Σάββατο 31 Οκτωβρίου 2009

ΘΑΥΜΑΤΟΥΡΓΙΚΕΣ ΕΠΕΜΒΑΣΕΙΣ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΜΑΣ ΣΤΗΝ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ ΖΩΗ ΤΩΝ ΑΓΙΟΡΕΙΤΩΝ ΜΟΝΑΧΩΝ

Στο ησυχαστικό Σπήλαιο των Αγίων Πατέρων Διονυσίου του Ρήτορος και Μητροφάνους στη μικρή Αγιάννα, κατά την ετήσια μνήμη της εορτής τους (9 Ιουλίου) το έτος 1958, ο π. Γεράσιμος ο Υμνογράφος με την Συνοδεία του κανόνισαν κι αγόρασαν ψάρια για τριάντα ως σαράντα το πολύ άτομα.
Στην πανηγυρική αυτή αγρυπνία αυτών των Αγίων Πατέρων, επειδή είναι μετά από την πανηγύρι του αγίου Αθανασίου της Μεγίστης Λαύρας (5 Ιουλίου) παραβρέθηκαν και συλλειτούργησαν δυό Αρχιερείς, ο Κοζάνης Κωνσταντίνος και ο Ξάνθης Αντώνιος, οι οποίοι μαζί τους παρέσυραν και πολλούς άλλους προσκυνητάς και πανηγυριστάς λαϊκούς και Μοναχούς, τόσους, που υπερέβησαν τα εκατό και πλέον άτομα.
Μάγειρα είχαν τον π. Δαμασκηνό των Δανιηλαίων, ο οποίος βλέποντας την αθρόα και απρόβλεπτη προσέλευση των προσκυνητών, βρέθηκε σε πολύ δύσκολη θέσι και δεν ήξερε πως και με ποιο τρόπο να οικονομήση την κατάστησι αυτή, και ρώτησε τον π. Γεράσιμο τι να κάνει.
Ο πατήρ Γεράσιμος γεμάτος αγωνία και ανησυχία είπε: «Γέροντα Δαμασκηνέ, οι πανηγυρισταί μας όπως βλέπεις υπερβαίνουν τους εκατό ανθρώπους, τι θα κάνουμε τώρα Γέροντά μου, τι θα τους προσφέρουμε για να φάνε όλοι αυτοί, πως θαν τα οικονομήσεις τα πράγματα;»
Ο Μάγειρας είπε, «όπως γνωρίζεις π. Γεράσιμε τα ψάρια είναι για τριάντα το πολύ σαράντα άτομα, τι θα κάνουμε για τους υπολοίπους; Εχουμε και δυό Αρχιερείς και θα ντροπιαστούμε, τι θα γίνει Γέροντα;»
Ο Γέρο – Δαμασκηνός, άνθρωπος με μεγάλη πίστι και πεποίθηση στον Θεό, την Παναγία μας και τους εορταζομένους Αγίους είπε στον Γέροντα Γεράσιμο, μ' όλη την απλότητα που τον χαρακτήριζε: «Πάτερ Γεράσιμε έχε πίστι στο Θεό, στην Παναγία Μητέρα μας και στους Αγίους που εορτάζουμε κι αυτοί θα οικονομήσουν τα πράγματα, τώρα εμείς δεν προλαβαίνουμε να κάνουμε τίποτα» γιατί αυτά λέγονταν όταν γίνονταν η αγρυπνία και το πρωΐ έπρεπε να παρατεθή κοινή τράπεζα σ' όλους αυτούς που αγρύπνησαν και σε όσους άλλους εν τω μεταξύ θα έλθουν. Γι' αυτό ο Γερο - Δαμασκηνός βεβαίωσε τον Γέροντα Γεράσιμο πως με την πίστι και αφοσίωσι στο Θεό δεν θα μείνη κανείς παραπονούμενος.. Κι όταν είπε αυτά στον π. Γεράσιμο ο Γέρο - Δαμασκηνός πήρε το καντήλι που κρεμόταν μπροστά στην εικόνα των εορταζομένων αγίων Διονυσίου και Μητροφάνους και όπως ήταν το άδειασε όλο μέσα στον «Νταβά» —ταψί μεγάλο— που βράζαν τα ψάρια.
Όταν ήρθε η ώρα να κενώσουν σε μερίδες τα ψάρια ο Γέρο –Δαμασκηνός προσευχόταν ακατάπαυστα λέγοντας «Κύριε Ιησού Χριστέ Υιέ του Θεού ελέησόν με και βοήθησον την ώρα ταύτην» και παρακαλώντας και τους εορταζομένους Αγίους, άρχισε να κενώνη και να δίνη τις μερίδες στους διακονητές —σερβιτόρους— που υπηρετούσαν στην τράπεζα.
Έδινε συνέχεια τις μερίδες, οι όποιες πέρασαν τις σαράντα, πενήντα, ογδόντα, εκατό κι ο «νταβάς» δεν εννοούσε να αδειάση, τόσο που έφτασαν να φάνε περισσότεροι από εκατό άνθρωποι μεσημέρι και βράδυ και στο τέλος είχαν και περισσευούμενα ψάρια για την άλλη μέρα!
Οι γνωρίζοντες την πραγματικότητα ήταν οι Γέροντες: Γεράσιμος με την Συνοδεία του, ο μάγερας Γέρο - Δαμασκηνός, αλλά και οι άλλοι Πατέρες που γνώριζαν πόσο λίγα ψάρια είχαν προμηθευτεί για την πανηγύρη και μ' απορίαέλεγαν «τι θα φάη όλος αυτός ο κόσμος;» Οταν είδαν ότι όχι μόνον έφτασαν τα ψάρια αλλά και περίσεψαν για την άλλη μέρα, έκαμαν ιδιαίτερη δοξολογία στο Θεό και ευχαριστία στην Παναγία και στους Αγίους για το εξαίσιο αυτό θαύμα!
Αλλά και ένας μοναχός από την αδελφότητά μας που είχε το διακόνημα του μάγειρα έζησε παρόμοιο γεγονός. Κάποτε μαγείρευε φασολάκια φρέσκα που με κόπο καθάρισαν «παγκενιά» (δηλαδή όλοι μαζί) οι πατέρες καί, ενώ είχε ρίξει αλάτι στο φαγητό ξέχασε και έριξε πάλι. Και μιλάμε για χούφτες αλάτι, όχι λίγο! Κατόπιν δοκιμάζει και τα χάνει! «Θάλασσα» το φαγητό! Ούτε να δοκιμάσει δεν μπορούσε απότ ην αρμύρα...Στενοχωρημένος γιά τόν κόπο που έκαναν οι πατέρες να τα καθαρίσουν αλλά και μη έχοντας τι άλλο νά παραθέσει για το γεύμα επικαλέσθηκε την Παναγία μητέρα μας λέγοντας «Παναγιά μου! Με την ευχή του γέροντός μου βοήθησέ με! Τι θα φάνε οι πατέρες και οι προσκυνητές-τόσος κόσμος!...» Σταύρωσε τόν νταβά καί άρχισε νά κενώνη το φαγητό με τρεμάμενα χέρια... «Καλύτερα φασολάκια δεν ξαναφάγαμε πάτερ» έλεγαν μετά την Τράπεζα οι αδελφοί, ενώ ο μάγειρας ευχαριστούσε την κυρία Θεοτόκο, την προστάτιδα και μητέρα ημών των Αγιορειτών μοναχών γιά την προστασία και βοήθειά της ακόμη και στα μικρά και καθημερινά προβλήματά μας......

Αντιγραφή :http://athosesphigmenou.blogspot.com

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου