Τετάρτη 16 Σεπτεμβρίου 2009

Περί αρχιληστού μετανοήσαντος.

Κάποιος Γέροντας διηγήθηκε στους πατέρες, ότι στα προάστια της Αντιόχειας υπάρχει ένα μεγάλο γυναικείο μοναστήρι, μ’ εξήντα Μοναχές. Είναι καστρογυρισμένο και πολύ καλά οχωρωμένο. Κάποιοι ληστές, όμως, γύρω στους δώδεκα, μ΄έναν φοβερό αρχιληστή , το έβαλαν στο μάτι και θέλησαν να πέσουν νύχτα επάνω του και να το κυριέψουν . Έπιασε , λοιπον , ο αρχιληστής να ρωτάει έναν – έναν τους συντρόφους.

-Πως , μπορούμε να μπούμε και να κυριέψουμε το μοναστήρι;
Ένας απ’ αυτούς αποκρίθηκε , λέγοντας
-Θα γυρίσω τα τειχογυρίσματα όλου του μοναστηριου, και θα βρώ- δεω γίνεται – κάποιο πέρσμα ή άλλο πάτημα για να μπορέοσυμε να μπούμε.

-Δεν λές τίποτε, του λέει ο αρχιληστής.

Με τον ίδιο τρόπο ρώτησε και όλους του άλλους· μα , όταν τους άκουγε, απαντούσε σ’ όλους με τον ίδιο τρόπο:

-Δεν ξέρεις τίποτε· δεν λές τίποτε!

Στο τέλος, τον ρώτησαν κ’ εκείνον οι ληστές με τη σειρά τους

-Εσύ , τι προτείνεις, καπετάνιε;

-Ακούστε τι λέω εγώ, τους απαντά: Παίρνω και φορώ στο κεφάλι μου ένα κουκούλιο, σαν τους Μοναχούς της Μεσοποταμίας, ώστε να κρύβει τ’ανασηκωμένα αγριομάλλια μου· μετά, φορώ και το παλλιόν, δηλαδή τον καλογερικό μανδύα, που να σκεπάζει το σπαθί μου που θα’χω δέσει επάνω στο μηρό μου. Και , μόλις νυχτώσει , σαν ένας ξένος μοναχός , πάω και χτυπάω την πόρτα του μοναστηριού· στη θύρωρό, που θα μου ανοίξει, θα πω: ''είμαι ξένος και ντρέπομαι να μπώ και να μείνω στην πόλη, όπου υπάρχουν γυναίκες και πειρασμοί· γιά τ’όνομα του Θεού , κάνετε μου τη χάρη και δώστε μου μιά ψάθα να στρώσω και να κοιμηθώμέσ’ απο τη θύρα , και το πρωΐ παίρνω πάλι το δρόμο μου και φεύγω’’.

Άρεσε σε όλους το σχέδιο του αρχιληστή και το έβαλαν σ’ ενέργεια. Όταν η θυρωρός του μοναστηριού άκουσε απο το στόμα του τέτοια λόγια, τον πήρε για άγιο ερημίτη , και με πολλή χαρά έτρεξε να το αναγγείλει στη αγία Ηγουμένη. (Φυσικά, μέσα στο σχέδιο του αρχιληστή ήταν και το ν’ ανοίξει τα μεσάνυχτα την πύλη και να ορμήσουν μέσα όλοι τους).

Η Ηγουμένη , νομίζοντας πως είναι κάποιος μεγάλος αναχωρητής, τον κάλεσε να μπεί στα επίσημα δωμάτια του μοναστηριού κ' εκάλεσε και όλες τις Μοναχές, να πάρουν την ευχή και την ευλογία του Γέροντα. Έδωσε , αμόμη , εντολή να ζεστάνουν νερό και νε φέουν κοντά το νιπτήρα. Μετά, στάθηκαν όλες οι Μοναχές σε δύο σειρές και άρχισαν να ψάλλουν. Όταν νίφτηκε ο αρχιληστής, που ήταν ντυμένος μοναχός, πήραν το απόπλυμα και το ράντισαν σε όλες τις μναχές, για ευλογία. Μάλιστα μιά μοναχή διακονούσε μιά άρρωστη καλόγρια , που ήταν κατάκοιτη για ένα χρόνο· αυτή , λοιπόν , που διακονουσε την άρρωστη ,πήγε και πήρε λίγο απο το απόπλυμα και λέει στην κατάκοιτη:
-Μεγάλος άνθρωπος και σκητής ήρθε στο μοναστήρι μας, του ρίξαμε νερό να νιφτεί , και μετά ευλογηθήκαμε όλες απ’ το νερό εκείο. Πήρα λοιπόν , κ’ έφερα και σ’ εσένα απ’ το άγιο αυτό νερό, για να ευλογηθείς.

Και τότε συνέβη το παράδοξι τούτο: πήρε απ’ το νερό αυτο η άρρωστη και με πολλή πίστη νίφτηκε, - και αμέσως έγινε καλά! Κ’ ενώ ετοιμαζόνταν η διακονούσα μοναχή να κατέψει και να πάει με τις άλλες, της λέει θαρρετά η άρρωστη:

-Περίμενε με λίγο, σε παρακαλώ,γιατί θα κατέω κ’ εγώ μαζί σου. Θέλω να πάρω κ’εγώ την ευλογία του αγίου Γέροντα.

Σηκλώθηκε , λοιπόν , και κατέβηκαν μαζί. Την πήγε στον νομοιζόμενο για άγιο και διηγήθηκε μπροστά σε όλους το θαύμα.Βλέπονας με πολλή μεγάλη έκπληξη όλες οι μοναχές , το παράδοξο αυτό θαύμα, εδόξασαν το Θεό , και άρχισαν να πέφτουν μιά – μιά στα πόδια του αρχιληστή , ζητώντας την ευχή του.

-Ο Θεός γνωρίζει , Μητέρες και Αδελφές, ότι είμαι αμαρτωλός και αρχιληστής· αυτή τη νύχτα, μάλιστα, είναι να ρθούν κατεπάνω στο μναστήρι και σε σας άλλοι δώδεκα ληστές. Ωστόσο, μη φοβηθείτε· δεν πρόκειται να σας κάνουν κακό!

Κ’ εκείνη τη στιγμή , ξεζώστηκε το σπαθί του και το πέταξε μπρός στα πόδια τους. Οι Μοναχές , άκουσαν όλα τούτα και βλέποντας και το σπαθί του καταγής πάγωσαν! Κ’ έμειναν , απο το βραδυ ίσαμε το πρωΐ, να ψάλλουν κατα χορούς , απο το μεγάλο φρόβο τους…

Όταν προχώρησε η νύχτα και ήρθαν και οι ληστές, βγήκε ο ίδιος ο αρχιληστής και τους διηγήθκε με το νι και με στο σίγμα, όλα όσα συνέβησνα , προσθέντοντας στο τέλος:

-Απο τουτη τη στιγμή αποφάσια κέγώ να γίνω μοναχός και να παρατήσω την ως τώρα ληστρική ζωή μου. Γιατί έτσι μ’εταξε η πρόνοια του Θεού , που μέφερε σ’α υτό το σημείο, εμάνα τον αμαρτολό!

Τότε κ’ εκείνοι, μ’ένα σχεδόν στόμα, του λένε:

-Κι αφού εσύ, ένας τόσο δυνατός και φημισμένος για την αγριότητα του ληστής, τ’α φήνεις όλα και γίεσαι καλόγερος, τότε κ’εμείς αληθινά γινόμαστε Μοναχοί , απο αυτή την ώρα!

Κ΄εγιναν αληθινοί Μοναχοί , όπως μας εμπιστεύτηκαν και μας πληροφόρησαν όσοι τους είσαν , κ’ επρόκοψαν στην μοχαχική ζωή και σε κάθε αρετή. Κ’ εμείς που ακούγαμε, δοξάσαμε την μεγάλο Θεό , που δεν θέλει να χαθεί καμμιά ψυχή , μα οδηγεί όλους τους ανθρωπους στη μετάνοια και στην αλλαγή του βίου , για ν’ απολαύσουν τ’ αγαθά της αιώνια ζωής.


Γυναίκες της Ερήμου.Μικρό Γεροντικό Γ΄.
Π.Β. Πάσχου
ΑΚΡΙΤΑΣ

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου