Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Μοναχισμός. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Μοναχισμός. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη 16 Σεπτεμβρίου 2009

Αγιορείτου Μοναχού: Αδειαλείπτως προσεύχεσθε

Αγιορείτου Μοναχού
«Αδιαλείπτως προσεύχεσθε»


Μελέτημα 1ον

Με την προσευχή μιλάει ο άνθρωπος άμεσα με τον Θεό. Με την προσευχή ο άνθρωπος γίνεται παιδί του Θεού! Με την προσευχή ξεπερνιούνται τα εμπόδια του βίου τούτου, δηλαδή οι θλίψεις, οι στενοχώριες, τα βάσανα, οι δυτυχίες, οι στερήσεις, οι μηχανορραφίες, οι ραδιουργίες, οι καταλαλιές και οι συκοφαντίες. Με την προσευχή συντρίβονται τα βέλη των ορατών και αοράτων εχθρών.
Με την προσευχή αποκτούμε τη μακαρία υπομονή του Θεανθρώπου και Σωτήρα Χριστού και των αγίων ανδρών της Παλαιάς και Καινής Διαθήκης. Με τη προσευχή αποκτούμε περισσότερη πνευματική δύναμη!.. Με την παίρνουμε την ουράνια παρηγοριά και παραμυθία της ψυχής! Με την προσευχή αποκτούμε την Ουράνια Σοφία. Με την προσευχή τελούνται τα επτά μυστήρια της Εκκλησίας μας. με την προσευχή λαμβάνουμε τον επιούσιον άρτον μας, δηλαδή τα υλικά και τα πνευματικά αγαθά! Με την προσευχή αντλούμε περισσότερο θάρρος , υπομονή και ελπίδες.
Με την προσευχή οι άγιοι άνδρες της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης ετέλεσαν θαύματα, νεκρούς ανέστησαν , ασθενείς θεράπευσαν και λογής –λογής βασανιστήρια υπέμειναν!... με την προσευχή γινόμαστε όμοιοι με τους αγ. Αγγέλους, οι οποίοι νύχτα- μέρα υμνούν και δοξολογούν τον Θεό! Με την προσευχή γίνονται τα θαύματα! Με την προσευχή θεραπεύονται ανίατες ασθένειες και εκδιώκονται τα δαιμόνια! Με την προσευχή μπορούμε να σταθούμε στα πόδια μας και να βαδίσουμε απρόσκοπτα το δρόμο του Θεού. Με την προσευχή ο νους και η καρδιά μας καθαρίζονται από κάθε κοσμική πονηριά! Με την προσευχή ο νους και η καρδιά μας γίνονται ναός του Παναγίου Πνεύματος! Με τη προσευχή ο Πατήρ, ο Υιός και το άγιον Πνεύμα εισέρχονται και κατοικούν στις καρδιές μας!...
Με την προσευχή η γλώσσα μας γίνεται σάλπιγγα του Αγ. Πνεύματος, σαλπίζουσα ουράνια ρήματα. Με την προσευχή μας δίνονται αόρατα οδηγίες και συμβουλές από το Πανάγιο Πνεύμα!... Με την προσευχή παραμένει διαρκώς κοντα΄μας ο φύλακας Άγγελος και μας φυλάσσει από κάθε κακό. Με την προσευχή ανοίγονται τα πνευματικά αυτιά της ψυχής και ακούνε τη γλυκόηχη ουράνια φωνή του Κυρίου μας Ιησού , καθώς επίσης ανοίγονται και τα πνευματικά μάτια της ψυχής. Με την προσευχή αποφεύγουμε να σκεφθούμε ή να κάμουμε το κακό. Με την προσευχή γινόμαστε ταπεινότεροι και αγαθότεροι. Με την προσευχή νικάμε τις πανουργίες των ορατών και αοράτων εχθρών! Με την προσευχή παρηγορούμεθα και ανακουφιζόμεθα στις λογή- λογής θλίψεις της ζωής!...
Για να ωφεληθούμε από την προσευχή πρέπει:
α) να ξεχνάς κάθε φροντίδα , και β) Το λόγο που προσφέρει το στόμα αυτόν να συλλογίζεται και ο νούς μας, δηλαδή να μη λαλεί άλλα η λγώσα και άλλα σκέπτεται ο νούς μας. τότε αληθινά η προσευχή ανεβαίνει στον Ουράνιον Πατέρα και παίρνουμε τα μεγάλα χαρίσματα και τις δωρεές του Αγ. Πνεύματος και συγχωρούνται οι αμαρτίες μας

Μελέτημα 2ον

Η προσευχή είναι από τις κυριότερες και ισχυρότερες δυνάμεις που κάνουν τον προσευχόμενο να ξαναγεννιέται και του χαρίζουν σωματική και πνευματική ευεξία. Χωρίς την προσευχή ούτε οι αμαρτίες μας συγχωρούνται ούτε Μυστήριον κάνουμε ούτε και ο Θεός μας δίνει τη βοήθεια του και τη Χάρη Του.

Η προσευχή είναι τα μάτια και τα φτερά της ψυχής μας και μας δίνει θάρρος και δύναμη ν’ αντικρύσουμε τον Θεό.

Προσευχήσου, λοιπόν, αδελφέ μου με τα στόμα, ώσπου να σε φωτίσει η Θ. Χάρη να προσεύχεσαι και με την καρδιά σου. Τότε θα συντελεσθεί μέσα σου με θαυματουργικό τρόπο εορτή και πανήγυρη και δεν θα προσεύχεσαι πια με το στόμα αλλά με την καρδιά. Σε κάθε σου εργασία από το πρωΐ μέχρι το βράδυ, ας προηγείται η προσευχή! Αυτή ας κυβερνάει όλε σου τις πράξεις! Αυτής γεννάει τη μετάνοια και το δάκρυ! Αυτή προχωράει ως τα μύχια των λογισμών μας. αυτή είναι η γεννήτρια της Θείας Αγάπης! Αυτή καθαρίζει το λογιστικό της ψυχής. Αυτή εξαγνίζει τους Αγγέλους και του Αγίου! …αυτή φυλάγει καθαρό το επιθυμητικό ψυχής με το να βρίσκεται μπροστά τον Θεό, να ομιλεί και να προσκολλάται σ’ Αυτόν μ’ όλη της την επιθυμία. Γιατί καθένας που αγαπάει και φοβάται τον Θεό είναι αδύνατο να μη σκέπτεται ταπεινά, είναι αδύνατο να κυβερνάται από το θυμό., γι’ αυτό και λέμε πως η οσία ταπείνωση καθαρίζει την ψυχή.

Μελέτημα 3ον

Ο Θεός έχει παραχωρήσει στη θέληση και στη δύναμη του ανθρώπου μόνο την ποσότητα της προσευχής. Έχει διδάξει τη συνεχή και αδιάλειπτη προσευχή πάντοτε και σε κάθε τόπο. Μόνο μ’ αυτόν τον τρόπο γινόμεθα κάτοχοι του μυστικού της αληθινής προσευχής και πίστεως. Μόνο έτσι τηρούμε τις εντολές του Θεού και πετυχαίνουμε τη σωτηρία μας. η ποσότητα λοιπόν της προσευχής εξαρτάται από τον άνθρωπο.

Οι Ξανθόπουλοι Κάλλιστος και Ιγνάτιος συμβουλεύουν συχνή προσευχή στο Όνομα του Ιησού Χριστού πριν από κάθε έργο και πράξη , επειδή η συχνότητα τελειοποιεί ακόμη και την ατελή προσευχή. Ο δε Διάδοχος Φωτικής παραδέχεται ότι, όταν ο άνθρωπος επικαλείται το όνομα του Θεού όσον μπορεί συχνότερα, δεν πέφτει εύκολα σε αμαρτήματα. Μάθε ότι κάθε παλμός και κάθε σκέψη προσευχής οφείλεται σ’ ενέργεια του Αγ. Πνεύματος και είναι η μυστική φωνή του Αγγέλου φύλακος του καθενός μας. Το όνομα του Ιησού Χριστού , που επικαλούμεθα στην προσευχή , περιέχει μέσα του ατοϋπάρχουσα και αυτενεργούσα ανορθωτική δύναμη.
Μην ανησυχείς λοιπόν από την ατέλεια και την ξηρασία της προσευχής σου, αλλά περίμενε μ’ επιμονή τον καρπό της συχνής επικλήσεως του Θείου Ονόματος και δεν θ’αργήσει να έλθει. Εκείνο που θα πρέπει να σε ανησυχεί είναι η αμέλεια για προσευχή. Αυτή ήταν η κύρια και μοναδική αιτία ,που έσπρωξε τον Απ. Πέτρο στο ν’ αρνηθεί τον Χριστό! …Αυτή ήταν εκείνη που τον είχε κάνει περήφανο∙ γιατί, όποιος νομίζει τον εαυτό του ασφαλή και σταθερό, δεν ζητάει με την προσευχή τη βοήθεια του Θεού.

Ο Απ. Πέτρος είχε πολλούς λόγους να καταφύγει στην προσευχή: γιατί και ο Κύριος του το είχε παραγγείλει λέγοντας σ’ όλους του Αποστόλους « έχετε πάντα το νου σας και προσεύχεσθε, για να μη μπείτε σε πειρασμό». Ακόμη και ιδιαίτερη παρατήρηση του έκαμε ο Κύριος , όταν του είπε: «Πέτρε, κοιμάσαι;». Ακόμη ο Πέτρος είχε πρόσφατο το παράδειγμα του Κυρίου , που προσευχόταν συνέχεια επί ώρες. Κι’ όμως όλα αυτά δε μπόρεσαν να τον κάνουν να ξυπνήσει από το βαρύ ύπνο , που τον είχε κυριεύσει . Βλέπεις, αδελφέ, πόσο αδύνατος είναι ο ταλαίπωρος άνθρωπος, όταν δεν ζητάει με την προσευχή βοήθεια από τον Θεό;


Μελέτημα 6ον

Ο Πανάγαθος Θεός ακούει τις προσευχές όλων μας ανεξαιρέτως, αρκεί να εκπορεύονται και εκπέμπονται από τα βάθη της καρδιάς μας. Ακόμη και των αμαρτωλών τις προσευχές ακούει ο Κύριος, όταν γίνονται με πίστη και πραγματική μετάνοια. Χαίρεται μάλιστα ο Κύριος, όταν οι αμαρτωλοί , πικρά μετανιωμένοι για τις πράξεις τους , ζητούν συγχώρεση. Έτσι χάρηκε ο πατέρας της παραβολής του Ασώτου κι’ έσφαξε το μόσχο το σιτευτό , μόλις γύρισε ο παραστρατημένος υιός τους! Ο προφητάναξ Δαβίδ, ο μεγάλος αυτός ποιητής και ψαλμωδός, που οι προσευχές του περιέχονται στο ανυπέρβλητο Ψαλτήρι «Αμάρτησα απέντανι του Κυρίου» ομολόγησε, όταν συνήλθε από το παραστράτημα του. Και ο Κύριος του φανέρως : «Σου συγχώρεσα την αμαρτία σου, μη λοιπόν στενοχωρείσαι γι’ αυτήν».

Όταν ο αυταρχικός και σκληρόκαρδος βασιλειάς των Ιουδαίων Μανασσής ταπεινώθηκε νικημένος κι’ αιχμαλωτισμένος από τους Ασσύριους και προσέφυγε στον Θεό και τον παρεκάλεσενα τον συγχωρέσει για τα’ αμαρτήματά του, Εκείνος «και υπήκουσε αυτού και υπήκουσε της βοής αυτού και επέστρεψεν αυτόν εις Ιερουσαλήμ επί την Βασιλεία Αυτού»…

Κατά την παραβολή του Κυρίου Ιησού, όταν ο Τελώνης μπήκε στο ναό και ταπεινός και συντριμμένος ζήτησε συγώχρεση λέγοντας∙ «Θεέ μου, λυπήσου με τον αμαρτωλό και συγχώρεσέ με». Επειδή τα λόγια βγήκαν από τα μύχια της καρδιάς του, έκαναν τον Μεγαλοδύναμο να τον συγχωρέσει. Και κατά τη σταύρωση του Κυρίου μας Ιησού, ένα «Μνήσθητι μου, Κύριε», δηλαδή «θυμήσου με, Κύριε, όταν έλθης στη Βασιλεία σου» του ενός από τους δύο ληστές, στάθηκε ικανό , για να μπει αυτός μέσα στον Παράδεισο!

Μη διαστάσεις λοιπόν και συ αδελφέ μου , όταν ως άνθρωπος πέσεις σε κάποιο αμάρτημα , να ζητήσει τη συγχώρεση από τον Κύριο μας. να είσαι βέβαιος , πως , όταν η μετάνοια σου είναι πραγματική , θα σου δοθεί η άφεση.

Αγιορείτου Μοναχού
«Αδιαλείπτως προσεύχεσθε»
«Ορθόδοξος Κυψέλη»


Μελέτημα 8ον

Η σωτηρία του ανθρώπου εξαρτάται από την προσευχή, γιατί τον ενώνει με τον Θεό. Όταν ο άνθρωπος είναι ενωμένος με τον Θεό, είναι επόμενο να μη ξεφεύγει από το Νόμο του Θεού και να προσέχει σε κάθε βήμα του. Έτσι με την προσευχή όλοι μας οι σκοποί είναι θεάρεστοι. Όλες μας οι ενέργειες στρέφονται από επιτυχία, γιατί έχουμε συμπαραστάτη μας τον Θεό. Είναι λοιπόν η προσευχή κάτι αναγκαίο και πρωταρχικό στη ζωή μας.

Όμως ο σατανάς μας παραμονεύει πάντοτε, για να βρει μια στιγμή , που δεν κρατάμε το όπλο της προσευχής, ώστε να μας παρασύρει στο δρόμο του, που πάντα είναι εύκολος και κατηφορικός. Να, γιατί επιβάλλεται η προσευχή μας και να είναι πάντοτε συνεχής και αδιάλειπτη. Η εκτέλεση των άλλων χριστιανικών καθηκόντων μας γίνεται κατά διαστήματα, το καθήκον όμως της προσευχής επιβάλλεται να γίνεται αδιάκοπα και συνεχώς.

Πρέπει να ξέρεις, αδερφέ μου, ότι και η απλή επίκληση του Ονόματος του Κυρίου είναι προσευχή!... Και δε χωράει αμφιβολία, ότι αυτό μπορεί και πρέπει να γίνεται συνεχώς, σε κάθε αναπνοή μας…μ’ αυτόν τον τρόπο η σκέψη μας και η μνήμη μας κατευθύνεται συνεχώς στον Θεό. Η πορεία αυτή της σκέψης μας στη θεϊκή παρουσία σημαίνει δόσιμο ολοκληρωτικό του είναι μας στον Κύριο Ιησούν. Σημαίνει δόσιμο ψυχής μας σ’ Αυτόν. Να, γιατί οι Άγιοι Πατέρες μας συμβουλεύουν να επικαλούμεθα το Όνομα του Κυρίου Ιησού σε κάθε αναπνοή μας.

Οι δυνάμεις του κακού, που είναι αντίθετες στην προσευχή της καρδιάς μας, μας επιτίθενται από δύο μέρη: Από τ’ αριστερά και από τα δεξιά. Δηλαδή: Όταν δεν μπορούν να μας εμποδίσουν τη προσευχή με τις μάταιες και αμαρτωλές σκέψεις, φέρνουν στο μυαλό μας λογής-λογής υλιστικές σκέψεις, για να ματαιώσουν την προσευχή μας, που δεν ανέχεται να υποφέρει ο μισόκαλος σατανάς… και κάνει το παν, για να μας ξεγελάσει να εγκαταλείψουμε τη συνομιλία με τον Θεό, αρχίζοντας κοσμικές συνομιλίες μ’ ανθρώπους.

Κλείνε λοιπόν , αδελφέ μου, σαν άλλος Οδυσσέας τ’ αυτιά της ψυχής σου προς τις σειρήνες του κόσμου του αιώνα αυτού, που, κατά το ταξίδι της ζωής σου, ακούς από δεξιά ή αριστερά σου να σου τραγουδούν μαγικά τραγούδια για υλιστικές και μοντέρνες ιδέες.


Μελέτημα 9ον

Για να είναι αληθινή η προσευχή , πρέπει να γίνεται με αποκλειστικό σκοπό να μας συνδέσει με τον Θεό∙ γι’ αυτό η καλύτερη , η αληθινή προσευχή είναι εκείνη , που γίνεται στα κρυφά. Για τη μυστική προσευχή ο Ευαγγελιστής Ματθαίος γράφει: «Συ , όταν προσεύχεσαι , έμπα στο ταμείο σου και αφού κλείσεις καλά την πόρτα σου , προσευχήσου στον Πατέρα σου εκεί στα κρυφά». Ταμείο εδώ εννοεί την καρδιά μας και τον ψυχικό μας κόσμο γενικά. Εκεί όπου φυλάγουμε τους μύχιους λογισμούς μας, τα συναισθήματα μας και τις επιθυμίες μας. εκεί μας συμβουλεύει να μπαίνουμε κάθε φορά που θέλουμε να προσευχηθούμε. Και όταν μας λέει να κλείνουμε την πόρτα, εννοεί την πόρτα κυρίως των σωματικών περισπασμών και φροντίδων. Μόνο με το κλείσιμο αυτής της πόρτας εξασφαλιζόμαστε από κάθε πειρασμό και ο νους μας προσηλώνεται στον Θεό.

Ο δε ιερός Θεοτόκης γράφει: « Όταν προσεύχεσαι , βάλε όλη σου την προσοχή και επιμέλεια να ακούνε τα’ αυτιά σου όσα λέει το στόμα σου, και να αισθάνεται κη καρδιά σου όσα λαλεί η γλώσσα σου…. Τότε αληθινά μπήκες μέσα στο ταμείο σου και έκλεισες την πόρτα σου. τότε αληθινά η προσευχή σου ανεβαίνει σαν θυμίαμα ενώπιον του Κυρίου αι κατεβάζει από τον Ουρανό τη συγχώρεση των αμαρτιών σου και τα μεγάλα χαρίσματα του φιλάνθρωπου Θεού.

Αφετηρία και παντοτινή ενέργεια για την εξασφάλιση της σωτηρίας μας είναι η προσευχή, που κατ’ αυτόν τον τρόπο γίνεται το πρώτο καθήκον κάθε χριστιανού , που θέλει να φέρει άξια το όνομα του Κυρίου μας. για τους λόγους αυτούς το άγιο Ευαγγέλιο παραγγέλλει την αδιάλειπτη προσευχή.

Όλες οι πράξεις ευσεβείας έχουν η κάθε μια τον καιρό τους. Η προσευχή δεν περιορίζεται χρονικά, είναι δικά της όλα τα χρόνια της ζωής μας. Χωρίς την προσευχή καμμία αγαθή πράξη δεν γίνεται καλά. Όποιος αποφασίσει να επικαλείται το όνομα του Κυρίου Ιησού συνεχώς , είναι φυσικό στην αρχή να συναντάει δυσκολίες. Όσο όμως περισσότερο επιμένει, τόσο γρηγορότερα συνηθίζει και εξοικειώνεται με την προσευχή . και η γλώσσα του και τα χείλη του αποκτούν τέτοια ικανότητα, ώστε χωρίς καμμία προσπάθεια ύστερα από λίγο καιρό ,αυτός που προσεύχεται αντιλαμβάνεται ότι η προσευχή του έγινε ένα συνεχές και ουσιώδες απόκτημα. Κι’ αν καμμία φορά του συμβεί για ένα οποιοδήποτε λόγο να την σταματήσει, αισθάνεται έντονα σαν κάτι να του λείπει!....Κατ’ αυτόν τον τρόπο η προσευχή του γίνεται συνήθεια και το μυαλό του αρχίζει να συνηθίζει και να παρακολουθεί την ενέργεια των χειλέων . Έτσι έχει για γενικό αποτέλεσμα τη δημιουργία μιας πηγής ευφροσύνης για την καρδιά, απ’ όπου εκπέμπεται η αληθινή προσευχή!...

Μελέτημα 10ον

Τούτη η γενική διαπίστωση , αδελφέ μου, πρέπει να σε σπρώξει και σένα να γίνεις λειτουργός της αδιάλειπτης προσευχής, που θα χαρίσει φωτισμό στο μυαλό σου και θα διώξει μακριά από σένα όλες τις κακές σκέψεις. Εάν επιθυμείς πραγματικά ν’ αποδιώξεις κάθε αντιχριστιανική σκέψη και να εξαγνίσεις το νού σου , αυτό θα το καταφέρεις με την προσευχή. Τίποτε δεν μπορεί να ρυθμίσει τις σκέψεις μας όσο η Προσευχή!... Ο Αγιος. Ιωάννης της Kλίμακος λέει τα εξής: «Νίκησε τους εχθρούς στο μυαλό σου με το όνομα του Ιησού. Δεν θα εύρεις άλλο όπλο δυνατότερο απ’ αυτό! ομοίως και τα πάθη σου θα κατασιγάσεις μέσα σου και θα τα εξαλείψεις με την προσευχή»!...
«Μείζων ο εν ημίων ή ο εν τω κόσμω», λέει η Αγ. Γραφή. Μη φοβάσαι ούτε ατυχήματα ούτε καταστάσεις. Η προσευχή θα σε προστατεύσει και θ’ απομακρύνει κάθε κακό από σένα. Θυμήσου τον Ραπ. Πέτρο , όταν έδειξε ολιγοπιστία και άρχιζε να βυθίζεται στη θάλασσα της Τιβεριάδος. Και πρόσεξε , αν είσαι οκνηρός κι απρόσεκτος στην προσευχή , δεν θα σημειώσεις πρόοδο ούτε στην επιδίωξη αφοσιώσεώς σου στον Κύριο ούτε στην απόκτηση της ειρήνης και της σωτηρίας.

Όσο για την αδιάλειπτη προσευχή, πρέπει να ξέρεις πως στην ουσία της είναι η συνεχής επίκληση του Ονόματος του Κυρίου Ιησού και θεού μας. Αν επικαλούμαστε το όνομα του Κυρίου Ιησού, προφέροντας το ψυθιριστά ή νοερά, κι’ όταν στεκόμαστε, κι’ όταν καθόμαστε, κι’ όταν συνομιλούμε κι’ όταν περπατούμε, κι’ όταν τρώγουμε, κι’ όταν κάνουμε ο,τιδήποτε άλλο παντού και πάντοτε, κάνουμε αδιάλειπτη προσευχή! Η συχνότητα στην προσευχή δημιουργεί μια συνήθεια για προσευχή , που δεν αργεί να γίνει δεύτερη φύση και φέρνει συχνά το νου και την καρδιά σε ανώτερη ψυχική κατάσταση! Η συχνή εξάσκηση στην προσευχή απομακρύνει την ψυχή από τα διάφορα αμαρτήματα επιστρατεύοντας την και εξασκώντας της να κάνει αυτό που είναι ουσιώδες, για να πετύχει την ένωση της με τον Θεό.
Η συχνότητα στην προσευχή είναι ο μοναδικός τρόπος για να φθάσει κανείς στο ύψος της αληθινής και καθαράς προσευχής. Αποτελεί το καλύτερο μέσο αποτελεσματικής προπαρασκευής για προσευχή και τον ασφαλέστερο δρόμο, για να φτάσει ο άνθρωπος στο τέρμα, την σωτηρία της ψυχής του! Δεν μπορεί να θεωρείται Χριστιανός εκείνος που αγνοεί τα παρακάτω:
α) Ότι πρέπει να προσεύχεται συχνά με επιμέλεια και ότι ο Θεός επιθυμεί αυτήν την προσευχή του,
β) Ότι πολλέ φορές τιμωρούμεθα από την αμέλεια μας για προσευχή , και
γ) ότι όλοι οι Άγιοι προσεύχονται θερμά και συνεχώς.

Ο Νικήτας Στηθάτος στη Φιλοκαλία λέει για την προσευχή: «Αυτός που κατόρθωσε να πετύχει την πραγματική και πλημμυρίστηκε το είναι του από την αγάπη του Χριστού, δεν γίνεται αιχμάλωτος των αισθήσεων του και δεν δίνει την προτίμησή του σε τίποτε. Δεν υπερτιμάει τον δίκαιο και δεν κατακρίνει κανένα και ομοιάζει με τον Θεό, «που ανατέλλει τον ήλιο επί πονηρούς και αγαθούς και βρέχει επί δικαίους και αδίκους».

Μελέτημα 11ον

Την νοερά προσευχή ο καθένας μας μπορεί να την αποκτήσει και να την κάνει μέσο επικοινωνίας του με τον Κύριο. Δεν στοιχίζει τίποτε, εκτός από την προσπάθεια της σιωπής και την φροντίδα για την όσο το δυνατόν συχνότερη επίκληση του γλυκύτατου ονόματος του Κυρίου Ιησού, που γεμίζει τον άνθρωπο με αγαλλίαση. Η ενδοσκόπηση του ψυχικού μας κόσμου μας δίνει την ευκαιρία να γνωρίσουμε τι μυστήριο είναι ο άνθρωπος. Να νιώσουμε την ευφροσύνη της αυτογνωσίας και να χύνουμε πικρά δάκρυα μετανοίας για τις πτώσεις μας και την αδυναμία της θελήσεώς μας. Με το νού μέσα στην καρδιά μας μπορούμε να κάνουμε σιωπηλοί κρίσεις και να διαβάζουμε μυστικά ολόκληρα βιβλία. Έτσι , ας μην αφήνουμε το νού μας να λέει τίποτε άλλο, παρά την σύντομη και μονολόγιστη καλούμενη προσευχή «Κύριε Ιησού Χριστέ Υιέ του Θεού, ελεήσόν με».

Αλλά δεν αρκεί μόνον αυτό. Χρειάζεται ακόμη να κινήσεις και τη θέλησή σου , δηλαδή να λες την ευχήν αυτή μ’ όλη τη δύναμη της αγάπης σου προς τον Κύριον Ιησούν. Μόνον όταν απερίσπαστη από άλλες έννοιες και σκέψεις έλθει η ψυχή μας σ’ επαφή με τον Κύριο, τότε προσκολλάται με αγάπη στα νοήματα της ευχής…Όμως ο νούς μας από τα μικρά μας χρόνια έχει συνηθίσει να πετάει ,καθώς λέμε στα αισθητά πράγματα του έξω κόσμου και στις διάφορες υποθέσεις , που μας απασχολούν ως άτομα. Ανάγκη λοιπόν να καταβάλλουμε κάθε προσπάθεια , για να κατευθύνεται την ώρα της προσευχής όλη μας η σκέψη στην καρδιά. Για να το πετύχουμε αυτό γρηγορότερα οι Άγιοι Πατέρες μας συμβουλεύουν τα παρακάτω: Όταν λέμε τη νοερά προσευχή , να κρατάμε την αναπνοή μας κατά τρόπο ώστε να μην αναπνέουμε με φυσικό ρυθμό, αλλ’ ύστερα από κάθε απαγγελία της ευχής. Το κράτημα αυτό της αναπνοής γίνεται αιτία να στενοχωρείται η καρδιά μας μ’ αποτέλεσμα να πονεί. Συνέπεια του πόνου είναι να επιστρέψει ο νους στην καρδιά και στη συνέχεια η ανάμνηση του Θεού μας φέρνει μια γλυκεία ευχαρίστηση. «Εμνήσθην του Θεού και ηυφράνθην», δηλαδή : «Θυμήθηκα τον Θεόν και ευχαριστήθηκα». Είναι διαπιστωμένο πια ότι εκείνοι που μνημονεύουν το όνομα του Κυρίου νιώθουν ηδονή και ευχαρίστηση.

Έπειτα με το λίγο και μικρό αυτό κράτημα της αναπνοής λεπτύνεται η σκληρότητα της καρδιάς και γίνεται πιο ταπεινή και πιο κατάλληλη για κατάνυξη και πιο εύκολη στα δάκρυα. Μ’ άλλα λόγια ο ψυχικός μας κόσμος γίνεται πιο κατάλληλος για να λάμψει μέσα μας το Θείο φώς!... Λέει ο Αγ. Μάρκος «Η ανάμνηση του Θεού για την καρδιά είναι πόνος που προκαλείται για την ευσέβεια. Όποιος ξεχνάει το Θεό γίνεται δούλος των παθών και ανάλγητος στον πόνο». Αλλού πάλι ο ίδιος λέει: «Ο νούς όταν προσεύχεται απερίσπαστος , στενοχωρεί την καρδιά, και τις συντριμμένες και ταπεινωμένες καρδιές ο Θεός ποτέ δεν τις εξουθενώνει».

Μελέτημα 12ον

Από τα παραπάνω βγαίνει το συμπέρασμα ότι πιο πολύ οι αρχάριοι έχουν ανάγκη από το κράτημα της αναπνοής, όταν προσεύχονται. Όσο για τους προοδευμένους στην εργασία της νοεράς προσευχή, και χωρίς το κράτημα αυτό μπορούν ν’ αυτοσυγκεντρώνονται και να προσεύχονται. Όμως κι’ αυτοί , σε στιγμές πολέμου λογισμών και παθών , με τη σύμμετρη αναπνοή , που επιβάλλει το κράτημα της, θα τα καταφέρουν καλύτερα.

Σε παρακαλώ λοιπόν θερμά , αδελφέ μου , μαζί με την άλλη ακολουθία και προσευχή , που κάθε μέρα διαβάζεις, να καταγίνεσαι και με την καρδιακή και νοερά αυτή προσευχή, έχοντας την για αδιάλειπτο και παντοτινό σου έργο. Όταν καλείς μέσα από την καρδιά σου με τον ενδιάθετο λόγο το γλυκύ, κοσμοπόθητο και παντοπόθητο όνομά του Ιησού, όταν ποθείς και αγαπάς μ’ όλη σου τη θέληση τον Ιησού , όταν επιστρέφεις όλες σου τις ψυχικές δυνάμεις στον Ιησού και όταν με συντριβή και ταπείνωση ζητείς το έλεος από τον Ιησού , σε πληροφορώ ότι θα απολαύσεις μεγάλη ωφέλεια και θα θερίσεις πλούσιους καρπούς.

Και αν δεν μπορείς πάντοτε να καταγίνεσαι μ’ αυτό ,γιατί θα σ’ εμποδίζουν οι φροντίδες κι οι ταραχές του κόσμου, έχε τουλάχιστον καθορισμένες μια – δυο ώρες τη μέρα- πιο πολύ τα βράδια- κατά τις οποίες να αποσύρεσαι σε τόπο ήσυχο και σκοτεινό και να καταγίνεσαι εκεί απερίσπαστος με την ιερή και πνευματική εργασία. Σίγουρα τότε θα έχεις και συ τα αποτελέσματα της προσευχής που φανερώνονται πλούσια στο πνεύμα μας, στα συναισθήματα μας αλλά και στις αποκαλύψεις μας.


Μελέτημα 13ον

Οι καρποί της νοεράς προσευχής είναι οι εξής:
«Πρώτος καρπός: Εκείνος που κλείνεται μέσα στην καρδιά του , αποξενώνεται απ’ όλα τα ωραία της ζωής και , καθώς ζεί μέσα στο πνεύμα , δεν καταχτιέται από τις επιθυμίες της σάρκας. Ακόμη , όταν ο νούς ενός ανθρώπου συνηθίσει να μένει μέσα στην καρδιά, αυτός ο άνθρωπος όχι μόνον αγαπάει να κλείνει την πόρτα του στόματός του και να σιωπά, αλλά με την προσευχή του κλείνει και την εσωτερική πόρτα των λογισμών και δεν αφήνει τα πονηρά πνεύματα να λαλούν με αυτούς όσα κακά και πονηρά θέλουν. Διότι με τους πονηρούς λογισμούς γίνεται ακάθαρτος ο άνθρωπος ενώπιον του Θεού του ανακρίνοντος καρδίας και νεφρούς. Γι’ αυτό και ο Αγ. Ιωάννης της Κίμακος λέει : «Κλείνε καλά την πόρτα της γλώσσας για τα λόγια , και την εσωτερική σου πόρτα για τους λογισμούς».
Δεύτερος καρπός είναι , κατά τον Θεσσαλονίκης Γρηγόριον , η με τη νοερά προσευχή απόκτηση ταπεινώσεως, πένθους και δακρύων. Ερωτά ο άγιος «Πώς να μη ταπεινωθεί ο δυστυχής , όταν βλέπει όλον τον κόσμο της καρδιάς του σκοτεινό και ζοφώδη από το πυκνό σκότος , το οποίο προξενήθηκε σ’ αυτόν από τις τόσες αμαρτίες που έκαμε στην ζωή με λόγια, μ’ έργα και με λογισμούς;». γράφει και ο Όσιος Μάρκος: «Εκείνος που είναι αιχμάλωτος των λογισμών του ,πως είναι δυνατό να δει την αμαρτία που έχει μέσα του, αφού σκεπάζεται από τους λογισμούς; Πως είναι δυνατό να τη διακρίνει αφού σκεπάζεται από το σκοτάδι και την ομίχλη της ψυχής, που προέρχεται από κακές πράξεις;»
Πώς να μη πενθήσει και να μη λυπηθεί ο ταλαίπωρος, όταν βλέπει το λογιστικό του μέρος γεμάτο από τόσους υπερήφανους λογισμούς; Από τόσους άλογους και τόσους βλάσφημους αι δαιμονιώδεις λογισμούς; Πώς να μη κλάψει ο ελεεινός όταν βλέπει το επιθυμητικό αιχμάλωτο από τόσους αισχρούς λογισμούς και τόσες άτοπες επιθυμίες, και το θυμικό του σε τόσες άτακτες ορμές μίσους και φθόνου κατά του πλησίον του; Πώς να μη φωνάζει προς τον Κύριο Ιησούν να τον ελεήσει και τον ιατρεύσει; Πώς να μη φωνάξει προς τον Κύριο Ιησούν , όταν βλέπει όλον τον εσωτερικόν άνθρωπο όχι ναόν του Θεού και της Χάριτος, αλλά σπήλαιον των ληστών και εργαστήριον της αμαρτίας και των δαιμόνων; Όθεν με την ταπείνωση τούτη και το πένθος και τα δάκρυα ίλεως γίνεται ο Θεός εις αυτόν και τον ανακουφίζει από τα πάθη και τον ελευθερώνει από τις προσβολές των λογισμών και των δαιμόνων.


Μελέτημα 14ον

Τρίτος καρπός της νοεράς προσευχής είναι η επιστροφή του νου στην καρδιά και η διαμονή σ’ αυτήν , όποτε βλέπει ο νους τις κακές κλίσεις της καρδιάς, τις πονηρές κινήσεις των λογισμών του τις επιβουλές και τις κλοπές κι ενέδρες των ακαθάρτων πνευμάτων.Έτσι βλέπει καθαρά ,σαν σε καθρέπτη , όλα του τα σφάλματα μέχρι τα παραμικρά κι έτσι επικαλείται ον Κύριον Ιησούν σε βοήθεια και ζητεί συγχώρεση , μετάνοια , λυπείται , προσθέτει πένθος , ταπείνωση στην ταπείνωση και κάνει όσα μπορεί, για να διορθώθει και να μην αμαρτάνει πλέον. Για τούτο και περί της νοεράς προσευχής είπε ο Αγ. Ιωάννης της Κλιμακος: «Την κατάσταση που επικρατεί μέσα σου η προσευχή σου θα την φανερώσει. Καθρέπτην αυτήν έχουν δώσει για τους μοναχούς, οι Θεολόγοι

Τέταρτος καρπός της νοεράς προσευχής είναι η καθαρότητα της ανθρωπίνης φύσεως και η μετά την κάθαρση διδομένη υπερφυσική ενέργεια του Αγ. Πνεύματος. Οι Άγιοι Πατέρες μετά τις νηστείες, αγρυπνίες, γονυκλισίες και λοιπές κακοπάθειες του σώματος, για να καθαρίσουν την ανθρώπινη φύση από τα πάθη, επενόησαν και τη μέθοδο της επιστροφής του νου στην καρδιά. Έτσι αφ’ ενός καθαρίζοντας ευκολότερα ο νοός και η καρδιά που είναι τα πλέον ευκολότρεπτα στο κακό και αφ’ ετέρου κάνουν κατάλληλη την ανθρώπινη φύση να δεχθεί την υπερφυσική Χάρη κι ενέργεια του Θεού εξ όλης της ψυχής του , εξ όλης της καρδιάς του ,ε ξ όλης της ισχύος του και εξ όλης της διανοίας του, κατά την πρώτη εντολήν…

Αγιορείτου Μοναχού
«Αδιαλείπτως προσεύχεσθε»
«Ορθόδοξος Κυψέλη»


Μελέτημα 15ον

Πέμπτος καρπός της νοεράς προσευχής είναι ότι , εάν ο νούς συνηθίσει να μπαίνει στην καρδιά και να συνομιλεί με τον ενδιάθετο λόγο και να βρίσκει το θέλημα του, δεν μένει χωρίς χαρά κι ευφροσύνη. Συμβαίνει δηλαδή κάτι παρόμοιο με κάποιον ξενιτεμένο , που , όταν γυρίσει στο σπίτι του, χαίρεται και ευφραίνεται , που αξιώθηκε να δει τη γυναίκα και τα παιδιά του ύστερα από τόσα χρόνια ξενιτιάς. Έτσι συμβαίνει και στο νουν, όταν εισέλθει στην καρδιά του, καθώς λέει και ο Θείος Νικηφόρος ο μονάζων: «Όπως ο άνδρας που έλειπε καιρό από το σπίτι του, όταν επιστρέψει , γίνεται έξαλλος από τη χαρά του, έτσι και ο νους , όταν ενωθεί με την ψυχή , γεμίζει από ανείπωτη χαρά κι ευφροσύνη».

Αφήνω κατά μέρος όλα τα άλλα αγαθά κι υπερφυσικά χαρίσματα, τα οποία αξιώνεται ο πιστός από τη νοερά τούτη επιστροφή του νου και την καρδιακή προσευχή. Μπορείς, αδελφέ μου, να φυλάξεις το νου και την καρδιά σου αν όχι τελείως καθαρή και απαθή- γιατί τούτο είναι δύσκολο να το πετύχεις μέσα στον κόσμο- , τουλάχιστον ολιγοπαθή και όσο σού είναι δυνατόν καθαρά. Η Αγ. Γραφή λέει: «Φύλαγε τον εαυτό σου και μην αφήνεις κανένα κρυφό λογισμό να γίνει ανόμημα στην καρδιά σου». και ο Σολομών παραγγέλει: «Πρόσεχε όλες τις πόρτες της καρδιάς σου ,γιατί όλες είναι έξοδοι προς την ζωήν».

Ο Αγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης , εκφράζεται ως εξής για τη συνεχή επίκληση του ονόματος του Ιησού :
« Ο Ιησούς ας είναι το γλυκύ μελέτημα της καρδιάς σου.
Ο Ιησούς ας είναι το εντρύφημα της γλώσσας σου.
Ο Ιησούς ας είναι το συνεχές αδολέσχημα και η ιδέα του νου σου.
Ο Ιησούς ας είναι η αναπνοή σου και ποτέ να μη χορταίνεις επικαλούμενος τον Ιησούν.
Από αυτή τη συνεχή και γλυκύτατη μνήμη του Ιησού θέλουν εμφυτευθεί και γίνουν μεγάλα δένδρα οι τρεις εκείνες μεγάλες και θεολογικές αρετές, η πίστις, η επλίς και η αγάπη».

Λοιπόν και συ, αδελφέ μου, λέγε το όνομα του Ιησού με αγάπη και δάκρυα, διότι κατά τον Αγ. Ισαάκ «Η θύμηση των αγαπημένων προκαλεί δάκρυα». Όταν έτσι κάνεις, ύστερα από λίγο χρόνο θα έχεις τη συναίσθηση ότι η προσευχή του Χριστού πέρασε από τα χείλη στην καρδιά σου και στον κάθε χτύπο της επαναλαμβάνονται οι λέξεις της. Τα μάτια σου τότε θα σου φαίνεται ότι βλέπουν με την καρδιά σου και μέσα της θα νιώθεις κάτι σαν ελαφρό πόνο, ενώ στη σκέψη σου θα βασιλεύει μεγάλη αγάπη για τον Κύριο Ιησούν. Όποιος ασχολείται με την αδιάκοπη εσωτερική προσευχή όχι μόνο σωφρονεί, αλλά και βλέπει καλά και θεολογεί. «Ζείτε αγνή πνευματική ζωή και τότε δεν θα υποκύπτετε στις επιθυμίες της σάρκας», λέει ο Θείος Παύλος. Η προσευχή είναι ένα λειτούργημα που βοηθάει τον άνθρωπο να επικοινωνεί με το Δημιουργό του. Όλοι οι άγιοι Πατέρες στην κατά κόσμο ζωή την προσευχή είχαν απασχόληση τους και κυριαρχικό βίωμα τους.

Μελέτημα 16ον

Ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης γράφει: οι τρόποι με τους οποίους πρέπει να προσεύχεσαι είναι δύο, εσωτερικός κι εξωτερικός. Ο εσωτερικός είναι το να βιάζεσαι να συμμαζώνεις το νού σου στα λόγια της προσευχής και άλλο κανένα πράγμα να μην τον αφήνεις να συλλογίζεται σοζαζόμενος ότι παρίσταται ενώπιον του Θεού. Και για να συμμαζώνεται ο νούς οσυ ευκολότερα βάστα και λίγο την αναπνοή σου. Την δε καρδιά σου κάνε την να νοστιμεύεται στα λεγόμενα , καθώς νοστιμεύεται και στα καλά φαγητά. Να έχεις ταπείνωση , συντριβή και κατάνυξη, και άλλοτε μεν να προσεύχεσαι με το νού και ην καρδιά , που είναι καλύτερο , άλλοτε δε και με το στόμα.



Ο δε εξωτερικός τρόπος ,κατά τον αυτόν Αγ. Νικόδημον , είναι το να προσεύχεσαι πότε σκύβοντας κάτω την κεφαλή σου, σαν τον τελώνη, πότε στεκόμενος, πότε γονατιστός και πότε σηκώνοντας τα χέρια σου. Όλοι αυτό οι τρόποι είναι μαρτυρημένοι από τις Θεός Γραφές.

Ο καιρός της προσευχής είναι το να προσεύχεσαι στους διορισμένους από την Εκκλησία επτά καιρούς(= εσπερινός , απόδειπνον, μεσονυκτικόν, όρθρον και ώρες) κατά το ψαλμικό «Επτά φορές τη μέρα Σε ύμνησα». Ιδιαίτερα να βιάζεις τον εαυτό σου στο να προσεύχεσαι παντοτινά και αδιάλειπτα, καθώς παραγγέλει ο Απ.Παύλος «Αδιαλείπτως προσεύχεσθαι». Να προσεύχεσαι λοιπόν και όταν κάνεις την τέχνη ή άλλη σου υπηρεσία και να τις αρταίνεις μ ε την προσευχή ωσάν με αλάτι, κατά τον Μέγαν Βασίλειον.

Ο τόπος της προσευχή κατά πρώτον λόγον είναι ο ναός. Κατά δεύτερον λόγον να είναι ο πλέον ήσυχος τόπος του σπιτιού σου· διότι βλέπουμε και τον Απ. Πέτρον που «ανέβη πάνω στο δώμα του σπιτιού να προσευχηθεί».

Λοιπόν με τέτοιο τρόπο προσευχόμενος ομολόγησε ότι όλη σου η ελπίδα και δύναμη είναι ακουμβισμένο πάνω στη δύναμη του λυτρωτού σου και όσο Εκείνος σε κρατάει να μη πέσεις, τόσο θέλεις μείνει όρθιος και από τους πειρασμούς ανίκητος. Και συνεχίζει ο Αγ. Νικόδημος: «Κάμε απόφαση , ότι από τώρα και εμπρός ν’ αφιερώνεσαι κάθε μέρα στον Δεσπότη Χριστό και να μ η αποκάμεις ζητώντας Του έλεος και όλα τα προς σωτηρίαν αιτήματα». Και αν περάσει μήνας κι αν χρόνος κι αν τρία ή τέσσερα και περισσότερα έτη, ώσπου να εισακουσθείς, μη παραιτείσαι , αλλά με πίστη ζήτα πάντοτε υπηρετώντας το αγαθόν». Επειδή βλέπουμε τον δίκαιον εκείνον Ισαάκ, που παρακαλούσε τον Θεό είκοσι ολόκληρα χρόνια, για να του δώσει παιδί και ύστερα τον εισήκουσε. Και πολλοί από τους Αγίους εφώναζαν στο Θεό κάθε μέρα «έλεος, έλεος ,έλεος», άλλος επί πενήντα και άλλος εξήντα χρόνια και ύστερα έπαιρναν το ζητούμενο ή στον καιρόν της ζωής ή στον καιρό του θανάτου!...

Κατά τον Μέγα Βασίλειο κάνει τούτο ο Θεός και δεν μας δίνει εύκολα το ζητούμεμνο και γι’ άλλες αιτίες, που Αυτός ξέρει, κυρίως όμως, για να μας κάνει να στεκόμαστε πάντοτε κοντά Του και για να φυλάξουμε αυτό, που πήραμε με τόσες δυσκολίες.

Παρακάλεσε τον Κύριον, αδελφέ μου, να σου δώσει αυτό το πνεύμα και χάρισμα της προσευχή, με το οποίον ωσάν με ένα χρυσό κλειδί να μπορείς ν’ ανοίγεις σε κάθε καιρό , κατά τις ανάγκες σου, τους θησαυρούς της χάριτος και βοήθείας Του.

Περί αρχιληστού μετανοήσαντος.

Κάποιος Γέροντας διηγήθηκε στους πατέρες, ότι στα προάστια της Αντιόχειας υπάρχει ένα μεγάλο γυναικείο μοναστήρι, μ’ εξήντα Μοναχές. Είναι καστρογυρισμένο και πολύ καλά οχωρωμένο. Κάποιοι ληστές, όμως, γύρω στους δώδεκα, μ΄έναν φοβερό αρχιληστή , το έβαλαν στο μάτι και θέλησαν να πέσουν νύχτα επάνω του και να το κυριέψουν . Έπιασε , λοιπον , ο αρχιληστής να ρωτάει έναν – έναν τους συντρόφους.

-Πως , μπορούμε να μπούμε και να κυριέψουμε το μοναστήρι;
Ένας απ’ αυτούς αποκρίθηκε , λέγοντας
-Θα γυρίσω τα τειχογυρίσματα όλου του μοναστηριου, και θα βρώ- δεω γίνεται – κάποιο πέρσμα ή άλλο πάτημα για να μπορέοσυμε να μπούμε.

-Δεν λές τίποτε, του λέει ο αρχιληστής.

Με τον ίδιο τρόπο ρώτησε και όλους του άλλους· μα , όταν τους άκουγε, απαντούσε σ’ όλους με τον ίδιο τρόπο:

-Δεν ξέρεις τίποτε· δεν λές τίποτε!

Στο τέλος, τον ρώτησαν κ’ εκείνον οι ληστές με τη σειρά τους

-Εσύ , τι προτείνεις, καπετάνιε;

-Ακούστε τι λέω εγώ, τους απαντά: Παίρνω και φορώ στο κεφάλι μου ένα κουκούλιο, σαν τους Μοναχούς της Μεσοποταμίας, ώστε να κρύβει τ’ανασηκωμένα αγριομάλλια μου· μετά, φορώ και το παλλιόν, δηλαδή τον καλογερικό μανδύα, που να σκεπάζει το σπαθί μου που θα’χω δέσει επάνω στο μηρό μου. Και , μόλις νυχτώσει , σαν ένας ξένος μοναχός , πάω και χτυπάω την πόρτα του μοναστηριού· στη θύρωρό, που θα μου ανοίξει, θα πω: ''είμαι ξένος και ντρέπομαι να μπώ και να μείνω στην πόλη, όπου υπάρχουν γυναίκες και πειρασμοί· γιά τ’όνομα του Θεού , κάνετε μου τη χάρη και δώστε μου μιά ψάθα να στρώσω και να κοιμηθώμέσ’ απο τη θύρα , και το πρωΐ παίρνω πάλι το δρόμο μου και φεύγω’’.

Άρεσε σε όλους το σχέδιο του αρχιληστή και το έβαλαν σ’ ενέργεια. Όταν η θυρωρός του μοναστηριού άκουσε απο το στόμα του τέτοια λόγια, τον πήρε για άγιο ερημίτη , και με πολλή χαρά έτρεξε να το αναγγείλει στη αγία Ηγουμένη. (Φυσικά, μέσα στο σχέδιο του αρχιληστή ήταν και το ν’ ανοίξει τα μεσάνυχτα την πύλη και να ορμήσουν μέσα όλοι τους).

Η Ηγουμένη , νομίζοντας πως είναι κάποιος μεγάλος αναχωρητής, τον κάλεσε να μπεί στα επίσημα δωμάτια του μοναστηριού κ' εκάλεσε και όλες τις Μοναχές, να πάρουν την ευχή και την ευλογία του Γέροντα. Έδωσε , αμόμη , εντολή να ζεστάνουν νερό και νε φέουν κοντά το νιπτήρα. Μετά, στάθηκαν όλες οι Μοναχές σε δύο σειρές και άρχισαν να ψάλλουν. Όταν νίφτηκε ο αρχιληστής, που ήταν ντυμένος μοναχός, πήραν το απόπλυμα και το ράντισαν σε όλες τις μναχές, για ευλογία. Μάλιστα μιά μοναχή διακονούσε μιά άρρωστη καλόγρια , που ήταν κατάκοιτη για ένα χρόνο· αυτή , λοιπόν , που διακονουσε την άρρωστη ,πήγε και πήρε λίγο απο το απόπλυμα και λέει στην κατάκοιτη:
-Μεγάλος άνθρωπος και σκητής ήρθε στο μοναστήρι μας, του ρίξαμε νερό να νιφτεί , και μετά ευλογηθήκαμε όλες απ’ το νερό εκείο. Πήρα λοιπόν , κ’ έφερα και σ’ εσένα απ’ το άγιο αυτό νερό, για να ευλογηθείς.

Και τότε συνέβη το παράδοξι τούτο: πήρε απ’ το νερό αυτο η άρρωστη και με πολλή πίστη νίφτηκε, - και αμέσως έγινε καλά! Κ’ ενώ ετοιμαζόνταν η διακονούσα μοναχή να κατέψει και να πάει με τις άλλες, της λέει θαρρετά η άρρωστη:

-Περίμενε με λίγο, σε παρακαλώ,γιατί θα κατέω κ’ εγώ μαζί σου. Θέλω να πάρω κ’εγώ την ευλογία του αγίου Γέροντα.

Σηκλώθηκε , λοιπόν , και κατέβηκαν μαζί. Την πήγε στον νομοιζόμενο για άγιο και διηγήθηκε μπροστά σε όλους το θαύμα.Βλέπονας με πολλή μεγάλη έκπληξη όλες οι μοναχές , το παράδοξο αυτό θαύμα, εδόξασαν το Θεό , και άρχισαν να πέφτουν μιά – μιά στα πόδια του αρχιληστή , ζητώντας την ευχή του.

-Ο Θεός γνωρίζει , Μητέρες και Αδελφές, ότι είμαι αμαρτωλός και αρχιληστής· αυτή τη νύχτα, μάλιστα, είναι να ρθούν κατεπάνω στο μναστήρι και σε σας άλλοι δώδεκα ληστές. Ωστόσο, μη φοβηθείτε· δεν πρόκειται να σας κάνουν κακό!

Κ’ εκείνη τη στιγμή , ξεζώστηκε το σπαθί του και το πέταξε μπρός στα πόδια τους. Οι Μοναχές , άκουσαν όλα τούτα και βλέποντας και το σπαθί του καταγής πάγωσαν! Κ’ έμειναν , απο το βραδυ ίσαμε το πρωΐ, να ψάλλουν κατα χορούς , απο το μεγάλο φρόβο τους…

Όταν προχώρησε η νύχτα και ήρθαν και οι ληστές, βγήκε ο ίδιος ο αρχιληστής και τους διηγήθκε με το νι και με στο σίγμα, όλα όσα συνέβησνα , προσθέντοντας στο τέλος:

-Απο τουτη τη στιγμή αποφάσια κέγώ να γίνω μοναχός και να παρατήσω την ως τώρα ληστρική ζωή μου. Γιατί έτσι μ’εταξε η πρόνοια του Θεού , που μέφερε σ’α υτό το σημείο, εμάνα τον αμαρτολό!

Τότε κ’ εκείνοι, μ’ένα σχεδόν στόμα, του λένε:

-Κι αφού εσύ, ένας τόσο δυνατός και φημισμένος για την αγριότητα του ληστής, τ’α φήνεις όλα και γίεσαι καλόγερος, τότε κ’εμείς αληθινά γινόμαστε Μοναχοί , απο αυτή την ώρα!

Κ΄εγιναν αληθινοί Μοναχοί , όπως μας εμπιστεύτηκαν και μας πληροφόρησαν όσοι τους είσαν , κ’ επρόκοψαν στην μοχαχική ζωή και σε κάθε αρετή. Κ’ εμείς που ακούγαμε, δοξάσαμε την μεγάλο Θεό , που δεν θέλει να χαθεί καμμιά ψυχή , μα οδηγεί όλους τους ανθρωπους στη μετάνοια και στην αλλαγή του βίου , για ν’ απολαύσουν τ’ αγαθά της αιώνια ζωής.


Γυναίκες της Ερήμου.Μικρό Γεροντικό Γ΄.
Π.Β. Πάσχου
ΑΚΡΙΤΑΣ

Περί πορνείας και ελεημοσύνης

Ο αββάς Τιμοόθεος ο πρεσβύτερος, είπε μιά μέρα στον αββά Ποιμένα:

-Ξέρεις Γέροντα, υπάρχει στην Αίγυπτο μιά γυναίκα , η οποία είναι δοσμένη στην πορνεία· μα τα χρήματα που παίρνει τα δίνει σε ελεημοσύνες.

Ο αββάς Ποιμήν του αποκρίθηκε, λέγοντας:

-Σίγουρα η γυναίκα αυτή δεν προκειται να μείνει στην πορενία· γιατί μου φαίνεται πως υπάρχει κάοιος καρπός μέσα της.

Εκείνες τις ημέρες έτυχε να έρθει και η μητέρα του αββά Τιμόθεου, για να τον ιδεί, και τη ρώτησε για το θέμα αυτό:

-Εκείνη η γυναίκα τι έγινε; Έμεινε , όπως ήταν δοσμένη στην πορνεία;

Και η μητέρα του του αποκρίθηκε:

-Ναι δυστυχώς, και μεγάλωσε πιό πολύ τον αριθμό των εραστών της. Αλλά πρέπει να σου πω ακόμη, πως τώρα κάνει πιό πολλές ελεημοσύνες.

Φεύγει τότε ο αββάς Τιμόθεος και πάει πάλι στον αββά Ποιμένα, να του πει τα καθέκαστα. Κ’ εκείνος επιμένει στην πρώτη του γνώμη:

-Όπως σου είπα και την πρώτη φορά, δεν πρόκειται να μείνει στην πορνεία.

Ύστερ’ απο λόγον καιρό, ήρθε πάλι στο μοναστήρι τους μητέρα του Τιμόθεου του πρεσβύτερου, και του λέει:

-Ξέρεις, εκείν’ η πόρνη για την οποία με ρώτησες την άλλη φορά, ήρθε ως εδώ μαζί μου· ήθελε να σε ιδεί , για να προσευχηθείς γι’ αυτήν, μα εγώ δεν τη δέχτηκα.

Μόλις τ’ άκουσε αυτά ο Τιμόθεος, πήγε και τα είπε στον αββά Ποιμένα. Και τότε του λεέι ο Γέροντας:

-Μάλλον εσύ πρέπει, αδελφέ μου, να πας και να τη συναντήσεις.

Σηκώθηκε , λοιπόν , ο Τιμόθεος και πήγε να τη βρεί. Στη συνάντηση , της μίλησε με τα συνήθη πνευματικά λόγια και τις παραινέσεις για τέτοιος πειριστάσεις. Εκείνη άκουσε μ’ ευχαρίστηση μεγάλη και πολύ πόθο, απ’ το στόμα του, τον λόγο του Θεού· έδειξε να ωφεληθηκε πολύ και άρχισε να κλαίει απο κατάνυξη . Σε μιά στιγμή του λέει:

- Εγώ, γέροντα, παύω απο σήμερα να δίνει το σώμα μου στην πορνεία, και ντύνομαι κατάσαρκα το φόβο του Θεού.

Πήρε τότε όλα τα υπάρχοντα της και τα μοίρασε· παράτησε μετά, τους πάντες και τα πάντα, και μπήκε σ’ ένα γυναικείο μοναστήρι, όποθ απο κείνη τηνημέρα έκανε μεγάλη πρόοδο στα πνευματικά, όκως αγαπάει και θέλει ο Θεός.

Βιβλίο Γυναίκες της Ερήμου
Π.Β Πάσχου
Μικρό Γεροντικό
Ακρίτας.

"Το πάθος της βλασφημίας"

ΟΜΙΛΙΑ ΙΓ΄

Το πάθος της βλασφημίας


Αγαπητά μου παιδιά,

Σήμερα θα μιλήσουμε για το επάρατον πάθος της βλασφημίας. Είναι κάτι πολύ φοβερό. Η γη μας σηκώνει ένα ασήκωτο βάρος βλασφημίας από τους υιούς των ανθρώπων. Βογγάει η γη από το έγκλημα αυτό. Το βλέπουμε στην πράξι. Δεν ξέρω πόσο είναι το ποσοστό ,κυρίως βέβαια των ανδρών, που προφέρουν τις φοβερές βλασφημίες εναντίον Εκείνου, που κρατά το σύμπαν με το νεύμα Του. Εγκληματούν κάθε στιγμή. Αν θα ρίξουμε μια ματιά με την φαντασία μας στο πλήθος των ανθρώπων, θα μπορέσουμε να υπολογίσουμε σε κάθε στιγμή χρόνου, πόσες τρομερές βλασφημίες εκτοξεύονται προς τον ουρανό και συναντούν ή μάλλον πληγώνουν την καρδιά Εκείνου, που σταυρώθηκε γι’ αυτούς.
Έχουμε και το άπειρον πλήθος των δαιμόνων, που βλασφημούν απεριόριστα και ασίγαστα. Η ζωή τους, η ύπαρξίς τους ,το νόημα της υπάρξεώς τους ,δεν είναι τίποτε άλλο∙ δεν έχουν κανένα άλλο σκοπό να ζουν, παρά μόνον το πώς να κατεβάζουν τον Θεό κάτω από τα πόδια τους. Δισεκατομμύρια δαίμονες βλασφημούν απεριόριστα∙ ακολουθούν οι άνθρωποι πίσω απ’ αυτούς ,που συνεχίζουν και συμπληρώνουν το έργο των δαιμόνων. Κι έτσι ο καλός μας Χριστός βρίσκεται ανά πάσαν στιγμήν Εσταυρωμένος από τα πλάσματά Του.
Οι Εβραίοι μία φορά Τον σταύρωσαν. Ενώ εμείς οι Χριστιανοί, οι Ορθόδοξοι, οι λυτρωθέντες από την αιώνιο καταδίκη με το Πανάγιον Αίμα Του, εμείς Τον ξανασταυρώνουμε ,τον ξαναπληγώνουμε, του ξαναβάζουμε το ακάνθινο στεφάνι στην Άχραντον Κεφαλήν Του και Του προξενούμε τόσον πόνο – περισσότερο και από τον πόνο των Ιουδαίων, οι οποίοι δεν τον πίστευαν. Εμείς Τον πιστεύουμε, έχουμε λουσθή στο Ιερόν Βάπτισμα, Τον κοινωνούμε, και μετά Τον βλασφημούμε. Αυτό μπορώ να πω ότι είναι το μεγαλύτερο αμάρτημα και έγκλημα από όλα τα αμαρτήματα και εγκλήματα, που μπορεί να διαπράξη ο άνθρωπος. Όσα άλλα κι αν κάνη, θα είναι ή στον εαυτό του ή στους άλλους. Αυτό όμως αναφέρεται κατ’ ευθείαν στον Χριστό ή στην Παναγία μας.
Ο βλάσφημος άνθρωπος βλασφημεί, όχι γιατί του φταίει ο Θεός. Κάτι άλλο του συμβαίνει ή στην δουλειά του ή στο σπίτι του ή στα παιδιά του ή στη γυναίκα του κ.λπ. , και αντί να βλασφημήση αυτά τα πρόσωπα, αθέλητα και ανεξέλεγκτα κατεβάζει τον Θεό κάτω, και Τον ποδοπατεί με βλασφημίες κι απαίσια λόγια.
Να σκεφθούμε την καρδιά του Χριστού και της Παναγίας, πόσο πολύ πληγώνονται, όταν συνεχώς ,συνεχώς ακούνε βλασφημίες. Παρ’ όλην αυτήν την κατάστασι ο Χριστός μας ανά πάσαν στιγμήν είναι έτοιμος, η καρδιά Του ανοιχτή, να δεχθή αυτόν τον βλάσφημο , να τον συγχωρέση, να τον αγκαλιάση, να τον ασπασθή και να του ανοίξη την Πύλη του Παραδείσου. Η μακροθυμία του Θεού δεν έχει όρια. Εμείς οι άνθρωποι αμαρτάνουμε συνεχώς, πότε με το ένα αμάρτημα, πότε με το άλλο και συνεχώς πικραίνουμε τον Θεό. Ευτυχώς που υπάρχουν ελάχιστοι άνθρωποι ακόμη, οι οποίοι του δίνουν παρηγορία∙ «και επί τοις δούλοις αυτού παρακληθήσεται» ( Δευτερ. 32, 36 ) .
Και η Παναγία μας πολύ πικραίνεται μ’ αυτό το συνεχές αμάρτημα ! Θα σας πω το εξής: Οι Άγιοι Πατέρες της Εκκλησίας μας θέλοντας να στολίσουν την Μεγάλη Τεσσαρακοστή, αλλά και να προσφέρουν ιδιαίτερη τιμή και δόξα και λατρεία στην Μεγάλη μας Μητέρα, την Παναγία μας, κανόνισαν ώστε ο Ακάθιστος Ύμνος με τα αμέτρητα «Χαίρε» προς Αυτήν, να ψάλλεται κάθε Παρασκευή βράδυ τις πέντε εβδομάδες της Μεγάλης Τεσσαρακοστής. Αυτά τα «Χαίρε» τα ψάλλουμε από ευγνωμοσύνη στην Παναγία μας, λέγοντάς της να χαίρεται ,διότι έφερε την λύτρωσι στον κόσμο.
Μέσα όμως από αυτά τα πολλά «Χαίρε» ακούγεται μία φωνή ,η οποία μας λέγει: «Γιατί μου λέτε να χαίρωμαι;»- είναι η φωνή της Παναγίας μας. «Πώς να χαίρωμαι , καθ’ ην στιγμήν εσείς οι ορθόδοξοι Χριστιανοί ,που αναγνωρίζετε όλο αυτό το μεγαλείο της ενανθρωπήσεως του Υιού μου, φθάνετε στο σημείο να σταυρώνετε το Παιδί Μου!»….

…Ξανασταυρώνουμε τον Κύριον της Δόξης ημείς οι ταλαίπωροι κι μετά περιμένουμε να μας έρθουν ημέρες καλές, ημέρες ευλογίας. Δυστυχώς μας έρχονται όλο και χειρότερες ημέρες από αυτήν την βλασφημίαν του Θεού…

Μήπως ο Θεός ζητά πολλά πράγματα; Όχι. Το βλέπουμε στην παραβολή του ασώτου υιού. Εκείνος ζήτησε το μερίδιό του, το πήρε, το σπατάλησε, και μετά με την φώτησι του Θεού Πατέρα επιστρέφει. Μόλις σκέφθηκε ότι απέτυχε στην προσπάθειά του να ζήση μόνος του κι ότι πρέπει να γυρίση πίσω, ο Θεός και Πατέρας βγήκε από το σπίτι Του και τον περίμενε. Έτσι περιμένει τον κάθε αμαρτωλό άνθρωπο.
Κι αφού ο Θεός αγαπά τον βλάσφημο και τον περιμένει, κι εμείς πρέπει να τους αγαπάμε τους ανθρώπους αυτούς και να αναλάβουμε τον αγώνα να τους βοηθήσουμε να σταματήσουν αυτό το έγκλημα. Ο κάθε ένας από μας, όταν βλέπουμε τους γύρω μας , τον άνδρα, το παιδί , τον γείτονα, να υποπίπτη στο έγκλημα της βλασφημίας, με την προσευχή μας και με διάκρισι να τους βοηθούμε, όσο μπορούμε. Να τους διαφωτίζουμε, να τους νουθετούμε καταλλήλως με αγάπη και καλό τρόπο, ώστε να μην πληγώνουν άλλο την καρδιά του Χριστού και της Παναγίας μας και να μην πανηγυρίζη άλλο ο διάβολος. Διότι ξέρει ότι με τον θάνατο αυτοί θα αντιμετωπίσουν αδέκαστο Κριτή τον Θεό, οπότε θα τους κερδίση εκείνος, ο δαίμονας.
Είναι πολύ ευχάριστο και ενθαρρυντικό το ότι έρχονται άνδρες στην εξομολόγησι, που επιστρέφουν, κλαίνε κι αλλάζουν τρόπο ζωής. Κι αυτό προέρχεται από την φώτησι του Θεού κι από τις προσευχές και την βοήθεια των Χριστιανών και ιδιαίτερα των γυναικών.
Γι’ αυτό, ας βοηθούμε, όσο μπορούμε, με την Χάρι του θεού, ώστε να χάνη ο διάβολος συνεχώς ψυχές και να τις κερδίζη ο Χριστός μας. Αμήν.

Από το βιβλίο «ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΕΦΡΑΙΜ ΦΙΛΟΘΕΪΤΟΥ
Η ΤΕΧΝΗ ΤΗΣ ΣΩΤΗΡΙΑΣ»
(ΟΜΙΛΙΑΙ)
ΤΟΜΟΣ Α΄
ΕΚΔΟΣΙΣ
ΙΕΡΑΣ ΜΟΝΗΣ ΦΙΛΟΘΕΟΥ
ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ
2005

Η ιδιόχειρη διαθήκη του πατρός Παϊσίου του Αγιορείτου





Του λόγου μου ο Μοναχός Παΐσιος, όπως εξέτασα τον εαυτόν μου, ίδα ότι όλες της εντολές του Κυρίου της παρέβην, όλες της αμαρτίες της έχω κάνη. Δεν έχει σημασία εάν, ορισμένες έχουν γίνη σε μικρότερο βαθμό, διότι δεν έχω καθόλου ελαφριντικά, επειδή με έχει εβεργετίση πολύ ο Κύριος.

Εύχεσθε να με ελεήση ο Χριστός. Συνχωρέστε με, και συνχωρημένοι να είναι όσοι νομίζουν ότι με λύπησαν.

Ευχαριστώ πολύ, και πάλη εύχεσθε.
Μοναχός Παΐσιος

Απο το :

www.arxontariki.net

Παρασκευή 11 Σεπτεμβρίου 2009

Αββά Ζωσιμά: Όταν σε αδικούν

Άρχισε να διδάσκει ο μακάριος Ζωσιμάς , αφού σφράγισε πρώτα το στόμα του με το σημείο του σταυρού

Ο άνθρωπος του Θεού προχωρώντας και προκόβοντας πνευματικά, όλα τα θεωρεί σαν σκουπίδι , έστω κι αν όλος ο κόσμος είναι δικός του. Διότι , όπως λέω, δεν βλάπτει το να έχεις, αλλά το να είσαι προσκολλημένος σε όσα έχεις.

Θυμήθηκε τότε την περίπτωση του αδελφού με τα λαχανικά και αναρωτήθηκε.
Μήπως δεν έσπειρε, δεν κοπίασε, δεν καλλιέργησε; Μήπως τα ξερρίζωσε και τα πέταξε; Όχι. και όμως τα είχε σαν να μην τα είχε∙ απόδειξη ότι όταν πήγε ο γέροντας εκείνος θέλοντας να τον δοκιμάσει και άρχισε α τα καταστρέφει, δεν τα λογάριασε καθόλου ο αδελφός∙ αλλά όταν απόμεινε μια ρίζα του είπε:
-Αν θέλεις, πάτερ, άφησε την αυτή για να σου κάνω το τραπέζι.
Τότε κατάλαβε ο άγιος ότι ήταν γνήσιος δούλος του Θεού και όχι των λαχανικών και του λέει:
-Το Πνεύμα του Θεού , αδελφέ, έχει αναπαυθεί επάνω σου!
Αν όμως είχε προσπάθεια στα λαχανικά θα φανερωνόταν αμέσως, με τη θλίψη και την ταραχή.

Και έλεγε ότι αν δούν οι δαίμονες ότι κάποιος υβρίσθηκε ή ατιμάσθηκε ή ζημιώθηκε ή έπαθε ο,τιδήποτε παρόμοιο και θλίβεται όχι γιατί έπαθε άδικα, αλλά γιατί δεν υπέμεινε με γενναιότητα, φοβούνται, γιατί ξέρουν ότι μπήκε στον δρόμο της αλήθειας και θέλει να βαδίσει κατά τις εντολές του Θεού.

Θυμήθηκε τότε τον άγιο Παχώμιο που ήθελε να μεγαλώσει το μοναστήρι και γι’ αυτό τον μάλωσε ο μεγαλύτερος αδελφός του λέγοντας:
-Πάψε να είσαι υπερήφανος!
Και ο άγιος Παχώμιος αν και είχε δεχθεί θεία αποκάλυψη γι’ αυτό το έργο, είπε μόνο:
-Παρακινήθηκα από την ιδέα ότι θα ήταν καλό.
Κυριάρχησε στη καρδιά του και δεν αντιμίλησε καθόλου. Την νύχτα κατέβηκε σ’ ένα μικρό υπόγειο και άρχισε να κλαίει και να προσεύχεται λέγοντας:
¨Ω Θεέ μου, το φρόνημα της σαρκός ακόμη ζει μέσα μου…Αλλοίμονο μου! μετά από τόση άσκηση και προετοιμασία της καρδιάς , πάλι αρπάζομαι από τον θυμό, έστω και για καλό. Ελέησέ με να μη χαθώ, Κύριε».
Μ’ αυτά τα λόγια προσευχόταν . έμεινε όλη τη νύχτα επαναλαμβάνοντας τα με κλάματα, ώσπου ξημέρωσε. Και ήταν τόσος ο ιδρώτας που έχυσε-γιατί ήταν καλοκαίρι και φλεγόταν ο τόπος- ώστε τα’ αχνάρια των ποδιών του λάσπωσαν.

Μιαν άλλη φορά είπε:
Αν κανείς φέρει στο νού του κάποιος που τον λύπησε ή τον ζημίωσε ή τον ντρόπιασε ή τον διέσυρε χωρίς λόγο ή του έκανε οποιοδήποτε άλλο κακό, και αρχίσει να πλέει λογισμούς εναντίον του , αυτός επιβουλεύεται την ίδιδα του τη ν ψυχή , όπως οι δαίμονες, και είναι αρκετός μόνος του για την καταστροφή του. Αλλά τι λέω «να πλέκει»; Αν δεν τον θυμάται σαν γιατρό και ευεργέτη , αδικεί τρομερά τον ευατό του! Γιατί λές ότι πάσχεις αυτός σε καθαρίζει και οφείλεις να τον θεωρείς σαν γιατρό σταλμένο από τον Χριστό. Αυτό καθ’ εαυτό άλλωστε το ότι πάσχεις είναι δείγμα αρρωστημένης ψυχής∙ αν δεν ήσουν άρρωστος δεν θα έπασχες∙ και χρωστάς χάρη στον αδελφό διότι μέσω αυτού έμαθες την πορεία της αρρώστειας σου. Οφείλεις επομένως να δέχεσαι όσα σου κάνει σαν θεραπευτικά φάρμακα σταλμένα από τον Ιησού.
Αν όμως , όχι μόνο δεν τον ευχαριστείς αλλά και λυπάσαι και τον κατηγορείς και πλέκεις λογισμούς εναντίον του , είναι σαν να λές στον Ιησού:
-Δεν θέλω να γιατρευτώ από σένα! Δεν θέλω τα φάρμακα σου Θέλω να σαπίσω στα τραύματά μου! Θέλω να γίνω υπήκοος των δαιμόνων!
Αυτή όμως η αντίδραση είναι όλεθρος και κόλαση αιώνια για την ψυχή. ενώ αντίθετα σωτηρία της είναι η τήρηση των εντολών του Χριστού , γιατί αυτές σαν όργανα καυτηριασμού και καθαρτικά την καθαρίζουν από τις κακίες. Όποιος επομένως θέλει
Και ποθεί να γιατρευτεί , είναι ανάγκη να υπομένει όσα επιβάλλει ο γιατρός. Άλλωστε ούτε ο άρρωστος ευχαριστείται όταν εγχειρείται ή καυτηριάζεται ή πίνει καθάρσιο∙ πείθει όμως τον εαυτό του ότι χωρίς αυτά είναι αδύνατο ν’ απαλλαγεί απο την ασθένεια., παραδίνεται λοιπόν στο γιατρό ξέροντας ότι με λίγη ταλαιπωρία θα γλυτώσει από πολλή αδιαθεσία και πολυχρόνια νόσο.
Καυτήρας του Ιησού είναι όποιος μας βλάπτει.

Αφαίρεσε τους πειρασμούς και τον πόλεμο των λογισμών και δεν γίνεται κάνεις άγιος. «Όποιος αποφεύγει ωφέλιμο πειρασμό, αποφεύγει την αιώνια ζωή», είπε κάποιος άγιος.
Ποιος προξένησε στους αγίους μάρτυρες εκείνα τα στεφάνια, αν όχι όσοι τους αδίκησαν; Ποιος έγινε αιτία να δωρηθεί στον άγιο Στέφανο τέτοια δόξα, αν όχι όσοι τον λιθοβόλησαν;

Πρέπει να καταλάβουμε ένα πράγμα∙ ότι κανένας δεν λέει τόσο την αλήθεια , όσο αυτοί που μας κατηγορούν. Γνωρίζει ο Κύριος, «ο ετάζων καρδίας και νεφρούς» (Ψαλμ. 7,10), ότι αν όλοι οι άνθρωποι επαινούν και μακαρίζουν όλες τις πράξεις μου, στην πραγματικότητα είναι άξιες ψόγου και «αισχύνης εμπτυσμάτων» ( Ησ. 1,6). Ενώ αν πουν , «αυτό κι αυτό το κακό έκανες», εγώ θα πω, «μα μήπως έκανα και κανένα καλό»; Γιατί κανένας δεν ψεύδεται τόσο όσο αυτοί που με επαινούν και με μακαρίζουν∙ και κανείς δεν αληθεύει τόσο, όσο εκείνοι που με ψέγουν και μ’εξευτελίζουν, καθώς προείπα. Και πάλι δεν λένε όλη την αλήθεια. Διότι αν μπορούσαν, ( δεν λέω το πέλαγος, αλλά) έστω και κάποιο μέρος των κακών μου να δούν, θ’ αποστρεφόταν τη ακαθαρσία , τον βόρβορο και την δυσωδία της ψυχής μου.
Αν γίνουν τα σώματα των ανθρώπων γλώσσες, για να μας λοιδωρούν , είμαι βέβαιος ότι και πάλι δεν θα μπορέσει να περιγράψει την ατιμία μας∙ διότι καθένας που μας κατηγορεί , λέει μόνο ένα μέρος∙ όλα είναι αδύνατον να τα ξέρει. Αν ο δίκαιος Ιώβ είπε, «είμαι γεμάτος ατιμία» (Ιώβ 10,15), - και το «γεμάτος», δεν επιδέχεται καμία προσθήκη – τι να πούμε εμείς που είμαστε πέλαγος όλων των κακών; Ο διάβολος μας ταπείνωσε σε κάθε είδος αμαρτήματος. Οφείλουμε ωστόσο να ευγνωμονούμε τον Θεό που έτσι ταπεινωθήκαμε. Όσοι ευγνωμονούν γιατί ταπεινώθηκαν συντρίβουν τον διάβολο, αφού , καθώς είπαν οι πατέρες, αν κατέβει η ταεπινωση στον άδη, ανεβάζεται στον ουρανό και αν υψωθεί η υπερηφάνεια στον ουρανό καταποντίζεται στον άδη.
Ποιος πορεί τάχα να πείσει τον ταπεινό να πλέξει λογισμούς εναντίον κάποιου ή να τον κατηγορήσει ή έστω ν’ανεχθεί μομφή κατά του πλησίον; Ό,τι πάθει ή ακούσει ο ταπεινός παίρνει αφορμή για να κατηγορήσει και να υβρίζει τον εαυτό του.
Και έφερε σαν παράδειγμα τον αββά Μωϋσή , όταν τον έδιωξαν οι κληρικοί από το ιερό βήμα λέγοντάς του:
-Πήγαινε έξω , αράπη!
Κι εκείνος άρχισε να τα βάζει με τον εαυτό του:
Ακάθαρτε μαύρε! Καλά σου έκαναν! Αφού δεν είσαι άνθρωπος τι θες και πας με τους ανθρώπους;

Πράγματι , πρόσθεσε ο αββάς Ζωσιμάς, όποιος ποθεί τη αληθινή ευθεία οδό , μαλώνει αυστηρά τον εαυτό του όταν ταράζεται , και τον ελέγχει αδιάκοπα: « Τι μαίνεσαι ψυχή μου; τι ταράζεσαι και αφρίζεις; Μ’ αυτόν τον τρόπο δείχνεις ότι νοσείς∙ αν δεν νοσούσες δεν θα πονούσες! Γιατί, αντί να μέμφεσαι τον εαυτό σου , τα βάζεις με τον αδελφό , που σου φανέρωσε την αρρώστεια σου; μάθε αληθινά και στην πράξη τις εντολές του Χριστού, «ο οποίος όταν υβριζόταν δεν ύβριζε, και όταν έπασχε δεν απειλούσε» (Α΄ Πέτρ.2,22). Άκουσε Τον να λέει και εμπράκτως να το δείχνει: « έδωσα τη ΄ραχη μου σε μαστίγωμα, τις σιαγόνες σε ραπίσματα, το πρόσωπό μου δεν το απέστρεψα από την εντροπή των εμπτυσμάτων « (Ησ. 1,6). Και σύ , άθλια ψυχή, για μία ύβρη και προσβολή, παραδίνεσαι στο πλέξιμο χίλιων δυο λογισμών κι έτσι επιβουλεύεσαι τον ίδιο τον εαυτό σου , όπως οι δαίμονες. Τον σταυρό του Χριστού τον βλέπουμε∙ τα πάθη Του που πέρασε για μας τα διαβάζουμε κάθε μέρα∙ και όμως δεν ανεχόμαστε καμμία προσβολή …Πάει , ξεφύγαμε από τον ίδιο δρόμο».


Κάποτε τον ρώτησαν:
-Πως μπορεί κανείς όταν τον κακολογούν και τον εξευτελίζουν να μη θυμώνει;
Και αποκρίθηκε:
-Όποιος θεωρεί τον εαυτό του τιποτένιο, δεν ταράζεται, καθως είπε και ο αββάς Ποιμήν: «Εάν εξευτελίσεις τον εαυτό σου , θα βρείς ανάπαυση».

Ένας από τους αδελφούς που έμειναν μαζί μου και πήραν από μένα το μοναχικό σχήμα, μου λέει μια μέρα:
-Αββά μου, σε αγαπώ πολύ.
-Δεν βρήκα ακόμη κάποιον που να μ’ αγαπάει όπως τον αγαπώ εγώ, του απάντησα. Να, τώρα λές εσύ «σ’ αγαπώ»∙ το πιστεύω∙ αν όμως γίνει κάτι που δεν σ’ αρέσει δεν θα μείνεις ο ίδιος. Ενώ εγώ ό,τι κι αν πάθω από σένα δεν μπορώ ν’ απομακρυνθώ από την αγάπη σου.

Δεν πέρασε πολύς καιρός και δεν ξέρω τι του συνέβη∙ άρχισε να λέει πολλά εναντίον μου, ακόμη και αισχρά λόγια. τα μάθαινα όλα κι έλεγα στον εαυτό μου:
«Είναι καυτήρας του Ιησού , που στάλθηκε για να γιατρέψει την κενόδοξη ψυχή μου. από κάτι τέτοιους μπορεί κανείς να βγεί κερδισμένος αν βρίσκεται σε πνευματική εγρήγορση , όπως από εκείνους που τον επαινούν ζημιώνεται. Αυτός είναι αληθινός ευεργέτης μου»!
Έλεγα μάλιστα στους αγγελιοφόρους:
-Μόνο τα φανερά μου κακά ξέρει κι αυτά όχι όλα, αλλά ένα μικρό μέρος. Τα κρυφά όμως είναι αναρίθμητα.
Μετά από καιρό με συναντάει στην Καισάρεια. Έρχεται κατά τη συνήθεια του, με αγκαλιάζει και με καταφιλάει κι εγώ εκείνον σάν να μη συνέβη τίποτε. (Διότι κι ενώ έλεγε όλα αυτά, όταν με συναντούσε με αγκάλιαζε μ’ εγκαρδιότητα κι εγώ δεν του έδειχνα καμμίαν επιφυλακτικότητα ούτε το παραμικρό σημάδι , αν και τα μάθαινα όλα).
Αυτή τη φορά λοιπόν πέφτει στα πόδια μου και μου λέει:
-Συγχώρεσέ με, αββά μου, για τ’ όνομα του Κυρίου, διότι πολλά και φοβερά είπα εις βάρος σου.
Κι εγώ καταφιλώντας τον του απάντησα χαριεντιζόμενος:
-Θυμάται η θεοφιλία σου , πάτερ, τον λόγο που μου είπες κάποτε; Ας πληροφορηθεί λοιπόν η καρδιά σου ότι τίποτε δεν αγνοώ από όσα έχεις πει, αλλά όλα τα έμαθα και που και σε ποιους τα είπες. Δεν είπα όμως ποτέ ότι δεν είναι έτσι , ούτε με έπεισε κανείς να πω κάτι εις βάρος σου. Δεν παρέλειπα ποτέ να σε μνημονεύω στις προσευχές μου και θα σου φέρω ένα τεκμήριο αγάπης: Κάποτε πόνεσε πολύ το μάτι μου∙ τότε σ’έφερα στο νού μου και σταυρόνοντας το είπα: «Κύριε , Ιησού Χριστέ, με τις ευχές του αδελφού , θεράπευσε με». Και αμέσως γιατρεύτηκα!

Θυμήθηκε τότε ο μακάριος κάποιον αββά πραότατο, που για τη μεγάλη του αρετή και τα θαυμαστά σημεία που επιτελούσε, όλη η χώρα τον τιμούσε σάν άγγελο Θεού:
Μια μέρα πήγε κάποιος παρακινημένος από τον πονηρό και τον έβρισε βαρειά μπροστά σε όλους. Ο γέροντας στεκόταν προσέχοντας τον μέσα στο στόμα και λέγοντας:
-Χάρη Θεού στο στόμα σου αδελφέ.
-Ναι, φαύλε, γεροφαγά!...συνέχιζε μανιασμένος εκείνος. Αυτά τα λές για να φανείς στους άλλους πράος.
-Πράγματι, αδελφέ μου, παραδέχτηκε ο γέροντας, αυτό που λές είναι αληθινό.
Μετά το επεισόδιο τον ρώτησε κάποιος:
-Δεν ταράχτηκες καθόλου καλόγερε;
-Όχι! αποκρίθηκε. Αλλά ένιωθα σαν να σκέπαζε την ψυχή μου ο Θεός.




Όταν ήμουν σ’ ένα μοναστήρι της Τύρου – πριν βγώ στην έρημο- μας επισκέφθηκε ένας ενάρετος γέροντας την ώρα που διαβάζαμε τα «Αποφθέγματα των αγίων Γερόντων»
Διαβάζοντας φθάσαμε στον ασκητή εκείνο προς τον οποίο πήγαν οι λησταί και του είπαν:
-Θέλουμε όλα όσα έχεις στο κελλί σου.
Κι εκείνος απαντούσε:
-Όσα σας φαίνονται καλά, παιδιά μου , πάρτε τα.
Τα πήραν λοιπόν όλα και έφυγαν. Άφησαν μόνο ένα σκαλιστήρι. Το παίρνει αμέσως ο γέροντας και τρέψει πίσω τους φωνάζοντας:
-Παιδιά , πάρτε αυτό που ξεχάσατε.
Οι λησταί τότε, θαυμάζοντας την ανεξικακία του, τα επέστρεψαν όλα στο κελλί τους και μετανοημένοι είπαν μεταξύ τους:
-Πραγματικά ο άνθρωπος αυτός είναι του Θεού…
Μόλις λοιπόν το διαβάσαμε αυτό , μου λέει ο επισκέπτης μας γέροντας:
-Ξέρεις, αββά μου, αυτό το περιστατικό πολύ με ωφέλησε.
-Πως , πάτερ, τον ρώτησα εγώ.
Και μου διηγήθηκε:
-Κάποτε που έμενα στα μέρη του Ιορδάνη, το διάβασα, θαύμασα τον γέροντα κι έλεγα:
«Κύριε, Συ που με αξίωσες να έλθω στο σχήμα των αγίων αυτών γερόντων, αξίωσέ με ν’ ακολουθήσω και τα ίχνη τους».
Καθώς λοιπόν είχα τούτο τον πόθο, μετά δυο μέρες φθάνουν λησταί. Μόλις χτύπησαν την πόρτα και κατάλαβα ότι ήταν λησταί, είπα: «Δόξα τω Θεώ, τώρα είναι καιρός να δείξω τον καρπό του πόθου μου». άνοιξα και τους δέχθηκα με ιλαρόηττα. Άναψα ένα λυχνάρι και άρχισα να τους δείχνω τα πράγματα λέγοντας.
-Μην ανησυχείτε. Πιστεύω ότι με τη χάρη του Κυρίου δεν θα σας κρύψω τίποτε.
-Έχεις χρυσάφι; Με ρωτούν.
-Ναι, έχω τρία νομίσματα.
Και άνοιξα μπροστά του ένα κουτί. Τα πήραν κι έφυγαν με ειρήνη.
Τότε εγώ-συνεχίζει ο αββάς Ζωσιμάς- αστειευόμενος του είπα:
-Γύρισαν , όπως και στον γέροντα;
Μου απαντάει αμέσως:
-Ο Θεός να μην το δώσει, γιατί εγώ δεν ήθελα να επιστρέψουν.


Ο μακάριος Σέργιος μου διηγήθηκε τα εξής:
Βαδίζαμε κάποτε μ’ έναν άγιο γέροντα και χάσαμε τον δρόμο. Χωρίς να ξέρουμε που πάμε, βρεθήκαμε σ’ ένα σπαρμένο χωράφι και πατήσαμε κατά λάθος λίγα σπαρτά. Μόλις μας αντιλήφθηκε ο γεωργός, οργίσθηκε πολύ κι άρχισε να μας βρίζει:
-Μοναχοί είστε σείς; Αν φοβόσασταν τον Θεό, δεν θα το κάνατε αυτό!
Τότε μας λέει ο άγιος:
-Για το όνομα του Κυρίου, μη μιλήσει κανείς.
Και είπε στον γεωργό με πραότητα:
-Καλά λές παιδί μου! Αν είχαμε φόβο Θεού, δεν θα το κάναμε.
Εκείνος όμως συνέχισε να βρίζει αγριεμένος.
Ο γέροντας πάλι παραδέχθηκε:
-Έχεις δίκιο∙ αν είμαστε πραγματικοί μοναχοί , δεν θα σου κάναμε τέτοια ζημιά! Αλλά, για τον Κύριο, συγχώρησε μας, σε παρακαλούμε, που αμαρτήσαμε.
Έκπληκτος τότε πια εκείνος ρίχνεται στα πόδια του γέροντα λέγοντας:
-Συγχώρεσέ με συ , αββά, για τον Κύριο, και πάρε με μαζί σου.
Και ο μακάριος Σέργιος με βεβαίωσε:
-Π{πραγματικά μας ακολούθησε κι έλαβε το μοναχικό σχήμα.
Και τονίζει ο αββάς Ζωσιμάς:
Να τι κατόρθωσε μετά τον Θεό η πραότητας και η ειλικρινής ομολογία του αγίου: Να σώσει ψυχή πλασμένη «κατ’ εικόνα» Θεού , που την προτιμάει ο Κύριος περισσότερο από μύριους κόσμους με όλα τα αγαθά τους!


Μου διηγήθηκε ένας αγαπητός αδελφός τα ακόλουθα
Είχαμε πολλή αγάπη με κάποιο διάκο της λαύρας του αβά Γερασίμου στον Ιορδάνη. Κάποτε όμως, χωρίς να ξέρω για ποιο λόγο, άρχισε να μου φέρεται ψυχρά. Τον ρώτησα να μάθω την αιτία και μου είπε∙ «Αυτό κι αυτό έκανες». Εγώ τον βεβαίωνα ότι δεν συνέβη τίποτε τέτοιο, μα εκείνος μου απάντησε:
-Συγχώρησέ με, αλλά δεν πείθομαι ότι είσαι έτσι που τα λές.
Γυρίζοντας στο κελλί μου άρχισα να ερευνώ τη συνείδησή μου, αν είχα κάνει κάτι τέτοιο, αλλά δεν εύρισκα.
Η ψυχρότητα όμως με τον διάκο συνεχιζόταν. Τότε θυμήθηκα τα λόγια των αγίων Πατέρων και στρέφοντας λίγο τον λογισμό μου λέω στον εαυτό μου:
«Ο διάκονος με αγαπάει γνήσια και γι’ αυτό πήρε το θάρος να μου φανερώσει ό,τι είχε η καρδιά του για μένα, ώστε να μην το ξανακάνω. Αλλά εσύ αθλία ψυχή λές: «δεν το έκανα αυτό». μύρια κακά έχεις διαπράξει και τα έχεις λησμονήσει. Που είπαν όσα έκανες χθες ή πριν δέκα μέρες; Τα θυμάσαι; Κι αυτό λοιπόν το έκανες, όπως κι εκείνα, και το ξέχασες, όπως κι εκείνα»
Με τέτοιο λογισμό σηκώθηκα και πήγα να του βάλω ματάνοια. Χτύπησα την πόρτα. Μόλις όμως άνοιξε , μου έβαλε πρώτος εκείνος μετάνοια λέγοντας:
-Συγχώρησέ με, αδελφέ, γιατί με εξαπάτησαν οι δαίμονες και σε υποψιάσθηκα άδικα για κείνη την περίπτωση. Με πληροφόρησε όμως ο Θεός ότι πραγματικά εσύ ήσουν αθώος.
Και δεν με άφησε να του πω τίποτε, επιμένοντας ότι δεν υπάρχει πια λόγος.



ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ
ΩΡΩΠΟΣ ΑΤΤΙΚΗΣ
2003

Ανεξικακία

Ένας αδελφός που έτυχε να αδικηθεί από κάποιον άλλο επήγε στον Αββά Σισώη και του εξωμολογήθη∙
-Πάτερ, ο τάδε αδελφός με αδίκησε κι’ ο λογισμός μου με βασανίζει να τον εκδικηθώ.
-Όχι τέκνον μου , άρχισε να τον συμβουλεύει ο Όσιος. Άφησε την εκδίκηση στα χέρια του Θεού.
- Δεν θα ησυχάσω, αν δεν τον κάνω να πονέση, όπως πόνεσα κι’ εγώ, εξακολούθησε να λέγη συνεπαρμένος από το πάθος του ο νέος.
Αφού δεν έπαιρνε από λόγια , ο Όσιος τον φώναξε να κάνουν προσευχή μαζί, για να τον φωτίση ο Θεός να καταλάβη ποιο ήτο το ψυχικό του συμφέρον. Εγονάτισαν ο ένας δίπλα σστον άλλον και ο Αββάς Σισώης, σηκώνοντας τα χέρια προς τον ουρανό, είπε αυτή την προσευχή∙
-Κύριε και Θεέ μας, εμείς τα παιδία σου σου δηλώνουμε σήμερα με τας πράξεις μας, ότι δεν έχομε πια ανάγκη να έχης Συ την φροντίδα μας, γιατί εμάθαμε μόνοι να φροντίζουμε για τον εαυτό μας και αυτοπροσωπως να εκδικούμεθα για λογαριασμό μας.
Ταράχτηκε ο αδελφός ακούγοντας τα λόγια της προσευχής , έστω και αν ήσαν απολύτως σύμφωνα με την ψυχική του κατάσταση.
-Συγχώρεσέ με, Πάτερ, είπε μετανοημένος στον Άγιο Γέροντα. Δεν επιθυμώ πια να εκδικηθώ τον αδελφό μου.

Κάποιος Χριστιανός πήγε να συμβουλευθή τον Αββά Σιλουνανό.
-Έχω ένα θανάσιμο εχθρό, Πάτερ, του εξωμολογήθηκε. Τα κακά που μου έχει προξενήσει αυτός ο άνθρωπος είναι αναρίθμητα. Πρό καιρού κέρδισε με απάτη ένα μεγάλο κομμάτι από το χωράφι μου. Με συκοφαντεί, όπου βραθή, κακολογεί κι’ εμένα και την οικογένειά μου. μου έχει κάνει το βίο αβίωτο. Τώρα τελευταία μάλιστα επιβουλεύεται και την ζωή μου. Πρίν λίγες ημέρες έμαθα πως αποπειράθηκε να με δηλητηριάση. Δεν παίνει άλλο λοιπόν. Είμαι αποφασισμένος να τον παραδώσω στη δικαιοσύνη.
- Κάνε όπως θέλεις, του είπε με αδιαφορία ο Αββάς Σιλουανός.
-Δεν νομίζεις, Πάτερ, πως όταν τιμωρηθή και μάλιστα αυστηρά, όπως του πρέπει , θα σωθή η ψυχή του; ρώτησε ο άνθρωπος, που τώρα άρχισε να ενδιαφέρεται και για την ψυχική ωφέλεια του εχθρού του.
-Κάνε όπως σε αναπαύει, εξακολούθησε να λέγη με το ίδιο ύφος ο Όσιος.
_Πηγαίνω, λοιπόν , στο δικαστή κατ’ ευθείαν, είπε ο χριστιανός κι’ εσήκωθηκε να φύγη.
-Μη βιάζεσαι τόσο, του είπε με ηρεμία ο Όσιος. Ας προσευχηθούμε πρώτα να κατευοδώση ο Θεός την πράξη σου.
Άρχισε το «Πάτερ ημών»
« Και μη αφίης ημίν τα οφειλήματα ημών, ως ουδέ ημείς αφίεμεν τοις οφειλέταις ημών», ακούστηκε να λέγη μεγαλοφώνως ο Όσιος, σαν έφτασε σ’ αυτόν τον στίχο.
-Λάθος, Αββά , δε λέγει έτσι έτσι η Κυριακή Προσευχή, έσπευσε να διορθώση ο χριστιανός.
-Έτσι όμως είναι, απεκρίθη μ’ όλη του την απάθεια Γέρων. Αφού αποφάσισες να παραδόσεις τον αδελφό σου στο δικαστή , ο Σιλουανός δεν κάνει άλλη προσευχή για σένα.

Ένας από τους Γέροντες είδε μια μέρα δύο αδελφούς να μεταφέρουν ένα λείψανο.
-Τους νεκρούς βαστάζετε; τους φώναξε. Δεν πηγαίνετε να βαστάζετε τους ζωντανούς;

ΓΕΡΟΝΤΙΚΟΝ
ΘΕΟΔΩΡΑΣ ΧΑΜΠΑΚΗ
ΗΓΟΥΜΕΝΗ Ι. ΜΟΝΗΣ ΟΣΙΟΥ ΘΕΟΔΟΣΙΟΥ

Ο Μ. Αντώνιος και ο κυνηγός

Ένας κυνηγός, βλέποντας τον «πατριάρχη της ερήμου» Μ. Αντώνιο (251-356) ν’ αστειεύεται με τους υποτακτικούς του, σκανδαλίσθηκε. Θέλοντας ο όσιος να τον διδάξει ότι μερικές φορές η διάκριση επιβάλει κάποια συγκατάβαση στην πολλή αυστηρότητα, του είπε:

-Τέντωσε το τόξο σου.

Ο κυνηγός υπάκουσε. Ο όσιος του είπε πάλι:

-Τέντωσέ το περισσότερο.

Ο κυνηγός το τέντωσε περισσότερο, οπότε ο όσιος του είπε ξανά:

-Τέντωσέ το ακόμα πιο πολύ.

Ο κυνηγός διαμαρτυρήθηκε:

-Αν το τεντώσω περισσότερο, θα σπάσει.

-Το ίδιο θα συμβεί, αποκρίθηκε ο όσιος, και με τους αδελφούς, εάν αγωνίζονται συνεχώς σκληρά, χωρίς καμιά ανάπαυση και αναψυχή.

Ο όσιος Μακάριος και η ύαινα

Μια ύαινα που είχε ένα τυφλό νεογνό, το πήρε με το στόμα της και το έφερε στον όσιο Μακάριο τον Αλεξανδρέα. Έσπρωξε το πορτάκι της αυλής του με το κεφάλι της ,μπήκε μέσα κι έριξε το νεογνό της στα πόδια του.

Ο όσιος Μακάριος το σήκωσε , διαπίστωσε ότι ήταν τυφλό και, αφού έφτυσε στα μάτι του, προσευχήθηκε. Αμέσως τότε το νεογνό άνοιξε τα μάτια του. Η μητέρα του το θήλασε και έφυγαν.
Την επόμενη η ύαινα έφερε στον όσιο Μακάριο ένα δέμα μεγάλου προβάτου. Ο άγιος το κοίταξε και της είπε:
-Που το βρήκες αυτό; Ασφαλώς έφαγες κάποιο πρόβατο. Αφού λοιπόν προέρχεται από αδικία , εγώ δεν το δέχομαι από σένα.
Η ύαινα τότε κατέβασε το κεφάλι , γονάτισε και άφησε το δέμα στα πόδια του αγίου. Εκείνος της είπε:
-Σου λέω ότι δεν το δέχομαι, εκτός εάν μου ορκιστείς ότι δεν θα ξαναλυπήσεις τους φτωχούς τρώγοντας τα πρόβατά τους.
Εκείνη και σ’ αυτό κούνησε το κεφάλι, σαν να συμφωνούσε με τον όσιο Μακάριο. Τότε δέχθηκε το δέρμα που του πρόσφερε η ύαινα.
(Λαυσαϊκή ιστορία)

Η πεταμένη φάβα

Στο βίο του οσίου Σάββα του Ηγιασμένου υπάρχει ένα αξιόλογο ανέκδοτο, που δείχνει με πόση σοφή μέθοδο ενέπνεε στους μοναχούς του ο Άγιος το πνεύμα της οικονομίας και της νοικοκυροσύνης.

Στο ξενοδοχείο της Λαύρας διακονούσε ο μοναχός Ιάκωβος. Ο μοναχός αυτός μαγείρεψε κάποτε μεγάλη ποσότητα φάβας και όση του περίσσευσε την πέταξε από το παράθυρο στον χείμαρρο. Ο άγιος από τον πύργο απέναντι το πήρε είδηση. Και αργότερα χωρίς να γίνει αντιληπτός πήγε και την μάζεψε.

Μετά από λίγες ημέρες παρέθεσε γεύμα στον Ιάκωβο. Όταν τελείωσε, του λέει:
-Συγχώρεσέ με, αδελφέ, γιατί δεν σε ευχαρίστησα με το μαγείρεμά μου.
-Αντίθετα, άγιε πάτερ, πολύ με ευχαρίστησες. Σου ομολογώ ότι έχω πολλά χρόνια να δοκιμάσω τόσο νόστιμο και καλομαγειρεμένο φαγητο.
-Ώστε σου άρεσε! Ξέρεις όμως ποια φάβα ήταν αυτή;
-Ποια;
-Εκείνη που πέταξες προ ημερών στον χείμαρρο!
Σ’ αυτά τα τελευταία λόγια ο μοναχός ένιωσε πολύ άσχημα. Με σκυμμένο το κεφάλι , ντροπιασμένος, αμίλητος σκεπτόταν το μάθημά που του έδωσε ο Άγιος. Και με όσα εν συνεχεία άκουσε, κατάλαβε ότι τα πράγματα της Μονής, είτε τρόφιμα είναι, είτε οτιδήποτε άλλο, πρέπει να τα διαχειρίζεται με πολλή φειδώ και οικονομία.

Παρασκευή 21 Αυγούστου 2009

ΕΚΕΙΝΟ ΤΟ ΒΡΑΔΥ ΜΟΥ ΕΔΕΙΞΕΝ Ο ΘΕΟΣ ΤΗΝ ΚΑΚΙΑΝ ΤΟΥ ΣΑΤΑΝΑ

Γέροντος Ιωσήφ Ησυχαστού, 1959

Μη ξενίζεσαι, τέκνον μου. Έτσι είναι ο μοναχός. Ο βίος του μοναχού είναι μαρτύριον διαρκές. Ο γλυκύς Ιησούς μέσα στις θλίψεις γνωρίζεται. Και μόλις θα τον ζητήσης, θα σου προβάλη τας θλίψεις. Η αγάπη του είναι μέσα στα βάσανα. Ολίγον μέλι σου δείχνει και αποκάτω έχει κρύψει ολόκληρον αποθήκην πικρίας. Προηγείται το μέλι της Χάριτος και ακολουθεί κη πικρία των πειρασμών.
Όταν θελήσει να σου στείλη τα βάσανα σε ειδοποιεί και ως αγγελιοφόρος σου στέλνει ανάλογον χάριν. Ως να σου λέγη: Γίνου έτοιμος! Να περιμένεις πόθεν σε προσβάλη και θα χτυπήση ο εχθρός. Και ούτως αρχίζει ο σος αγών και η πάλη.
Πρόσεχε , μη δειλιάσης. Με ξενίζεσαι , όταν «πέφτουν κανόνια», αλλά στήθι ανδρείος ως του Χριστού στρατιώτης, ως δόκιμος αθλητής, ως γενναίος πολεμιστής. Διότι εδώ η παρούσα ζωή είναι στάδιον του πολέμου. Εκείθεν θα είναι η ανάπαυσις. Εδώ εξορία, εκείθεν η αληθινή μας πατρίδα.
Δεν σε είπον και άλλη φοράν; Οκτώ έτη εις την αρχήν είχα μάχην μετά των δαιμόνων. Κάθε νύκτα λυσσώδης αγών· και την ημέραν οι λογισμοί και τα πάθη. Ήρχοντο με σπαθιά , αξίνες, μπαλτάδες και φτυάρια.
-Όλοι επάνω μου! Μαρτύριον ετραβούσα.
-Πρόφθασε, Παναγιά μου! Φώναζα· και άρπαζα ένα· και δός του εκτυπούσα στους άλλους· έσπασα τα χέρια μου στα ντουβάρια.
Και κατά τύχην ήλθε κάποιος γνωστός μας από τον κόσμον, να μας ιδή. Και την νύκτα τον έβαλα στο μικρό μου καλυβάκι να κοιμηθή. Και έρχονται οι δαίμονες, καθώς είχαν συνήθειαν εις εμένα, και τον πιάνουν στο ξύλο, και βάζει κάτι φωνές! Έφριξεν ο άνθρωπος. Κόντευε να τα χάση. Τρέχω ευθύς .
-Τι έχεις; Τον λέγω.
-Οι δαίμονες, λεγει, παρ’ολίγον με έπνιγαν! Με σκότωσαν στο ξύλο!
-Μη φοβάσαι, τον λέγω, εδικές μου ήταν αυτές και απόψε κατά λάθος τις έφαγες εσύ! Όμως μην ανησυχής. Τον είπα και άλλα τοιαύτα φαιδρά να τον ηρεμίζω. Αλλ’ εστάθη αδύνατον. Δεν ημπορούσε πλέον να μείνη στον τόπον εκείνο του μαρτυρίου. Έντρομος εκύτταζε δεξιά-αριστερά και παρεκάλει να φύγει. Νύχτα-μεσάνυχτα τον ωδήγησα στην Αγία Άννα και επέστρέψα.
Είμεθα εις τον ΄Αγιον Βασίλειον τότε.
Λοιπόν μετά οκτώ έτη τοιαύτα, από το ξύλον όπου έδινα κάθε ημέραν στο σώμα μου δια τον πόλεμον της σαρκός, από την νηστεία που έκαμα αγρυπνίαν και λοιπά αγωνίσματα, έγινα πτώμα. Και έπεσα ασθενής. Και απελπίσθηκα πλέον ότι δεν υπάρχει ελπίς να νικήσω τους δαίμονας και τα πάθη.
Και μίαν νύκτα , όπως ήμουν καθήμενος, άνοιξεν η θύρα. Εγώ σκυφτός ευχόμην νοερώς και δεν κύτταξα. Είπα ότι ο π. Αρσένιος άνοιξε. Κατόπιν αισθάνομαι κάτω μου ένα χέρι να με ερεθίζη προς ηδονήν. Κυττάζω και βλέπω τον δαίμονα της πορνείας, τον ψωριάρη. Ώρμησα επάνω του ωσάν σκύλος-τέτοιας μανία τον είχα- και τον άρπαξα. Και στην αφήν μου αι τρίχες του ήσαν όπως του χοίρου και έγινεν άφαντος. Εγέμισε όλος ο τόπος. Και απ’ αυτήν την στιγμήν έφυγε μαζί του και ο πόλεμος της σαρκός. Και έγινα πλέον ως βρέφος σε μεγάλην απάθειαν.
Εκείνο το βράδυ μου έδειξεν ο Θεός την κακίαν του Σατανά.
Ήμην πολύ υψηλά εις ένα ωραίον μέρος και κάτωθεν μεγάλη πλατέα, και πλησίον η θάλασσα. Και είχαν στήσει οι Δαίμονες μυριάδες παγίδες. Και επερνούσαν οι μοναχοί· και πίπτοντας αι παγίδες άλλον έπιαναν από το κεφάλι, άλλον από το πόδι, άλλον από το χέρι, από τα ρούχα, όπου ήτον τρόπος τον καθένα. Ο δε βύθιος δράκων είχε το καφάλι του έξω από την θάλασσαν και-βγάζων πύρ από το στόμα του, μάτια και μύτη-έχαιρε και ηγάλλετο εις την πτώσιν των μοναχών. Εγώ δε βλέπων τον ύβριζα.
-Ω βύθιε δράκον! Έλεγα. Δι’ αυτό μας απατάς και μας παγιδεύεις!
Και συνήλθα έχων χαράν και θλίψιν ομοίως χαράν , διότι είδον τες παγίδες του διαβόλου. Θλίψιν διά την πτώσιν μας και τον κίνδυνον, όπου κινδυνεύομεν εφ’ όρου ζωής.
Έκτοτε ήλθα εις μεγάλην ειρήνην και προσευχήν. Αλλά δεν παύει αυτός. Εγύρισε κατ’ επάνω μου τους ανθρώπους. Δι’ αυτό σου τα γράφω, να κάνετε υπομονήν συ και οι λοιποί αδελφοί.
Είναι αγώνας εις αυτήν την ζωήν, αν θέλης να κερδίσης· δεν είναι αστεία! Με τα ακάθαρτα πνεύματα πολεμείς, όπου δεν μας ρίχνουν γλυκά και λουκούμια, αλλά σφαίρες οξείς που θανατώνουν ψυχήν , όχι σώμα.
Πλήν μη λυπάσαι. Μη δειλιάς. Έχεις βοήθειαν. Εγώ σε βαστάζω. Σε είδα κατά αλήθειαν εχθές εις τον ύπνον μου, ανεβαίναμε μαζί προς τον Χριστόν. Λοιπόν , ανάστα και δράμε οπίσω μου.
Μόνον πρόσεχε, αφού είδες τες παγίδες των πονηρών· και αλλοίμονον εις εκείνον που πιάσουν. Εύκολα δεν ημπορεί από τα νύχια τους να ξεφύγει.
Βέβαια δεν ημπορεί-όσον και αν το θελήση- ο Διάβολος μόνος να μας κολάση, εάν ημείς δεν συνεργήσωμεν στην κακίαν του· αλλ’ ούτε πάλιν ο Θεός θέλει μόνος Του να μας σώση , εάν και ημείς δεν γίνωμεν συνεργοί της Αυτού χάριτος εις την σωτηρίαν μας. Πάντοτε βοηθεί ο Θεός , πάντα προφθάνει, αλλά θέλει και ημείς να εργασθούμεν, να κάμωμεν εκείνο όπου ημπορούμεν.
Όθεν μη λέγης ότι δεν επρόκοψες, και διατί δεν επρόκοψες, και άλλα παρόμοια. Διότι η προκοπή δεν έγκειται εις μόνον τον άνθρωπον κάν θελήση , κάν και πολύ κοπιάση. Η δύναμις του Θεού , η χάρις Του η ευλογημένη, αυτή κάμνει το πάν όταν το εξ ημών λάβη. Αυτή σηκώνει τον πεσμένον , αυτή ανορθοί τον κατερραγμένον.
Αυτόν τον Θεόν Σωτήρα ημών να παρακαλούμεν και ημείς εξ΄ολης καρδίας να έλθη· να σφίξη τον παράλυτον , να εγείρη τον τετραήμερον Λάζαρον, να δώση οφθαλμόν εις τον τυφλόν, να θρέψη τον πεινασμένον.


(από το βιβλίον Έκφρασις Μοναχικής Εμπειρίας, σελ. 145-150. Έκδ Ι. Μ. Φιλοθέου Αγ. Όρους)
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...