Γέροντα,
δυὸ ἄνθρωποι ποὺ κάνουν τὴν ἴδια δουλειά, πῶς γίνεται ὁ ἕνας νὰ βγαίνη
ὠφελημένος πνευματικὰ ἀπὸ ποὺ κάνει καὶ ὁ ἄλλος ζημιωμένος;
- Ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὸ πῶς ὁ καθένας κάνει αὐτὴν τὴν δουλειὰ καὶ τὶ ἔχει μέσα του. Ἄν ἐργάζεται μὲ τ
- Ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὸ πῶς ὁ καθένας κάνει αὐτὴν τὴν δουλειὰ καὶ τὶ ἔχει μέσα του. Ἄν ἐργάζεται μὲ τ
απείνωση καὶ ἀγάπη, ὅλα θὰ εἶναι φωτισμένα, λαμπικαρισμένα, χαριτωμένα, καὶ θὰ νιώθη ἐσωτερικὴ ξεκούραση.
Ἄν ὅμως βάζη ὑπερήφανο λογισμό, ὅτι κάνει τὴν δουλειὰ καλύτερα ἀπὸ τὸν ἄλλον, μπορεῖ νὰ νιώθη μιὰ ἱκανοποίηση, ἀλλὰ αὐτὴ ἡ ἱκανοποίηση δὲν γεμίζει τὴν καρδιὰ του, γιατὶ ἡ ψυχή του δὲν πληροφορεῖται, δὲν ἔχει ἀνάπαυση.
Ὕστερα, ὅταν κανεὶς δὲν κάνη τὴν δουλειά του μὲ ἀγάπη, κουράζεται. Ἕνας, καὶ μόνον ποὺ βλέπει ὅτι πρέπει νὰ ἀνεβῆ μιὰ ἀνηφόρα, γιὰ νὰ τελειώση κάποια δουλειά, κουράζεται, γιατὶ δὲν ἀγαπάει αὐτὴν τὴν δουλειά.
Ἐνῶς ἕνας ἄλλος ποὺ τὴν κάνει μὲ τὴν καρδιὰ του, πάει καὶ ἔρχεται στὴν ἀνηφόρα, χωρὶς νὰ τὸ καταλαβαίνη. Ὧρες μπορεῖ λ.χ. νὰ σκαλίζη ἕνας ἐργάτης μέσα στὸν ἥλιο καὶ νὰ μὴν κουράζεται, ἄν τὸ κάνη μὲ τὴν καρδιά του. Ἐνῶ, ἄν δὲν τὸ κάνη μὲ τὴν καρδιά του, ὅλο σταματάει, χαζεύει, γκρινιάζει: «ὤ, πολλὴ ζέστη κάνει», λέει, καὶ ὑποφέρει.
-Μπορεῖ, Γέροντα, νὰ τὸν ἀπορροφήση κάποιον ἡ ἐπιστήμη του, ἡ δουλειά του, καὶ νὰ ἀδιαφορῆ γιὰ τὴν οἰκογένειά του κ.λ.π.;
-Τὴν δουλειά του θὰ τὴν ἀγαπάη ἁπλά· δὲν θὰ τὴν ἐρωτευθῆ. Ἄν δὲν ἀγαπήση τὴν δουλειά του, θὰ κουράζεται διπλά, καὶ σωματικά καὶ ψυχικά, ὁπότε καὶ ἡ σωματικὴ ἀνάπαυση δὲν θὰ τὸν ξεκουράζη, γιατὶ ψυχικὰ θὰ εἶναι κουρασμένος. Ἡ ψυχικὴ κούραση εἶναι αὐτὴ ποὺ καταβάλλει τὸν ἄνθρωπο.
Ὅταν δουλεύη κανεὶς μὲ τὴν καρδιά του καὶ εἶναι χαρούμενος, εἶναι ψυχικὰ ξεκούραστος καὶ ἐξαφανίζεται ἡ σωματικὴ κούραση.
Ἡ εὐχαρίστηση ποὺ νιώθη ὅποιος κάνει φιλότιμα τὴν δουλειά του εἶναι καλὴ εὐχαρίστηση. Τὴν ἔδωσε ὁ Θεὸς, γιὰ νὰ μὴν κουράζεται τὸ πλάσμα Του. Αὐτὴ εἶναι ξεκούραση ἀπὸ τὴν κούραση.
Ἀπόσπασμα ἀπό τίς σελίδες 168-171 τοῦ βιβλίου:
ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ
ΛΟΓΟΙ Δ΄
ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΑΦΥΠΝΙΣΗ
ΙΕΡΟΝ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ
«ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ»
Ἄν ὅμως βάζη ὑπερήφανο λογισμό, ὅτι κάνει τὴν δουλειὰ καλύτερα ἀπὸ τὸν ἄλλον, μπορεῖ νὰ νιώθη μιὰ ἱκανοποίηση, ἀλλὰ αὐτὴ ἡ ἱκανοποίηση δὲν γεμίζει τὴν καρδιὰ του, γιατὶ ἡ ψυχή του δὲν πληροφορεῖται, δὲν ἔχει ἀνάπαυση.
Ὕστερα, ὅταν κανεὶς δὲν κάνη τὴν δουλειά του μὲ ἀγάπη, κουράζεται. Ἕνας, καὶ μόνον ποὺ βλέπει ὅτι πρέπει νὰ ἀνεβῆ μιὰ ἀνηφόρα, γιὰ νὰ τελειώση κάποια δουλειά, κουράζεται, γιατὶ δὲν ἀγαπάει αὐτὴν τὴν δουλειά.
Ἐνῶς ἕνας ἄλλος ποὺ τὴν κάνει μὲ τὴν καρδιὰ του, πάει καὶ ἔρχεται στὴν ἀνηφόρα, χωρὶς νὰ τὸ καταλαβαίνη. Ὧρες μπορεῖ λ.χ. νὰ σκαλίζη ἕνας ἐργάτης μέσα στὸν ἥλιο καὶ νὰ μὴν κουράζεται, ἄν τὸ κάνη μὲ τὴν καρδιά του. Ἐνῶ, ἄν δὲν τὸ κάνη μὲ τὴν καρδιά του, ὅλο σταματάει, χαζεύει, γκρινιάζει: «ὤ, πολλὴ ζέστη κάνει», λέει, καὶ ὑποφέρει.
-Μπορεῖ, Γέροντα, νὰ τὸν ἀπορροφήση κάποιον ἡ ἐπιστήμη του, ἡ δουλειά του, καὶ νὰ ἀδιαφορῆ γιὰ τὴν οἰκογένειά του κ.λ.π.;
-Τὴν δουλειά του θὰ τὴν ἀγαπάη ἁπλά· δὲν θὰ τὴν ἐρωτευθῆ. Ἄν δὲν ἀγαπήση τὴν δουλειά του, θὰ κουράζεται διπλά, καὶ σωματικά καὶ ψυχικά, ὁπότε καὶ ἡ σωματικὴ ἀνάπαυση δὲν θὰ τὸν ξεκουράζη, γιατὶ ψυχικὰ θὰ εἶναι κουρασμένος. Ἡ ψυχικὴ κούραση εἶναι αὐτὴ ποὺ καταβάλλει τὸν ἄνθρωπο.
Ὅταν δουλεύη κανεὶς μὲ τὴν καρδιά του καὶ εἶναι χαρούμενος, εἶναι ψυχικὰ ξεκούραστος καὶ ἐξαφανίζεται ἡ σωματικὴ κούραση.
Ἡ εὐχαρίστηση ποὺ νιώθη ὅποιος κάνει φιλότιμα τὴν δουλειά του εἶναι καλὴ εὐχαρίστηση. Τὴν ἔδωσε ὁ Θεὸς, γιὰ νὰ μὴν κουράζεται τὸ πλάσμα Του. Αὐτὴ εἶναι ξεκούραση ἀπὸ τὴν κούραση.
Ἀπόσπασμα ἀπό τίς σελίδες 168-171 τοῦ βιβλίου:
ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ
ΛΟΓΟΙ Δ΄
ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΑΦΥΠΝΙΣΗ
ΙΕΡΟΝ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ
«ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ»
ΗΛΙΑΣ ΧΑΙΝΤΟΥΤΗΣ 26 ΟΚΤ 2012
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου