Γ΄ΒΑΣΙΛΕΙΩΝ
19 Κεφάλαιο 1-13
ΚΑΙ ἀνήγγειλεν ᾿Αχαὰβ τῇ ᾿Ιεζάβελ γυναικὶ αὐτοῦ πάντα, ἃ ἐποίησεν ᾿Ηλιού, καὶ ὡς ἀπέκτεινε τοὺς προφήτας ἐν ρομφαίᾳ. 2 καὶ ἀπέστειλεν ᾿Ιεζάβελ πρὸς ᾿Ηλιοὺ καὶ εἶπεν· εἰ σὺ εἶ ᾿Ηλιοὺ καὶ ἐγὼ ᾿Ιεζάβελ, τάδε ποιήσαι μοι ὁ Θεὸς καὶ τάδε προσθείη, ὅτι ταύτην τὴν ὥραν αὔριον θήσομαι τὴν ψυχήν σου καθὼς ψυχὴν ἑνὸς ἐξ αὐτῶν. 3 καὶ ἐφοβήθη ᾿Ηλιοὺ καὶ ἀνέστη καὶ ἀπῆλθε κατὰ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ καὶ ἔρχεται εἰς Βηρσαβεὲ γῆν ᾿Ιούδα καὶ ἀφῆκε τὸ παιδάριον αὐτοῦ ἐκεῖ· 4 καὶ αὐτὸς ἐπορεύθη ἐν τῇ ἐρήμῳ ὁδὸν ἡμέρας καὶ ἦλθε καὶ ἐκάθισεν ὑποκάτω Ραθμὲν καὶ ᾐτήσατο τὴν ψυχὴν αὐτοῦ ἀποθανεῖν καὶ εἶπεν· ἱκανούσθω νῦν, λαβὲ δὴ τὴν ψυχή μου ἀπ᾿ ἐμοῦ, Κύριε, ὅτι οὐ κρείσσων ἐγώ εἰμι ὑπὲρ τοὺς πατέρας μου. 5 καὶ ἐκοιμήθη καὶ ὕπνωσεν ἐκεῖ ὑπὸ φυτόν, καὶ ἰδού τις ἥψατο αὐτοῦ καὶ εἶπεν αὐτῷ· ἀνάστηθι καὶ φάγε· 6 καὶ ἐπέβλεψεν ᾿Ηλιού, καὶ ἰδοὺ πρὸς κεφαλῆς αὐτοῦ ἐγκρυφίας ὀλυρίτης καὶ καψάκης ὕδατος· καὶ ἀνέστη καὶ ἔφαγε καὶ ἔπιε. καὶ ἐπιστρέψας ἐκοιμήθη. 7 καὶ ἐπέστρεψεν ὁ ἄγγελος Κυρίου ἐκ δευτέρου καὶ ἥψατο αὐτοῦ καὶ εἶπεν αὐτῷ· ἀνάστα φάγε, ὅτι πολλὴ ἀπὸ σοῦ ἡ ὁδός. 8 καὶ ἀνέστη καὶ ἔφαγε καὶ ἔπιε· καὶ ἐπορεύθη ἐν ἰσχύϊ τῆς βρώσεως ἐκείνης τεσσαράκοντα ἡμέρας καὶ τεσσαράκοντα νύκτας ἕως ὄρους Χωρήβ. 9 καὶ εἰσῆλθεν ἐκεῖ εἰς τὸ σπήλαιον καὶ κατέλυσεν ἐκεῖ· καὶ ἰδοὺ ρῆμα Κυρίου πρὸς αὐτὸν καὶ εἶπε· τί σὺ ἐνταῦθα, ᾿Ηλιού; 10 καὶ εἶπεν ᾿Ηλιού· ζηλῶν ἐζήλωκα τῷ Κυρίῳ παντοκράτορι, ὅτι ἐγκατέλιπόν σε οἱ υἱοὶ ᾿Ισραήλ· τὰ θυσιαστήριά σου κατέσκαψαν καὶ τοὺς προφήτας σου ἀπέκτειναν ἐν ρομφαίᾳ, καὶ ὑπολέλειμμαι ἐγὼ μονώτατος, καὶ ζητοῦσι τὴν ψυχήν μου λαβεῖν αὐτήν. 11 καὶ εἶπεν· ἐξελεύσῃ αὔριον καὶ στήσῃ ἐνώπιον Κυρίου ἐν τῷ ὄρει· ἰδοὺ παρελεύσεται Κύριος, καὶ ἰδοὺ πνεῦμα μέγα κραταιὸν διαλῦον ὄρη καὶ συντρίβον πέτρας ἐνώπιον Κυρίου, οὐκ ἐν τῷ πνεύματι Κύριος· καὶ μετὰ τὸ πνεῦμα συσσεισμός, οὐκ ἐν τῷ συσσεισμῷ Κύριος· 12 καὶ μετὰ τὸν συσσειμὸν πῦρ, οὐκ ἐν τῷ πυρὶ Κύριος· καὶ μετὰ τὸ πῦρ φωνὴ αὔρας λεπτῆς, κἀκεῖ Κύριος. 13 καὶ ἐγένετο ὡς ἤκουσεν ᾿Ηλιού, καὶ ἐπεκάλυψε τὸ πρόσωπον αὐτοῦ ἐν τῇ μηλωτῇ αὐτοῦ καὶ ἐξῆλθε καὶ ἔστη ὑπὸ σπήλαιον·
Απόδοση
Και είπε ο Αχαάβ στην γυναίκα του την Ιεζάβελ όλα όσα έκανε ο Ηλίας, και πως σκότωσε τους προφήτες (του Βάαλ) με σπαθί. Και έστειλε η Ιεζάβελ ανθρώπους και του είπε∙ εάν είσαι εσύ ο Ηλίας και εγώ η Ιεζάβελ , αυτό το καλό θα μου κάνει ο Κύριος, ότι αύριο τέτοια ώρα θα θυσιάσω την ψυχή σου όπως θυσιάστηκαν και οι προφήτες (του Βάαλ). Και φοβήθηκε τη ζωή του ο Ηλίας και σηκώθηκε και έφυγε και πήγε στην Βηρσαβεέ την γη Ιούδα και άφησε το βοηθό του εκεί. Και αυτός περπάτησε στην έρημο πολλές ημέρες και πήγε και κάθισε κάτω από την Ράθμεν και ζήτησε από το Θεό να πεθάνει και είπε∙ τώρα φτάνει μέχρι εδώ, πάρε την ψυχή μου Κύριε καθώς εγώ δεν είμαι καλύτερος από τους προγόνους μου. Και κοιμήθηκε κάτω από ένα φυτό, και ξαφνικά κάποιος τον άγγιξε και του είπε∙ σήκω και φάγε∙ και κοίταξε ο Ηλίας και να δίπλα στο κεφάλι του κριθαρένια τροφή και κανάτι με νερό. Και σηκώθηκε και έφαγε και ήπιε. Και μετά κοιμήθηκε. Και επέστρεψε ο άγγελος του Κυρίου για δεύτερη φορά και τον άγγιξε και είπε∙ σήκω και φάγε και πιες ότι έχεις πολύ δρόμο μπροστά σου. Και σηκώθηκε και έφαγε και ήπιε. Και περπάτησε με τη δύναμη που του έδωσε το φαγητό αυτό σαράντα ημέρες και σαράντα νύκτες ως το όρος Χωρήβ. Και μπήκε εκεί στο σπήλαιο και κάθισε εκεί. Και του μίλησε ο Κύριος και του είπε. τι κάνεις εκεί Ηλία; Και είπε ο Ηλίας∙ ζήτησα με ζήλο τον Παντοκράτορα Κύριο, επειδή σε εγκατέλειψαν οι γιοι του Ισραήλ∙ κατέστρεψαν τα θυσιαστήρια σου και σκότωσαν τους προφήτες και έμεινα εγώ μόνος, και ζητάνε να πάρουν τη ζωή μου. Και είπε∙ βγες αύριο και στάσου μπροστά τον Κύριο στο όρος∙ και να θα περάσει ο Κύριος, και να άνεμος μεγάλος και δυνατός που διαλύει βουνά και συντρίβει πέτρες μπροστά από τον Κύριο, και ο Κύριος δεν θα είναι στον άνεμο∙ και μετά πνεύμα σεισμού , και δεν θα είναι στο σεισμό ο Κύριος∙ και μετά τον σεισμό φωτιά, και δεν θα είναι στη φωτιά ο Κύριος∙ και μετά τη φωτιά φωνή λεπτής αύρας, και εκεί θα είναι ο Κύριος∙ και όταν άκουσε ο Ηλίας σκέπασε το πρόσωπο του με την προβιά που φορούσε και βγήκε και στάθηκε έξω από το σπήλαιο.
Εδώ προφητεύεται η συνάντηση του προφήτη Ηλία στο όρος Θαβώρ με τον Ιησού Χριστό, κατά την Μεταμόρφωσή Του.
19 Κεφάλαιο 1-13
ΚΑΙ ἀνήγγειλεν ᾿Αχαὰβ τῇ ᾿Ιεζάβελ γυναικὶ αὐτοῦ πάντα, ἃ ἐποίησεν ᾿Ηλιού, καὶ ὡς ἀπέκτεινε τοὺς προφήτας ἐν ρομφαίᾳ. 2 καὶ ἀπέστειλεν ᾿Ιεζάβελ πρὸς ᾿Ηλιοὺ καὶ εἶπεν· εἰ σὺ εἶ ᾿Ηλιοὺ καὶ ἐγὼ ᾿Ιεζάβελ, τάδε ποιήσαι μοι ὁ Θεὸς καὶ τάδε προσθείη, ὅτι ταύτην τὴν ὥραν αὔριον θήσομαι τὴν ψυχήν σου καθὼς ψυχὴν ἑνὸς ἐξ αὐτῶν. 3 καὶ ἐφοβήθη ᾿Ηλιοὺ καὶ ἀνέστη καὶ ἀπῆλθε κατὰ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ καὶ ἔρχεται εἰς Βηρσαβεὲ γῆν ᾿Ιούδα καὶ ἀφῆκε τὸ παιδάριον αὐτοῦ ἐκεῖ· 4 καὶ αὐτὸς ἐπορεύθη ἐν τῇ ἐρήμῳ ὁδὸν ἡμέρας καὶ ἦλθε καὶ ἐκάθισεν ὑποκάτω Ραθμὲν καὶ ᾐτήσατο τὴν ψυχὴν αὐτοῦ ἀποθανεῖν καὶ εἶπεν· ἱκανούσθω νῦν, λαβὲ δὴ τὴν ψυχή μου ἀπ᾿ ἐμοῦ, Κύριε, ὅτι οὐ κρείσσων ἐγώ εἰμι ὑπὲρ τοὺς πατέρας μου. 5 καὶ ἐκοιμήθη καὶ ὕπνωσεν ἐκεῖ ὑπὸ φυτόν, καὶ ἰδού τις ἥψατο αὐτοῦ καὶ εἶπεν αὐτῷ· ἀνάστηθι καὶ φάγε· 6 καὶ ἐπέβλεψεν ᾿Ηλιού, καὶ ἰδοὺ πρὸς κεφαλῆς αὐτοῦ ἐγκρυφίας ὀλυρίτης καὶ καψάκης ὕδατος· καὶ ἀνέστη καὶ ἔφαγε καὶ ἔπιε. καὶ ἐπιστρέψας ἐκοιμήθη. 7 καὶ ἐπέστρεψεν ὁ ἄγγελος Κυρίου ἐκ δευτέρου καὶ ἥψατο αὐτοῦ καὶ εἶπεν αὐτῷ· ἀνάστα φάγε, ὅτι πολλὴ ἀπὸ σοῦ ἡ ὁδός. 8 καὶ ἀνέστη καὶ ἔφαγε καὶ ἔπιε· καὶ ἐπορεύθη ἐν ἰσχύϊ τῆς βρώσεως ἐκείνης τεσσαράκοντα ἡμέρας καὶ τεσσαράκοντα νύκτας ἕως ὄρους Χωρήβ. 9 καὶ εἰσῆλθεν ἐκεῖ εἰς τὸ σπήλαιον καὶ κατέλυσεν ἐκεῖ· καὶ ἰδοὺ ρῆμα Κυρίου πρὸς αὐτὸν καὶ εἶπε· τί σὺ ἐνταῦθα, ᾿Ηλιού; 10 καὶ εἶπεν ᾿Ηλιού· ζηλῶν ἐζήλωκα τῷ Κυρίῳ παντοκράτορι, ὅτι ἐγκατέλιπόν σε οἱ υἱοὶ ᾿Ισραήλ· τὰ θυσιαστήριά σου κατέσκαψαν καὶ τοὺς προφήτας σου ἀπέκτειναν ἐν ρομφαίᾳ, καὶ ὑπολέλειμμαι ἐγὼ μονώτατος, καὶ ζητοῦσι τὴν ψυχήν μου λαβεῖν αὐτήν. 11 καὶ εἶπεν· ἐξελεύσῃ αὔριον καὶ στήσῃ ἐνώπιον Κυρίου ἐν τῷ ὄρει· ἰδοὺ παρελεύσεται Κύριος, καὶ ἰδοὺ πνεῦμα μέγα κραταιὸν διαλῦον ὄρη καὶ συντρίβον πέτρας ἐνώπιον Κυρίου, οὐκ ἐν τῷ πνεύματι Κύριος· καὶ μετὰ τὸ πνεῦμα συσσεισμός, οὐκ ἐν τῷ συσσεισμῷ Κύριος· 12 καὶ μετὰ τὸν συσσειμὸν πῦρ, οὐκ ἐν τῷ πυρὶ Κύριος· καὶ μετὰ τὸ πῦρ φωνὴ αὔρας λεπτῆς, κἀκεῖ Κύριος. 13 καὶ ἐγένετο ὡς ἤκουσεν ᾿Ηλιού, καὶ ἐπεκάλυψε τὸ πρόσωπον αὐτοῦ ἐν τῇ μηλωτῇ αὐτοῦ καὶ ἐξῆλθε καὶ ἔστη ὑπὸ σπήλαιον·
Απόδοση
Και είπε ο Αχαάβ στην γυναίκα του την Ιεζάβελ όλα όσα έκανε ο Ηλίας, και πως σκότωσε τους προφήτες (του Βάαλ) με σπαθί. Και έστειλε η Ιεζάβελ ανθρώπους και του είπε∙ εάν είσαι εσύ ο Ηλίας και εγώ η Ιεζάβελ , αυτό το καλό θα μου κάνει ο Κύριος, ότι αύριο τέτοια ώρα θα θυσιάσω την ψυχή σου όπως θυσιάστηκαν και οι προφήτες (του Βάαλ). Και φοβήθηκε τη ζωή του ο Ηλίας και σηκώθηκε και έφυγε και πήγε στην Βηρσαβεέ την γη Ιούδα και άφησε το βοηθό του εκεί. Και αυτός περπάτησε στην έρημο πολλές ημέρες και πήγε και κάθισε κάτω από την Ράθμεν και ζήτησε από το Θεό να πεθάνει και είπε∙ τώρα φτάνει μέχρι εδώ, πάρε την ψυχή μου Κύριε καθώς εγώ δεν είμαι καλύτερος από τους προγόνους μου. Και κοιμήθηκε κάτω από ένα φυτό, και ξαφνικά κάποιος τον άγγιξε και του είπε∙ σήκω και φάγε∙ και κοίταξε ο Ηλίας και να δίπλα στο κεφάλι του κριθαρένια τροφή και κανάτι με νερό. Και σηκώθηκε και έφαγε και ήπιε. Και μετά κοιμήθηκε. Και επέστρεψε ο άγγελος του Κυρίου για δεύτερη φορά και τον άγγιξε και είπε∙ σήκω και φάγε και πιες ότι έχεις πολύ δρόμο μπροστά σου. Και σηκώθηκε και έφαγε και ήπιε. Και περπάτησε με τη δύναμη που του έδωσε το φαγητό αυτό σαράντα ημέρες και σαράντα νύκτες ως το όρος Χωρήβ. Και μπήκε εκεί στο σπήλαιο και κάθισε εκεί. Και του μίλησε ο Κύριος και του είπε. τι κάνεις εκεί Ηλία; Και είπε ο Ηλίας∙ ζήτησα με ζήλο τον Παντοκράτορα Κύριο, επειδή σε εγκατέλειψαν οι γιοι του Ισραήλ∙ κατέστρεψαν τα θυσιαστήρια σου και σκότωσαν τους προφήτες και έμεινα εγώ μόνος, και ζητάνε να πάρουν τη ζωή μου. Και είπε∙ βγες αύριο και στάσου μπροστά τον Κύριο στο όρος∙ και να θα περάσει ο Κύριος, και να άνεμος μεγάλος και δυνατός που διαλύει βουνά και συντρίβει πέτρες μπροστά από τον Κύριο, και ο Κύριος δεν θα είναι στον άνεμο∙ και μετά πνεύμα σεισμού , και δεν θα είναι στο σεισμό ο Κύριος∙ και μετά τον σεισμό φωτιά, και δεν θα είναι στη φωτιά ο Κύριος∙ και μετά τη φωτιά φωνή λεπτής αύρας, και εκεί θα είναι ο Κύριος∙ και όταν άκουσε ο Ηλίας σκέπασε το πρόσωπο του με την προβιά που φορούσε και βγήκε και στάθηκε έξω από το σπήλαιο.
Εδώ προφητεύεται η συνάντηση του προφήτη Ηλία στο όρος Θαβώρ με τον Ιησού Χριστό, κατά την Μεταμόρφωσή Του.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου