀγαπητοί ἀδελφοί,
Μέ πόνο ψυχῆς οἱ δέκα λεπροί παρακαλοῦσαν ἀπό μακρυά μέ τίς σπαρακτικές φωνές τους τόν Ἰησοῦ νά τούς ἀπαλλάξει ἀπό τήν ἀνίατη λέπρα. «Ἰησοῦ ἐπιστάτα ἐλέησον ἡμᾶς» φώναζαν μ’ ὅλη τή δύναμη τῆς φωνῆς τους. Ἦταν πράγματι ἀξιολύπητα πρόσωπα. Ζοῦσαν μέ τήν προσμονή τοῦ θανάτου. Δέν ὑπῆρχε γι’ αὐτούς καμμιά ἐλπίδα. Ἐγκαταλελειμμένοι ἀπό συγγενεῖς καί φίλους ἔβλεπαν μέρα μέ τή μέρα τόν ἑαυτό τους νά φθίνει, τό σῶμα τους νά παραμορφώνεται ἀπό τά λέπια τῆς λέπρας καί τό μαῦρο σκιάχτρο τοῦ θανάτου νά τούς πλησιάζει. Ὅταν πληροφορήθηκαν ὅτι στήν περιοχή τους θά πήγαινε ὁ Χριστός, ἔπιασαν ἕνα σημεῖο τοῦ δρόμου καί περίμεναν, ὥσπου μία μέρα στό βάθος τοῦ ὁρίζοντα διέκριναν τή συνοδεία του. Τότε «ἦραν φωνή λέγοντες· Ἰησοῦ ἐπιστάτα ἐλέησον ἡμᾶς». Ἀσφαλῶς πίστευαν ὅτι ὁ Χριστός μποροῦσε νά τούς θεραπεύσει. Ἡ πίστη τους ὅμως αὐτή, τουλάχιστον τῶν ἐννέα, ἦταν ἐπιφανειακή, χωρίς ρίζες καί περιεχόμενο. Μόνο ὁ ἕνας πίστευε τόν Χριστό Σωτῆρα καί Λυτρωτῆ, γι’ αὐτό ὅταν εἶδε ὅτι θεραπεύθηκε «ὑπέστρεψε μετά φωνῆς μεγάλης δοξάζων τόν Θεόν καί ἔπεσεν ἐπί πρόσωπον παρά τούς πόδας αὐτοῦ εὐχαριστῶν αὐτῷ». Οἱ ὑπόλοιποι ἐννέα θεώρησαν συμπτωματική τή θεραπεία τους. Δέν τήν ἀπέδωσαν στόν Ἰησοῦ. Δέν μπόρεσαν ποτέ νά πιστέψουν ὅτι μόνο μέ τό λόγο Του ἦταν δυνατόν νά τούς θεραπεύσει. Γι’ αὐτό καί δέν αἰσθάνθηκαν καμμιά ὑποχρέωση στόν Ἰησοῦ. Ἀπό τούς δέκα μόνο ἕνας καί μάλιστα Σαμαρείτης, ἄνθρωπος χωρίς ἐλπίδα σωτηρίας κατά τούς Ἰουδαίους, γύρισε πίσω γιά νά εὐχαριστήσει τόν εὐεργέτη του. Ὁ Ἰησοῦς, ὅταν ἀντίκρυσε τόν εὐγνώμονα Σαμαρείτη, εὐχαριστήθηκε γιά τά λεπτά του αἰσθήματα καί λυπήθηκε πολύ γιά τήν ἀναισθησία καί ἀγνωμοσύνη τῶν ἄλλων· «καί εἶπεν αὐτῷ ἀναστάς πορεύου, ἡ πίστις σου σέσωκέ σε».
Εἶναι δυνατόν νά συμβαίνουν στή ζωή μας πράγματα θαυμαστά καί ὅμως νά μή τά ἀντιλαμβανόμαστε, ὅπως οἱ ἐννέα τῆς σημερινῆς περικοπῆς. Ὑπάρχει ὁ κίνδυνος νά βλέπουμε σ’ αὐτά ὁποιαδήποτε ἄλλη δύναμη τοῦ Παντοκράτορος Θεοῦ. Τέτοια θαύματα τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ καθημερινά μᾶς προφυλάσσουν ἀπό πολλούς κινδύνους. Κι ὅμως ἐμεῖς, ἐπειδή δέν ἔχουμε πίστη, τά ἀποδίδουμε σέ συμπτώσεις, στήν ἐξυπνάδα μας, στήν πρόοδο τῆς ἐπιστήμης, στή δύναμή μας, στίς περιστάσεις τῆς ζωῆς. Γι’ αὐτό τό λόγο δέν αἰσθανόμαστε τήν ἀνάγκη νά εὐχαριστοῦμε τό Θεό, ἀφοῦ δέν τόν ἀναγνωρίζουμε ὡς λυτρωτή μας. Ἡ πνευματική ἀναισθησία προέρχεται ἀπό τήν ἀπιστία μας. Εἴμαστε ἀγνώμονες στόν εὐεργέτη μας γιατί πρῶτα ἀπ’ ὅλα εἴμαστε ἄπιστοι. Ἐκεῖνος πού πιστεύει στό Θεό τόν ἀναγνωρίζει Πατέρα προνοητή τοῦ σύμπαντος καί τῆς προσωπικῆς του ζωῆς καί ἀδιαλείπτως τόν εὐχαριστεῖ γιά τίς εὐεργεσίες του. Ὁ εὐγνώμων λεπρός ἔλαβε ἀπό τόν Χριστό διπλή θεραπεία, τοῦ σώματος καί τῆς ψυχῆς. Ἡ πίστη ὡδήγησε τήν ψυχή του σέ μιά μυστική συνάντηση μέ τόν Ἰησοῦ: «ἡ πίστις σου σεσωκέ σέ» τοῦ εἶπε ὁ Χριστός. Μέ τή δύναμη τοῦ Χριστοῦ θεραπεύθηκε ὄχι μόνο ἀπό τή λέπρα τοῦ σώματος, ἀλλά καί ἀπό τή λέπρα τῆς ψυχῆς. Ἡ πίστη του τόν ἔσωσε διπλά.
Ὁ ἀχάριστος ἄνθρωπος ἔχει γιά Θεό τόν ἑαυτό του καί ἀπό τούς συνανθρώπους του διεκδικεῖ συνεχῶς τήν εὐεργεσία. Εἶναι ἀτομιστής καί συμφεροντολόγος. Ἄν τόν εὐεργετήσεις δέν ὑποχρεώνεται, γιατί, σοῦ λέει, ὅτι ἔπραξες σάν χριστιανός τόν καθῆκον σου. Ἄν μία φορά τόν ἀμελήσεις, τότε γίνεται ἐχθρός σου. Σέ διασύρει, σέ κακολογεῖ ὡς ἀπάνθρωπο καί σκληρόκαρδο. Καλά λέει ὁ λαός, ὅτι δέν ὑπάρχει ἀσφαλέστερος ἐχθρός ἀπό εὐεργετηθέντα ἀχάριστο. Ὁ ἀχάριστος εἶναι ὑπερόπτης, ἀπαιτητικός, ἀνυπόμονος, ἀχόρταγος, ἄνθρωπος χωρίς χάρη.
Ὁ εὐγνώμων σ’ εὐχαριστεῖ ἄπειρες φορές καί γιά μιά μόνο εὐεργεσία. Δέν τό ξεχνάει ποτέ καί προσπαθεῖ μέ ὅσα μέσα διαθέτει νά σοῦ ἀνταποδώσει τήν ἀγάπη. Εἶναι ὁ καλλιεργημένος ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ, μέ τήν ἁπλή καρδιά καί τά αὐθόρμητα συναισθήματα, ὁ πιστός καί γνήσιος μαθητής τοῦ Κυρίου πού ἔχει τή δύναμη νά ἀναγνωρίζει καί νά τιμᾶ τόν εὐεργέτη του. Ἴδιο τῶν εὐγενῶν ψυχῶν εἶναι ἡ εὐγνωμοσύνη. Ἀπεναντίας, ἴδιο τῶν ἀκαλλιέργητων ψυχῶν εἶναι ἡ ἀχαριστία.
Ἐμεῖς, ὅμως, πού καθημερινά ζοῦμε μέσα στά θαύματα τοῦ Θεοῦ, τόν εὐχαριστοῦμε γιά τίς ἄπειρες εὐεργεσίες του; Ἀναγνωρίζουμε ὅτι ἡ ἀνέλπιστη θεραπεία μας ἀπό μία ἀνίατη ἀρρώστεια, ἡ θαυματουργική σωτηρία μας ἀπό ἕνα αὐτοκινητιστικό ἀτύχημα, ἡ ἀποφυγή μιᾶς παρ’ ὀλίγον οἰκογενειακῆς τραγωδίας εἶναι ἔργα τῆς προνοίας καί ἀγάπης τοῦ Θεοῦ; Γι’ αὐτά καί γιά ἄλλα δῶρα ἀφήνουμε τά χείλη μας νά ψελλίσουν τή δοξολογική προσευχή «δόξα σοί ὁ Θεός» ἤ μήπως συνεχῶς ἀπαιτοῦμε ἀπό τό Θεό καί φορτικά τόν παρακαλοῦμε «δός ἡμῖν σήμερον»; Ἔχουμε χρέος νά εὐχαριστοῦμε τό Θεό, ἀπό τόν ὁποῖο «πᾶσα δόσις ἀγαθή καί πᾶν δώρημα τέλειον ἄνωθεν ἐστί καταβαῖνον» (Ἰακ. α΄ 17). Τό καθῆκον αὐτό ὑπογραμμίζει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος γράφοντας στούς Ἐφεσίους: «Εὐχαριστοῦντες πάντοτε ὑπέρ πάντων τῷ Θεῷ καί πατρί» (Ἐφεσ. ε΄ 20).
Ἐάν θέλουμε νά ἀκολουθοῦμε τά ἴχνη τοῦ διδασκάλου μας καί τῶν χριστομιμήτων ἁγίων της Ἐκκλησίας μας θά πρέπει νά εὐχαριστοῦμε τό Θεό ὄχι μόνο γιά τίς εὐεργεσίες του, ἀλλά καί γιά τίς εὐεργεσίες του ἐκεῖνες πού σέ μᾶς φαίνονται σάν δοκιμασίες. Οἱ θλίψεις, οἱ πόνοι, οἱ ἀσθένειες εἶναι εὐεργεσίες τοῦ Θεοῦ, ἐπισκέψεις τῆς ἀγάπης του, πού μᾶς παιδαγωγοῦν, καί μᾶς ὁδηγοῦν στή σωτηρία. Ἔχουμε τή δύναμη ἀντί νά μεμψιμοιροῦμε, ἀντί νά γογγύζουμε, ἀντί νά βλασφημοῦμε, στίς ὧρες τῶν δοκιμασιῶν τῆς ζωῆς νά ἐπαναλαμβάνουμε ἐκεῖνο πού ὁ Ἱερός Χρυσόστομος σέ ὦρες ἄφατης θλίψεως ἔλέγε: «Δόξα τῷ Θεῷ πάντων ἕνεκεν»;
Στή ζωή μας θά συναντήσουμε πολλούς ἀχαρίστους. Αὐτό ὅμως δέν θά πρέπει νά πτοήσει τή διάθεσή της ψυχῆς μας στήν ἐξάσκηση τοῦ καλοῦ. Ἐμεῖς ἔχουμε ἐντολή ἀπό τόν διδάσκαλό μας νά ἀγαπᾶμε τούς ἐχθρούς μας, νά εὐεργετοῦμε ἐκείνους πού μᾶς μισοῦν, νά προσευχόμαστε γιά κείνους πού μᾶς καταδιώκουν (Ματθ. ε΄ 45). Ὅταν ἐλεοῦμε δέν πρέπει νά περιμένουμε ἀνταπόδοση. Καί ὅπως Ἐκεῖνος «χρηστός ἐστίν ἐπί τούς ἀχαρίστους καί πονηρούς» (Λουκ. στ΄ 35) ἔτσι κι ἐμεῖς νά εἴμαστε εὐσπλαχνικοί, οἰκτίρμονες, ἀγαθοποιοί. Πολλές φορές θά ποτισθοῦμε μέ τήν πίκρα τῆς ἀχαριστίας. Δέν πειράζει. Γνωρίζει ὁ Θεός. Ἀμήν.
π. Δ.Χ.Χ.
Ἐκ τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου