Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Αγία Γραφή. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Αγία Γραφή. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη 10 Φεβρουαρίου 2011

Σοφία Σειράχ- χωρία

Απο την μετάφραση της Ελληνικής Βιβλικής Εταιρίας.

Η ταπεινοφροσύνη.

 Παιδί μου με πραότητα να κάνεις τις δουλείες σου, κι απ' τον καλοπροαίρετο τον άνθρωπο θ' αγαπηθείς. Όσο είσαι μεγαλύτερος τόσο να ταπεινώνεσαι και μπρός στον Κύριο θα βρείς χάρη. Πολλοί είν' οι υπερόπτες αλλά ο Κύριος στους ταπεινούς τα μυστικά του αποκαλύπτει. Πράγματι μεγάλη είναι του Κυρίου η δύναμη αλλά αυτός δοξάζεται απ' τους ταπεινόυς. Μη ζητάς πράγματα που είναι για σένα πολύ δύσκολα· κι όσα τη δύναμή σου ξεπερνουν μη τα εξετάζεις· όσα σου δόθηκαν ως εντολή αυτά να εξετάζεις· δεν έχεις χρεία με τα απόκρυφα να ασχολείσαι. Μ'εκείνα που σε ξεπερνούν μη βασανίζεσαι· όσα σου φανερώθηκαν είναι ήδη περισσότερα απο όσα το ανθρώπινο μυαλό μπορεί να καταλάβει. Πολλούς τους εξαπάτησε ο μάταιος στοχασμός τους, και η σκέψη η πονηρή το νού τους έκανε να πλανηθεί. Αν δεν έχεις τις κόρες των ματιών σου στερείσαι το φως· κι  όταν σου λείπει η  γνώση για κάτι, μην κάνεις πως το ξέρεις.

Η υπερηφάνεια.

Ο σκληρόκαρδος κακοπαθαίνει στα στερνα· κι όποιος τον κινδυνο αγαπά μέσα σ' αυτόν θα πέσει. Ο σκληροτράχηλος με λύπες θα φορτώνεται, και θα σωρεύει ο αμαρτωλός κρίμα πάνω στο κρίμα. Για του περήφανου τα βάσανα δεν βρίσκεται γιατριά, γιατί το δέντρο της κακίας έχει φυτρώσει μέσα του. Του συνετού ανθρώπου η καρδιά την παροιμία θα στοχαστεί και του σοφού η επιθυμία είν' ένα αυτί που ξέρει να προσέχει.

Ευσπλαχνία

΄Ετσι όπως σβήνει το νερό φωτιά που λαμπδιάζει, το ίδιο κι η ελεημοσύνη πλήθος αμαρτιών τις συγχωρεί. Όποιος ανταποδίδει το καλό που του 'γινε, σκέφτεται ότι δε θα πάει χαμένο αυτό που κάνει· όταν κάποτε κονιστεί θα βρεί ένα στήριγμα.

Ντροπή και αξιοπρέπεια

Τις περιστάσεις πρόσεχε κι απο το πονηρό φυλάξου· και ποτέ να μην έχεις κάτι να ντραπείς. Γιατί υπάρχει μια ντροπή που οδηγεί στην αμαρτία, κι άλλη ντροπή, που δόξα είναι και χάρη.....Στα λόγια σου μην είσαι βιαστικός ουτε να΄σαι στα έργα σου νωθρός και ράθυμος. Μέσα στο σπίτι σου μην είσαι σαν λιοντάρι ούτε με τους υπηρέτες σου καχύποπτος. Ας μην είναι το χέρι σου απλωμένο για να πάρει· ούτε όταν πρόκειται να δώσει , σφιγγμένο να'ναι και κλειστό.

Πλούτη και υπερηφάνεια

Στα πλουτη σου απάνω μη στηρίζεσαι κι ούτε να λες: "Μ' ετούτα είμ' αυτάρκης". Μην παρασέρνεσαι απ' τους ποθους σου ή απ' τη δύναμή σου· και απο τα πάθη της καρδιάς σου μην πηγαίνεις. Μη λές , "κανείς δε θα μ΄εξουσιάσει εμένα!" γιατί είναι βέβαιο πως θα σε τιμωρήσει ο κύριος. Μη πείς, "αμάρτησα, ε, και λοιπόν τι έπαθα;" Μπορεί ο Κύριος να είν' αλήθεια μεγαλόψυχος, αλλά αν προσθέτεις τη μια αμαρτία πάνω στην άλλη, μην είσαι τόσο βέβαιος για την άφεση. Και μην πείς"μα εκείνος είναι πολυεύσπλαχνος και τις πολλές μου αμαρτίες θα συγχωρήσει"· γιατ ίαυτός έχει και έλεος, έχει κι οργή.  Και πάνω στους αμαρτωλούς ξεσπάει ο θυμός του. Στον Κύριο να γυρίσεις μην αργείς, κι άφησε τις αναβολές απο μέρα σε μέρα, γιατί αναπάντεχα η οργή θε να'ρθει του Κυρίου , και στον καιρό της τιμωρίας θ' αφανιστείς. Σε πράγματα αδικομαζωμένα μη στηρίζεσαι, γιατί σου είναι ανώφελα στις τιμωρίας τη μέρα


Να μένεις σταθερός στην κρίση σου κι ο λόγος σου ας είναι πάντα ένας. Πρόθυμος να΄σαι όταν προκειται ν'ακούσεις και πάρε χρόνο για να δώσεις την απόκριση. Αν κάτι το ξερεις καλά, απάντησε στον άλλο· αλλιώτικα, κράτα το στομα σου κλειστό. Η τιμή κι ο διασυρμός βρίσκονται με στα λόγια· κι η γλώσσα του ανθρώπου γίνεται η δυστυχία του. Ας μη σε πούν ψιθυριστή και με τη γλώσσα σου μην παγιδεύεις· γιατί αν του κλέφτη του πρέπει η ντροπή, στον διπλοπρόσωπο σκληρή αρμόζει καταδίκη. Μη γίνεις φταίχτης στα μεγάλα απο άγνοια ούτε και στα μικρά.

Απο φίλος μη γίνεσαι εχθρός· γιατί το κακό όνομα φέρενει ντροπή κι ατίμωση.

Η φιλία

Τα λόγια τα γλυκά τους φίλους τους πληθαίνουν κι η γλώσσα η καλοσυνάτη πληθαίνει τις φιλοφρονήσεις. Πολλοί να είναι εκείνοι που σε χαιρετούν αλλά οι σύμβουλοί σου ένας να'ναι μες στους χίλιους. Πρίν αποκτήσεις φίλο να τον δοκιμάσεις και μη βιαστείς να τον εμπιστευτείς. Συμβαίνει, αλήθεια, κάποιος να είναι φίλος όταν τον συμφέρει, μα που δεν μένει φίλος όταν σε εύρουν συμφορές. Υπάρχει φίλος που μετατρέπεται σε εχθρό όταν μια διαμάχη  σας τη φανερώνει για να σε ντροπιάσει. Και υπάρχει φίλος που κάθεται στο τραπέζι σου  σου, μα δε θα μείνει όταν σε βρούνε συμφορές. Στην ευτυχία θα είναι ένα μ' εσένα και σαν αφέντης θα μιλάει στους υπηρέτες σου. Αν όμως δυστυχήσεις θα στραφεί  εναντίον σου , και θ'αποφεύγει να τον συναντήσεις.
Απομακρύνσου απ' τους εχθρούς σου, φυλάξεου απο τους φίλους σου. Ο πιστός φίλος είναι καταφύγιο γερό, κι όποιος τον βρήκε, βρήκε θησαυρό. Αντάλλαγμα για τον πιστό φίλο δεν υπάρχει  και η αξία του είν' ανεκτίμητη. Ο πιστός φίλος είναι ελιξίριο ζωής και θα τον βρούν αυτό που σέβονται τον Κύριο. Όποιος τον Κύριο σέβεται κατευθύνει σωστά και τη φιλία του· γιατί όπως είν' αυτός, έτσι θα'ναι κι ο φίλος του.



Τη μόρφωση παιδί μου, να εκλέξεις απ' τα νιάτα σου , κι ως τα βαθιά σου γηρατειά θα βρίσκεις τη Σοφία.


Κακό μη κάνεις και καλό δε θα σε βρεί. Φύγε μακριά απ' το άδικο κι αυτό θα φύγει απο κοντά σου.Γιέ μου, μη σπέρνει μες στ' αυλακι αδικίες , για να μην τις θερίσεις εφτά φορές περισσότερες.... Μην αποκάμεις να προσεύχεσαι και μην παραμελείς την ελεημοσύνη
Μην περιγελάς τον πικραμένο άνθρωπο γιατί υπάρχει εκείνος που ταπεινώνει και ανυψώνει.

Όσο κι αν έχει ο γείτονας σου άδικο μην του κρατάς κακία και τίποτα μην κάνει σπρωγμένος απο εμπάθεια.

Η έπαρση του ανθρώπου αρχίζει  όταν αυτός απομακρύνεται απ' τον Κύριο, όταν κρατάει την καρδιά του απ' τον Πλάστη του μακρυά. Πράγματι, η έπαρση αρχίζει απο την ανταρσία στο Θεό· κι όποιος μ' αυτήν εξοικειώνεται θα κάνει απαίσιες πράξεις ένα σωρό. Για τούτο ο Κύριος ρίχνει πάνω του απρόσμενος ολεθρους και τον εξαφανίζει ολότελα.  Ο Κύριος ανατρέπει των  ισχυρών τους θρόνους και βάζει πράους να καθίσουν στη θέση τους.  Ο Κύριος ξερζιώνει τους περήφανους λαούς και φυτεύει τους ταπεινούς λαούς στη θεση τους. Ο Κύριος καταστρέφει των λαών τις χώρες και τις εξαφνίζει συθέμελ./ Μερικούς λαούς τους σαρώνει και τους εξαφνίζει και την ανάμηνση τους τη σβήνει απο τη γη. Η αλαζονεία δεν έγινε για τους ανθρώπους, ούτε αυτοι γεννήθηκαν για να παραδίδονται στη βίαιη οργή.

Μην επαινέσεις άνθρωπο για την ομορφιά του, κι άνθρωπο μην αποστραφείς για την κακή του εμφάνιση. Ανάμεσα στα φτερωτά μικρή είναι η μέλισσα, μα απ΄τα γλυκά γλυκύτερο είν' αυτό που φτιάχνει.

Πριν εξετάσεις μην κατηγορήσει· πληροφορήσου πρώτα κι ύστρα κάνει επίπληξη. Πρίν πρώτα ακούσεις , μη δίνεις απάντηση, κι ενώ κάποιος μιλαει μην παρεμβαίνεις. Για πράγματα που δεν σε αφορούν μη διαπληκτίζεσαι και μην ανακατεύεσαι σε αμαρτωλών αντιδικίες.

Στο σπίτι σου μη βάζει όποιον να'ναι γιατί ο άνθρωπος ο δολερός στήνει πολλες παγίδες.

Ευτυχισμένος ο άνθρωπος που με τα λόγια του δε σφάλλει, και δεν τον βασανίζουν τύψεις για τις αμαρτίες του. Ευτυχσμένος είν'αυτός , που δεν τον μεμφεται η συνείδησή του και την ελπίδα του δεν έχασε.

Παιδί μου σύμφωνα με τις δυνάμεις σου να ζείς καλά και δώρα άξια στον Κύριος να προσφέρεις.

Σάββατο 5 Φεβρουαρίου 2011

Σοφία Σειραχ- Ο σεβασμός στον Κύριο μέσα στις δοκιμασίες

Αντιγραφή απο την ιστοσελίδα της Αποστολικής Διακονίας της Εκκλησίας της Ελλάδος

Κεφ 2ο
ΤΕΚΝΟΝ, εἰ προσέρχῃ δουλεύειν Κυρίῳ Θεῷ, ἑτοίμασον τὴν ψυχήν σου εἰς πειρασμόν· 2 εὔθυνον τὴν καρδίαν σου καὶ καρτέρησον καὶ μὴ σπεύσῃς ἐν καιρῷ ἐπαγωγῆς· 3 κολλήθητι αὐτῷ καὶ μὴ ἀποστῇς, ἵνα αὐξηθῇς ἐπ᾿ ἐσχάτων σου. 4 πᾶν ὃ ἐὰν ἐπαχθῇ σοι, δέξαι καὶ ἐν ἀλλάγμασι ταπεινώσεώς σου μακροθύμησον· 5 ὅτι ἐν πυρὶ δοκιμάζεται χρυσὸς καὶ ἄνθρωποι δεκτοὶ ἐν καμίνῳ ταπεινώσεως. 6 πίστευσον αὐτῷ, καὶ ἀντιλήψεταί σου· εὔθυνον τὰς ὁδούς σου καὶ ἔλπισον ἐπ᾿ αὐτόν. 7 οἱ φοβούμενοι τὸν Κύριον ἀναμείνατε τὸ ἔλεος αὐτοῦ καὶ μὴ ἐκκλίνητε, ἵνα μὴ πέσητε. 8 οἱ φοβούμενοι Κύριον πιστεύσατε αὐτῷ, καὶ οὐ μὴ πταίσῃ ὁ μισθὸς ὑμῶν. 9 οἱ φοβούμενοι Κύριον ἐλπίσατε εἰς ἀγαθὰ καὶ εἰς εὐφροσύνην αἰῶνος καὶ ἐλέους. 10 ἐμβλέψατε εἰς ἀρχαίας γενεὰς καὶ ἴδετε· τίς ἐνεπίστευσε Κυρίῳ καὶ κατῃσχύνθη; ἢ τίς ἐνέμεινε τῷ φόβῳ αὐτοῦ καὶ ἐγκατελείφθη; ἢ τίς ἐπεκαλέσατο αὐτόν, καὶ ὑπερεῖδεν αὐτόν; 11 διότι οἰκτίρμων καὶ ἐλεήμων ὁ Κύριος καὶ ἀφίησιν ἁμαρτίας καὶ σώζει ἐν καιρῷ θλίψεως. 12 οὐαὶ καρδίαις δειλαῖς καὶ χερσὶ παρειμέναις καὶ ἁμαρτωλῷ ἐπιβαίνοντι ἐπὶ δύο τρίβους. 13 οὐαὶ καρδίᾳ παρειμένῃ, ὅτι οὐ πιστεύει· διὰ τοῦτο οὐ σκεπασθήσεται. 14 οὐαὶ ὑμῖν τοῖς ἀπολωλεκόσι τὴν ὑπομονήν· καὶ τί ποιήσετε ὅταν ἐπισκέπτηται ὁ Κύριος; 15 οἱ φοβούμενοι Κύριον οὐκ ἀπειθήσουσι ρημάτων αὐτοῦ, καὶ οἱ ἀγαπῶντες αὐτὸν συντηρήσουσι τὰς ὁδοὺς αὐτοῦ. 16 οἱ φοβούμενοι κύριον ζητήσουσιν εὐδοκίαν αὐτοῦ, καὶ οἱ ἀγαπῶντες αὐτὸν ἐμπλησθήσονται τοῦ νόμου. 17 οἱ φοβούμενοι Κύριον ἑτοιμάσουσι καρδίας αὐτῶν καὶ ἐνώπιον αὐτοῦ ταπεινώσουσι τὰς ψυχὰς αὐτῶν. 18 ἐμπεσούμεθα εἰς χεῖρας Κυρίου καὶ οὐκ εἰς χεῖρας ἀνθρώπων· ὡς γὰρ ἡ μεγαλωσύνη αὐτοῦ, οὕτως καὶ τὸ ἔλεος αὐτοῦ.

Απόδοση της Βιβλικής Εταιρίας

Παιδί μου αν στη δούλεψη θες να μπεις του Κυρίου , για δοκιμασίες φρόντισε να ετοιμαστείς. Όπλισε την καρδιά σου με κουράγιο και μην πορεύεσαι με βία στους δυσκολους καιρους. Σ' εκείνον προσκολλήσου και  μην τον αφήνεις, για να 'χεις τιμημένα υστερηνά. Ότι κι αν σ' εύρει δέξου το· κι όταν θα' ρθούν οι αναποδιές και χαμηλά σε ρίξουν , δείξε υπομονή. Γιατί το μάλαμα μες στη φωτιά ξελαγαρίζεται, κι οι εκλεκτοί μες στης ταπείνωσής τους το καμίνι. Στον Κύριο εμπιστέψου και θα σου γίνει βοηθός· ίσια πορεύου και σ' εκείνο έλπιζε.

Όσοι τον Κύριο σέβεστε, προσμένετε το έλεος του και μην παραστρατείτε, να μη σας βρεί ο όλεθρος. Όσοι τον Κύριο σέβεστε, δώστε την πίστη σας σ' αυτόν και δε θα χάστε την ανταμοιβή σας. Όσοι τον Κύριο σέβεστε, ελπίστε στ' αγαθά που σας προσμένουν και στην αιώνια τη χαρά και στο έλεος. Κοιτάξτε τις γενιές που πέρασαν και στοχαστείτε: Ποιός εμπιστεύθηκε τον Κύριο και ντροπιάστηκε; Ή ποιός επέμεινε  σταθερά να τον σέβεται κι εγκαταλείφθηκε; Ή ποιός τον αναζήτησε κι εκείνος τον αγνόησε; Πράγματι, συμπάθεια γεμάτος είν' ο Κύριος κι ευσπλαχνία· αμαρτίες συγχωρεί και στης δοκιμασίας την ώρα σώζει.

Αλίμονο στις άτολμες καρδιές και στα παραλυμένα χέρια και στον αμαρτωλό που δύο βαδίζει δρόμους. Αλίμονο σ' εκείνον που παρέλυσε επειδή δεν πιστεύει·γι' αυτό και καταφύγιο δεν θα 'βρεί. Αλίμονο σ' εσάς που την υπομονή τη χάσατε· και τι θα κάνετε όταν ο Κύριος έρθει; Όσοι τον Κύριο σέβονται , τα λόγια του δε θα τα παραβούν· κι εκείνοι που τον αγαπούν , τις εντολές του θα τηρήσουν. όσοι τον Κύριο σέβονται θα επιδιώξουν να του αρέσουν· και θα χορτάσουν απ' το νόμο του εκείνοι που τον αγαπούν . Όσοι τον Κύριο σέβονται , θα ετοιμάσουν τις καρδιές τους και μπρός του θα ταπεινωθούν. Στα χέρια του Κυρίου θα πέσουνμε κι όχι σε χέρια ανθρώπων· γιατί είναι και το έλεος του σαν τη μεγαλοσύνη του.    
  

Παρασκευή 28 Μαΐου 2010

Κριτές

Κεφάλαιον Ζ΄1-7

ΚΑΙ ὤρθρισεν ῾Ιεροβάαλ (αὐτός ἐστι Γεδεὼν) καὶ πᾶς ὁ λαὸς μετ᾿ αὐτοῦ καὶ παρενέβαλον ἐπὶ πηγὴν ᾿Αράδ, καὶ παρεμβολὴ Μαδιὰμ ἦν αὐτῷ ἀπὸ βορρᾶ ἀπὸ Γαβαὰθ ᾿Αμωρὰ ἐν κοιλάδι. 2 καὶ εἶπε Κύριος πρὸς Γεδεών· πολὺς ὁ λαὸς ὁ μετὰ σοῦ, ὥστε μὴ παραδοῦναί με τὴν Μαδιὰμ ἐν χειρὶ αὐτῶν, μή ποτε καυχήσηται ᾿Ισραὴλ ἐπ᾿ ἐμὲ λέγων· ἡ χείρ μου ἔσωσέ με· 3 καὶ νῦν λάλησον δὴ ἐν ὠσὶ τοῦ λαοῦ λέγων· τίς ὁ φοβούμενος καὶ δειλός; ἐπιστρεφέτω καὶ ἐκχωρείτω ἀπὸ ὄρους Γαλαάδ. καὶ ἐπέστρεψεν ἀπὸ τοῦ λαοῦ εἴκοσι καὶ δύο χιλιάδες, καὶ δέκα χιλιάδες ὑπελείφθησαν. 4 καὶ εἶπε Κύριος πρὸς Γεδεών· ἔτι ὁ λαὸς πολύς ἐστι· κατένεγκον αὐτοὺς πρὸς τὸ ὕδωρ, καὶ ἐκκαθαρῶ σοι αὐτὸν ἐκεῖ· καὶ ἔσται ὃν ἐὰν εἴπω πρὸς σέ, οὗτος πορεύσεται σὺν σοί, αὐτὸς πορεύσεται σὺν σοί· καὶ πᾶς, ὃν ἐὰν εἴπω πρός σε· οὗτος οὐ πορεύσεται μετὰ σοῦ, αὐτὸς οὐ πορεύσεται μετὰ σοῦ. 5 καὶ κατήνεγκε τὸν λαὸν πρὸς τὸ ὕδωρ· καὶ εἶπε Κύριος πρὸς Γεδεών· πᾶς, ὃς ἂν λάψῃ τῇ γλώσσῃ αὐτοῦ ἀπὸ τοῦ ὕδατος ὡς ἐὰν λάψῃ ὁ κύων, στήσεις αὐτὸν κατὰ μόνας, καὶ πᾶς, ὃς ἐὰν κλίνῃ ἐπὶ τὰ γόνατα αὐτοῦ πιεῖν. 6 καὶ ἐγένετο ὁ ἀριθμὸς τῶν λαψάντων ἐν χειρὶ αὐτῶν πρὸς τὸ στόμα αὐτῶν τριακόσιοι ἄνδρες, καὶ πᾶν τὸ κατάλοιπον τοῦ λαοῦ ἔκλιναν ἐπὶ τὰ γόνατα αὐτῶν πιεῖν ὕδωρ. 7 καὶ εἶπε Κύριος πρὸς Γεδεών· ἐν τοῖς τριακοσίοις ἀνδράσι τοῖς λάψασι σώσω ὑμᾶς καὶ δώσω τὴν Μαδιὰμ ἐν χειρί σου, καὶ πᾶς ὁ λαὸς πορεύσονται ἀνὴρ εἰς τόν τόπον αὐτοῦ.


Αποδοση.


 Και ξημέρωσε ο Ιεροβάαλ( αυτός είναι ο Γεδεών) και όλος ο λαός μαζί του και κατασκήνωσαν στην πηγή Αράδ, και οι Μαδιαμίτες κατασκήνωσαν βόρεια στη Γαβαάθ Αμωρά στην κοιλάδα. και είπε ο Κύριος στον Γεδεών. Είναι πολύς ο λαός που είναι μαζί σου για να σας παραδώσω στα χέρια σας  την Μαδιάμ, μήπως μου καυχηθεί ο λαός του Ισραήλ λέγωντας ότι με τη δύναμή των χεριών τους νίκησαν.  και τώρα μίλησε στα αυτιά του λαού και πες τους. ποιος είναι δειλός; ας γυρίσει και να φύγει απο το όρος Γαλαάδ. και έφυγαν απο τον λαό είκοσιδύο χιλιάδας και έμειναν δέκα χιλιάδες. και είπε ο Κύριος στο Γεδεών. ο λαός είναι πολύς.  κατέβασέ τους στο νερό, και θα τους ξεχωρίσω εκεί. και όποιον σου πω  ότι θα έρθει μαζί σου θα έρθει μαζί σου. και όποιον   σου πω δεν θα έρθει μαζί σου δε θα έρθει μαζί σου.  και κατέβασε τον λαό στο νερό. και είπε ο Κύριος στο Γεδεών. όποιος  θα πιεί νερό με τη γλώσσα του όπως πίνει ο σκύλος, θα τον απομονώσεις, το ίδιο και  όποιος θα πιεί νερό σκύβωντας με τα γόνατα. και ο αριθμός αυτών που ήπιαν νερό με το χέρι στο στόμα  τους ήταν τριακόσιοι άνδρες, και όλοι οι υπόλοιποι γονάτισαν να πιούν νερό. και είπε ο Κύριος στο Γεδεών. Με τους τριακόσιους αυτούς άνδρες θα σας σώσω και θα δώσω την Μαδιάμ στα χέρια σου και όλος ο λαός ας πάει στον τόπο του. 

Τετάρτη 26 Μαΐου 2010

Ο Ψαλμός ΠΖ’ (87) σε απόδοση από τον Φώτη Κόντογλου.

http://periodikoendon.blogspot.com

ΚΥΡΙΕ  ὁ Θεὸς τῆς σωτηρίας μου, ἡμέρας ἐκέκραξα καὶ ἐν νυκτὶ ἐναντίον σου· 3 εἰσελθέτω ἐνώπιόν σου ἡ προσευχή μου, κλῖνον τὸ οὖς σου εἰς τὴν δέησίν μου. 4 ὅτι ἐπλήσθη κακῶν ἡ ψυχή μου, καὶ ἡ ζωή μου τῷ ᾅδῃ ἤγγισε· 5 προσελογίσθην μετὰ τῶν καταβαινόντων εἰς λάκκον, ἐγενήθην ὡσεὶ ἄνθρωπος ἀβοήθητος ἐν νεκροῖς ἐλεύθερος, 6 ὡσεὶ τραυματίαι καθεύδοντες ἐν τάφῳ, ὧν οὐκ ἐμνήσθης ἔτι καὶ αὐτοὶ ἐκ τῆς χειρός σου ἀπώσθησαν. 7 ἔθεντό με ἐν λάκκῳ κατωτάτῳ, ἐν σκοτεινοῖς καὶ ἐν σκιᾷ θανάτου. 8 ἐπ᾿ ἐμὲ ἐπεστηρίχθη ὁ θυμός σου, καὶ πάντας τοὺς μετεωρισμούς σου ἐπήγαγες ἐπ᾿ ἐμέ. (διάψαλμα). 9 ἐμάκρυνας τοὺς γνωστούς μου ἀπ᾿ ἐμοῦ, ἔθεντό με βδέλυγμα ἑαυτοῖς, παρεδόθην καὶ οὐκ ἐξεπορευόμην. 10 οἱ ὀφθαλμοί μου ἠσθένησαν ἀπὸ πτωχείας· ἐκέκραξα πρὸς σέ, Κύριε, ὅλην τὴν ἡμέραν, διεπέτασα πρὸς σὲ τὰς χεῖράς μου· 11 μὴ τοῖς νεκροῖς ποιήσεις θαυμάσια; ἢ ἰατροὶ ἀναστήσουσι, καὶ ἐξομολογήσονταί σοι; 12 μὴ διηγήσεταί τις ἐν τῷ τάφῳ τὸ ἔλεός σου καὶ τὴν ἀλήθειάν σου ἐν τῇ ἀπωλείᾳ; 13 μὴ γνωσθήσεται ἐν τῷ σκότει τὰ θαυμάσιά σου καὶ ἡ δικαιοσύνη σου ἐν γῇ ἐπιλελησμένῃ; 14 κἀγὼ πρὸς σέ, Κύριε, ἐκέκραξα, καὶ τὸ πρωΐ ἡ προσευχή μου προφθάσει σε. 15 ἱνατί, Κύριε, ἀπωθῇ τὴν ψυχήν μου, ἀποστρέφεις τὸ πρόσωπόν σου ἀπ᾿ ἐμοῦ; 16 πτωχός εἰμι ἐγὼ καὶ ἐν κόποις ἐκ νεότητός μου, ὑψωθεὶς δὲ ἐταπεινώθην καὶ ἐξηπορήθην. 17 ἐπ᾿ ἐμὲ διῆλθον αἱ ὀργαί σου, οἱ φοβερισμοί σου ἐξετάραξάν με, 18 ἐκύκλωσάν με ὡσεὶ ὕδωρ ὅλην τὴν ἡμέραν, περιέσχον με ἅμα. 19 ἐμάκρυνας ἀπ᾿ ἐμοῦ φίλον καὶ πλησίον καὶ τοὺς γνωστούς μου ἀπὸ ταλαιπωρίας. 

Αποδοση.

Κύριε, Θεέ της σωτηρίας μου , σε κράζω μέρα και νύχτα.
Ας έρθει ως εσένα η προσευχή μου, γύρε το αυτί σου στο παράπονό μου.
Γιατί γιόμισε πόνο η ψυχή μου, και η ζωή μου άγγιξε τον Άδη.
Λογαριάστηκα με εκείνους που κατεβαίνουν στο λάκκο, απόμεινα σαν άνθρωπος απροστάτευτος, ξεχασμένος μέσα στους νεκρούς.
Σαν τους πληγιασμένους που κοιμούνται μέσα στους τάφους και δεν τους θυμάσαι πια, που τους ξέγραψες απ’ την έννοιά σου.
Με βάλανε μέσα σε βαθύτατο λάκκο, μέσα στο σκοτάδι και τη σκιά του θανάτου.
Απάνω μου ξεθύμανε ο θυμός σου, και όλη την οργή σου απάνω μου την άδειασες.
Ξεμάκρυνες από κοντά μου τους δικούς μου, κατάντησα γι’ αυτουνούς σίχαμα.
Παραδόθηκα και δεν έφυγα, τα μάτια μου θολώσανε απ’ τη φτώχεια.
Φώναξα προς εσένα, Κύριε όλη μέρα, άπλωσα προς εσένα τα χέρια μου.
Μήπως θα κάνεις θάματα στους πεθαμένους; ή οι νεκροί θα αναστηθούνε και θα σε δοξολογήσουν;
Μην τάχα θα διαλαλήσει κανένας μέσα στον τάφο τη σπλαχνιά σου, και την αλήθεια σου μέσα στο χαμό;
Μήπως θα μαθευτούνε τα θάματά σου μέσα στο σκοτάδι; Και η δικαιοσύνη σου σε γη ξεχασμένη;
Κ’ εγώ, Κύριε, φώναξα εσένα να με συντρέξεις, και το πρωί θα σε προφτάξει η προσευχή μου.
Γιατί, Κύριε, αμπώχνεις την ψυχή μου, γιατί γυρίζεις το πρόσωπό σου από μένα;
Εγώ είμαι φτωχός και μέσα στα βάσανα απ’ τα νιάτα μου, κι αφού αναδείχτηκα, πάλι ταπεινώθηκα κ’ έγινα ένα τίποτα.
Από πάνω μου περάσανε οι θυμοί σου, οι φοβέρες σου με ταράξανε, με τριγυρίσανε σα να ‘τανε νερό όλη τη μέρα, και πήγανε να με πνίξουν.
Ξεμάκρυνες από κοντά μου κάθε φίλο και κάθε δικό μου.

Κυριακή 23 Μαΐου 2010

Τα χαρίσματα και οι καρποί του Αγίου Πνεύματος

Τὰ Ἑπτὰ χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος εἶναι τὰ: σοφία, σύνεση, φόβος Θεοῦ, γνώση, εὐσέβεια, βουλή, ἰσχύς, ἐνῶ οἱ Καρποὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος (ἀγάπη, χαρά, εἰρήνη, ὑπομονή, μακροθυμία κ.λπ.) ἀπαριθμῶνται ἀπὸ τὸν μαθητὴ, ὅπως αὐτὸς ἀπαντᾶ, σύμφωνα μὲ τὴν Ἱερὰ Κατήχηση, τὴν Ὀρθόδοξη Ὁμολογία καὶ τὸν Ἀπόστολο Παῦλο (Γαλ. κεφ. ε΄, ἐδ. κβ΄).

http://www.rare-books.gr/doc/alfavitario/17-20.pdf

Παρασκευή 14 Μαΐου 2010

Το όραμα του προφήτη Ησαΐα

 Κεφάλαιο στ΄

ΚΑΙ ἐγένετο τοῦ ἐνιαυτοῦ, οὗ ἀπέθανεν ᾿Οζίας ὁ βασιλεύς, εἶδον τὸν Κύριον καθήμενον ἐπὶ θρόνου ὑψηλοῦ καὶ ἐπῃρμένου, καὶ πλήρης ὁ οἶκος τῆς δόξης αὐτοῦ. 2 καὶ Σεραφὶμ εἱστήκεισαν κύκλῳ αὐτοῦ, ἓξ πτέρυγες τῷ ἑνὶ καὶ ἓξ πτέρυγες τῷ ἑνί, καὶ ταῖς μὲν δυσὶ κατεκάλυπτον τὸ πρόσωπον, ταῖς δὲ δυσὶ κατεκάλυπτον τοὺς πόδας καὶ ταῖς δυσὶν ἐπέταντο. 3 καὶ ἐκέκραγεν ἕτερος πρὸς τὸν ἕτερον καὶ ἔλεγον· ἅγιος, ἅγιος, ἅγιος Κύριος σαβαώθ, πλήρης πᾶσα ἡ γῆ τῆς δόξης αὐτοῦ. 4 καὶ ἐπήρθη τὸ ὑπέρθυρον ἀπὸ τῆς φωνῆς, ἧς ἐκέκραγον, καὶ ὁ οἶκος ἐπλήσθη καπνοῦ. 5 καὶ εἶπον· ὦ τάλας ἐγώ, ὅτι κατανένυγμαι, ὅτι ἄνθρωπος ὢν καὶ ἀκάθαρτα χείλη ἔχων, ἐν μέσῳ λαοῦ ἀκάθαρτα χείλη ἔχοντος ἐγὼ οἰκῶ καὶ τὸν βασιλέα Κύριον σαβαὼθ εἶδον τοῖς ὀφθαλμοῖς μου. 6 καὶ ἀπεστάλη πρός με ἓν τῶν Σεραφίμ, καὶ ἐν τῇ χειρὶ εἶχεν ἄνθρακα, ὃν τῇ λαβίδι ἔλαβεν ἀπὸ τοῦ θυσιαστηρίου, 7 καὶ ἥψατο τοῦ στόματός μου καὶ εἶπεν· ἰδοὺ ἥψατο τοῦτο τῶν χειλέων σου καὶ ἀφελεῖ τὰς ἀνομίας σου καὶ τὰς ἁμαρτίας σου περικαθαριεῖ. 8 καὶ ἤκουσα τῆς φωνῆς Κυρίου λέγοντος· τίνα ἀποστείλω, καὶ τίς πορεύσεται πρὸς τὸν λαὸν τοῦτον; καὶ εἶπα· ἰδοὺ ἐγώ εἰμι· ἀπόστειλόν με. 9 καὶ εἶπε· πορεύθητι καὶ εἰπὸν τῷ λαῷ τούτῳ· ἀκοῇ ἀκούσετε καὶ οὐ μὴ συνῆτε καὶ βλέποντες βλέψετε καὶ οὐ μὴ ἴδητε· 10 ἐπαχύνθη γὰρ ἡ καρδία τοῦ λαοῦ τούτου, καὶ τοῖς ὠσὶν αὐτῶν βαρέως ἤκουσαν καὶ τοὺς ὀφθαλμοὺς αὐτῶν ἐκάμμυσαν μήποτε ἴδωσι τοῖς ὀφθαλμοῖς καὶ τοῖς ὠσὶν ἀκούσωσι καὶ τῇ καρδίᾳ συνῶσι, καὶ ἐπιστρέψωσι, καὶ ἰάσομαι αὐτούς. 11 καὶ εἶπα· ἕως πότε Κύριε; καὶ εἶπεν· ἕως ἂν ἐρημωθῶσι πόλεις παρὰ τὸ μὴ κατοικεῖσθαι καὶ οἶκοι παρὰ τὸ μὴ εἶναι ἀνθρώπους, καὶ ἡ γῆ καταλειφθήσεται ἔρημος. 12 καὶ μετὰ ταῦτα μακρυνεῖ ὁ Θεὸς τοὺς ἀνθρώπους, καὶ πληθυνθήσονται οἱ ἐγκαταλειφθέντες ἐπὶ τῆς γῆς· 13 καὶ ἔτι ἐπ᾿ αὐτῆς ἔστι τὸ ἐπιδέκατον, καὶ πάλιν ἔσται εἰς προνομὴν ὡς τερέβινθος καὶ ὡς βάλανος, ὅταν ἐκπέσῃ ἐκ τῆς θήκης αὐτῆς.

Απόδοση

Και τον χρόνο που πέθανε ο βασιλιάς Οζίας, είδα τον Κύριο να κάθεται σε υψηλό θρόνο που ξεχώριζε  και ο οίκος του ήταν γεμάτος απο τη δόξα του. Και Σεραφείμ, στεκόταν σε κύκλο γυρω του, έχοντας το καθέ ένα απο έξι πτερύγια, και με τα δύο κάλυπταν ολοκληρωτικά το πρόσωπο, με τα δύο κάλυπταν τα πόδια τους και με τα άλλα δύο πετούσαν. Και φώναζε το ένα προς  το άλλο και έλεγαν. Άγιος, άγιος ,άγιος Κύριος σαβαώθ, γεμάτη όλη η γη απο τη δοξης του.  Και σείστηκε το πάνω μερος της θύρας απο την δύναμη της φωνής, και ο οίκος γέμισε καπνό. Και είπα. Εγώ ο ταλαίπωρος ,  έφτασα σε κατάνυξη, ότι ενώ είμαι άνθρωπος και έχω ακάθαρτα χείλη, και κατοικώ ανάμεσα σε λαό με ακάθαρτα χείλη, είδα τον βασιλιά Κύριο σαβαώθ με τα μάτια μου. Και στάλθηκε προς εμένα ένα απο τα Σεραφείμ, και είχε κάρβουνο στα χέρια του, που το πήρε με λαβίδα απο το θυσιαστήριο, και ακούμπησε στο στόμα μου και είπε. Να άγγιξε αυτό τα χείλη σου και αφέθηκαν  οι ανομίες σου και καθαρίστηκαν οι αμαρτίες σου. Και άκουσα την φωνή του Κυριου να μου λέει. Ποιόν να στείλω, και ποιος θα πορευτεί σε αυτόν τον λαο; και είπα.  Να εγώ, στείλε εμένα. και είπε. πήγαινε και πές σε αυτόν  τον λαό. με τα αυτιά σας θα ακούσετε και δεν θα καταλάβετε και θα δείτε και δεν θα γνωρίστε. Γιατί σκλήρυνε η καρδιά αυτού του λαού και  δύσκολα  ακούν με τα αυτιά τους και με τα μάτια τους κουράστηκαν  να βλέπουν, και ίσως  κάποτε καταλάβουν με τα μάτια τους και με τα αυτιά τους ακούσουν και νοήσουν με την καρδιά τους, και  επιστρέψουν και  τους γιατρέψω. Και είπα , έως πότε Κύριε; και είπε. έως ότου ερημωθούν οι πόλειες και δεν θα κατοικούνται και οι οικοί θα αδειάσουν απο ανθρώπους, και η γη θα ερημωθεί. και μετά απο αυτό θα απομακρύνει ο θεος τους ανθρώπους και θα αυξηθούν αυτοί που θα εγκαταλειφτούν πάνω στη γη. Ακόμη και αν μείνει το ένα δέκατο πάλι και αυτοί  θα  είναι για αφανισμό,  όπως η τερέβινος και η βαλανιδιά , όταν κοπούν απο τη θέση τούς.

Παρασκευή 7 Μαΐου 2010

Επιστολή Ιωάννου Α΄

                                                                                                                                 Δοκιμὴ τῶν πνευμάτων

Δ´\ΑΓΑΠΗΤΟΙ, μὴ παντὶ πνεύματι πιστεύετε, ἀλλὰ δοκιμάζετε τὰ πνεύματα εἰ ἐκ τοῦ Θεοῦ ἐστιν, ὅτι πολλοὶ ψευδοπροφῆται ἐξεληλύθασιν εἰς τὸν κόσμον. 2 ἐν τούτῳ γινώσκετε τὸ πνεῦμα τοῦ Θεοῦ· πᾶν πνεῦμα ὃ ὁμολογεῖ ᾿Ιησοῦν Χριστὸν ἐν σαρκὶ ἐληλυθότα, ἐκ τοῦ Θεοῦ ἔστι· 3 καὶ πᾶν πνεῦμα ὃ μὴ ὁμολογεῖ τὸν ᾿Ιησοῦν Χριστὸν ἐν σαρκὶ ἐληλυθότα, ἐκ τοῦ Θεοῦ οὐκ ἔστι· καὶ τοῦτό ἐστι τὸ τοῦ ἀντιχρίστου ὃ ἀκηκόατε ὅτι ἔρχεται, καὶ νῦν ἐν τῷ κόσμῳ ἐστὶν ἤδη. 4 ῾Υμεῖς ἐκ τοῦ Θεοῦ ἐστε, τεκνία, καὶ νενικήκατε αὐτούς, ὅτι μείζων ἐστὶν ὁ ἐν ὑμῖν ἢ ὁ ἐν τῷ κόσμῳ. 5 αὐτοὶ ἐκ τοῦ κόσμου εἰσί· διὰ τοῦτο ἐκ τοῦ κόσμου λαλοῦσι καὶ ὁ κόσμος αὐτῶν ἀκούει. 6 ἡμεῖς ἐκ τοῦ Θεοῦ ἐσμεν· ὁ γινώσκων τὸν Θεὸν ἀκούει ἡμῶν. ὃς οὐκ ἔστιν ἐκ τοῦ Θεοῦ οὐκ ἀκούει ἡμῶν. ἐκ τούτου γινώσκομεν τὸ πνεῦμα τῆς ἀληθείας καὶ τὸ πνεῦμα τῆς πλάνης.

῾Η ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καὶ ἡ ἀγάπη τῶν ἀνθρώπων

7 ᾿Αγαπητοί, ἀγαπῶμεν ἀλλήλους, ὅτι ἡ ἀγάπη ἐκ τοῦ Θεοῦ ἐστι, καὶ πᾶς ὁ ἀγαπῶν ἐκ τοῦ Θεοῦ γεγέννηται καὶ γινώσκει τὸν Θεόν. 8 ὁ μὴ ἀγαπῶν οὐκ ἔγνω τὸν Θεόν, ὅτι ὁ Θεὸς ἀγάπη ἐστίν. 9 ἐν τούτῳ ἐφανερώθη ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ ἐν ἡμῖν, ὅτι τὸν υἱὸν αὐτοῦ τὸν μονογενῆ ἀπέσταλκεν ὁ Θεὸς εἰς τὸν κόσμον ἵνα ζήσωμεν δι᾿ αὐτοῦ. 10 ἐν τούτῳ ἐστὶν ἡ ἀγάπη, οὐχ ὅτι ἡμεῖς ἠγαπήσαμεν τὸν Θεόν, ἀλλ᾿ ὅτι αὐτὸς ἠγάπησεν ἡμᾶς καὶ ἀπέστειλε τὸν υἱὸν αὐτοῦ ἱλασμὸν περὶ τῶν ἁμαρτιῶν ἡμῶν. 11 ᾿Αγαπητοί, εἰ οὕτως ὁ Θεὸς ἠγάπησεν ἡμᾶς, καὶ ἡμεῖς ὀφείλομεν ἀλλήλους ἀγαπᾶν. 12 Θεὸν οὐδεὶς πώποτε τεθέαται· ἐὰν ἀγαπῶμεν ἀλλήλους, ὁ Θεὸς ἐν ἡμῖν μένει καὶ ἡ ἀγάπη αὐτοῦ τετελειωμένη ἐστὶν ἐν ἡμῖν. 13 ἐν τούτῳ γινώσκομεν ὅτι ἐν αὐτῷ μένομεν καὶ αὐτὸς ἐν ἡμῖν, ὅτι ἐκ τοῦ Πνεύματος αὐτοῦ δέδωκεν ἡμῖν. 14 Καὶ ἡμεῖς τεθεάμεθα καὶ μαρτυροῦμεν ὅτι ὁ πατὴρ ἀπέσταλκε τὸν υἱὸν σωτῆρα τοῦ κόσμου. 15 ὃς ἂν ὁμολογήσῃ ὅτι ᾿Ιησοῦς ἐστιν ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ, ὁ Θεὸς ἐν αὐτῷ μένει καὶ αὐτὸς ἐν τῷ Θεῷ. 16 καὶ ἡμεῖς ἐγνώκαμεν καὶ πεπιστεύκαμεν τὴν ἀγάπην ἣν ἔχει ὁ Θεὸς ἐν ἡμῖν. ῾Ο Θεὸς ἀγάπη ἐστί, καὶ ὁ μένων ἐν τῇ ἀγάπῃ ἐν τῷ Θεῷ μένει καὶ ὁ Θεὸς ἐν αὐτῷ. 17 ᾿Εν τούτῳ τετελείωται ἡ ἀγάπη μεθ᾿ ἡμῶν, ἵνα παρρησίαν ἔχωμεν ἐν τῇ ἡμέρᾳ τῆς κρίσεως, ὅτι καθὼς ἐκεῖνός ἐστι, καὶ ἡμεῖς ἐσμεν ἐν τῷ κόσμῳ τούτῳ. 18 φόβος οὐκ ἔστιν ἐν τῇ ἀγάπῃ, ἀλλ᾿ ἡ τελεία ἀγάπη ἔξω βάλλει τὸν φόβον, ὅτι ὁ φόβος κόλασιν ἔχει, ὁ δὲ φοβούμενος οὐ τετελείωται ἐν τῇ ἀγάπῃ. 19 ῾Ημεῖς ἀγαπῶμεν αὐτόν, ὅτι αὐτὸς πρῶτος ἠγάπησεν ἡμᾶς. 20 ἐάν τις εἴπῃ ὅτι ἀγαπῶ τὸν Θεόν, καὶ τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ μισῇ, ψεύστης ἐστίν· ὁ γὰρ μὴ ἀγαπῶν τὸν ἀδελφὸν ὃν ἐώρακε, τὸν Θεόν ὃν οὐχ ἑώρακε πῶς δύναται ἀγαπᾶν; 21 καὶ ταύτην τὴν ἐντολὴν ἔχομεν ἀπ᾿ αὐτοῦ, ἵνα ὁ ἀγαπῶν τὸν Θεὸν ἀγαπᾷ καὶ τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ.

ἐξεληλύθασιν:έφτασαν -εμφανίστηκαν
παν:κάθε
εἰ:  εάν
οὐκ , οὐχ , οὐ : δεν
δὲ: και 
ἔστι,ἐστιν :είναι
νύν: τώρα
γὰρ: γιατί- διότι
 ἡμεῖς: εμείς
 Υμεῖς:εσείς
ὃς:όποιος
 ὃ: το οποίο
ὃν: τον οποίο
ἣν:την οποία
τις: κάποιος- κάποια- κάποιο,ποιός ποια ποιό.
παρρησίαν: θάρρος

Τετάρτη 21 Απριλίου 2010

Η απογραφή του Δαβίδ.

Παραλειπομένων Α' Κεφ21, 1-18

ΚΑΙ ἔστη διάβολος ἐν τῷ ᾿Ισραὴλ καὶ ἐπέσεισε τὸν Δαυὶδ τοῦ ἀριθμῆσαι τὸν ᾿Ισραήλ. 2 καὶ εἶπεν ὁ βασιλεὺς Δαυὶδ πρὸς ᾿Ιωὰβ καὶ πρὸς τοὺς ἄρχοντας τῆς δυνάμεως· πορεύθητε, ἀριθμήσατε τὸν ᾿Ισραὴλ ἀπὸ Βηρσαβεὲ καὶ ἕως Δὰν καὶ ἐνέγκατε πρός με, καὶ γνώσομαι τὸν ἀριθμὸν αὐτῶν. 3 καὶ εἶπεν ᾿Ιωάβ· προσθείη Κύριος ἐπὶ τὸν λαὸν αὐτοῦ, ὡς αὐτοὶ ἑκατονταπλασίως, καὶ οἱ ὀφθαλμοὶ τοῦ κυρίου μου τοῦ βασιλέως βλέποντες· πάντες τῷ κυρίῳ μου παῖδες· ἱνατί ζητεῖ κύριός μου τοῦτο; ἵνα μὴ γένηται εἰς ἁμαρτίαν τῷ ᾿Ισραήλ. 4 τὸ δὲ ρῆμα τοῦ βασιλέως ἴσχυσεν ἐπὶ ᾿Ιωάβ, καὶ ἐξῆλθεν ᾿Ιωὰβ καὶ διῆλθεν ἐν παντὶ ᾿Ισραὴλ καὶ ἦλθεν εἰς ῾Ιερουσαλήμ. 5 καὶ ἔδωκεν ᾿Ιωὰβ τὸν ἀριθμὸν τῆς ἐπισκέψεως τοῦ λαοῦ τῷ Δαυίδ, καὶ ἦν πᾶς ᾿Ισραὴλ χίλιαι χιλιάδες καὶ ἑκατὸν χιλιάδες ἀνδρῶν ἐσπασμένων μάχαιραν καὶ υἱοὶ ᾿Ιούδα τετρακόσιαι καὶ ἑβδομήκοντα χιλιάδες ἀνδρῶν ἐσπασμένων μάχαιραν. 6 καὶ τὸν Λευὶ καὶ τὸν Βενιαμὶν οὐκ ἠρίθμησεν ἐν μέσῳ αὐτῶν, ὅτι κατίσχυσε λόγος τοῦ βασιλέως τὸν ᾿Ιωάβ. 7 καὶ πονηρὸν ἐναντίον τοῦ Θεοῦ περὶ τοῦ πράγματος τούτου, καὶ ἐπάταξε τὸν ᾿Ισραήλ. 8 καὶ εἶπε Δαυὶδ πρὸς τὸν Θεόν· ἡμάρτηκα σφόδρα, ὅτι ἐποίησα τὸ πρᾶγμα τοῦτο· καὶ νῦν περίελε δὴ τὴν κακίαν παιδός σου, ὅτι ἐματαιώθην σφόδρα. 9 καὶ ἐλάλησε Κύριος πρὸς Γὰδ τὸν ὁρῶντα λέγων· 10 πορεύου καὶ λάλησον πρὸς Δαυὶδ λέγων· οὕτω λέγει Κύριος· τρία αἱρῶ ἐγὼ ἐπὶ σέ, ἔκλεξαι σεαυτῷ ἓν ἐξ αὐτῶν καὶ ποιήσω σοι. 11 καὶ ἦλθε Γὰδ πρὸς Δαυὶδ καὶ εἶπεν αὐτῷ· οὕτως λέγει Κύριος· ἔκλεξαι σεαυτῷ 12 ἢ τρία ἔτη λιμοῦ, ἢ τρεῖς μῆνας φεύγειν σε ἐκ προσώπου ἐχθρῶν σου καὶ μάχαιραν ἐχθρῶν σου τοῦ ἐξολοθρεῦσαι, ἢ τρεῖς ἡμέρας ρομφαίαν Κυρίου καὶ θάνατον ἐν τῇ γῇ καὶ ἄγγελος Κυρίου ἐξολοθρεύων ἐν πάσῃ κληρονομίᾳ ᾿Ισραήλ· καὶ νῦν ἰδὲ τί ἀποκριθῶ τῷ ἀποστείλαντί με λόγον. 13 καὶ εἶπε Δαυὶδ πρὸς Γάδ· στενά μοι καὶ τὰ τρία σφόδρα· ἐμπεσοῦμαι δὴ εἰς χεῖρας Κυρίου, ὅτι πολλοὶ οἱ οἰκτιρμοὶ αὐτοῦ σφόδρα, καὶ εἰς χεῖρας ἀνθρώπων οὐ μὴ ἐμπέσω. 14 καὶ ἔδωκε Κύριος θάνατον ἐν ᾿Ισραήλ, καὶ ἔπεσον ἐξ ᾿Ισραὴλ ἑβδομήκοντα χιλιάδες ἀνδρῶν. 15 καὶ ἀπέστειλεν ὁ Θεὸς ἄγγελον εἰς ῾Ιερουσαλὴμ τοῦ ἐξολοθρεῦσαι αὐτήν. καὶ ὡς ἐξωλόθρευσεν, εἶδε Κύριος καὶ μετεμελήθη ἐπὶ τῇ κακίᾳ καὶ εἶπε τῷ ἀγγέλῳ τῷ ἐξολοθρεύοντι· ἱκανούσθω σοι, ἄνες τὴν χεῖρά σου· καὶ ὁ ἄγγελος Κυρίου ἑστὼς ἐν τῷ ἅλῳ ᾿Ορνὰ τοῦ ᾿Ιεβουσαίου. 16 καὶ ἐπῇρε Δαυὶδ τοὺς ὀφθαλμοὺς αὐτοῦ καὶ εἶδε τὸν ἄγγελον Κυρίου ἑστῶτα ἀνὰ μέσον τῆς γῆς καὶ τοῦ οὐρανοῦ, καὶ ἡ ρομφαία αὐτοῦ ἐσπασμένη ἐν τῇ χειρὶ αὐτοῦ ἐκτεταμένη ἐπὶ ῾Ιερουσαλήμ· καὶ ἔπεσε Δαυὶδ καὶ οἱ πρεσβύτεροι περιβεβλημένοι ἐν σάκκοις ἐπὶ πρόσωπον αὐτῶν. 17 καὶ εἶπε Δαυὶδ πρὸς τὸν Θεόν· οὐκ ἐγὼ εἶπα τοῦ ἀριθμῆσαι ἐν τῷ λαῷ; καὶ ἐγώ εἰμι ὁ ἁμαρτών, κακοποιῶν ἐκακοποίησα, καὶ ταῦτα τὰ πρόβατα τί ἐποίησαν; Κύριε ὁ Θεός, γενηθήτω ἡ χείρ σου ἐν ἐμοὶ καὶ ἐν τῷ οἴκῳ τοῦ πατρός μου καὶ μὴ ἐν τῷ λαῷ σου εἰς ἀπώλειαν, Κύριε. 18 καὶ ἄγγελος Κυρίου εἶπε τῷ Γὰδ τοῦ εἰπεῖν πρὸς Δαυίδ, ἵνα ἀναβῇ τοῦ στῆσαι θυσιαστήριον Κυρίῳ ἐν ἅλῳ ᾿Ορνὰ τοῦ ᾿Ιεβουσαίου.

Απόδοση

Και ξεσηκώθηκε ο διάβολος ενάντια στον Ισραήλ και παρακίνησε τον Δαυίδ να αριθμήσει τον λαό. και είπε ο βασιλιάς Δαυίδ στον Ιωάβ και στους άρχοντες. Πηγαίνετε να μετρήσετε τον Ισραήλ απο Δαν ως Βηρσαβεέ και πείτε μου τον αριθμό τους. και είπε ο Ιωαβ. Μακάρι ο Κύριος να εκατονταπλασιάσει τον λαό σου μπορστά στα μάτια σου. Είναι όλοι υπήκοοί σου. Γιατί ζητά ο κύριος μου τέτοιο πράγμα που μπορεί να γίνει μεγάλο κακό για τον λαό; Και υπερίσχυσε το θέλημα του βασιλιά και βγήκε ο Ιωάβ στη χώρα και γύρισε στην Ιερουσαλήμ. και έδωσε τον αριθμό της μέτρησης του στον Δαβίδ, και ήταν όλος ο Ισραήλ ένα εκατυμύριο εκατο χιλιάδες άνδρες που μπορούσαν να πολεμήσουν και οι Ιουδαίοι τετρακόσιοι εβδομήντα χιλιάδες άνδρες που μπορούσαν να πολεμήσουν. Και τον λαό του Λευί και τον Βενιαμίν δεν τον μέτρησε γιατί δεν άρεσε ο λόγος του βασιλία στον Ιωάβ. Και φάνηκε πονηρό αυτό που έγινε στον Θεό και χτύπησε τον Ισραήλ. Και είπε ο Δαβίδ προς τον Θεο. Αμάρτησα πολυ με αυτό που έκανα. Μην σταθείς στην μεγάλη κακία μου και ματαιοδοξία μου. Και μίλησε ο Κύριος στον Γαδ που παρουσιάζονταν στον Δαβίδ και του είπε. πήγαινε και πες στον Δαβίδ. Αυτά λέει ο Κύριος. Σου δίνω τρείς επιλογές να επιλέξεις, και αυτό που θα επιλέξεις θα το κάνω. Και πήγε ο Γαδ στον Δαβίδ και του είπε: Ταδε λέγει Κύριος. Επέλεξε για τον εαυτό σου ή τρία χρόνια πείνας ή τρείς μήνες να χάνεις απο τους εχθρούς σου και να σε κυνηγάνε να σε σκοτώσουν ή τρείς ημέρες μαχαίρι και θάνατος στη γή απο εξολοθρευτή άγγελο Κυρίου. Σκέψου τώρα τι θα απαντήσω σε αυτον που με έστειλε. Και είπε ο Δαβίδ στον Γαδ. Είναι πολύ στενάχωρα και τα τρία. Θα πέσω στα χέρια του Κυρίου που είναι γεμάτα απο πολύ ευσπλαχνία και σε χέρια ανθρωπων δεν θα πέσω. Και έδωσε θάνατο ο Κύριος στον Ισραήλ, και έπεσαν εβδομήντα χιλιάδες άνδρες. Και έστειλε ο Θεός άγγελο στην Ιερουσαλήμ να την εξολοθρεύσει και ενώ την κατέστρεφε, άλλαξε γνώμη ο Κύριος και είπε στον άγγελο. Φτάνει μέχρι εδώ, σήκωσε το χέρι σου.Και στάθηκε ο άγγελος κοντά στο αλώνι Ορνά του Ιεβουσαίου. Και είδε ο Δαβίδ τον άγγελο με απλωμένο το χέρι του πανω απο την πόλη και είπε στον Θεό:Δεν είπα εγώ να απογραφεί ο λαός; εγώ δεν είμαι που αμάρτησα; αυτά τα πρόβατα τι έκαναν; Ας ερθει το κακό σε μένα και στην οικογένειά μου και όχι στο λαό σου Κύριε. Και ο άγγελος Κυρίου είπε στον Γαδ να πει στον Δαβίδ, να ανεβεί και να στήσει θυσιαστήριο για τον Κύριο στο αλώνι του Ορνά του Ιεβουσαίου...

Παρασκευή 2 Απριλίου 2010

Προφητείας Ἡσαΐου

(Κεφ. ΝΒ', 13 - ΝΔ', 1)

Τάδε λέγει Κύριος· Ἰδοὺ συνήσει ὁ παῖς μου, καὶ ὑψωθήσεται, καὶ δοξασθήσεται, καὶ μετεωρισθήσεται σφόδρα. Ὃν τρόπον ἐκστήσονται ἐπὶ σὲ πολλοί, οὕτως ἀδοξήσει ἀπὸ τῶν ἀνθρώπων τὸ εἶδός σου, καὶ ἡ δόξα σου ἀπὸ υἱῶν ἀνθρώπων. Οὕτω θαυμάσονται ἔθνη πολλὰ ἐπ' αὐτῷ, καὶ συνέξουσι βασιλεῖς τὸ στόμα αὐτῶν, ὅτι οἷς οὐκ ἀνηγγέλη περὶ αὐτοῦ, ὄψονται, καὶ οἳ οὐκ ἀκηκόασι συνήσουσι. Κύριε, τίς ἐπίστευσε τῇ ἀκοῇ ἡμῶν, καὶ ὁ βραχίων Κυρίου τίνι ἀπεκαλύφθη; Ἀνηγγείλαμεν, ὡς παιδίον ἐναντίον αὐτοῦ, ὡς ῥίζα ἐν γῇ διψώσῃ, οὐκ ἔστιν εἶδος αὐτῷ, οὐδὲ δόξα, καὶ εἴδομεν αὐτόν, καὶ οὐκ εἶχεν εἶδος, οὐδὲ κάλλος, ἀλλὰ τὸ εἶδος αὐτοῦ ἄτιμον καὶ ἐκλεῖπον παρὰ πάντας τοὺς υἱοὺς τῶν ἀνθρώπων. Ἄνθρωπος ἐν πληγῇ ὤν, καὶ εἰδὼς φέρειν μαλακίαν, ὅτι ἀπέστραπται τὸ πρόσωπον αὐτοῦ, ἠτιμάσθη, καὶ οὐκ ἐλογίσθη. Οὗτος τὰς ἁμαρτίας ἡμῶν φέρει, καὶ περὶ ἡμῶν ὀδυνᾶται, καὶ ἡμεῖς ἑλογισάμεθα αὐτὸν εἶναι ἐν πόνῳ, καὶ ἐν πληγῇ ὑπὸ Θεοῦ, καὶ ἐν κακώσει. Αὐτός δὲ ἐτραυματίσθη διὰ τὰς ἁμαρτίας ἡμῶν, καὶ μεμαλάκισται, διὰ τὰς ἀνομίας ἡμῶν· παιδεία εἰρήνης ἡμῶν ἐπ' αὐτόν, τῷ μώλωπι αὐτοῦ ἡμεῖς ἰάθημεν, πάντες ὡς πρόβατα ἐπλανήθημεν, ἄνθρωπος τῇ ὁδῷ αὐτοῦ ἐπλανήθη. Καὶ Κύριος παρέδωκεν αὐτὸν ταῖς ἁμαρτίαις ἡμῶν, καὶ αὐτός, διὰ τῷ κεκακῶσθαι, οὐκ ἀνοίγει τὸ στόμα αὐτοῦ. Ὡς πρόβατον ἐπὶ σφαγὴν ἤχθη, καὶ ὡς ἀμνὸς ἐναντίον τοῦ κείροντος ἄφωνος, οὕτως οὐκ ἀνοίγει τὸ στόμα αὐτοῦ. Ἐν τῇ ταπεινώσει αὐτοῦ, ἡ κρίσις αὐτοῦ ἤρθη, τὴν δὲ γενεὰν αὐτοῦ, τίς διηγήσεται; ὅτι αἵρεται ἀπὸ τῆς γῆς ἡ ζωὴ αὐτοῦ, ἀπὸ τῶν ἀνομιῶν τοῦ λαοῦ μου ἤχθη εἰς θάνατον. Καὶ δώσω τοὺς πονηρούς, ἀντὶ τῆς ταφῆς αὐτοῦ, καὶ τοὺς πλουσίους, ἀντὶ τοῦ θανάτου αὐτοῦ, ὅτι ἀνομίαν οὐκ ἐποίησεν, οὐδὲ εὑρέθη δόλος ἐν τῷ στόματι αὐτοῦ, καὶ Κύριος βούλεται καθαρίσαι αὐτὸν τῆς πληγῆς. Ἐὰν δῶτε περι ἁμαρτίας, ἡ ψυχὴ ὑμῶν ὄψεται σπέρμα μακρόβιον, καὶ βούλεται Κύριος ἐν χειρὶ αὐτοῦ ἀφελεῖν ἀπὸ τοῦ πόνου τῆς ψυχῆς αὐτοῦ, δεῖξαι αὐτῷ φῶς, καὶ πλάσαι τῇ συνέσει, δικαιῶσαι δίκαιον, εὖ δουλεύοντα πολλοῖς, καὶ τὰς ἁμαρτίας αὐτῶν αὐτὸς ἀνοίσει. Διὰ τοῦτο αὐτὸς κληρονομήσει πολλούς, καὶ τῶν ἰσχυρῶν μεριεῖ σκῦλα, ἀνθ' ὧν παρεδόθη εἰς θάνατον ἡ ψυχὴ αὐτοῦ, καὶ ἐν τοῖς ἀνόμοις ἑλογίσθη, καὶ αὐτὸς ἁμαρτίας πολλῶν ἀνήνεγκε, καὶ διὰ τὰς ἁμαρτίας αὐτῶν παρεδόθη. Εὐφράνθητι στεῖρα, ἡ οὐ τίκτουσα, ῥῆξον καὶ βόησον ἡ οὐκ ὠδίνουσα, ὅτι πολλὰ τὰ τέκνα τῆς ἐρήμου μᾶλλον, ἢ τῆς ἐχούσης τὸν ἄνδρα.

Τετάρτη 31 Μαρτίου 2010

Η όνος του Βαλαάμ


Αριθμοί 22ο

20 καὶ ἦλθεν ὁ Θεὸς πρὸς Βαλαὰμ νυκτὸς καὶ εἶπεν αὐτῷ· εἰ καλέσαι σε πάρεισιν οἱ ἄνθρωποι οὗτοι, ἀναστὰς ἀκολούθησον αὐτοῖς· ἀλλὰ τὸ ρῆμα, ὃ ἐὰν λαλήσω πρὸς σε, τοῦτο ποιήσεις. 21 καὶ ἀναστὰς Βαλαὰμ τὸ πρωΐ ἐπέσαξε τὴν ὄνον αὐτοῦ καὶ ἐπορεύθη μετὰ τῶν ἀρχόντων Μωάβ. 22 καὶ ὠργίσθη θυμῷ ὁ Θεός, ὅτι ἐπορεύθη αὐτός, καὶ ἀνέστη ὁ ἄγγελος τοῦ Θεοῦ διαβαλεῖν αὐτόν, καὶ αὐτὸς ἐπιβεβήκει ἐπὶ τῆς ὄνου αὐτοῦ, καὶ δύο παῖδες αὐτοῦ μετ’ αὐτοῦ. 23 καὶ ἰδοῦσα ἡ ὄνος τὸν ἄγγελον τοῦ Θεοῦ ἀνθεστηκότα ἐν τῇ ὁδῷ καὶ τὴν ρομφαίαν ἐσπασμένην ἐν τῇ χειρὶ αὐτοῦ, καὶ ἐξέκλινεν ἡ ὄνος ἐκ τῆς ὁδοῦ καὶ ἐπορεύετο εἰς τὸ πεδίον· καὶ ἐπάταξε τὴν ὄνον ἐν τῇ ράβδῳ αὐτοῦ τοῦ εὐθῦναι αὐτὴν ἐν τῇ ὁδῷ. 24 καὶ ἔστη ὁ ἄγγελος τοῦ Θεοῦ ἐν ταῖς αὔλαξι τῶν ἀμπέλων, φραγμὸς ἐντεῦθεν καὶ φραγμὸς ἐντεῦθεν· 25 καὶ ἰδοῦσα ἡ ὄνος τὸν ἄγγελον τοῦ Θεοῦ προσέθλιψεν ἑαυτὴν πρὸς τὸν τοῖχον καὶ ἀπέθλιψε τὸν πόδα Βαλαὰμ πρὸς τὸν τοῖχον· καὶ προσέθετο ἔτι μαστίξαι αὐτήν. 26 καὶ προσέθετο ὁ ἄγγελος τοῦ Θεοῦ καὶ ἀπελθὼν ὑπέστη ἐν τόπῳ στενῷ, εἰς ὃν οὐκ ἦν ἐκκλῖναι δεξιὰν ἢ ἀριστεράν. 27 καὶ ἰδοῦσα ἡ ὄνος τὸν ἄγγελον τοῦ Θεοῦ συνεκάθισεν ὑποκάτω Βαλαάμ· καὶ ἐθυμώθη Βαλαὰμ καὶ ἔτυπτε τὴν ὄνον τῇ ράβδῳ. 28 καὶ ἤνοιξεν ὁ Θεὸς τὸ στόμα τῆς ὄνου, καὶ λέγει τῷ Βαλαάμ· τί ἐποίησά σοι ὅτι πέπαικάς με τρίτον τοῦτο; 29 καὶ εἶπε Βαλαὰμ τῇ ὄνῳ· ὅτι ἐμπέπαιχάς μοι· καὶ εἰ εἶχον μάχαιραν ἐν τῇ χειρί, ἤδη ἂν ἐξεκέντησά σε. 30 καὶ λέγει ἡ ὄνος τῷ Βαλαάμ· οὐκ ἐγὼ ἡ ὄνος σου, ἐφ’ ἧς ἐπέβαινες ἀπὸ νεότητός σου ἕως τῆς σήμερον ἡμέρας; μὴ ὑπεροράσει ὑπεριδοῦσα ἐποίησά σοι οὕτως; ὁ δὲ εἶπεν· οὐχί. 31 ἀπεκάλυψε δὲ ὁ Θεὸς τοὺς ὀφθαλμοὺς Βαλαάμ, καὶ ὁρᾷ τὸν ἄγγελον Κυρίου ἀνθεστηκότα ἐν τῇ ὁδῷ καὶ τὴν μάχαιραν ἐσπασμένην ἐν τῇ χειρὶ αὐτοῦ καὶ κύψας προσεκύνησε τῷ προσώπῳ αὐτοῦ. 32 καὶ εἶπεν αὐτῷ ὁ ἄγγελος τοῦ Θεοῦ· διατί ἐπάταξας τὴν ὄνον σου τοῦτο τρίτον; καὶ ἰδοὺ ἐγὼ ἐξῆλθον εἰς διαβολήν σου, ὅτι οὐκ ἀστεία ἡ ὁδός σου ἐναντίον μου, 33 καὶ ἰδοῦσά με ἡ ὄνος ἐξέκλινεν ἀπ’ ἐμοῦ τρίτον τοῦτο· καὶ εἰ μὴ ἐξέκλινεν, νῦν οὖν σὲ μὲν ἀπέκτεινα, ἐκείνην δ’ ἂν περιεποιησάμην. 34 καὶ εἶπε Βαλαὰμ τῷ ἀγγέλῳ Κυρίου· ἡμάρτηκα, οὐ γὰρ ἠπιστάμην ὅτι σύ μοι ἀνθέστηκας ἐν τῇ ὁδῷ εἰς συνάντησιν· καὶ νῦν εἰ μή σοι ἀρκέσει, ἀποστραφήσομαι. 35 καὶ εἶπεν ὁ ἄγγελος τοῦ Θεοῦ πρὸς Βαλαάμ· συμπορεύθητι μετὰ τῶν ἀνθρώπων· πλὴν τὸ ρῆμα, ὃ ἐὰν εἴπω πρὸς σε, τοῦτο φυλάξῃ λαλῆσαι. καὶ ἐπορεύθη Βαλαὰμ μετὰ τῶν ἀρχόντων Βαλάκ.

Απόδοση

Και ήρθε ο Θεός στον Βαλαάμ  τη νυχτα και του είπε: Αν σε καλέσουν οι άνθρωποι αυτοί, σήκω και ακολούθησέ τους. Και ότι θα σου πούνε κάνετο. Και σηκώθηκε το πρωί ο Βαλαάμ και ετοίμασε το γαϊδουράκι του και ταξίδεψε με τους άρχοντες της Μωάβ. Και θύμωσε ο Θεός ότι πήγε μαζί τους, και πήγε να τον βρει άγγελος του θεού, ενώ αυτός ήταν πάνω στο γαϊδουράκι μαζί δύο βοηθούς. Και βλέποντας το γαϊδουράκι τον άγγελο του Θεού να κλείνει το δρόμο και να κρατά σπαθί στα χέρια του βγήκε απο το δρόμο και πήγαινε προς τα χωράφια. Και χτύπησε το γαϊδουράκι με το ραβδί του για να μπει πάλι στο δρόμο. Και στάθηκε ο άγγελος του Θεού στα αυλάκια των αμπελιών, και υπήρχε φράχτης από τη μία και από την άλλη πλευρά. Και βλέποντας το ζώο τον άγγελο πέρασε ξυστά από τον φράχτη και σύνθλιψε το πόδι του Βαλαάμ στον τοίχο.Και αυτός το χτύπησε περισσότερο. Και επέμενε ο άγγελος του Θεού και πήγε και στάθηκε σε ένα μέρος στενό, όπου δεν υπήρχε πέρασμα αριστερά και δεξιά. Και βλέποντας το γαϊδουράκι τον άγγελο του Θεού γονάτισε κάτω από τον Βαλαάμ. Και θύμωσε ο Βαλαάμ και το χτύπησε ξανά με τη ράβδο. Και άνοιξε ο Θεός το στόμα του γαϊδουριού και λέει στον Βαλαάμ. Τι σου έκανα και με χτυπάς και τρίτη φορά; και είπε ο Βαλαάμ. Γιατί με κορόϊδεψες. και αν είχα μαχαίρι στο χέρι θα σε χτυπούσα. Και λέγει η όνος. Δεν είμαι εγώ η όνος , που με έχεις από τα νιάτα σου μέχρι σήμερα; σου ξανάκανα τέτοιο πράγμα; Και είπε, όχι. Και αποκάλυψε ο Θεός τα μάτια του Βαλαάμ και βλέπει τον άγγελο του Κυρίου να στέκεται στον δρόμο και να έχει το σπαθί στα χέρια και έπεσε και τον προσκύνησε. και του είπε ο άγγελος του Θεού. γιατί χτύπησες το ζώο σου τρείς φορές; και να εγώ ήρθα για να σου αλλάξω τον δρόμο , ότι πήρες άλλο δρόμο, και βλέποντάς με το ζώο έφυγε από μένα τρεις φορές. και αν δεν άλλαζε δρόμο, εσένα θα σε σκότωνα ενώ εκείνη θα την περιποιόμουν. Και είπε ο Βαλαάμ, έκανα λάθος , δεν ήξερα ότι εσύ έκλεινες το δρόμο, και τώρα αν σου αρέσει γυρίζω πίσω. και είπε ο άγγελος , πήγαινε μαζί με τους ανθρώπους. αλλά αυτό που θα σου πω αυτό μόνο θα τους πεις. Και πήγε με τους άρχοντες της Βαλάκ.

Τρίτη 30 Μαρτίου 2010

O Ιωσήφ και η γυναίκα του Πετεφρή

ΙΩΣΗΦ δὲ κατήχθη εἰς Αἴγυπτον, καὶ ἐκτήσατο αὐτὸν Πετεφρὴς ὁ εὐνοῦχος Φαραώ, ὁ ἀρχιμάγειρος, ἀνὴρ Αἰγύπτιος, ἐκ χειρῶν τῶν ᾿Ισμαηλιτῶν, οἳ κατήγαγον αὐτὸν ἐκεῖ. 2 καὶ ἦν Κύριος μετὰ ᾿Ιωσήφ, καὶ ἦν ἀνὴρ ἐπιτυγχάνων καὶ ἐγένετο ἐν τῷ οἴκῳ παρὰ τῷ κυρίῳ αὐτοῦ τῷ Αἰγυπτίῳ. 3 ᾔδει δὲ ὁ κύριος αὐτοῦ, ὅτι ὁ Κύριος ἦν μετ᾿ αὐτοῦ καὶ ὅσα ἐὰν ποιῇ, Κύριος εὐοδοῖ ἐν ταῖς χερσὶν αὐτοῦ. 4 καὶ εὗρεν ᾿Ιωσὴφ χάριν ἐναντίον τοῦ κυρίου αὐτοῦ, καὶ εὐηρέστησεν αὐτῷ, καὶ κατέστησεν αὐτὸν ἐπὶ τοῦ οἴκου αὐτοῦ καὶ πάντα, ὅσα ἦν αὐτῷ, ἔδωκε διὰ χειρὸς ᾿Ιωσήφ. 5 ἐγένετο δὲ μετὰ τὸ καταστῆναι αὐτὸν ἐπὶ τοῦ οἴκου αὐτοῦ καὶ ἐπὶ πάντα, ὅσα ἦν αὐτῷ, καὶ ηὐλόγησε Κύριος τὸν οἶκον τοῦ Αἰγυπτίου διὰ ᾿Ιωσήφ, καὶ ἐγενήθη εὐλογία Κυρίου ἐν πᾶσι τοῖς ὑπάρχουσιν αὐτῷ ἐν τῷ οἴκῳ καὶ ἐν τῷ ἀγρῷ αὐτοῦ. 6 καὶ ἐπέτρεψε πάντα, ὅσα ἦν αὐτῷ, εἰς χεῖρας ᾿Ιωσὴφ καὶ οὐκ ᾔδει τῶν καθ᾿ αὑτὸν οὐδὲν πλὴν τοῦ ἄρτου, οὗ ἤσθιεν αὐτός.
  Καὶ ἦν ᾿Ιωσὴφ καλὸς τῷ εἴδει καὶ ὡραῖος τῇ ὄψει σφόδρα. 7 καὶ ἐγένετο μετὰ τὰ ρήματα ταῦτα καὶ ἐπέβαλεν ἡ γυνὴ τοῦ κυρίου αὐτοῦ τοὺς ὀφθαλμοὺς αὐτῆς ἐπὶ ᾿Ιωσὴφ καὶ εἶπε· κοιμήθητι μετ᾿ ἐμοῦ. 8 ὁ δὲ οὐκ ἤθελεν, εἶπε δὲ τῇ γυναικὶ τοῦ κυρίου αὐτοῦ· εἰ ὁ κύριός μου οὐ γινώσκει δι᾿ ἐμὲ οὐδὲν ἐν τῷ οἴκῳ αὐτοῦ, καὶ πάντα, ὅσα ἐστὶν αὐτῷ, ἔδωκεν εἰς τὰς χεῖράς μου 9 καὶ οὐχ ὑπερέχει ἐν τῇ οἰκίᾳ ταύτῃ οὐδὲν ἐμοῦ, οὐδὲ ὑπεξῄρηται ἀπ᾿ ἐμοῦ οὐδὲν πλὴν σοῦ, διὰ τὸ σὲ γυναῖκα αὐτοῦ εἶναι, καὶ πῶς ποιήσω τὸ ρῆμα τὸ πονηρὸν τοῦτο, καὶ ἁμαρτήσομαι ἐναντίον τοῦ Θεοῦ; 10 ἡνίκα δὲ ἐλάλει τῷ ᾿Ιωσὴφ ἡμέραν ἐξ ἡμέρας, καὶ οὐχ ὑπήκουεν αὐτῇ καθεύδειν μετ᾿ αὐτῆς τοῦ συγγενέσθαι αὐτῇ. 11 ἐγένετο δὲ τοιαύτη τις ἡμέρα, καὶ εἰσῆλθεν ᾿Ιωσὴφ εἰς τὴν οἰκίαν ποιεῖν τὰ ἔργα αὐτοῦ, καὶ οὐδεὶς ἦν τῶν ἐν τῇ οἰκίᾳ ἔσω, 12 καὶ ἐπεσπάσατο αὐτὸν τῶν ἱματίων λέγουσα· κοιμήθητι μετ᾿ ἐμοῦ. καὶ καταλιπὼν τὰ ἱμάτια αὐτοῦ ἐν ταῖς χερσὶν αὐτῆς ἔφυγε καὶ ἐξῆλθεν ἔξω. 13 καὶ ἐγένετο ὡς εἶδεν, ὅτι καταλιπὼν τὰ ἱμάτια αὐτοῦ ἐν ταῖς χερσὶν αὐτῆς ἔφυγε καὶ ἐξῆλθεν ἔξω, 14 καὶ ἐκάλεσε τοὺς ὄντας ἐν τῇ οἰκίᾳ καὶ εἶπεν αὐτοῖς λέγουσα· ἴδετε, εἰσήγαγεν ἡμῖν παῖδα ῾Εβραῖον ἐμπαίζειν ἡμῖν· εἰσῆλθε πρός με λέγων· κοιμήθητι μετ᾿ ἐμοῦ, καὶ ἐβόησα φωνῇ μεγάλῃ· 15 ἐν δὲ τῷ ἀκοῦσαι αὐτὸν ὅτι ὕψωσα τὴν φωνήν μου καὶ ἐβόησα, καταλιπὼν τὰ ἱμάτια αὐτοῦ παρ᾿ ἐμοὶ ἔφυγε καὶ ἐξῆλθεν ἔξω. 16 καὶ καταλιμπάνει τὰ ἱμάτια παρ᾿ ἑαυτῇ, ἕως ἦλθεν ὁ κύριος εἰς τὸν οἶκον αὐτοῦ. 17 καὶ ἐλάλησεν αὐτῷ κατὰ τὰ ρήματα ταῦτα λέγουσα· εἰσῆλθε πρός με ὁ παῖς ὁ ῾Εβραῖος, ὃν εἰσήγαγες πρὸς ἡμᾶς, ἐμπαῖξαί μοι καὶ εἶπέ μοι· κοιμηθήσομαι μετὰ σοῦ· 18 ὡς δὲ ἤκουσεν ὅτι ὕψωσα τὴν φωνήν μου καὶ ἐβόησα, καταλιπὼν τὰ ἱμάτια αὐτοῦ παρ᾿ ἐμοὶ ἔφυγε καὶ ἐξῆλθεν ἔξω. 19 ἐγένετο δέ, ὡς ἤκουσεν ὁ κύριος αὐτοῦ τὰ ρήματα τῆς γυναικὸς αὐτοῦ, ὅσα ἐλάλησε πρὸς αὐτόν, λέγουσα· οὕτως ἐποίησέ μοι ὁ παῖς σου, καὶ ἐθυμώθη ὀργῇ. 20 καὶ λαβὼν ὁ κύριος ᾿Ιωσὴφ ἐνέβαλεν αὐτὸν εἰς τὸ ὀχύρωμα, εἰς τὸν τόπον, ἐν ᾦ οἱ δεσμῶται τοῦ βασιλέως κατέχονται ἐκεῖ ἐν τῷ ὀχυρώματι.
  21 Καὶ ἦν Κύριος μετὰ ᾿Ιωσὴφ καὶ κατέχεεν αὐτοῦ ἔλεος καὶ ἔδωκεν αὐτῷ χάριν ἐναντίον τοῦ ἀρχιδεσμοφύλακος, 22 καὶ ἔδωκεν ὁ ἀρχιδεσμοφύλαξ τὸ δεσμωτήριον διὰ χειρὸς ᾿Ιωσὴφ καὶ πάντας τοὺς ἀπηγμένους, ὅσοι ἐν τῷ δεσμωτηρίῳ, καὶ πάντα ὅσα ποιοῦσιν ἐκεῖ, αὐτὸς ἦν ποιῶν. 23 οὐκ ἦν ὁ ἀρχιδεσμοφύλαξ τοῦ δεσμωτηρίου γινώσκων δι᾿ αὐτὸν οὐδέν· πάντα γὰρ ἦν διὰ χειρὸς ᾿Ιωσὴφ διὰ τὸ τὸν Κύριον μετ᾿ αὐτοῦ εἶναι, καὶ ὅσα αὐτὸς ἐποίει, ὁ Κύριος εὐώδου ἐν ταῖς χερσὶν αὐτοῦ.

Αποδοσή

Ο Ιωσήφ οδηγήθηκε στην Αίγυπτο, και τον απέκτησε ο Πετεφρής ο ευνούχος του Φαραώ, ο αρχιμάγειρας, άνδρας Αιγύπτιος, από τα χέρια των Ισμαηλιτών, οι οποίοι τον οδήγησαν εκεί. Και ήταν ο Κύριος με τον Ιωσήφ, και κατάφερε να γίνει έμπιστος στον Αιγύπτιο. Και γνώριζε ο κύριος του ότι ο Κύριος ήταν μαζί με τον Ιωσήφ και ευλογούσε τα έργα του. Και βρήκε χάρη κοντά στον κύριο του , και τον ευχαρίστησε και τον κατέστησε διαχειριστή του σπιτιού του. Έτσι ευλόγησε ο Κύριος το σπίτι του Πετεφρή και τα υπάρχοντά του εξαιτίας του Ιωσήφ. Και του έδωσε εξουσία να περνάνε τα πάντα από τα χέρια του εκτός από τον άρτο που έτρωγε.

Και ήταν ο Ιωσήφ πολύ καλός και όμορφος στην όψη. Και τον έβαλε στον μάτι η γυναίκα του κυρίου του και του ζήτησε να κοιμηθούν μαζί. Αυτός όμως δεν ήθελε, και είπε στην γυναίκα του κυρίου του. Αν ο κύριός μου δεν θέλει να ξέρει τίποτα από αυτά που αφορούν το σπίτι του, και όσα είναι δικά του, μου τα έδωσε να τα διαχειρίζομαι, και τίποτα δεν υπάρχει που να μην είναι υπό τον έλεγχο μου εκτός από εσένα , επειδή είσαι γυναίκα του, πως εγώ θα κάνω το θέλημά σου το πονηρό, και θα αμαρτήσω μπροστά στον Θεό; Όμως μιλούσε στον Ιωσήφ γι’ αυτό το θέμα κάθε ημέρα, ενώ αυτός δεν την υπάκουγε. Μπήκε μια μέρα ο Ιωσήφ στο σπίτι να κάνει την εργασία του και δεν ήταν κανένας μέσα. Και του άρπαξε τον ιματισμό του και του λέει. Κοιμήσου μαζί μου. Και άφησε τα ιμάτια του στα χέρια της και έφυγε και ήλθε έξω. Αυτή μόλις το είδε αυτό φώναξε τους υπηρέτες και τους λέγει. Κοιτάξτε μας έφερε έναν νέο Εβραίο να μας κοροϊδέψει. Ήρθε σε μένα λέγοντας κοιμήσου μαζί μου και φώναξα δυνατά και έφυγε και βγήκε έξω από το σπίτι. Και κράτησε τα ιμάτια έως ότου ήρθε ο κύριος του σπιτιού. Και του είπε. Ήλθε σε εμένα ο νεαρός Εβραίος, που μας τον έφερες, για να με κοροϊδέψει και μου είπε. Θα κοιμηθώ μαζί σου. Μόλις όμως άκουσε ότι ύψωσα τη φωνή μου και φώναξα, μου άφησε τα ιμάτια του και έφυγε έξω. Και μόλις τα άκουσε αυτά ο κύριος θύμωσε πολύ. Και άρπαξε τον Ιωσήφ και τον έβαλε στην φυλακή.

Και ήταν ο Κύριος μαζί με τον Ιωσήφ και του έστελνε το έλεος του και του έδωσε χάρη μπροστά στον αρχιδεσμοφύλακα. Και παρέδωσε ο αρχιδεσμοφύλακας το δεσμοτήριο στα χέρια του Ιωσήφ. Και του είχε τυφλή εμπιστοσύνη. Και όλα ήταν στα χέρια του Ιωσήφ, επειδή ο Κύριος ήταν μαζί του και όσα έκανε ο Κύριος τον βοηθούσε.
----

Δευτέραν Εὔαν τὴν Αἰγυπτίαν, εὑρὼν ὁ δράκων, διὰ ῥημάτων, ἔσπευδε κολακείας, ὑποσκελίσαι τὸν Ἰωσήφ, ἀλλ' αὐτὸς καταλιπὼν τὸν χιτῶνα, ἔφυγε τὴν ἁμαρτίαν, καὶ γυμνὸς οὐκ ᾐσχύνετο, ὡς ὁ Πρωτόπλαστος, πρὸ τῆς παρακοῆς· αὐτοῦ ταῖς ἱκεσίαις Χριστέ, ἐλέησον ἡμᾶς.


Κυριακή 27 Σεπτεμβρίου 2009

H Ανάστασις των πεθαμένων

Α΄Θεσ. 4,13-18

13 Οὐ θέλομεν δὲ ὑμᾶς ἀγνοεῖν, ἀδελφοί, περὶ τῶν κεκοιμημένων, ἵνα μὴ λυπῆσθε καθὼς καὶ οἱ λοιποὶ οἱ μὴ ἔχοντες ἐλπίδα. 14 εἰ γὰρ πιστεύομεν ὅτι ᾿Ιησοῦς ἀπέθανε καὶ ἀνέστη, οὕτω καὶ ὁ Θεὸς τοὺς κοιμηθέντας διὰ τοῦ ᾿Ιησοῦ ἄξει σὺν αὐτῷ. 15 τοῦτο γὰρ ὑμῖν λέγομεν ἐν λόγῳ Κυρίου, ὅτι ἡμεῖς οἱ ζῶντες οἱ περιλειπόμενοι εἰς τὴν παρουσίαν τοῦ Κυρίου οὐ μὴ φθάσωμεν τοὺς κοιμηθέντας· 16 ὅτι αὐτὸς ὁ Κύριος ἐν κελεύσματι, ἐν φωνῇ ἀρχαγγέλου καὶ ἐν σάλπιγγι Θεοῦ καταβήσεται ἀπ' οὐρανοῦ, καὶ οἱ νεκροὶ ἐν Χριστῷ ἀναστήσονται πρῶτον, 17 ἔπειτα ἡμεῖς οἱ ζῶντες οἱ περιλειπόμενοι ἅμα σὺν αὐτοῖς ἁρπαγησόμεθα ἐν νεφέλαις εἰς ἀπάντησιν τοῦ Κυρίου εἰς ἀέρα, καὶ οὕτω πάντοτε σὺν Κυρίῳ ἐσόμεθα. 18 ῞Ωστε παρακαλεῖτε ἀλλήλους ἐν τοῖς λόγοις τούτοις.

Απόδοση.

Δεν θέλουμε, αδελφοί , να αγνοήτε όσον αφορά εκείνους που κοιμούνται, διά να μη λυπήσθε όπως και οι λοιποί που δεν έχουν ελπίδα. Διότι εάν πιστεύωμεν ότι ο Ιησούς πέθανε και αναστήθηκε, έτσι και ο Θεός διά του Ιησού θα φέρη μαζί του εκείνους που κοιμήθηκαν. Διότι σας λέγομεν επί τη βάσει λόγου του Κυρίου τα εξής, ότι εμείς οι ζώντες που θα παραμείνωμεν μέχρι της ελεύσεως του Κυρίου , δεν θα φθάσωμεν προτήτερα από εκείνους που κοιμήθηκαν , διότι αυτός ο Κύριος με παράγγελμα, με φωνή αρχαγγέλου και με σάλπιγγα Θεού θα κατεβή από τον ουρανόν και πρώτοι οι νεκροί εν Χριστώ θα αναστηθούν , έπειτα εμείς όσοι ζούμε, οι οποίοι απομένομεν , θα αρπαχθούμε μαζί με αυτούς μέσα σε νεφέλες προς προϋπάντηση του Κυρίου εις τον αέρα, και έτσι θα είμεθα πάντοτε μα τον Κύριο. Ώστε παρηγορείτε ο ένας τον άλλον με τα λόγια αυτά.

Μέριμνα και εμπιστοσύνη στον Θεό

Ματθ. 6.26-34

Γι’ αυτό σας λέγω, Μη μεριμνάτε για τη ζωή σας τι θα φάγετε ή τι θα πιείτε, ούτε για το σώμα σας τι θα φορέσετε. Δεν αξίζει η ζωή περισσότερο από την τροφή και το σώμα από το ένδυμα; Κοιτάξτε τα πτηνά του ουρανού , ούτε σπείρουν ούτε θερίζουν ούτε αποθηκεύουν ,και ο Πατέρας ο ουράνιος τα τρέφει. Δεν έχετε εσείς μεγαλύτερη αξία από αυτά; Ποιός από εσάς, όσο και αν φροντίσει , μπορεί να προσθέσει στο ανάστημά του ένα πήχη. Και γιατί μεριμνάτε για ενδύματα; Παρατηρήστε τα κρίνα του αγρού πως αυξάνουν, ούτε κοπιάζουν, ούτε γνέθουν, αλλά σας λέγω, ότι ούτε ο Σολομών σε όλη του τη δόξα δεν ντύθηκε σαν ένα από αυτά. Εάν το χορτάρι του αγρού , που σήμερα υπάρχει και αύριο το ρίχνουν στον φούρνο, ο Θεός το ντύνει, τόσο ωραία, πόσο περισσότερο εσάς, ολιγόπιστοι; Μη μεριμνάτε λοιπόν και μη λέγετε, ‘‘τι θα φάμε ή τι θα πιούμε ή τι θα ντυθούμε;’’. Διότι όλα αυτά τα επιδιώκουν οι εθνικοί. Γνωρίζει ο Πατέρας σας ο ουράνιος ότι έχετε ανάγκη απ’ όλα αυτά. Ζητάτε πρώτα την βασιλεία του Θεού και την δικαιοσύνη του και τότε όλα αυτά θα σας χορηγηθούν. Μη μεριμνάτε λοιπόν για την αυριανή ημέρα, διότι η αυριανή ημέρα θα φροντίσει για τα δικά της πράγματα. Φθάνει η στενοχώρια της ημέρα.

Η διαπαιδαγώγηση του Θεού

Πρός Εβραίους Επιστολη Παύλου 12 (4-13)

4 Οὔπω μέχρις αἵματος ἀντικατέστητε πρὸς τὴν ἁμαρτίαν ἀνταγωνιζόμενοι, 5 καὶ ἐκλέλησθε τῆς παρακλήσεως, ἥτις ὑμῖν ὡς υἱοῖς διαλέγεται· υἱέ μου, μὴ ὀλιγώρει παιδείας Κυρίου, μηδὲ ἐκλύου ὑπ' αὐτοῦ ἐλεγχόμενος. 6 ὃν γὰρ ἀγαπᾷ Κύριος παιδεύει, μαστιγοῖ δὲ πάντα υἱὸν ὃν παραδέχεται. 7 εἰ παιδείαν ὑπομένετε, ὡς υἱοῖς ὑμῖν προσφέρεται ὁ Θεός· τίς γάρ ἐστιν υἱὸς ὃν οὐ παιδεύει πατήρ; 8 εἰ δὲ χωρίς ἐστε παιδείας, ἧς μέτοχοι γεγόνασι πάντες, ἄρα νόθοι ἐστὲ καὶ οὐχ υἱοί. 9 εἶτα τοὺς μὲν τῆς σαρκὸς ἡμῶν πατέρας εἴχομεν παιδευτὰς καὶ ἐνετρεπόμεθα· οὐ πολλῷ μᾶλλον ὑποταγησόμεθα τῷ πατρὶ τῶν πνευμάτων καὶ ζήσομεν; 10 οἱ μὲν γὰρ πρὸς ὀλίγας ἡμέρας κατὰ τὸ δοκοῦν αὐτοῖς ἐπαίδευον, ὁ δὲ ἐπὶ τὸ συμφέρον, εἰς τὸ μεταλαβεῖν τῆς ἁγιότητος αὐτοῦ. 11 πᾶσα δὲ παιδεία πρὸς μὲν τὸ παρὸν οὐ δοκεῖ χαρᾶς εἶναι, ἀλλὰ λύπης, ὕστερον δὲ καρπὸν εἰρηνικὸν τοῖς δι' αὐτῆς γεγυμνασμένοις ἀποδίδωσι δικαιοσύνης. 12 Διὸ τὰς παρειμένας χεῖρας καὶ τὰ παραλελυμένα γόνατα ἀνορθώσατε, 13 καὶ τροχιὰς ὀρθὰς ποιήσατε τοῖς ποσὶν ὑμῶν, ἵνα μὴ τὸ χωλὸν ἐκτραπῇ, ἰαθῇ δὲ μᾶλλον.

Απόδοση

Ακόμη δεν αντισταθήκατε μέχρι αίματος στον αγώνα κατά της αμαρτίας, και λησμονήσατε την νουθεσία, που σας απευθύνεται σαν σε παιδιά: Παιδί μου , μη περιφρονήσεις την διαπαιδαγώγηση του Κυρίου και μη χάσεις το θάρρος σου, όταν ελέγχεσαι απο αυτόν, διότι εκείνον που αγαπά ο Κύριος τον παιδαγωγεί, και μαστιγώνει κάθε παιδί , το οποίο δέχεται. Υπομείνατε την διαπαιδαγώγησή σας. Ο Θεός σας μεταχειρίζεται σαν παιδιά του, διότι ποιό παιδί δεν το παιδαγωγεί ο πατέρας του; Εάν όμως δεν δοκιμάσατε διαπαιδαγώσηση , την οποία όλοι έχουν περάσει, τότε είστε νόθα παιδία και όχι γνήσια. Εξ ‘αλλου, είχαμε παιδαγωγούς τους επίγειους πατέρες μας και τους σεβόμασταν. Δεν πρέπει λοιπόν πολύ περισσότερο να υποταχτούμε στον Πατέρα των πνευμάτων και να ζήσουμε; Εκείνοι μας παιδαγωγούσαν για λίγο καιρό και όπως ήθελαν, αλλά αυτός για το καλό μας, για να γίνουμε μέτοχοι της αγιότητάς του. Καμιά διαπαιδαγώγηση δεν φαίνεται να προξενεί στην αρχή χαρά, αλλά λύπη, αργότερα όμως αποφέρει καρπό δικαιοσύνης ειρηνικό σε εκείνους οι οιποίοι γυμνάστηκαν με αυτήν. Γι’ αυτό ενισχύστε τα άτονα χέρια και τα παραλυμένα γόνατα, και κάνετε ίσιους δρόμους για τα πόδια σας, για να μη εξαρθρωθεί το χωλόν αλλά μάλλον να θεραπευτεί.

Σάββατο 26 Σεπτεμβρίου 2009

Οι Ισραηλίτες ζητούν βασιλιά…


po

Στον προβληματισμό μου για τη σχέση των χριστιανών με την πολιτική εντάσσεται και αυτό το κεφάλαιο από την π.Δ είναι η στιγμή που ο λαός του Θεού ζητάει από τον Σαμουήλ βασιλιά το παραθέτω για προβληματισμό. Η άρνηση του λαού να ακούσει αυτά που του λέει ο ένας και γερασμένος Σαμουήλ με προβλημάτισε ακόμα περισσότερο… «Όχι! ε­μείς θέλουμε βασιλιά, για να είμαστε κι ε­μείς σαν τα άλλα έθνη. Θέλουμε βασιλιάς να μας κυβερνάει, να είναι αρχηγός μας και να διεξάγει τους πολέμους μας». Είμαι της γνώμης πως ο λαός του, εμείς οι χριστιανοί η εκκλησία ακροβατούμε πάνω σε ένα τεντωμένο σκηνή η περπατάμε πάνω στα κύματα διαρκώς μέσα στην ιστορία. Η παρουσία μας μέσα στον κόσμο καταγράφεται στην προς Διόγνητον επιστολή. Η ανάγνωση της έχει πολλά να δώσει σε αυτόν τον προβληματισμό. Ο Ιησούς στο σώμα Του θεραπεύει τα πάντα, που είναι έργα των χειρών Του και μέσω αυτής της θεραπείας και τα έργα των χειρών των ανθρώπων. Έργα που ευχαριστιακά τα προσφέρουμε σε Αυτόν για να τα κάνει και αυτά Σώμα του.



Α΄ΣΑΜΟΥΗΛ (ή ΒΑΣΙΛΕΙΩΝ Α΄) ΚΕΦ 8



Οι Ισραηλίτες ζητούν βασιλιά



8 Όταν γέρασε ο Σαμουήλ, τοποθέτησε τους γιους του "Κριτές στον Ισραήλ. 20 "πρωτότοκος γιος του ονομαζόταν Ιωήλ και ο δευτερότοκος, Αβια. Αυτοί ήταν Κριτές στη Βέερ-Σεβά. 3 Αλλά οι γιοι του Σαμουήλ δεν ακολούθησαν το δικό του δρόμο. Παρα­δόθηκαν στο άνομο κέρδος, εξαγοράζονταν με δώρα και διέστρεφαν το δίκαιο. 4Τότε συγκεντρώθηκαν όλοι οι "πρεσβύτεροι του Ισραήλ και ήρθαν στο Σαμουήλ, στη Ραμά. 5 «Τώρα, εσύ γέρασες», του είπαν, «και οι γιοι σου δεν ακολουθούν το δρόμο σου. Γι' αυτό, όρισε έναν βασιλιά να μας κυβερνάει, όπως γίνεται σ' όλα τα άλλα έθνη».


6 Αυτό δεν άρεσε στο Σαμουήλ, που του είπαν: «Δώσε μας έναν βασιλιά για να μας κυβερνάει», και προσευχήθηκε στον Κύριο. 10 Κύριος του απάντησε: «Άκουσε το λαό και δέξου όλα όσα σου ζητούν δεν περιφρό­νησαν εσένα, αλλά εμένα, κι αρνήθηκαν να είμαι πια βασιλιάς τους. 8Από την ημέρα που τους έβγαλα από την Αίγυπτο μέχρι σή­μερα με εγκαταλείπουν και λατρεύουν άλ­λους θεούς. Όπως συμπεριφέρθηκαν σ' ε­μένα, τα ίδια κάνουν και σ' εσένα. 9Τώρα, λοιπόν, κάνε ό,τι σου ζητάνε, αλλά ξεκαθά­ρισε τους με σαφήνεια ποια θα είναι τα δι­καιώματα του βασιλιά που θα τους κυβερνά­ει». 10 Ο Σαμουήλ ανακοίνωσε όλα τα λόγια του Κυρίου στο λαό, που του ζητούσε βασι­λιά: 11 «Να ποια θα είναι τα δικαιώματα του βασιλιά, που θα σας κυβερνάει;» τους είπε. «0α παίρνει τους γιους σας και θα τους χρησιμοποιεί για τον εαυτό του στις άμαξες του και στ' άλογα του, και για να τρέχουν μπροστά από τη δική του άμαξα. 120α διορί­ζει για τον εαυτό του χιλίαρχους και πεντη-κόνταρχους, θα παίρνει άλλους για να ορ­γώνουν τα χωράφια του, να θερίζουν τα σπαρτά του ή για να του κατασκευάζουν τα πολεμικά του όπλα και τα εξαρτήματα των α­μαξών του. 130α παίρνει τις κόρες σας για να του φτιάχνουν αρώματα, να του μαγει­ρεύουν και να του ζυμώνουν. 14θα πάρει τα καλύτερα χωράφια σας και τα αμπέλια σας και τους ελαιώνες σας και θα τα δώσει στους αξιωματούχους του. 15Κι από τα σπαρτά σας κι από τα αμπέλια σας θα παίρ­νει το *δέκατο και θα το δίνει στους "ευνού­χους και στους αξιωματούχους του. 16Τους υπηρέτες σας και τις υπηρέτριες σας, και τα καλύτερα βόδια και τα γαϊδούρια σας θα τα παίρνει να δουλεύουν γι' αυτόν. 17Από τα πρόβατα σας θα παίρνει το δέκατο κι εσείς θα είστε δούλοι του. 18Θ' αρχίσετε τότε να παραπονιέστε στον Κύριο για το βασιλιά σας, που εσείς τον εκλέξατε να σας κυβερ­νάει, αλλά ο Κύριος δε θα σας απαντάει».


19 Ο λαός αρνήθηκε ν' ακούσει αυτά που του έλεγε ο Σαμουήλ και έλεγαν: «Όχι! ε­μείς θέλουμε βασιλιά, 20για να είμαστε κι ε­μείς σαν τα άλλα έθνη. Θέλουμε βασιλιάς να μας κυβερνάει, να είναι αρχηγός μας και να διεξάγει τους πολέμους μας».210 Σαμουήλ άκουσε αυτά που του είπε ο λαός και τα α­νέφερε στον Κύριο. 220 Κύριος του απάντη­σε: «Κάνε ό,τι σου ζητούν και δώσ' τους έ­ναν βασιλιά».


Τότε κι ο Σαμουήλ είπε στους Ισραηλίτες να γυρίσουν καθένας στην πόλη του»



Αντιγραφή απο το μπλόκ :

http://wra9.blogspot.com

Τετάρτη 9 Σεπτεμβρίου 2009

Μεγάλου Βασιλείου: Περί των Ψαλμών

Μεγάλου Βασλείου

Περί των Ψαλμών

Το βιβλίο των Ψαλμών προφητεύει τα μέλλοντα∙ υπενθυμίζει τα παρελθόντα∙ θεσπίζει νόμους για τη ζωή∙ υποδεικνύει όσα πρέπει να πράξουμε και με ένα λόγο είναι κοινό ταμείο καλών διδαγμάτων που προμηθεύει στον καθένα το κατάλληλο σύμφωνα με τη σπουδή του. Διότι και τα παλαιά τραύματα των ψυχών θεραπεύει και στο νετραυματισθέντα αποδίδει γρήγορα τη θεραπεία∙ και το άρρωστο περιποιείται και το υγειές προφυλάσσει και γενικώς ξεριζώνει , όσο είναι δυνατό , τα πάθη , τα οποία κατατυραννούν ποικιλοτρόπως στη ζωή τις ψυχές των ανθρώπων∙ και τούτο με κάποια μελωδική ψυχαγωγία και ευχαρίστηση που γεννά αγνή σκέψη. Τι έκανε λοιπόν το Πνεύμα το άγιο βλέποντας ότι το ανθρώπινο γένος δύσκολα οδηγείται προς την αρετή, και ότι εμείς εξ αιτίας της ροπής προς την ηδονή παραμελούμε τον ορθό βίο; Ανέμιξε με τις αλήθειες της πίστεως την τέρψη της μελωδίας, ώστε να δεχόμαστε χωρίς αντίδραση την ωφέλεια των λόγων που θα ακούονται γλυκά και απαλά. Έτσι και οι σοφοί ιατροί προσφέρουν και τα πικρότερα φάρμακα να τα πιούν δύσκολοι ασθενείς αλείφοντες πολλάκις το ποτήρι ολόγυρα με μέλι. Γι’ αυτό επινοήθησαν τα αρμονικά αυτά άσματα των Ψαλμών , ώστε και τα παιδιά , ή γενικώς και οι ανώριμοι στο ήθος να φαίνονται μεν ότι ψάλλουν , στην πραγματικότητα όμως να μορφώνονται ψυχικώς(…) Και ένα κανείς , από εκείνους που γίνονται θηρία ανήμερα από το θυμό, αρχίσει να λέγει τους ψαλμούς, αμέσως φεύγει η αγριότητα από την ψυχή του, διότι την αποκοίμισε με τη μελωδία.
Ο Ψαλμός γαληνεύει τις ψυχές, τις βραβεύει με ειρήνη, καθησυχάζει τους θορύβους και τα κύματα των λογισμών . Μαλακώνει την τάση της ψυχής για θυμό και σωφρονίζει την ακολασία της. Ο Ψαλμός συσφίγγει τη φιλία∙ ενώνει τα χωρισμένα∙ συμφιλιώνει τους εχθρούς. Διότι ποιός δύναται ακόμη να θεωρεί εχθρό εκείνον με τον οποίο ύψωσε την ίδια φωνή προς το Θεό; Ώστε η ψαλμωδία χορηγεί και το μέγιστο αγαθό, την αγάπη, διότι επινόησε ως συνδετικό κρίκο για την ένωση την από κοινού ψαλμωδία και συναρμόζει το λαό στη συμφωνία ενός χορού.
Ο ψαλμός πρέπει σε φυγή τους δαίμονες, επιφέρει τη βοήθεια των αγγέλων∙ είναι όπλο στους φόβους της νύχτας και ανάπαυση στους κόπους της ημέρας∙ ασφάλεια για τα νήπια∙ κόσμημα για τους ακμαίους στην ηλικία άνδρες∙ παρηγοριά για τους πρεσβυτέρους∙ στολίδι πάρα πολύ ταιριαστό για τις γυναίκες. Κατοικίζει τις ερήμους, σωφρονίζει τις συγκεντρώσεις∙ είναι βάση για τους αρχαρίους, αύξηση αυτών που προκόπτουν , στήριγμα των τελείων , φωνή της Εκκλησίας. Αυτός λαμπρύνει τις εορτές, αυτός προξενεί την κατά Θεό λύπη. Διό τι ο Ψαλμός εξάγει δάκρυ και από πέτρινη καρδιά.
Ο Ψαλμός είναι το έργο των αγγέλων , το ουράνιο πολίτευμα , το πνευματικό θυμίαμα. Ω τι σοφή επινόηση του διδασκάλου , ο οποίος επινόησε να ψάλλουμε και συγχρόνως να μαθαίνουμε τα ωφέλιμα! Για το λόγο αυτόν και κάπως βαθύτερα εγχαράσσονται τα διδάγματα στις ψυχές. Διότι μάθημα που έγινε με βία δεν είναι δυνατό να παραμείνει, όσα όμως εισέρχονται με ευχαρίστηση και χάρη, κάπως σταθερότατα κατοικούν στις ψυχές μας. Διότι τι δέ δύνασαι να μάθεις από εδώ; Δεν μαθαίνεις τη μεγαλοπρέπεια της ανδρείας; την ακρίβεια της δικαιοσύνης; τη σεμνότητα της σωφροσύνης; την τελειότητα της φρονήσεως; τον τρόπο της μετανοίας; τα μέτρα της υπομονής; και οτιδήποτε πείς από τα αγαθά; Εδώ ενυπάρχει τέλεια θεολογία∙ πρόρρηση της ενανθρωπίσεως του Χριστού∙ απειλή της κρίσεως∙ η ελπίδα της Αναστάσεως∙ ο φόβος της κολάσεως∙ οι υποσχέσεις για τη δόξα∙ αποκαλύψεις μυστηρίων. ‘Ολα είναι αποθησαυρισμένα στο βιβλίο των Ψαλμών ως σε κάποιο μεγάλο και κοινό θησαυροφυλάκιο.

Αποσπάσματα από την Ομιλία τις τον πρώτον Ψαλμόν, σε νεοελληνική απόδοση ( ΒΕΠΕΣ, τόμ, 52 , σελ. 11-12 Μigne .PG. τομ. 29, στ. 212-213)

Από το βιβλιαράκι: ΤΟ ΨΑΛΤΗΡΙ
ΕΚΔΟΣΙΣ ΤΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΔΙΑΚΟΝΙΑΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ

Ο Υμνος Αγάπης

ΕΑΝ ταῖς γλώσσαις τῶν ἀνθρώπων λαλῶ καὶ τῶν ἀγγέλων, ἀγάπην δὲ μὴ ἔχω, γέγονα χαλκὸς ἠχῶν ἢ κύμβαλον ἀλαλάζον. 2 καὶ ἐὰν ἔχω προφητείαν καὶ εἰδῶ τὰ μυστήρια πάντα καὶ πᾶσαν τὴν γνῶσιν, καὶ ἐὰν ἔχω πᾶσαν τὴν πίστιν, ὥστε ὄρη μεθιστάνειν, ἀγάπην δὲ μὴ ἔχω, οὐδέν εἰμι. 3 καὶ ἐὰν ψωμίσω πάντα τὰ ὑπάρχοντά μου, καὶ ἐὰν παραδῶ τὸ σῶμά μου ἵνα καυθήσωμαι, ἀγάπην δὲ μὴ ἔχω, οὐδὲν ὠφελοῦμαι. 4 ῾Η ἀγάπη μακροθυμεῖ, χρηστεύεται, ἡ ἀγάπη οὐ ζηλοῖ, ἡ ἀγάπη οὐ περπερεύεται, οὐ φυσιοῦται, 5 οὐκ ἀσχημονεῖ, οὐ ζητεῖ τὰ ἑαυτῆς, οὐ παροξύνεται, οὐ λογίζεται τὸ κακόν, 6 οὐ χαίρει ἐπὶ τῇ ἀδικίᾳ, συγχαίρει δὲ τῇ ἀληθείᾳ· 7 πάντα στέγει, πάντα πιστεύει, πάντα ἐλπίζει, πάντα ὑπομένει. 8 ἡ ἀγάπη οὐδέποτε ἐκπίπτει. εἴτε δὲ προφητεῖαι, καταργηθήσονται· εἴτε γλῶσσαι, παύσονται· εἴτε γνῶσις, καταργηθήσεται. 9 ἐκ μέρους δὲ γινώσκομεν καὶ ἐκ μέρους προφητεύομεν· 10 ὅταν δὲ ἔλθῃ τὸ τέλειον, τότε τὸ ἐκ μέρους καταργηθήσεται. 11 ὅτε ἤμην νήπιος, ὡς νήπιος ἐλάλουν, ὡς νήπιος ἐφρόνουν, ὡς νήπιος ἐλογιζόμην· ὅτε δὲ γέγονα ἀνήρ, κατήργηκα τὰ τοῦ νηπίου. 12 βλέπομεν γὰρ ἄρτι δι᾿ ἐσόπτρου ἐν αἰνίγματι, τότε δὲ πρόσωπον πρὸς πρόσωπον· ἄρτι γινώσκω ἐκ μέρους, τότε δὲ ἐπιγνώσομαι καθὼς καὶ ἐπεγνώσθην. 13 νυνὶ δὲ μένει πίστις, ἐλπίς, ἀγάπη, τὰ τρία ταῦτα· μείζων δὲ τούτων ἡ ἀγάπη.

Αποδοση

Εάν μιλώ τας γλώσσας των ανθρώπων και των αγγέλων , αλλά δεν έχω αγάπη, έγινα χαλκός που δίνει ήχους ή κύμβαλον που βγάζει κρότους. Και εάν έχω χάρισμα προφητείας και γνωρίζω όλα τα μυστήρια και όλη την γνώσιν, και εάν έχω όλη την πίστην , ώστε να μεταθέτω βουνά, αλλά δεν έχω αγάπην, δεν είμαι τίποτε. Και εάν παραδώσω το σώμα μου διά να καή, αλλά δεν έχω αγάπην, καμμία ωφέλεια δεν έχω. Η αγάπη είναι μακρόθυμη, είναι γεμάτη από ευμένεια, η αγάπη δεν είναι ζηλότυπη, η αγάπη δεν καυχάται, δεν είναι υπερήφανη, δεν κάνει ασχήμιες, δεν ζητεί το συμφέρον της, δεν ερεθίζεται, δεν λογαριάζει το κακόν, δεν χαίρει διά το κακόν, αλλά συγχαίρει εις την αλήθειαν, όλα τα ανέχεται , όλα τα πιστεύει, ελπίζει για το κάθε τι, υπομένει το κάθε τι. Η αγάπη ποτέ δεν θα παύση να υπάρχει. Εάν είναι προφητείαι, θα καταργηθούν∙ εάν είναι γλώσσαι, θα παύσουν∙ εάν είναι γνώσις, θα καταργηθή. Διότι μερικήν γνώσιν έχομεν και μερικήν προφητείαν. Αλλ’ όταν έλθη το τέλειον, τότε το μερικόν θα καταργηθή. Όταν ήμουν νήπιον, εμιλούσα σας νήπιον, εσκεπτόμουν σαν νήπιον, εσυλλογιζόμουν σας νήπιον. Όταν έγινα άνδρας, κατήργησα τους νηπιακούς τρόπους. Τώρα βλέπομεν σαν σε καθρέφτη αμυδρώς, τότε όμως θα βλέπωμεν πρόσωπον προς πρόσωπον. Τώρα γνωρίζω μερικώς, αλλά τότε θα έχω πλήρη γνώσιν, όπως είναι και η γνώσις του Θεού δι ‘εμέ. Ώστε αυτά τα τρία μένουν: πίστις , ελπίς , αγάπη∙ μεγαλύτερη όμως από αυτά είναι η αγάπη.


Αποστολική Διακονία της Εκκλησίας της Ελλάδος

Η Αειπαρθένος Θεοτόκος Μαρία

Οι μάτυρες του Ιεχωβά προκειμένου να υποβιβάσουν το πρόσωπο της Υπεραγίας Θεοτόκου , μας λένε ότι η Παναγία μετά την γέννηση του Κυρίου γέννησε και άλλα παιδιά με τον δίκαιο Ιωσήφ. Ως επιχείρημα φέρνουν τα εξής ρητά της Γραφής. « Και ούκ εγίνωσκε αυτήν έως ου (έως ότου) έτεκε τον υιόν αυτής τον πρωτότοκον» (Ματθ.α΄25) Επίσης το ρητό: «Ούχ ούτος εστίν ο τέκτων , ο υιός της Μαρίας, αδελφός δε Ιακώβου και Ιωσή και Ιούδα και Σιμωνος, και ούκ εισίν αι αδελφοί αυτού ώδε προς ημάς;» (Μαρκ στ΄3). Επίσης το ρητό: «Ουδέ γάρ οι αδερφοί αυτοί επίστευον εις αυτόν» (Ιωάν. ζ΄5).

Για όσους δεν γνωρίζουν την παράδοση της Εκκλησίας μας, ασφαλώς τα ρητά αυτά τους σκανδαλίζουν και τους φέρνουν σε απορία. Αλλά πρίν μιλήσουμε για την παράδοση της Εκκλησίαςμας, σχετικά με τους νομιζόμενους αδελφούς του Ιησού, ας δούμε την σωστή ερμηνεία των στίχων αυτών , όπως ακριβώς τους ερμηνεύουν οι Πατέρες της Εκκλησίας μας.

Το «έως ου» ( έως ότου) δεν έχει την έννοια που του αποδίδουν οι Μ. του Ιεχωβά και άλλοι αιρετικοί. Για να εξηγήσουμε το παραπάνω χωρίο οφείλουμε να αντρέξουμε σε όλα τα όμοια χωρία που χρησιμοποιούν την ίδια φράση. Αναφέρεται στο βιβλίο της Γενέσως: « Και εγένετο μετά τεσσαράκοντα ημέρς ηνέωξε Νώε την θύρα της κιβωτού , ην εποίησε , και απέστειλε τον κόρακα του ιδείν, ει κετόπακε το ύδωρ· και εξελθών , ούκ ανέστρεψεν έως του ξηρανθήναι το ύδωρ απο της γής».(Γεν. η΄ 6-7). Και εδώ το έως φανερώνει μία κατάσταση αμετάβλητη , διότι όπως μας είναι γνωστό ο κόρακας δεν επέστρεψε ποτέ, γι’ αυτό και ο Νώε εξαπέστειλε το περιστέρι. Επίσης αναφέρεται στο Β΄Βασιλειών στ΄23( Β΄Σαμουήλ στ΄23). «Και τη Μελχόλ θυγατρί Σαούλ ουκ εγένετο παιδίον έως της ημέρας του αποθανείν αυτήν» δηλαδή δεν γέννησε παιδί έως όπου πέθανε. Ασφαλώς δεν θα γέννησε και μετά τον θάνατό της. Και εδώ το έως φανερώνει μια κατάσταση αμετάβλητη.

Επίσης αναφέρεται την Καινή Διαθήκη (Ματθ. κη΄20) «....Και ιδού εγώ μεθ’ ημών ειμί πάσας τας ημέρας έως της συντελείας του αιώνος». Και εδώ το έως φανερώνει μια κατάσταση αμετάβλητη, διότι ο Κύριος δεν θα παύσει ποτέ να είναι μαζί με τους δικούς του αιωνίως.

Έτσι και το «ούκ εγίνωσκεν αυτήν έως του έτεκε τον υιόν αυτής τον πρωτότοκον» δεν σημαίνει ότι ο δίκαιος Ιωσήφ μετά την γέννησή του Ιησού γνώρισε την Θεοτόκο και γέννησε και άλλα παιδιά.

Εκείνο όμως που αποκλείει αυτό το ενδεχόμενο είναι αυτή η Αγία Γραφή. Αν μελετήσουμε προσεκτικά τα Α΄και Β΄ κεφάλαια του κατά Ματθαίον Ευαγγελίου , βλέπουμε τα εξής:

Εν όσο δεν γεννήθηκε το παιδί , ο Ιησούς , η Παρθένος αποκαλείται γυναίκα του Ιωσήφ.

«Ιδού άγγελος Κυρίου κατ’όναρ εφάνη αυτώ λέγων · Ιωσήφ υιός Δαυΐδ, μη φοβηθείς παραλαβείν Μαριάμ την γυναίκα σου» (Ματθ. α΄20). Επίσης· «Διεγερθείς δε ο Ιωσήφ απο του ύπνου εποίησεν ως προσέταξεν αυτώ ο άγγελος Κυρίου και παρέλαβε την γυναίκα αυτού (Ματθ. α΄24).

Μετά την γέννηση όμως του Ιησόυ η Παρθένος δεν καλείται πλέον η γυναίκα του Ιωσήφ, αλλά η μητέρα του παιδού.

«’Ιδόντες δε τον αστέρα εχάρησαν χαράν μεγάλην σφόδρα, και ελθόντες εις την οικίαν είδον το παιδίον μετά Μαρίας της μητρός αυτού» (Ματθ.β΄ 10-11). Επίσης · «Αναχωρησάντων δε αυτών ιδού άγγελος Κυρίου φαίνεται κατ’ όναρ Ιωσήφ λέγων· Εγερθείς παράλαβε το παιδίον και την μητέρα αυτού και φεύγε εις Αίγυπτον» (Ματθ. β΄13).

Επίσης· « Ο δε εγερθείς παρέλαβε το παιδίον και την μητέρα αυτού νυκτός και ανεχώρησε εις Αίγυπτον» (Ματθ.β΄ 19).Επίσης "Τελευτήσαντος δε του Ξρώδου ιδού άγγελος Κυρίου κατ' όναρ φαίνεται τω Ιωσήφ εν Αιγύπτω λέγων εγερθείς παράλαβε το παιδίον και την μητέρα αυτού και πορεύου εις γήν Ισραήλ (Ματθ. β΄19)

Επίσης· « Ο δε εγερθείς παρέλαβε το παιδίον και την μητέρα αυτού και ήλθεν εις γήν Ισραήλ» (Ματθ. β΄21).

Εάν , μετά την γέννηση του Ιησού , η Παρθένος έτεκε και άλλα παιδιά με τον Ιωσήφ, γιατί δεν αποκαλείται πλεόν άφοβα γυναίκα του Ιωσήφ, αλλά αποκαλείται μητέρα του παιδιού; Μετά την γέννηση του Κυρίου μας η Παρθένος καλείται η μητέρα του παιδιού, διότι ουδέποτε έγινε σύζυγος του Ιωσήφ.

Οι Μ. του Ιεχωβά επιμένουν στην πλάνη του , φέρνοντας ως επιχειρήμα το ότι τα Ευαγγέλια μιλούν περί αδελφών του Ιησού. Πρέπει όμως να γνωριζουμε ότι οι ευαγγελισταί δεν είχαν σκοπό να ασχοληθούν με την ζωή του Ιωσήφ· γι’ αυτό και ο Ιωσήφ, μετά το δωδέκατο έτος της ζωής του Κυρίου , δεν εμφανίζεται πλέον· δεν γνωρίζουμε τι έγινε. Εάν τα Ευαγγέλια κάνουν λόγο περί αδελφών του Ιησού , δεν σημαίνει κατ’ ανάγκη ότι αυτά είναι παιδιά τα οποία απέκτησε η Παναγία με τον Ιωσήφ, εφ’ όσον όπως αποδείξαμε με τις Γραφές καμία τέτοια σχέση δεν υπήρχε ούτε πριν ούτε μετά την γέννηση του Κυρίου μας. Πως όμως δικαιολογούνται οι αδελφοί του;

Στο σημείο αυτο την απάντηση μας την δίνει η Ιερά Παράδοση της Εκκλησίας μας. Η Παράδοση της Εκκλησίας μας αναφέρει ίτ τα παιδά αυτά ήταν του Ιωσήφ απο προηγούμενη γυναίκα του.

Έτσι εξηγείται και το γεγονός ότι κατά την ώρα που ο Κύριος βρισκόταν επάνω στο Σταυρό απευθύνεται στην μητέρα του και λέγει· «Γύναι , ίδε ο υιός σου». Επίσης απευθύνεται προς τον μαθητή που αγαπούσε και λέγει πρός αυτόν· «Ιδού η μήτηρ σου «. Πως εξηγούνται όμως όλα αυτά, εάν ο Ιησούς είχε και άλλους αδελφούς; Τι έγιναν ; γιατί δεν άφησε σε αυτούς την μητέρα του αλλά την ανφήνει στον Ιωάννη;

Απ’ όλα αυτά φαίνεται ότι οι αδελφοί του Κυρίου ήταν παιδιά απλώς του Ιωσήφ απο πρόηγούμενη γυναίκα του.

Απο το βιβλιαράκι του Π. Παναγιωτίδου
‘'Οι Ψευδομάρτυρες του Ιεχωβά’’
1992

Οι μακαρισμοί

ΙΔΩΝ δὲ τοὺς ὄχλους ἀνέβη εἰς τὸ ὄρος, καὶ καθίσαντος αὐτοῦ προσῆλθον αὐτῷ οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ, 2 καὶ ἀνοίξας τὸ στόμα αὐτοῦ ἐδίδασκεν αὐτοὺς λέγων·
3 μακάριοι οἱ πτωχοὶ τῷ πνεύματι, ὅτι αὐτῶν ἐστιν ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν.
4 μακάριοι οἱ πενθοῦντες, ὅτι αὐτοὶ παρακληθήσονται.
5 μακάριοι οἱ πραεῖς, ὅτι αὐτοὶ κληρονομήσουσι τὴν γῆν.
6 μακάριοι οἱ πεινῶντες καὶ διψῶντες τὴν δικαιοσύνην, ὅτι αὐτοὶ χορτασθήσονται.
7 μακάριοι οἱ ἐλεήμονες, ὅτι αὐτοὶ ἐλεηθήσονται.
8 μακάριοι οἱ καθαροί τῇ καρδίᾳ, ὅτι αὐτοὶ τὸν Θεὸν ὄψονται.
9 μακάριοι οἱ εἰρηνοποιοί, ὅτι αὐτοὶ υἱοὶ Θεοῦ κληθήσονται.
10 μακάριοι οἱ δεδιωγμένοι ἕνεκεν δικαιοσύνης, ὅτι αὐτῶν ἐστιν ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν.
11 μακάριοί ἐστε ὅταν ὀνειδίσωσιν ὑμᾶς καὶ διώξωσι καὶ εἴπωσι πᾶν πονηρὸν ρῆμα καθ᾿ ὑμῶν ψευδόμενοι ἕνεκεν ἐμοῦ.
12 χαίρετε καὶ ἀγαλλιᾶσθε, ὅτι ὁ μισθὸς ὑμῶν πολὺς ἐν τοῖς οὐρανοῖς· οὕτω γὰρ ἐδίωξαν τοὺς προφήτας τοὺς πρὸ ὑμῶν.


Απόδοση

Όταν είδε τα πλήθη του λαού , ανέβηκε στο όρος. Και όταν κάθισε, ήρθαν κοντά του οι μαθητές του. Τότε άνοιξε το στόμα του και τους δίδασκε και έλεγε, ‘’Μακάριοι είναι οι ταπεινόφρονες, διότι η βασιλεία των ουρανών είναι δική τους. Μακάριοι είναι εκείνοι που πενθούν , διότι αυτοί θα παρηγορηθούν. Μακάριοι είναι οι πράοι , διότι αυτοί θα κληρονομήσουν τη γη. Μακάριοι είναι εκείνοι, που πεινούν και διψούν την δικαιοσύνη, διότι αυτοί θα χορτάσουν. Μακάριοι είναι οι ελεήμονες, διότι αυτοί θα ελεηθούν. Μακάριοι είναι εκείνοι που έχουν καθαρή καρδιά, διότι αυτοί θα δουν τον Θεό. Μακάριοι είναι οι ειρηνοποιοί, διότι αυτοί θα ονομαστούν υιοί του Θεού. Μακάριοι είναι εκείνοι που, καταδιώκονται χάριν της δικαιοσύνης, διότι η βασιλεία των ουρανών είναι δική τους. Μακάριοι θα είστε, όταν θα σας βρίζουν και θα σας καταδιώκουν και θα πουν εναντίον σας κάθε κακό πράγμα λέγοντας ψέματα εξ αιτίας μου. Να χαίρετε τότε και να αγαλλιάστε, διότι η ανταμοιβή σας θα είναι μεγάλη στους ουρανούς∙ έτσι κατεδίωξαν τους προφήτες , που έζησαν πριν από εσάς.

Μεγάλου Βασιλείου: Η Αγία Γραφή διδασκαλεί αρετών

Η Αγία Γραφή διδασκαλείο αρετών.

Σπουδαιοτάτη οδός διά την εξεύρεσην του καθήκοντος είναι η μελέτη των θεοπνεύστων Γραφών. Διότι εις αυτάς ευρίσκονται οι εντολαί διά τα καλάς πράξεις, αλλά και οι βίοι των μακαρίων και αγίων ανδρών, οι οποίοι μας έχουν παραδοθή ανάγλυφοι και σαν άλλα πρότυπα έμψυχων εικόνων της κατά Θεόν ζωής και πολιτείας ευρίσκονται εμπρός μας, διά να τους μιμούμεθα με τα αγαθά έργα. Και λοιπόν εις ο,τι δήποτε καθένας αισθάνεται ότι υστερεί και ασθενεί , με το να ενδιατρίβη εις το κατάλληλον της Γραφής μέρος θα ευρίσκη το ανάλογος φάρμακον διά την αρρώστιαν του και θα το λαμβάνη ωσάν από κοινόν δι’ όλους ιατρείον. Και εκείνος μεν που αγαπά πολύ την σωφροσύνην, θα αναγιγνώσκη τακτικά την ιστορίαν του σώφρονος Ιωσήφ και από αυτόν θα μανθάνη και θα διδάσκεται ποίαι είναι αι αγναί πράξεις. Και τούτο διότι θα ευρίσκη ότι ο Ιωσήφ δεν είχε μόνον ισχυράν εγκράτειαν ως προς τας ηδονάς, αλλά ήτο συγχρόνως εκ συνηθείας και εργασίας εις τον εαυτό του σταθερός προς την αρετήν. Από τον βίον του Ιωβ επίσης θα διδάσκεται την ανδρείαν , ο οποίος, όταν η ζωή του ήλλαξε τελείως και από την ευτυχίαν περιέπεσεν εις δυστυχίαν και από πλούσιος έγινεν πτωχός και από πολύτεκνος έγινε άτεκνος αποτόμως, διέμεινεν ο αυτός και εκράτησεν είς όλας αυτάς τας συμφοράς αδούλωτον το φρόνημα της ψυχής του. Αλλά και δεν εταράχθη ακόμη, όταν οι φίλοι του που ήλθαν να τον παρηγορήσουν τον εταλαιπώρηαν με τας επεμβάσεις των και έκαμαν ετονώτερους τους πόνους του. Πάλιν κάποιος άλλος, που θα έθετεν σκοπόν πως θα γίνη συγχρόνως πράος, αλλά και γενναιόκαρδος, έτσι , ώστε τον μεν θυμόν να χρησιμοποιή κατά της αμαρτίας, την δε πραότητα να δείχνη προς τους ανθρώπους, θα εύρη εις την μελέτην των Γραφών τον Δαβίδ να φέρεται με γενναιότητα και ανδρείαν εις τα πολεμικά ανδραγαθήματα, μα είναι πράος όμως και ατάραχος εις την συμπεριφοράν του προς τους εχθρούς. Τέτοιος ήτο και ο Μωϋσής, ο οποίος εξηγείρετο με μεγάλον θυμόν εναντίον εκείνων, που αμάρταναν εις τον Θεόν, με πραότητα όμως και μεγαλοκαρδίαν υπέφερε τας εναντίον του συκοφαντίας. Και γενικώτερον εις όλας τα περιστάσεις, όπως οι ζωγράφοι , όταν αντιγράφουν μίαν εικόνα, τακτικά στρέφονται και παρατηρούν το προτότυπον και προσπαθούν να μεταφέρουν τα χαρακτηριστικά εκείνου εις το ιδικόν τους έργον , έτσι πρέπει να κάνη και εκείνος, που έχει ζήλον να καταστήση τον εαυτόν του τέλειον εις τας επί μέρους αρετάς. Δηλαδή πρέπει να προσέχη τους βίους των αγίων , σαν να ήσαν αγάλματα κινούμενα και που είς την πράξιν διδάσκουν και των οποίων το καλόν παράδειγμα να μιμήται ο ίδιος.

(Άπαντα των αγίων Πατέρων –Άπαντα Μ. Βασιλείου, τόμος 12ος , σελ 249-250
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...