Τρίτη 7 Ιουνίου 2016

ΠΑΠΑ-ΦΩΤΗΣ ΛΑΥΡΙΩΤΗΣ, Ο ΔΙΑ ΧΡΙΣΤΟΝ ΣΑΛΟΣ ΤΗΣ ΛΕΣΒΟΥ (1913-2010+).



ΗΜΕΡΙΔΑ ΓΙΑ ΤΙΣ ΣΥΧΡΟΝΕΣ ΟΣΙΑΚΕΣ ΜΟΡΦΕΣ ΤΟΥ ΑΙΩΝΑ ΜΑΣ
ΥΠΟ ΤΗΝ ΑΙΓΙΔΑ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

ΟΜΙΛΙΑ
ΠΡΩΤ. ΘΕΜΙΣΤΟΚΛΕΟΥΣ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ ΜΕ ΘΕΜΑ:
ΠΑΠΑ-ΦΩΤΗΣ ΛΑΥΡΙΩΤΗΣ, Ο ΔΙΑ ΧΡΙΣΤΟΝ ΣΑΛΟΣ ΤΗΣ ΛΕΣΒΟΥ
(1913-2010+).


ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΑΓ. ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
ΔΕΥΤΕΡΑ, 23 ΜΑΙΟΥ 2016

         
παπα-Φώτης Λαυριώτης ποτέλεσε ναμφισβήτητα μι ξέχουσα κα διάζουσα προσωπικότητα, χι μόνον γι τ νησί του, τν Λέσβο, λλ κα γι λον τν ρθόδοξο χριστιανικ κα μ κόσμο.
          παπα-Φώτης πρξε νας ταπεινς παραδοσιακς παπς, μλλον καλόγηρος, μ λη τ σημασία τς λέξεως. ζησε περίπου ναν αἰῶνα (1913-2010). π μικρς φιερώθηκε στ διακονία τς κκλησίας. Ξεκίνησε π τ νησί του τ Λέσβο, φθασε κα σκήτευσε στ γιώνυμον ρος, που γινε μοναχός, διάκονος κα πρεσβύτερος. Γνωρίσθηκε κα λθε σ παφ κα πνευματικ σχέση μ τος γιασμένους Γέροντες: τν ρσο παπα-Τύχωνα, π’ τν ποο λαβε τν μεγαλοσχημία, τν σιο Σιλουαν τν θωνίτη, τν Σωφρόνιο το σσεξ, τν Γέροντα Παλο Παυλίδη τν Λαυριώτη κα ατρ κα φτασμένο πνευματικ κα πολλος λλους. πέστρεψε στν Λέσβο μετ π μι εκοσαετία αστηρς σκησης στ γιον ρος κα φημέρευσε, π μισν κα πλέον αἰῶνα, στ γαπημένο του χωρι τν Τρίγωνα Πλωμαρίου. πρξε νθρωπος φιλήσυχος γι τος πιστος συνανθρώπους του, μως γρίευε ταν κάποιοι νεωτερίζοντες, κληρικο κα λαϊκοί, προσπαθοσαν ν λλοιώσουν μάλλον ν λώσουν τν ρθόδοξη Παράδοση. ταν π τος τελευταίους «κολλυβάδες» τς σειρς τν μεγάλων κολλυβάδων Πατέρων, πως τς σειρς το γίου Νικοδήμου το γιορείτου κα λλων.
          ταν πρόσωπο, πο σ πολλος προκαλοσε τν ποστροφή, λόγ το κοντο ναστήματός του λλ κα το τημέλητου τς νδύσεώς του. Ο τρόποι του θ χαρακτηρίζονταν κρως καλογερικοί. Δν θελε τερτίπια κα διπλωματίες κατ τν πικοινωνία. Πιστς τηρητς τν Παραδόσεων, διαιτέρως σ’ ,τι φοροσε  τς νηστεες κα τς προσευχές, τς τυπικς διατάξεις κα τν εταξία τς λατρείας, ντιστέκονταν χι μ εγένειες κα ποχωρήσεις, λλ μ δυναμικς πεμβάσεις κα πολλς φορς μ σκληρς κφράσεις, κόμη κα χειρονομίες.
          Τν πίστη του δν τν ντάλλασσε μ λα τ καλ το κόσμου. Δν συσχηματιζόταν μ τ το κόσμου, δν φοβόταν, οτε σκιαζόταν τος πολιτικος κα τος ρχοντες, δν εχε λλη συμπεριφορ γι τος μν κα λλη γι λλους. ταν πηγαος κφραστς τς ρθοδόξου Παραδόσεως. Ποτέ του δν τ βαζε κάτω γι κάτι πο θελε ν πετύχει. ργιζόταν ταν βλεπε κληρικος ν μν τιμον τ ράσο τους. Κάποιες φορς λεγχε τος συναδέλφους του κληρικος μ λόγια σκληρά. Κι μως κείνη φαινομενικ καλογερικ σκληρότητα δν εχε μέσα της κακία. λους τος γαποσε, τν μαρτία τν πολλν μάλλον μισοσε. Στηλίτευε γρια, πως καναν ο προφτες τς Παλαις Διαθήκης. πιτιμοσε κα ταυτόχρονα γαποσε. Μάλωνε κα φώναζε κα συγχρόνως συγχωροσε. Ἐὰν βλεπε μετανοησία κα δαιμονικ πεσμα, ποχωροσε κι φευγε μακρυά. Δν το ρεσαν ο τυπικότητες στ μοναστήρια, οτε τ κλείσιμο τν ερν μονν γι κάποιες π τς μέρες τς βδομάδος. Κάποτε πο πισκέφθηκε να γυναικεο γιορείτικο μετόχι-μοναστήρι στ Χαλκιδικ κα βρκε μέρα Τετάρτη τ μοναστήρι κλειστό, ρχισε ν κτυπάει μ κλωτσις τς σιδερένιες πόρτες κα ναστάτωσε λόκληρη τν δελφότητα. Τ τί κολούθησε δν περιγράφεται. ς κρατήσουμε μόνον τν φράση του τι τ μοναστήρια εναι καταφύγια γι λους τος πονεμένους. θελε μοναχος κα μοναχς ν ζον μέσα στν νεπιτήδευτη πλότητα κα ρχοντιά. κανε πολλ πράγματα τραβηγμένα γι τν καθωσπρεπισμό, τν τρόπο τς καλς, στόσο δυτικς-ξενόφερτης συμπεριφορς.
        Δ
ν πρόσεχε τ ντύσιμό του. Κάποιες φορς περπατοσε ξυπόλητος χι μόνο στ χωριό του, λλ κα στν πόλη. Δν τ κανε γι ν τν λυπονται, λλ γιατ τσι ασθανόταν νετα κα ξεκούραστα. Κάποτε τν εδα ν φοράει μι κίτρινη παντόφλα στ να πόδι κα μι ρόζ στ λλο. Ατ βρκε, ατ κα φόρεσε. Τ ροχα του μως μπορε ν ταν χιλιομπαλωμένα κα ξεσκισμένα, ποτέ του μως δν μύριζε σχημα.
          Εχε φίλους παντο, που πήγαινε. Μέσα στ ταγάρι του εχε ,τι μπορε ν ποψιασθε νος νθρώπου. π πετραχήλι κα κουκούλιο μέχρι κονσέρβες. π κεριά, καρβουνάκι κα θυμίαμα μέχρι ψυχοχάρτια, κομμάτια πρόσφορα, κρεμμύδια, σκόρδα, φρυγανιές, λις κα πολλ λλα. Χαιρόταν ν σο δώσει κάτι, σο πλ κι πέριττο κι ν ταν. Συνήθιζε ν χαρίζει στος εεργέτες του κα σ’ σους το παρεχαν φιλοξενία να καλλιγραφικ χειρόγραφό του, συνήθως τ πρτο κεφάλαιο π τ κατ ωάννην Εαγγέλιο· «ν ρχ ν λόγος...». Το ρκοσε ν το πες τν εχή σου κι να εχαριστ μ γάπη. Φυσικ δν σχολιάζουμε τν ποιότητα τν χαρτιν πο χρησιμοποιοσε. λλα ταν κομμάτια π πακέτα τσιγάρων κα λλα π χαρτοκούτες πορρυπαντικν!
          Δν θελε πολλ πολλ μ τς γυνακες πο τν πλησιάζαν. ρκονταν στ πι ναγκαία κατ τς παφές του. Δάνειζε χωρς ν περιμένει τν πιστροφή. Ποτέ του δν λαβε στ χέρια του τν μισθό του ς φημέριος. Τν φηνε στν γαπημένο του ρχιερατικ πίτροπο το Πλωμαρίου τν π. Εστράτιο, κι κενος τν διαχειριζόταν καταλλήλως μ βάση κάτι ραβασάκια πο το στελνε κατ καιρος μ τος χοντας νάγκη. ταν τόσο ληθινς κα ποτ δν κρυβε στ βάθος τς σκέψεώς του καμι πολύτως πονηρι δόλο. ταν στ χαρακτήρα σν να μικρ παιδάκι. Πολλς φορς συνέβη ν τν χτυπήσουν ατοκίνητα, πργμα πο γνωρίζουν πολλο κάτοικοι τς Λέσβου κα ίδιαιτέρως το χωριο Τρίγωνα, κα ν τν γκαταλείψουν βοήθητο. Κάποιοι λλοι περαστικο τν περιμάζευαν κα τν φρόντιζαν. Πολλς φορς μως πήγαινε μετ τ χτύπημα ξω π τ σπίτια κείνων πο τν χτύπησαν κα τν γκατέλειψαν κα κοιμόταν ξω π τ σπίτια τους στ πεζοδρόμια στς ξώπορτές τους!
          κανε κα πολλς θ λέγαμε «τρέλλες». Κάποιες φορς συνήθιζε ν κάνει τ μπάνιο του μέσα σ’ να βαρέλι κρύο νερό. λλοτε πάλι πήγαινε σ πηγς κα ρεματιές. Κάποιοι περαστικο τν περνοσαν γι ξωτικό, λλοι πάλι πο τν ναγνώριζαν τν ποκαλοσαν τρελλό. Κάποια φορ μι γυναίκα στ χωριό τους πήγαινε μεσάνυκτα φαγητ στν σύζυγό της πο δούλευε σ λαιοτριβεο. Περνώντας δίπλα π τ ρεματι εδε μι σκι ν κινεται μέσα στ τρεχούμενο νερ κα π τν φόβο της τρεχε μέσα στ χωριό, παρότι ταν μεσάνυκτα, φωνάζοντας: «διάβολος διάβολος»! Τ θέαμα γινόταν κόμα πι τραγικ ν τρέχει παπα-Φώτης ξωπίσω της ντελς γυμνς φωνάζοντας δν εμαι διάβολος, εμαι παπα-Φώτης!
          Κύριο ργο του θεωροσε τν νακαίνιση το ναο το χωριο, πο π πολλς δεκαετίες πηρέτησε ς φημέριος. Καμάρωνε ταν κάτι τ φτιαχνε κα δεχόταν κόμη κα τος παίνους, χι γωιστικ λλ πρς δόξαν Θεο. Χαιρόταν ταν συμμάζεψε τ κοιμητήριο το χωριο, ταν κατασκεύασε τ στεοφυλάκιο, ταν φτιαχνε καινούργιες γιογραφημένες εκόνες, ταν βάπτιζε, ταν πάντρευε, ταν κήδευε, ταν μνημόνευε, ταν κανε τ εχέλαιο, κα τόσα λλα. Μ πι πολ χαιρόταν ταν κάποιος τν καλοσε στ χαρά του. Πάντοτε ταν πρόθυμος κα τ θεωροσε μεγάλη του τιμ ν παρευρίσκεται σ λπες κα χαρές. Δν νοιαζόταν ἐὰν λλοι παπάδες φοροσαν πι μορφα μφια, ἐὰν εχαν καλύτερη φων π’ ατόν. κενο πο τν νδιέφερε ταν λη εροπραξία ν τελεσθε μ τ δέουσα προσοχ πάνω στς γραμμς το τυπικο κα τν διατάξεων μ προσευχή. Στενοχωριόταν ν κανένας παπς τρωγε πηδοσε καμμι εχή. Σ τέτοιες περιπτώσεις φευγε , ταν παρέμενε, ξανάρχιζε τ μυστήριο!!!. Δν νοιαζόταν τί θ πονε ο λλοι, κενο πο τν πασχολοσε ταν τί θέλει κα πς ναπαύεται Θες π μς. Βάπτιζε ρωμιος θιγγάνους, γύφτους καί, πειδ κανες δν καταδεχόταν ν ναλάβει ς νάδοχος, γινόταν κενος. διδε νόματα Παλαιοδιαθηκικ πίτηδες, μ τ δικαιολογητικ ν μν γιορτάζουν κα μεθον κα κάνουν κραιπάλες.
          Κοιμόταν καταγς. Δν τν νδιέφερε καλοπέραση το σώματος. Κοιμόταν που ερισκε τόπο, στ δρόμο, στ σοκάκια, μέσα σ θάμνους, μέσα στ σαλόνια τν μεγαλουπόλεων, μέσα σ πλοα. μπαινε που τν καλοσαν. τρωγε ,τι το δινες. Δν κατέλυσε ποτέ του τ νηστεία. Κάποια φορ πο μερικο ζητοσαν τν εχή του γιατ εχαν κάποιο πρόβλημα γείας κενος τος παντοσε κοφτ κα σταράτα: «Τίποτα δν χ΄ς. Δαιμόνιο πύθωνος χ’ς. Κάνε νηστεία, λαδο, Τετάρτες κα Παρασκευές,  κα θ γίν’ς καλά». Εχε τόση πίστη στ Θε κα τν Παναγία μας λλ κα στς μεσιτεες τν γίων μας στε λη σχέση μαζί τους ταν σχέση πατέρα πρς παιδί. Κάποτε επε σ κάποιον ερέα πο τν παρακάλεσε κετευτικ ν προσευχηθε γι τ λύση κάποιου προβλήματός του, τι χει τ λύση κα τν δήγησε πλ μπροστ στν φέστια εκόνα το γίου στν ποο τιμτο ναός. Μπροστ λοιπν στν εκόνα το γίου επε: «πειδ παπά μου πηρετες τν γιο, ν το ζητς ,τι θέλεις κι κενος θ σο τ κάνει". Μάλιστα το πέδειξε: «χι μόνον θ τ ζητς λλ κα θ τ παιτες, γιατ φόσον κάθε μέρα το νάβεις τ κανδήλι του κα το ψάλλεις τ τροπάριό του, δν μπορε ν κάνει λλις, παρ ν σ βοηθάει στς ποιες ποιμαντικς κα οκογενειακς νάγκες σου». Τέτοια παρρησία εχε παπα-Φώτης μ τος γίους τς κκλησίας μας.
          Τ κκλησιαστικ πρόσωπα τ σεβόταν κα τ κτιμοσε. διαίτερα τιμοσε τν πίσκοπό του. Χαιρόταν πο κάθε χρόνο, νν Σεβ. Μητροπολίτης Μυτιλήνης κ. άκωβος, τν πισκεπτόταν κατ τν νομαστικ γιορτή του στν Τρίγωνα. παπα-Φωτέλλης κόμα κα μετ π πολλ χρόνια ποχώρησης π τν νεργό του δράση, τ γιορτή του τν τελοσε κάθε χρόνο στν Τρίγωνα. κανε μ χρήματά του πλούσιο τραπέζι γι λο τν κόσμο. θελε ν κεραστον λοι ο νθρωποι κα χαιρόταν ταν το λεγε κόσμος εχές. Μ τν δια στιγμ πο εχόταν, ν κάτι δν πήγαινε καλά, μποροσε ν κάνει σκηνς κα ν νατρέψει τ πανηγύρι σ κυνηγητ κα φωνές. Μπροστ στ λάθος, χίλια καλ ν το καμνες, πρεπε ν τ κούσεις. Κι ατ χι σ κατώτερους π’ ατν νθρώπους, λλ κα σ κείνους πο τος φιλοξενοσε, σ κείνους πο τν στήριζαν στω κα οκονομικά. Δ λογάριασε τίποτα γι τν λήθεια. πεχθανόταν τ διαστροφ κα τν ναλήθεια. Εχε διαίτερες σχέσεις μ τν είμνηστο ρχιεπίσκοπο Σεραφεμ Τίκα. ταν ρχόταν παπα-Φώτης στν θήνα δν παρέλειπε ν περνάει κα π τν γίας Φιλοθέης, που βρίσκεται ρχιεπισκοπικ δρα. Τν νθυμομαι ν πίνει τν καφέ του μ τν μακαριστ ρχιεπίσκοπο. Μάλιστα κάποτε συνέβη κατ τν χειροτονία το νν Σεβ. Μητροπολίτου Μυτιλήνης ν λάβει μέρος κατ’ ατν κα παπα-Φώτης. Στ θωρι τς πλότητάς του μακαριστς ρχιεπίσκοπος κυρς Σεραφεμ επε τν χαρακτηριστικ λόγο του: «λοι μες, νν. ο ρχιερες κα ερες, δν κάνουμε σο ατ τ κούτσικο παπαδάκι» (λόγ το κοντο ναστήματός του). Κάποια φορά, τν ρα πο μιλοσε μ τν μακαριστ ρχιεπίσκοπο κυρ Σεραφεμ τν ρα το κεράσματος τν κουσα ν το λέει: «Μακαριώτατε ν κδώσετε μι γκύκλιο κατ τν κτρώσεων. Φονιάδες εναι ο γιατρο πο κάνουν τέτοια πράγματα»!
            νηστεία του ταν π τς πι γαπημένες ρετές του. Ποτέ του σ λη του τν ζω δν κατέλυσε μέρες Δευτέρα, Τετάρτη κα Παρασκευ λάδι κόμα κα μέχρι τν μέρα τς κοιμήσεώς του.
            προσευχή του μι κατάπαυστη δοξολογία κα εχαριστία. Συνήθιζε ν λέει π στήθους τος γαπημένους του Χαιρετισμος πρς τ πρόσωπο τς Παναγίας μας πο τν περαγαποσε. ξερε π στήθους λο τ ψαλτήρι κα τν Καιν Διαθήκη. Εχε πομνημονεύσει πολλ πατερικ κείμενα τν γίων τς κκλησίας μας.
          Μ τ πολλ χρόνια τς αστηρς γκράτειας, τς λεημοσύνης, τς νυποκρίτου γάπης του λαβε π τ Θεό μας τ χαρίσματα τς προοράσεως κα διοράσεως. νώτερος ξιωματικς το στρατο πο τύγχανε κα πνευματικό του τέκνο μς μαρτυρε τι κάποτε πο σύζυγός του δν θελε τν μητέρα του, δηλ. τν πεθερά της, κα στενοχωριόταν πολύ, συνέβη κατ τν πίσκεψή του στ σπίτι τους ν τς πε τι χει μεγάλο λαχεο τ ποο κληρώνεται σ λίγες μέρες κα κερδίζει τν πρτο λαχνό. Σ τρες μέρες κοιμήθη πεθερά της! Σ κάποια λλη περίπτωση, ζήτησε ξαφνικ ν τν δηγήσουν σ κάποια περιοχή. ταν φθασαν κα σταμάτησαν ξω π να σπίτι,  βγκε π τ ατοκίνητο παπα-Φώτης κα ρχισε ν φωνάζει ν βγε κυρία πο διέμενε κε. κυρία βγκε κα ρχισε ν διαμοίβεται νας διάλογος τρομερός. παπα-Φώτης πέμενε ν κατεβε κυρία γι ν ξομολογηθε να μεγάλο μάρτημά της. κείνη κνευρισμένη κα κτεθειμένη στ γειτονιά της φώναζε στν παπα-Φώτη μ σχημα λόγια ν φύγει π τ σπίτι της. Τελικ φυγε παπα-Φώτης, λλ σ λίγη ρα πληροφορήθηκαν τι κυρία πέθανε ξαφνικά. Εχε προσχωρήσει στος Πεντηκοστιανούς κι πειδ κενος προαισθάνθηκε τν θάνατό της, τρεξε γι ν τν σώσει μ τ μυστήριο τς ξομολογήσεως. Κάποιος λλος κληρικς γνωστός του ρρώστησε ξαφνικ κι ν δν θ μποροσε ν λειτουργήσει κα θ φηνε τος πιστος λειτούργητους, τοιμάσθηκε ν πάει στ ναό του γι ν νημερώσει τος πιτρόπους τι δν δύναται ν λειτουργήσει. ταν πγε μως στ ναό του, εδε πρς κπληξή του τι παπα-Φώτης ταν δη ντυμένος τ ερ μφιά του κα προσκόμιζε ναμένοντας τν ψάλτη γι ν ξεκινήσει. ντελς ξαφνιασμένος παπς τν ρώτησε: «μ καλά, παπα-Φώτη, πς λθες δ σήμερα»; Κι παπα-Φώτης φοπλιστικ το πάντησε: «Μ καλ δν εσαι ρρωστος; Πς θ φήναμε τν κόσμο λειτούργητο;». λλ κα μιλν εχε παρόμοιο περιστατικό. Κάποτε, τ τος 1999 ποφάσισα ν καταγράψω λα σα εχα κούσει γι τν περίεργο κα παράξενο παπα-Φώτη. Τ περισσότερα φυσικ τ εχα κούσει ς φοιτητς τς Θεολογικς Σχολς Θεσσαλονίκης π τν είμνηστο καθηγητ κα δάσκαλό μας τν κύρ ωάννη Φουντούλη. ταν μετ π περίπου πέντε ρες ργασίας κατέγραψα λα τ το βίου το παπα-Φώτη, χτύπησε τν πόρτα το γραφείου μου στ να που φημερεύω κα μπκε παπα-Φώτης. Τότε το επα ξαφνιασμένος: «Παπα-Φώτη, καλς ρισες. Ξέρεις τί καμνα π τ πρωί;». Κι κενος μ τρόπο φυσικ κα συνάμα φοπλιστικ μο επε: «Διάβαζε γρήγορα σα γραψες ν τ διορθώσω, γιατ βιάζομαι ν φύγω μ τ πλοο στ Μυτιλήνη». φο το διάβασα λα σα γραψα μο επε: «Πρόσεξε μ τυχν κα τ κδώσεις ν ζω μου». φο το δωσα τν διαβεβαίωση, λαβα σ δύο μέρες να γράμμα του, στ ποο σ τρία χαρτι διαφορετικν μεγεθν μο γραφε χειρογράφως λη τ ζωή του γι ν τ χω ς πειστήρια κα μ τν πέννα του!!!
          Τ σα επώθηκαν δ σήμερα ποτελον μόνον μι μικρ πιτομ π τ τέσσερα μέχρι τς σήμερον κυκλοφορηθέντα βιβλία πο γράφθηκαν γι τν προσωπικότητά του κα τ πάμπολλα κείμενα πο ναφέρονται στν γνήσια κα γιασμένη προσωπικότητά του πο ντοπίζονται σ διάφορες στοσελίδες το διαδυκτίου κα στς δύο πίσημες μερίδες πο πραγματοποιήθηκαν γι τ πρόσωπό του. κύριος σκοπς τς μιλίας μας ατς εναι ν προβάλει ναν γνήσιο κα ληθιν νθρωπο πέρα π σχήματα κα τυποποιημένες συμπεριφορές. Τύποι νθρώπων τέτοιοι σν τν παπα-Φώτη σπανίζουν σήμερα στν κοινωνία μας. νθρωπος ατς φησε μέσα στς ψυχς λων κείνων πο τν γνώρισαν κα τν γνωρίζουν κόμη κα σήμερα τν ασθηση μις παράξενης καλογερικς παρουσίας. παπα-Φώτης μπόρεσε κα πέτυχε ν μπερδέψει τος συνανθρώπους του. Δν κανε παδούς. Ποτέ του δν κανε συνοδεία. Δν το ρεσαν ο κολακεες κα ο εφημες μνεῖἶες. Το ρεσε καλς λόγος, νεπιτήδευτος. Μόλις ασθανόταν τι ο λλοι τν κολάκευαν, κανε μπροστά τους σν τρελλός. Εχε τν τρόπο του ν θολώνει τ νερ τν γεροντολόγων. Μισοσε τν πιτήδευση κα στ λόγο κα στην μφάνιση. Γι τν λόγο ατ κα σ κυρίες κα δεσποινίδες φερόταν σκληρά. κείνους πο ζητοσαν ν εναι κοντά του, τος περνοσε π δέκα κόσκινα. διαιτέρως σ’ ατ τ πρόσωπα φερόταν πολ σκληρά,  σχεδν πάνθρωπα. κτς τν σκληρν του λόγων, τος καθύβριζε μ λη τ σημασία τς λέξεως. Κα λα ατ τ κανε, γιατ δν θελε συνοδεία. θελε τν γάπη, μως βίωνε τν ξενητεία σ λες τς κφάνσεις τς ζως του. Χαρακτηριστικά, κάποτε πο νοσηλευόταν στ νοσοκομεο «Γεννηματς» στν θήνα, τν κυρία πο τν ξυπηρετοσε νυχθημερν τ στόλιζε μ λα τ «κοσμητικ πίθετα». Κα σο πι πολλ γάπη λάμβανε, τόσο κενος κανε τν βίο βίωτο σ’ ατος πο τν γαποσαν. Λιγοστο νθρωποι μπκαν στ διαδικασία ν τν καταλάβουν κα ν πομείνουν τς πολλς διοτροπίες του.
            λη μορφ κα πολιτεία το παπα-Φώτη ντάσσεται κκλησιαστικ στν κραία μορφ το μοναχισμο πο φέρει τν νομασία σαλότητα. «Σαλς εναι κενος πού, γι ν κατακτήσει τν κορυφ τς γιότητας, κάνει τν τρελλό. Ο δι Χριστν σαλο δν θέλουν ν χουν καμμι πόληψη, καμμι τιμή, κανένα παινο μέσα στν κόσμο ατόν. Θέλουν κα ποθον τν νυποληψία, τν περιφρόνηση, τν κατηγορία τν συκοφαντία, πράγματα πο τόσο ντιπαθομε μες ο λλοι, ο τάχα λογικο κα ξιοπρεπες. π τ μι πλευρ ρνονται τς τιμές, τς πίσημες θέσεις, τς καλς συστάσεις γι τν αυτό τους, τς δόξες κα τος παίνους ν π τν λλη πιθυμον διακας κα ζητον πιμόνως τν περιφρόνηση το κόσμου, τν κάθοδο ως τ κατώτατα μέρη τς γς, τ βίωμα το ψαλμικο κείνου πο λέει: «γ εμι σκώληξ κα οκ νθρωπος, νειδος νθρώπων κα ξουθένημα λαο». δι Χριστν σαλς πετυχαίνει τν κύριο στόχο τς ληθινς ζως πο εναι ταπείνωση. Μι ταπείνωση πραγματικ κα χι φανταστική. Γι ν λθει μως λοκληρωμένη ταπείνωση χρειάζεται κα λοκληρωτικ ξουδένωση το γώ. Στος δι Χριστν σαλος παρατηρομε ατ τν ξουδένωση στ μάτια λου το κόσμου, μ προσποιητς τρέλλες κα λλοπρόσαλλες νέργειες. Θέλουν ν κρύβωνται, ν κρύβουν τν ρετ κα γιότητά τους κάτω π τν πίπλαστο μανδύα τς σαλότητας κα τς τρέλλας των. Ο γιοι δι Χριστν σαλο παίζουν να ερ παιχνίδι. μπαίζουν τ κοσμικ σχήματα, τν δθεν ξιοπρέπεια κα κοσμικ εγένεια, τν διπλωματία κα τν ποκρισία, τν πολιτικ κα τν πιτήδευση κα τν φαρισαϊσμό. μπαίζουν ατ τ γελοο κοσμικ δόγμα ρισμένων, πο κφράζεται μ τ «τί θ πε κόσμος», μ τ «πς θ φαν στν κόσμο». Τελικ μπαίζουν τος διους τος δαίμονες, ο ποοι στ πρόσωπο τν γίων σαλν βρκαν τος σχυρότερους ντιπάλους ( σιος νδρέας δι Χριστν σαλός, κδ. . Μ. Παρακλήτου, σ. 16-17).
          Τέτοιου μεγέθους σαλς ταν κα παπα-Φώτης Λαυριώτης. ς χουμε τν εχή του


0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου