Κυριακή 1 Ιανουαρίου 2012

Η συμβολή της Εκκλησίας στην εθνική οικονομία της χώρας μας

Toυ Mητροπολίτου Θεσσαλονίκης κ. ANΘIMOY απο http://goo.gl/uGqJe

Σε τούτη την πρώτη ημέρα της Πρωτοχρονιάς του καινούργιου χρόνου 2012, έκρινα ότι είναι πολύ επίκαιρο ένα θέμα για μια πρώτη διαπραγμάτευση και ενημέρωση της κοινής γνώμης, επειδή αυτό το θέμα έχει σχέση με την οικονομία της Εκκλησίας της Ελλάδος και μάλιστα σε μια εποχή, που τα οικονομικά ζητήματα διεκδικούν την αποκλειστική προτεραιότητα του ενδιαφέροντος όλης της ελληνικής κοινωνίας.
Οι Ελληνες πολίτες της χώρας μας, οι οποίοι ανήκουν συνειδητά στνο χώρο της Ορθοδόξου Εκκλησίας, και ιδιαίτερα όλοι όσοι συγκροτούμε την τάξη του ιερού κλήρου, με την ιδιόμορφη ένστολη παρουσία μας που θα την κρατήσωμε μέχρι και του τάφου, παρακολουθούμε με αίσθημα πικρίας και ανησυχίας την καλλιέργεια ενός κλίματος εχθρότητος εναντίον της Εκκλησίας και ειδικώτερα του ιερού κλήρου. Πρόσχημα για την εχθρική αυτή εκστρατεία είναι το μόνιμο επιχείρημα της «αμυθήτου» εκκλησιαστικής περιουσίας και η μισθοδοσία του ιερού κλήρου. Οσον και αν παραθέτομε στοιχεία και επιχειρήματα για να αποδείξωμε το έωλον αυτής της προπαγάνδας, αυτοί επιτείνουν την επιθετικότητα, προκειμένου να «σπάσουν» την σπονδυλική στήλη της ισορροπίας του Ελληνισμού και της πλειονοψηφίας της ελληνικής κοινωνίας. Η απέλπιδα αυτή προσπάθεια έχει δύο εμφανείς αφετηρίες. Η πρώτη είναι ο ιδεοπολιτικός πόλεμος με σκοπό την κομματική άνοδο στις εκλογές και η δεύτερη είναι η αγωνιώδης προσπάθεια για την κατίσχυση της τραυματισμένης πραγκοσμιοποιήσεως. Σε ευρωπαϊκό επίπεδο η παγκοσμιοποίηση αποδυναμώθηκε ήδη από την πανίσχυρη οικονομικά Γερμανία και από την ελλοχεύουσα πάντοτε υπέρ εαυτής Μ. Βρετανία.
Στα δικά μας εσωτερικά θέματα της οικονομίας και της δικαίας κατανομής του πλούτου, είναι απαραίτητο να επαναλάβωμε σε υψηλούς τόνους ότι το παραμύθι για την «τεράστια εκκλησιαστική περιουσία» έχει τελείως αποδυναμωθή βάσει συγκεκριμένων στοιχείων. Και υπενθυμίζομε τις κατά καιρούς αρπαγές της εκκλησιαστικής περιουσίας.
1. Επί αντιβασιλείας του Οθωνος διελύθησαν 416 ιερές Μονές και οι περιουσίες τους περιήλθαν στο κράτος, οι δε επιτήδειοι της εποχής πωλούσαν στα παζάρια ιερά σκεύη, κειμήλια και λείψανα αγίων. Από τα κτήματα των Μονών εκαλύπτοντο ακόμη και τα έξοδα λειτουργίας των Πανεπιστημίου Αθηνών.

2. Με το Β.Δ. 205/1-6-1836 έγινε αναγκαστική απαλλοτρίωση κτημάτων των εν λειτουργία Μονών.
3. Οι αρπακτικοί νόμοι της β΄ και γ΄ δεκαετίας του 20ού αιώνα απαλλοτρίωσαν εκτάσεις αξίας πάνω από ένα δισεκατομμύριο προπολεμικές δραχμές.
4. Ο νόμος 4684/1931 ερευστοποίησε μεγάλο τμήμα της εκκλησιαστικής περιουσίας, αλλά τα χρεώγραφα χάθηκαν στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.
5. Επί αναθεωρητικής Βουλής το Ν.Δ. 327/1947 και αυτό της 29/10/1949 επέφεραν νέα πλήγματα. Επί κυβερνήσεως Πλαστήρα η σύμβαση της 18-9-1952 υπήρξε επαχθής εις βάρος της Εκκλησίας, επειδή υποχρεώθηκε να παραχωρήση στο κράτος το 80% της καλλιεργήσιμης γης και τα 2/3 των βοσκοτόπων, ενώ εισέπραξε μόλις το 1/3 της πραγματικής αξίας και μερικά ακίνητα στην Αθήνα και στη Θεσσαλονίκη. Αυτά τα οικόπεδα ή οι επ’ αυτών οικοδομές ανήκουν στην Κεντρική Οικονομική Υπηρεσία της Εκκλησίας της Ελλάδος.
6. Οι υπουργοί Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, Γεώργιος Ράλλης το 1976, Ιωάννης Βαρβιτσιώτης το 1978, και Απόστολος Κακλαμάνης το 1985, επεχείρησαν νέες προσπάθειες για σφετερισμό της εναπομείνασας εκκλησιαστικής περιουσίας υπέρ του ελληνικού Δημοσίου, αλλ’ απέτυχαν λόγω πολλών αντιδράσεων. Ακολούθησε η γνωστή περιπέτεια με τον μακαριστό Αντώνιο Τρίτση ως υπουργό Παιδείας και Θρησκευμάτων με αποτέλεσμα ο περιώνυμος Νόμος 1700/1987 να ακυρωθή ως προς τον ΟΔΕΠ από το Συμβούλιο της Επικρατείας και να καταποντισθή από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων στο οποίο προσέφυγαν οι Μονές. Ο νόμος 1700/1987 και ο ηπιώτερος αυτού 1811/1988 παρέμειναν ανενεργοί.
Η Εκκλησία της Ελλάδος μέσα σ’ αυτή την παραζάλη της αρπακτικής μανίας της εκκλησιαστικής περιουσίας και του επιδιωκομένου σκοπού πλήρους αποδυναμώσεως μέχρι και απομονώσεως της όλης Εκκλησίας, με την εκάστοτε ηγεσία της, με όλες τις βαθμίδες του ιερού κλήρου, με την πολύτιμη συνδρομή του πιστεύοντος ελληνικού λαού, εκράτησε σταθερά το πηδάλιο της πορείας της «νοητής νηός» μέσα στο πέλαγος της ζωής και της Ιστορίας. Και αυτό οδηγεί στο δίκαιο και διαρκές παράπονο του κλήρου και του λαού, ότι δηλαδή μετά την Α΄ Εθνική Συνέλευση της Επιδαύρου και τον ανεπανάληπτο Ιωάννη Καποδίστρια ουδείς Ελληνας πολιτικός, που να εκυβέρνησε δημοκρατικά την Ελλάδα, δεν διεκήρυξε μια φορά την αφοσίωσή του και την αμέριστη υποστήριξή του στην Ορθόδοξη Εκκλησία του Χριστού. Τα μάτια όλων, είτε αυτοβούλως είτε υποκινούμενα στρέφονται στην περιουσία της Εκκλησίας, που ήταν κάποτε, αλλά τώρα δεν υπάρχει πλέον.
Το αυταπόδεικτο γεγονός είναι ότι η Εκκλησία, άλλοτε εκουσίως και άλλοτε ακουσίως, άλλοτε νομίμως και άλλοτε παρανόμως από της πλευράς του κράτους, είναι ο κύριος συντελεστής της αποκαταστάσεως των ακτημόνων αγροτών, καλλιεργητών και κτηνοτρόφων - ποιμένων σε ολόκληρη την ελληνική επικράτεια. Παραλλήλως όμως, και παρά την επιδειχθείσα από τον «καίσαρα» κακή μεταχείριση, η Εκκλησία μας, από της ιδρύσεως του νέου ελληνικού κράτους και μέχρι σήμερα, είναι ο κύριος διαμορφωτής και συντηρητής της πνευματικής καλλιεργείας και της κοινωνικής ισορροπίας του ελληνικού λαού. Τα ήθη και τα έθιμα των Ελλήνων είναι ποτισμένα με το νέκταρ και την αμβροσία της ελληνορθοδόξου χριστιανικής παραδόσεως, και γι’ αυτό γεννούν και αναγεννούν διάρκεια και ευπρόσδεκτη μονιμότητα. «Επιλείψει με διηγούμενον ο χρόνος» τα των θυσιών, των αιμάτων και των μαρτυρίων των κληρικών και των λαϊκών χριστιανών κατά την δουλεία των τετρακοσίων χρόνων δουλείας.
Την 21η του παρελθόντος Νοεμβρίου, ιερείς και ψάλτες, κατά το τυπικό της εορτής των Εισοδίων της Θεοτόκου, εψάλανε για πρώτη φορά εφέτος τον δημοφιλή ύμνο «Χριστός γεννάται, δοξάσατε» εν όψει της εορτής των Χριστουγέννων. Την ίδια ημέρα άνοιξαν στις αγορές όλων των πόλεων της χώρας οι χριστουγεννιάτικες βιτρίνες των καταστημάτων. Χαρά Θεού, μέσα σε λίγες ημέρες, οι στολισμοί στις αγορές άνοιξαν τις καρδιές μας, ενώ η αγορά άρχισε να κινήται ελπιδοφόρα μέσα στην κρίση. Το αποκορύφωμα, υπό τα σημερινά δεδομένα, θα συνεχισθή μέχρι την Πρωτοχρονιά και τα Θεοφάνια. Η Εκκλησία συμβάλλει στην ανάκαμψη της οικονομίας με το εορτολόγιό της και ενισχύει το φρόνημα της ελπίδος. Ας σκεφθούμε στη συνέχεια την εόρτια κινητικότητα κατά τον μήνα Φεβρουάριο με την έναρξη του Τριωδίου και της Μεγάλης Τεσσαρακοστής και το αποκορύφωμα κατά τις εορτές του Πάσχα. Το εορτολόγιο της Ορθοδοξίας δημιουργεί ατμόσφαιρα ανανεώσεως και αισιοδοξίας με ευεργετική επίδραση στις αγορές. Υπενθυμίζω ακόμη την μεγάλη εορτή της Παναγίας του Δεκαπενταυγούστου, που είναι οι μόνες ημέρες του χρόνου που αδειάζει από κατοίκους και αυτοκίνητα η Αθήνα και η Θεσσαλονίκη. Η Εκκλησία δίνει ζωή στον εσωτερικό τουρισμό και στην ανάκαμψη της επαρχίας.
Πέραν των ευεργετικών εορτίων ευκαιριών, η Εκκλησία μας, είναι ένας τεράστιος πνευματικός, κοινωνικός και οικονομικός οργανισμός, που εξασφαλίζει την πνευματική καλλιέργεια του λαού μας, και παρέχει δυνατότητες αμειβομένης εργασίας. Σε ολόκληρη την ελληνική επικράτεια λειτουργούν 9.027 ενορίες. Μερικές εξ αυτών λειτουργούν μόνον τους τρεις θερινούς μήνες, ενώ άλλες, σε ακριτικές περιοχές χωριών, παραμένουν κενές λόγω της αστυφιλίας. Τις πνευματικές ανάγκες των ενοριών καλύπτουν περίπου οι 8.500 εφημέριοι, οι οποίοι μισθοδοτούνται από το Δημόσιο με συμφωνία Κράτους και Εκκλησίας. Οι έγγαμοι ιερείς είναι η πρώτη τάξη Ελλήνων πολιτών στο ελπιδοφόρο φαινόμενο της πολυτεκνίας. Εάν υπολογίσωμε ένα μόνο ιεροψάλτη σε κάθε μία ενορία, τότε 8.000 ιεροψάλτες αμείβονται υπό μορφή φιλοδωρήματος και ενισχύουν κάπως τις ανάγκες των. Ολες οι ενορίες των πόλεων και των κωμοπόλεων έχουν ένα τουλάχιστον νεωκόρο, ασφαλισμένο στο ΙΚΑ, και παρομοίως οι μεγάλοι ναοί έχουν και μία ευπρεπίστρια. Αμφότεροι αμείβονται από τα έσοδα των ιερών ναών, που ενίοτε δεν επαρκούν να καλύψουν τις ανάγκες μισθοδοσίας και κοινοχρήστων.
Στον κύκλο των εκκλησιαστικών επαγγελματικών προσοδοφόρων εργασιών και επαγγελμάτων ανήκουν οι κατασκευαστές των ιερών σκευών, οι βιοτεχνίες της κατασκευής κεριών, ξυλογλύπτων και ειδικών υφασμάτων για τους ναούς και τον ιερό κλήρο, οι αγιογραφίες φορητών εικόνων και επί κτιστών επιφανειών, οι πολυέλαιοι, οι καμπάνες, τα κεντήματα, και βεβαίως τα μεγάλα έργα ανεγέρσεως νέων ιερών ναών και επισκευών στους παλαιούς ναούς. Ενα μεγάλο κεφάλαιο παροχής υπηρεσιών, προστασίας και αγάπης για τους αδελφούς μας, από την Εκκλησία μας, είναι τα εκκλησιαστικά Ιδρύματα προνοίας, που εξασφαλίζουν πλήθος θέσεων εργασίας. Ολα τα Εκκλησιαστικά Νομικά Πρόσωπα καταβάλλουν τις οφειλές τους στην εφορία.
Ας κλείσωμε το παρόν κείμενο με την διατύπωση περί της Εκκλησίας του αποστόλου Παύλου· «Ο μεν Θεός πατήρ έδωκε κεφαλήν υπέρ πάντα τη Εκκλησία, ήτις εστί το σώμα αυτού, το πλήρωμα του τα πάντα εν πάσι πληρουμένου» (Εφεσ. α΄ 22), και με την ρήση του Ιω. του Χρυσοστόμου· «ο δε Θεός Υιός ενανθρωπήσας, Εκκλησίας σάρκα ανέλαβε, και σώμα εαυτού την Εκκλησίαν εποίησεν». Οποιος κρίνει αδίκως τα της Εκκλησίας, δεν έχει να κάμη με τους ανθρώπους της, αλλά και με τον Θεό!

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου