Τρίτη 25 Αυγούστου 2009

Παπα-Σάββας ο Πνευματικός

Ο ρουμάνος διάκονος.

Στους τόσους που εξομολογούσε ο ίδιος ο παπα-Σάββας ο πνευματικός ήταν και ένας ρουμάνος διάκονος. Νεαρός ακόμη ήρθε στον Άθωνα και ησύχαζε κάπου στην έρημο, όχι πολύ μακριά από την σκήτη της Μικράς Αγίας Άννης.

-Πνευματικέ μου, του λέει μια μέρα ο διάκονος αυτός περίλυπος, σε παρακαλώ, μη ξεχάσεις να μνημονεύσεις αύριο στην θ. λειτουργία την μητέρα μου, που έχει τα τριήμερα της.

Τα λόγια χτύπησαν στην ακοή του παπα-Σάββα σαν λόγια που πρόδιδαν θριάμβους του διαβόλου. Ο διακριτικός γέροντας ταράχθηκε. Εδώ, σκέφτηκε, κάποιο άσχημο φαγητό μαγείρεψε ο εχθρός. Ο πανούργος! Με τόση τέχνη πλανεύει και σκοτίζει τα πλάσματα του Θεού!

Χωρίς να δείξει εξωτερικά την αγωνία του , επιδόθηκε στην ανίχνευση του κακού.

-Για πες μου, παιδί μου , καθαρότερα την υπόθεση. Η μητέρα σου έχει αύριο τα τριήμερα της. Δηλαδή πέθανε προχθές. Πέθανε στην Ρουμανία. Πως εσύ σε δύο ημέρες πληροφορήθηκες τον θάνατό της;

Μεσολάβησε μικρή σιγή.
-Πως; Πως το έμαθα; άρχισε να λέει δειλά ο διάκονος. Να, μου το είπε…

-Ποιος σου το είπε;

-Μου το είπε ο φύλακας άγγελός μου.
-Ο φύλακας άγγελός σου; Έχεις δει τον άγγελό σου;
-Αξιώθηκα να τον δω! Δεν είναι μια δύο φορές. Είναι δυο χρόνια. Μου παρουσιάζεται και με συντροφεύει στην προσευχή. Λέμε μαζί τους Χαιρετισμούς, κάνουμε μετάνοιες, ανοίγουμε πνευματικές συζητήσει….

Εκείνο το «δυο χρόνια» πίκρανε πολύ τον παπα-Σάββα. Δύο χρόνια πλάνης δεν είναι κάτι το ασήμαντο. Ν’ αφήνεις τον εχθρό να χτίζει μέσα σου ανενόχλητα επί δύο χρόνια το οικοδόμημα της καταστροφής σου είναι θλιβερό.

-Και γιατί παιδί μου , τόσο καρό δεν μου ανέφερες τίποτα;

-Μου είπε ο άγγελος , πως δεν είναι απαραίτητο.

Ο παπα-Σάββας καταλάβαινε πως έχει να σώσει μεγάλη μάχη. Να πείσει πρώτα τον δυστυχή διάκονο, ότι δεν πρόκειται για άγγελο. Να ετοιμαστεί έπειτα ν’ αντιμετωπίσει την οργή του δαίμονος. «Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησον και σώσον ημάς», προσευχήθηκε με θέρμη.

-Παιδί μου , είσαι βέβαιος πως είναι άγγελος του Θεού αυτός που σου εμφανίζεται;

-Βέβαιος; Βεβαιότατος, γέροντά μου! Μα προσευχόμαστε μαζί, κάνουμε καθημερινώς χίλιες μετάνοιες. Συζητούμε για την μέλλουσα ζωή, για τον παράδεισο… Ο φύλακας άγγελος μου είναι.

Ο διάκονος φαινόταν αμετάπειστος. Εκείνο όμως που τον έκανε τώρα λίγο διστακτικό ήταν η εμπιστοσύνη του στον θεοφώτιστο πνευματικό του. Αλλά πάλι, έλεγε, πως μπορεί ο δαίμονας να με ενισχύσει στον προσευχή; Αυτός πολεμεί τους πεοσευχόμενους.

Μετά από πολλά συμφώνησαν να καταφύγουν σε μερικές δοκιμασίες. Να δοκιμάσουν τον «φύλακα άγγελο».

Ζήτησέ του , του είπε ο παπα-Σάββας , μόλις ξανάρθει, να μπει το «Θεοτόκε Παρθένε». Ακόμη πες του να κάνει το σημείο του Σταυρού.

Τα πράγματα όμως δεν ήταν τόσο απλά. Όταν δύο ολόκληρα χρόνια σε έχει ο πονηρός τυλιγμένο στην πλάνη, τότε και τα μάτια σου και τα’ αυτιά σου τα πλανεύει και φαντάζεσαι πως ακούς το «Θεοτόκε Παρθένε» και πως τον βλέπεις να σταυροκοπιέται.

Στην επόμενη επίσκεψη ο διάκονος, με κάποια κρυφή εσωτερική ικανοποίηση , ανήγγειλε στον πνευματικό :

-Γέροντα μου, τα πράγματα έχουν όπως σου τα έλεγε, είναι άγγελος του Θεού! Είναι ο φύλακας άγγελος μου! Και το «Θεοτόκε Παρθένε» το είπε και τον σταυρό του τον έκανε.

Ο παπα-Σάββας καλά το είχε αντιληφθεί δύο ετών δουλειά από τον πολυμήχανο εχθρό δεν μπορούσε ν’ αχρηστευθεί εύκολα. Αν όμως αυτός ξέρει πολλές μηχανές, στους θεοφόρους λάμπει το φώς της πανσοφίας του Θεού, που εξουδετερώνει τα τεχνάσματα του σκότους.

Κάποια φωτεινή ιδέα άστραψε τότε στον φωτόμορφο νου του πνευματικού. Και στρέφεται αμέσως προς τον διάκονο:

-Άκου δω, παιδί μου. Πρόσεξε μια τελευταία δοκιμασία. Μ’ αυτή θα ξεκαθαρίσουν τα πράγματα. Στους αγγέλους του Θεού υπάρχει η δυνατότητα όλα να είναι γνωστά, γιατί τους τα αποκαλύπτει ο Θεός. Στους δαίμονες αντιθέτως δεν υπάρχει παρόμοια δυνατότητα και πολλά πράγματα τους είναι σκοτεινά. Συμφωνείς;

-Συμφωνώ.

-Αφού συμφωνείς, πρόσεξε τι θα κάνουμε. Εγώ την στιγμή αυτή, ακριβώς την στιγμή αυτή, κάτι θα σκεφθώ- σκέφθηκε κάτι σε βάρος του διαβόλου- και το αφήνω κρυφό και αψηλάφητο μέσα μου. Εσύ το βράδυ θα ζητήσεις από τον «άγγελο» να σου το πει. Αν το βρει, τότε χωρίς αμφιβολία είναι του Θεού. Και νάρθεις να με ενημερώσεις.

Γυρίζοντας ο διάκονος στην καλύβα του, σάλευε μέσα του κάτι σαν αγωνία, σαν δυσάρεστη προαίσθηση . από την άλλη μεριά θαύμαζε την σπουδαία ιδέα του πνευματικού. Η υπόθεση θα περνούσε τώρα την κρίσιμη φάση της.

Μόλις ζητήθηκε την νύχτα από τον «άγγελο» η λύση του προβλήματος , κάποια δυσδιάκριτη ταραχή αυλάκωσε το φωτεινό πρόσωπο του. Φάνηκε να σαστίζει.
-Μα , αγαπητέ μου πάτερ. Γιατί εσύ, ανώτερο άνθρωπος, να ενδιαφέρεσαι για τους λογισμούς ενός θνητού. Αυτό είναι κατάντημα. Φτωχές επιθυμίες. Δεν προτιμάς να πάμε να σου δείξω απόψε την κόλαση, τον παράδεισο, την δόξα της Κυρίας Θεοτόκου;

Ο διάκονος, που άρχισε κάτι να υποψιάζεται , επέμενε στο θέμα του.

-Κάνω υπακοή στον πνευματικό. Να μου πείς τι σκέφθηκε.

Ο «άγγελος» με μερικούς επιδέξιους ελιγμούς προσπάθησε να μεταφέρει αλλού την συζήτηση. Ο διάκονος όμως μ’ επιμονή τον επανέφερε στο θέμα. Άλλωστε οι τεχνικές αυτές υπεκφυγές δεν του προξενούσαν καλή εντύπωση.

-Να μου πεις, τι σκέφθηκε ο πνευματικός! Το θέμα είναι απλό. Γιατί αποφεύγεις; Το αγνοείς;

-Πρόσεχε, διάκο! Με τον μικροπρεπή τρόπο που μου συμπεριφέρεσαι, κινδυνεύεις να χάσεις την εύνοια μου.

-Δεν ξέρω. Σου ζητώ κάτι το εύκολο. Γνωρίζεις ή όχι, επί τέλους, τι σκέφτηκε ο πνευματικός;

Την ώρα αυτή πετάχτηκε το λαμπερό προσωπείο, μια φρικτή μορφή αποκαλύφθηκε, μερικά άγρια δόντια έτριξαν , και σαν από στόμα λυσσασμένο θηρίου ακούσθηκαν τα λόγια:

-Να χαθείς , άθλιε! Αύριο τέτοια ώρα στην κόλαση , στην φωτιά! Θα σε κάψουμε!

Και ο διάκονος έμεινε μόνος του, σωστό ερείπιο. Όλη η γλυκύτητα των οπτασιών , δύο χρόνια τώρα, δεν αντιστάθμιζε την τωρινή του πίκρα. Αν δεν τον στήριζαν από μακριά οι προσευχές του πνευματικού, που ξαγρυπνούσε και παρακαλούσε γι’ αυτόν, θα’ χε παραδώσει το πνεύμα του.

Πέρασαν αρκετές ώρες, ώσπου να συνέρθει και να σταθεί στα πόδια του. Η καλύβη του πια δεν τον χωρούσε. Πουθενά δεν έβλεπε ασφάλεια παρά μόνο κοντά στον πνευματικό. Σ’ όλη την διαδρομή βούιζε στ’ αυτιά του η απειλή: «Αύριο τέτοια ώρα στην κόλαση»! ο τρόμος τον διαπερνούσε σύγκορμο.

Έφτασε , όμως , ως την καλύβη της Αναστάσεως, που ασκήτευε ο παπα-Σάββας. Έπιασε το ράσο του πνευματικού και δεν το άφηνε ούτε στιγμή. Και την ώρα που έπαιρνε εκείνος να κοιμηθεί λίγο, δίπλα του ο τρομοκρατημένος διάκονος!

-Μη φοβάσαι , παιδί μου! Ηρέμισε.

-Πώς να η φοβηθώ, πνευματικέ μου, που πλησιάζει η ώρα . Ω! πλησιάζει η ώρωα που θα με πάρουν . Χριστέ μου σώσε με!

Και πράγματι. Την καθορισμένη ώρα δέχθηκε βίαια επίθεση των πονηρών πνευμάτων. Τι κραυγές πόνου και απελπισίας ήταν αυτές!

-Σώσε με, πνευματικέ μου! Χάνομαι! Με παίρνουν! Σώσε με!

Γονατίζει ο παπα-Σάββας και γεμάτος πόνο και δάκρυα δέεται στον Κύριο να λυπηθεί τον δούλο Του και να επιτιμήσει τους πονηρούς δαίμονες. Εισακούσθηκε η δέηση του και ο ταλαίπωρος διάκονος σώθηκε «από στόματος λέοντος»

Έτσι πήρε τέλος η τραγωδία.

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...