Μια μέρα μερικοί μοναχοί που ήταν υπεύθυνοι σε άλλα εργαστήρια, ρώτησαν : ‘‘ Πάτερ Σιλουανέ, πως συμβαίνει και οι άνθρωποι που εργάζονται στα δικά σου εργαστήρια να δουλεύουν τόσο καλά, αφού ποτέ δεν τους εποπτεύεις , ενώ εμείς ξοδεύουμε τον καιρό μας παρακολουθώντας τους και κείνοι διαρκώς προσπαθούν να μας απατήσουν’’;
Ο πάτερ Σιλουανός απάντησε: ‘‘ Δεν ξέρω. Μπορώ όμως να σας πω τι κάνω σχετικά με αυτό. δεν έρχομαι το πρωί στο εργαστήριο χωρίς προηγουμένως να έχω προσευχηθεί γι’ αυτούς τους ανθρώπους∙ και έρχομαι με την καρδιά μου γεμάτη στοργή και αγάπη γι’ αυτούς, και όταν μπαίνω μέσα στο εργαστήρι, η ψυχή μου κλάιει από αγάπη γι’ αυτούς. Κατόπιν τους δίνω τις δουλειές που θα έχουν να κάνουν την ημέρα και όσο αυτοί εργάζονται εγώ προσεύχομαι γι’ αυτούς. Πάω μέσα στο κελλί μου και αρχίζω να προσεύχομαι για τον καθένα ατομικά. Στέκομαι μπροστά στο Θεό και λέω: ‘‘Ω Κύριε, θυμίσου τον Νικόλαο. Είναι νέος, είναι μόλις είκοσι χρόνων , άφησε στο χωρίο του την γυναίκα του που είναι ακόμη πιο νέα απ’ αυτόν και το πρώτο τους παιδί. Μπορείς να καταλάβεις την δυστυχία που υπάρχει εκεί ώστε να αναγκασθεί να τους αφήσει για τι δεν θα μπορούσαν να ζήσουν με τη δουλειά του στην πατρίδα. Προστάτευσέ τους τώρα που αυτός απουσιάζει. Γίνου η ασπίδα τους εναντίων κάθε κακού . Δώσε στον ίδιο θάρρος να αγωνισθεί κατά την διάρκεια αυτού του χρόνου και να γυρίσει πίσω να τους συναντήσει με χαρά, με αρκετά χρήματα αλλά κυρίως με πολύ θάρρος για να αντιμετωπίσει τις δυσκολίες. Στην αρχή προσευχόμουνα με δάκρυα συμπαθείας για τον Νικόλαο, την νεαρή σύζυγό του και το μικρό παιδί τους, αλλά καθώς προσευχόμουνα η αίσθηση της θείας παρουσίας άρχισε να αυξάνεται μέσα μου και σε μια στιγμή αυξήθηκε τόσο πολύ ώστε έχασα την εικόνα του Νικολάου , της συζύγου του, του παιδιού του, των αναγκών του, των συγχωριανών τους και αισθανόμουνα μόνον τον Θεό, και βυθιζόμουνα στην αίσθηση της θείας παρουσίας όλο και περισσότερο μέχρις ότου ξαφνικά , μέσα στην καρδιά αυτής της παρουσίας συνάντησα την θεία αγάπη να κρατά τον Νικόλαο, την γυναίκα του και το παιδί του και τώρα ήταν η αγάπη του Θεού με την οποία άρχισα ξανά να προσεύχομαι γι’ αυτούς, αλλά και πάλι βρήκα την θεία αγάπη. Και έτσι περνώ τις ημέρες μου προσευχόμενος για τον καθένα από αυτούς τους ανθρώπους με την σειρά για τον ένα μετά τον άλλο και όταν τελειώσει η ημέρα πηγαίνω να τους συναντήσω , τους λέω λίγα λόγια, προσευχόμαστε μαζί και αυτοί πάνε να αναπαυθούν, εγώ δε γυρίζω να συμπληρώσω τον κανόνα μου’’.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου