ΠΟΝΟΣ ΑΦΟΡΗΤΟΣ
«Σειραῖς τῶν ἑαυτοῦ ἁμαρτιῶν
ἕκαστος σφίγγεται»
(Παροιμ. 5,22 )
Υπάρχουν στιγμές που δεν αισθανόμαστε κανένα πόνο στο σώμα μας. Μπορεί ο οργανισμός μας να λειτουργεί θαυμάσια και φυσιολογικά, χωρίς να παρουσιάζει κανένα από τα ανησυχητικά εκείνα συμπτώματα που προκαλούν την αγωνία και την προσοχή μας…
… Και όμως, παρόλα αυτά, να αισθανόμαστε πόνο! Πόνο δυνατό και ανυπόφορο, βασανιστικό, τυραννικό. Πόνο οξύτατο και κουραστικό, επικίνδυνο κι ενοχλητικό. Πόνο που καθιστά τη ζωή μας μεμψίμοιρη, δυστυχισμένη, συννεφιασμένη, μαύρη και απαίσια.
Δεν είναι πόνος του σώματος αυτός. Διότι τότε θα μας ήταν αρκετά εύκολο να εντοπίσουμε την εστία του και να αντιμετωπίσουμε την αιτία του, με ένα ισχυρό παυσίπονο. Τότε ο πόνος θα περνούσε, και την κατάθλιψη- έπειτα από λίγο- θα αντικαταστούσε το χαμόγελο της υγείας και της χαράς. Αλλ’ όχι! Δεν είναι πόνος του σώματος αυτός. Είναι πόνος της ψυχής. Είναι πόνος που καίει τα σωθικά μας, που πιέζει την καρδιά μας και σφυροκοπά ό,τι ευγενικό και ιερό υπάρχει μέσα μας. Είναι ακόμη πόνος που δεν εννοεί να μας εγκαταλείψει οπουδήποτε κι αν πορευθούμε: ο καθαρός αέρας του βουνού, το ιώδιο της θάλασσας, η γλυκειά ατμόσφαιρα της εξοχής, το όμορφο τοπίο του χωριού, η ανέφελη και ήρεμη ζωή του σπιτιού, τίποτε απ’ όλα αυτά δεν είναι σε θέση να μετριάσει τον πόνο αυτό, που προέρχεται από τα τρίσβαθα του είναι μας, από το κέντρο της καρδιάς μας.
Φαντάζομαι, θα κατάλαβες φίλε αναγνώστη, πως πρόκειται για τις τύψεις της συνείδησης και τούτο διότι φρονώ ότι δεν σου είναι καθόλου άγνωστος ο πόνος και η οδύνη που προκαλούν. Είναι αλήθεια, πως δεν υπάρχει άνθρωπος που να μην έχει δοκιμάσει στη, μικρής ή μεγάλης διάρκειας , ζωή του το ανηλεές και αδυσώπητο μαστίγωμα της φωνής της συνείδησης. Έπειτα από κάποιο σφάλμα, ύστερα από κάποια παρεκτροπή, παρουσιάζεται η εσωτερική διαμαρτυρία, ο μαύρος πόνος της συνείδησης. Και αυτοί ακόμη οι πωρωμένοι εγκληματίες , οι αιμοσταγείς και σκληρόκαρδοι κακοποιοί, σε στιγμές που ξυπνά μέσα τους η ανθρωπιά και μαλακώνει το σκληρό πέτρωμα που περιβάλει την καρδιά τους, νιώθουν κι αυτοί το οδυνηρό σφυροκόπημα της ασίγαστης φωνής της συνείδησης. Διότι, όσο κι αν πασχίσει ο άνθρωπος να απαλλαγεί από την ενοχλητική της παρουσία, ελάχιστα θα κατορθώσει.
«Φωνή του Θεού» ονόμασαν χαρακτηριστικά τη συνείδηση. Διότι ο ίδιος ο Θεός είναι Εκείνος που την τοποθέτησε μέσα μας. Την έβαλε σαν άγρυπνο φρουρό εκεί στο εσωτερικό της καρδιάς μας, έτοιμη να μας ελέγξει κάθε φορά που παραβαίνουμε τον γραπτό ή άγραφο θείο Νόμο, ή να μας επαινέσει και να μας ανταμείψει όταν συμμορφώνουμε τη ζωή μας προς το άγιο θέλημά Του. Η συνείδηση, όπως έλεγε ο αρχαίος Μένανδρος, είναι ο ίδιος ο Θεός μέσα στην καρδιά μας: «Βροτοίς άπασιν η συνείδησις Θεός». Και το γνωρίζει αυτό ανέκαθεν ο άνθρωπος. Έτσι, από τα παλαιότερα ακόμη χρόνια, δεν έπαψε να πιστεύει ότι εκείνη η ενδόμυχη πληροφορία περί του καλού και του κακού, ήταν πράγματι φωνή Θεού.
Οι αρχαίοι Έλληνες με την ποιητική τους φαντασία, μας παρέστησαν τις τύψεις που δημιουργούνται έπειτα από κάθε μας παράβαση, σαν γυναίκες αιμοβόρες και τρομερές. Ερινύες τις είχαν ονομάσει. Οι Στωικοί φιλόσοφοι ονόμασαν τη συνείδηση Νέμεση, που είναι έτοιμη να δικάσει τις πράξεις μας. Όλοι όμως, έστω κι αν χρησιμοποιούν διαφορετικά ονόματα, σε ένα συναντώνται και συμφωνούν: στο ότι η συνείδηση με τις τύψεις ή τις θωπείες της, είναι ένα δικαστήριο που επιλαμβάνεται όλων των καθημερινών μας πράξεων, σκέψεων, στοχασμών και αποφάσεων.
Και είναι βέβαια αλήθεια, ότι για μερικούς τουλάχιστον ανθρώπους , έχει κάποτε …διακοπές το δικαστήριο αυτό. Πότε- πότε σιγά ο κώδωνάς του και η φωνή της συνείδησης παύει πλέον να ενοχλεί με τις κραυγές της τον άνθρωπο. Αυτό συμβαίνει όταν εκείνος με πείσμα και επιμονή την καταφρονεί και αγωνίζεται να την καταπνίξει. Ή ακόμη όταν την αφήνει στο σκοτάδι της αμάθειας, της άγνοιας και της θρησκευτικής αδιαφορίας…
Από το βιβλίο: «ΜΕΤΑΝΟΙΑ ΚΑΙ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ»
Μητροπολίτου πρ. Πειραιώς ΚΑΛΛΙΝΙΚΟΥ ΚΑΡΟΥΣΟΥ
ΑΘΗΝΑ 2012
Εκδόσεις: “ΑΡΧΟΝΤΑΡΙΚΙ”
«Σειραῖς τῶν ἑαυτοῦ ἁμαρτιῶν
ἕκαστος σφίγγεται»
(Παροιμ. 5,22 )
Υπάρχουν στιγμές που δεν αισθανόμαστε κανένα πόνο στο σώμα μας. Μπορεί ο οργανισμός μας να λειτουργεί θαυμάσια και φυσιολογικά, χωρίς να παρουσιάζει κανένα από τα ανησυχητικά εκείνα συμπτώματα που προκαλούν την αγωνία και την προσοχή μας…
… Και όμως, παρόλα αυτά, να αισθανόμαστε πόνο! Πόνο δυνατό και ανυπόφορο, βασανιστικό, τυραννικό. Πόνο οξύτατο και κουραστικό, επικίνδυνο κι ενοχλητικό. Πόνο που καθιστά τη ζωή μας μεμψίμοιρη, δυστυχισμένη, συννεφιασμένη, μαύρη και απαίσια.
Δεν είναι πόνος του σώματος αυτός. Διότι τότε θα μας ήταν αρκετά εύκολο να εντοπίσουμε την εστία του και να αντιμετωπίσουμε την αιτία του, με ένα ισχυρό παυσίπονο. Τότε ο πόνος θα περνούσε, και την κατάθλιψη- έπειτα από λίγο- θα αντικαταστούσε το χαμόγελο της υγείας και της χαράς. Αλλ’ όχι! Δεν είναι πόνος του σώματος αυτός. Είναι πόνος της ψυχής. Είναι πόνος που καίει τα σωθικά μας, που πιέζει την καρδιά μας και σφυροκοπά ό,τι ευγενικό και ιερό υπάρχει μέσα μας. Είναι ακόμη πόνος που δεν εννοεί να μας εγκαταλείψει οπουδήποτε κι αν πορευθούμε: ο καθαρός αέρας του βουνού, το ιώδιο της θάλασσας, η γλυκειά ατμόσφαιρα της εξοχής, το όμορφο τοπίο του χωριού, η ανέφελη και ήρεμη ζωή του σπιτιού, τίποτε απ’ όλα αυτά δεν είναι σε θέση να μετριάσει τον πόνο αυτό, που προέρχεται από τα τρίσβαθα του είναι μας, από το κέντρο της καρδιάς μας.
Φαντάζομαι, θα κατάλαβες φίλε αναγνώστη, πως πρόκειται για τις τύψεις της συνείδησης και τούτο διότι φρονώ ότι δεν σου είναι καθόλου άγνωστος ο πόνος και η οδύνη που προκαλούν. Είναι αλήθεια, πως δεν υπάρχει άνθρωπος που να μην έχει δοκιμάσει στη, μικρής ή μεγάλης διάρκειας , ζωή του το ανηλεές και αδυσώπητο μαστίγωμα της φωνής της συνείδησης. Έπειτα από κάποιο σφάλμα, ύστερα από κάποια παρεκτροπή, παρουσιάζεται η εσωτερική διαμαρτυρία, ο μαύρος πόνος της συνείδησης. Και αυτοί ακόμη οι πωρωμένοι εγκληματίες , οι αιμοσταγείς και σκληρόκαρδοι κακοποιοί, σε στιγμές που ξυπνά μέσα τους η ανθρωπιά και μαλακώνει το σκληρό πέτρωμα που περιβάλει την καρδιά τους, νιώθουν κι αυτοί το οδυνηρό σφυροκόπημα της ασίγαστης φωνής της συνείδησης. Διότι, όσο κι αν πασχίσει ο άνθρωπος να απαλλαγεί από την ενοχλητική της παρουσία, ελάχιστα θα κατορθώσει.
«Φωνή του Θεού» ονόμασαν χαρακτηριστικά τη συνείδηση. Διότι ο ίδιος ο Θεός είναι Εκείνος που την τοποθέτησε μέσα μας. Την έβαλε σαν άγρυπνο φρουρό εκεί στο εσωτερικό της καρδιάς μας, έτοιμη να μας ελέγξει κάθε φορά που παραβαίνουμε τον γραπτό ή άγραφο θείο Νόμο, ή να μας επαινέσει και να μας ανταμείψει όταν συμμορφώνουμε τη ζωή μας προς το άγιο θέλημά Του. Η συνείδηση, όπως έλεγε ο αρχαίος Μένανδρος, είναι ο ίδιος ο Θεός μέσα στην καρδιά μας: «Βροτοίς άπασιν η συνείδησις Θεός». Και το γνωρίζει αυτό ανέκαθεν ο άνθρωπος. Έτσι, από τα παλαιότερα ακόμη χρόνια, δεν έπαψε να πιστεύει ότι εκείνη η ενδόμυχη πληροφορία περί του καλού και του κακού, ήταν πράγματι φωνή Θεού.
Οι αρχαίοι Έλληνες με την ποιητική τους φαντασία, μας παρέστησαν τις τύψεις που δημιουργούνται έπειτα από κάθε μας παράβαση, σαν γυναίκες αιμοβόρες και τρομερές. Ερινύες τις είχαν ονομάσει. Οι Στωικοί φιλόσοφοι ονόμασαν τη συνείδηση Νέμεση, που είναι έτοιμη να δικάσει τις πράξεις μας. Όλοι όμως, έστω κι αν χρησιμοποιούν διαφορετικά ονόματα, σε ένα συναντώνται και συμφωνούν: στο ότι η συνείδηση με τις τύψεις ή τις θωπείες της, είναι ένα δικαστήριο που επιλαμβάνεται όλων των καθημερινών μας πράξεων, σκέψεων, στοχασμών και αποφάσεων.
Και είναι βέβαια αλήθεια, ότι για μερικούς τουλάχιστον ανθρώπους , έχει κάποτε …διακοπές το δικαστήριο αυτό. Πότε- πότε σιγά ο κώδωνάς του και η φωνή της συνείδησης παύει πλέον να ενοχλεί με τις κραυγές της τον άνθρωπο. Αυτό συμβαίνει όταν εκείνος με πείσμα και επιμονή την καταφρονεί και αγωνίζεται να την καταπνίξει. Ή ακόμη όταν την αφήνει στο σκοτάδι της αμάθειας, της άγνοιας και της θρησκευτικής αδιαφορίας…
Από το βιβλίο: «ΜΕΤΑΝΟΙΑ ΚΑΙ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ»
Μητροπολίτου πρ. Πειραιώς ΚΑΛΛΙΝΙΚΟΥ ΚΑΡΟΥΣΟΥ
ΑΘΗΝΑ 2012
Εκδόσεις: “ΑΡΧΟΝΤΑΡΙΚΙ”
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου